ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ ΤΟΥ ΝΤΑΒΟΣ
ΣΕ ΡΟΛΟ ΑΠΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ
Επισήμως, το θέμα που επιλέχτηκε να συζητηθεί στις φετινές εργασίες του Νταβός ήταν «Βελτιώνοντας την κατάσταση του κόσμου: Επανεξέταση, επανασχεδιασμός, ανοικοδόμηση». Ανεπισήμως, το θέμα περιγράφτηκε εύστοχα από τη Wall Street Journal, αντανακλώντας το κλίμα των συζητήσεων, μια μέρα μετά την επίσημη λήξη των εργασιών: «Σκοτώστε όλους τους τραπεζίτες»!
Το κέντρο βάρους της φετινής συνόδου του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ απείχε σημαντικά από τον δυτικό κόσμο που αποτελούσε ανέκαθεν την ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομικής μεγέθυνσης. Η σύνοδος του 2010 που διήρκεσε από τις 27 έως τις 31 Ιανουαρίου, με τη συμμετοχή 2.500 ατόμων, σφραγίσθηκε από τον περιορισμό του ειδικού βάρους των γνωστών και μη εξαιρετέων υπερανεπτυγμένων κρατών στην παγκόσμια οικονομία και την ανάδυση των λεγόμενων αναπτυσσόμενων οικονομιών, που καταλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο. Ορισμένα μεγέθη επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Η ομάδα των επτά πλουσιοτέρων κρατών, το περίφημο G7, το 1976 (όταν το παγκόσμιο ΑΕΠ ισοδυναμούσε με 6,3 τρισ. δολ.) παρήγαγε το 61,9% του παγκόσμιου ΑΕΠ κι ο υπόλοιπος κόσμος το εναπομείναν 38,1%. Το 1990 (όταν το παγκόσμιο ΑΕΠ είχε αυξηθεί στα 21,8 τρισ. δολ.) το μερίδιο του G7 είχε αυξηθεί στο 66,2%. Το 2008 (όταν το ΑΕΠ του κόσμου ανερχόταν σε 60,6 τρισ. δολ.) η τάση ανόδου είχε αντιστραφεί πλήρως και στο G7 αντιστοιχούσε το 52,8%. Το μερίδιο δε των υπόλοιπων 13 χωρών που απαρτίζουν σήμερα το G20 από 24,3% που ήταν το 1990, το 2008 έφθασε το 34,6%. Για πόσο καιρό ακόμη θα μπορούσαν να αγνοούνται; Η νέα αυτή πραγματικότητα που έδωσε την ώθηση γα την δημιουργία του G20 και τον παροπλισμό του G7 εκφράστηκε, αν όχι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, τουλάχιστον εμφανώς στη σύνοδο του φετινού φόρουμ του οποίου ηγείται ο Κλάους Σβαμπ. Για παράδειγμα τα μέλη των αντιπροσωπειών των τεσσάρων αναδυόμενων γιγάντων – Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα – (και συχνά περιγράφονται με το αρκτικόλεξο BRIC) υπερδιπλασιάστηκαν σε σχέση με το 2005, φθάνοντας τους 237 κι αποτελώντας το 10% των αντιπροσώπων.
Ενδεικτικό στοιχείο για το αυξανόμενο ενδιαφέρον με το οποίο γίνονται δεκτές οι διάφορες ομάδες αναπτυσσομένων χωρών είναι κι η θαυμαστή πορεία που καταγράφουν διάφορα αρκτικόλεξα όπως για παράδειγμα το BRITVIC, όπου μεταξύ της Βραζιλίας και της Ρωσίας από τη μια και της Ινδίας και της Κίνας από την άλλη παρεμβάλλονται οι χώρες Ταϊβάν, Βιετνάμ και Ινδονησία. Ή, το CIVETS που περιγράφει τις χώρες Κολομβία, Ινδονησία, Βιετνάμ, Αίγυπτο, Τουρκία και Νότα Αφρική.
Τα ομαδικά πυρά κατά των τραπεζιτών εξαπολύθηκαν πριν απ’ όλους από τον γάλλο πρόεδρο, που έκανε την εναρκτήρια ομιλία, η οποία από πολλούς εκπροσώπους χαρακτηρίστηκε προεκλογική κι ο ίδιος κατηγορήθηκε ότι δεν απευθυνόταν στους αντιπροσώπους του φόρουμ αλλά στους γάλλους ψηφοφόρους που σε έξι σχεδόν εβδομάδες θα όδευαν για τις κάλπες των δημοτικών εκλογών. Λαϊκιστής με άλλα λόγια, χαρακτηρίστηκε ο Νικολά Σαρκοζύ, όπως συνηθίζεται σε όσους πολιτικούς, όχι μόνο της Αριστεράς όπως ο Όσκαρ Λαφοντέν αλλά ακόμη και της πιο καθαρόαιμης Δεξιάς, αποκλίνουν από τον επίσημο λόγο, εκφράζοντας τις λαϊκές ανησυχίες. Ο γάλλος πρόεδρος άδραξε την ευκαιρία για να προαναγγείλει πως θα αξιοποιήσει την προεδρία του G20 που θα έχει το Παρίσι τον επόμενο χρόνο, το 2011, για να συγκροτήσει ένα νέο νομισματικό σύστημα. «Χρειαζόμαστε ένα νέο Μπρέτον Γουντς», ήταν τα λόγια του παραπέμποντας στην ιστορική διάσκεψη του Νιου Χαρμσάιρ το 1944 όταν τέθηκαν τα θεμέλια της σημερινής νομισματικής αρχιτεκτονικής. «Δεν μπορούμε να έχουμε από την μεριά μια πολυπολική τάξη κι από την άλλη ένα και μόνο αποθεματικό νόμισμα σε παγκόσμιο επίπεδο» τόνισε, αμφισβητώντας την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου. Στην ομιλία του επίσης, αφού περιέγραψε την κρίση των τελευταίων ετών ως «κρίση της ίδιας της παγκοσμιοποίησης» ζήτησε τον διεθνή συντονισμό ώστε να εφαρμοστεί ένα ασφαλές κι αξιόπιστο πλαίσιο ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα. «Πως μπορούμε σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο να ζητούμε από τις ευρωπαϊκές τράπεζες τρεις φορές περισσότερα κεφάλαια για να καλύπτουν τους κινδύνους από τις δραστηριότητές τους και να μη ζητούμε το ίδιο από τις αμερικανικές και ασιατικές τράπεζες», αναρωτήθηκε.
Στο επίκεντρο της συζήτησης για τις τράπεζες βρέθηκε η δημόσια αντιπαράθεση που διχάζει τις ΗΠΑ κι όχι μόνο για την επαναφορά του νόμου Glass Steagall του 1932, με τον οποίο διαχωρίζονται οι εμπορικές από τις επενδυτικές τράπεζες, ώστε τα ρίσκα που αναλαμβάνουν οι τελευταίες να μην θέτουν σε κίνδυνο τις αποταμιεύσεις ανυποψίαστων ανθρώπων. Ο νόμος αυτός που επιχειρείται να επανέλθει σήμερα από την κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα καταργήθηκε το 1999 επί Μπιλ Κλίντον. Σφοδρότεροι δε επικριτές του είναι οι τραπεζίτες και τα ευρύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που μέχρι πέρυσι παρακάλαγαν τις κυβερνήσεις να ανοίξουν τον κρατικό κορβανά και να οικειοποιηθούν τα λεφτά των φορολογουμένων για να αποφύγουν τη χρεοκοπία. Και φέτος, προκαλούν εκ νέου με τα μυθικά μπόνους που διανέμουν στα πρωτοκλασάτα στελέχη τους. Για παράδειγμα, η ασφαλιστική εταιρεία American International Group (AIG) που την άνοιξη του 2008 έλαβε από το αμερικανικό κράτος 180 εκ. δολάρια για να σωθεί από την κατάρρευση, μόλις πριν λίγες εβδομάδες διένειμε στα στελέχη του χρηματοπιστωτικού τομέα, που προκάλεσαν την ουσιαστική της χρεοκοπία με τις άστοχες επενδύσεις στα υψηλού ρίσκου παράγωγα, μπόνους ύψους 100 εκ. μπόνους. Έτερο παράδειγμα, το μπόνους ύψους 16 εκ. δολ. που πήρε υπό τη μορφή μετοχών ο διευθυντής της JPMorgan η οποία μόλις την άνοιξη του 2008 έλαβε από το κράτος 25 δισ. δολ. για να μη χρεοκοπήσει. Πως μετά να μη φτάνει όχι ο Φιντέλ Κάστρο ή ο Ούγκο Τσάβες αλλά η Wall Street Journal, που αποτελεί βίβλο των αμερικανών τραπεζιτών, να λέει «σκοτώστε όλους τους τραπεζίτες»; Το ολότελα διαφορετικά κλίμα που έχει διαμορφωθεί απέναντι στους τραπεζίτες μετά την κρίση αποτυπώθηκε, με τον πιο ανάγλυφο τρόπο, από τον πρόεδρο της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων όταν ρωτήθηκε κατά την έξοδό του από μια συζήτηση στο Νταβός κατά πόσο προτίθενται να συνεργαστούν οι τραπεζίτες για να συμφωνηθούν με ένα συναινετικό τρόπο οι όροι του νέου ρυθμιστικού πλαισίου. «Ποιος νοιάζεται; Δεν επαφίεται σ’ αυτούς. Αν έχουν κάποιες προτάσεις θα τις ακούσουμε», ήταν η απίστευτα περιφρονητική απάντησή του όπως μεταφέρθηκε από τους απεσταλμένους της International Herald Tribune τη Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου.
Παρόλα αυτά το «κόντυμα» των τραπεζιτών κι οι προσπάθειες που είναι σε εξέλιξη για να τεθεί ένα όριο στην αχαλίνωτη κερδοσκοπία τους δυστυχώς δεν συνάδει με κινήσεις στην ίδια την οικονομία που θα έδιναν ώθηση στον λεγόμενο παραγωγικό τομέα, σηματοδοτώντας μια αντιστροφή στον υδροκεφαλισμό του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το διακύβευμα τέθηκε με πειστικότατο τρόπο από τον πρόεδρο της Ισλανδίας, ο οποίος πρόσφατα είπε ένα περήφανο όχι στην Αγγλία και την Ιρλανδία, αρνούμενος να πληρώσει το ισλανδικό δημόσιο τις αποζημιώσεις που έδωσαν σε όσους πολίτες τους έχασαν από τη χρεοκοπία της ισλανδικής τράπεζας, Icebank. «Για τη Βρετανία ή τις ΗΠΑ η Ισλανδία προσφέρει σημαντικά μαθήματα», ήταν τα λόγια του. «Αν ο χρηματοπιστωτικός τομέας γίνει υπερβολικά δυνατός θα απορροφήσει τα αναγκαία ταλέντα για να καταστεί ο παραγωγικός τομέας ανταγωνιστικός τομέας στην παγκόσμια αγορά. Ένας εκρηκτικά αναπτυσσόμενος χρηματοπιστωτικός τομέας μπορεί να αποφέρει βραχυχρόνια οφέλη. Η Ισλανδία όμως δείχνει ότι μακροχρόνια επισείει κινδύνους».
Η τεράστια αξία των επισημάνσεων του ισλανδού προέδρου επιβεβαιώνεται από τις μεταβολές που συντελέστηκαν στον χάρτη της αμερικανικής οικονομίας την τελευταία διετία και συνεχίζουν να συντελούνται στο έδαφος της κρίσης, που ως κοινή συνισταμένη έχουν την ακόμη εντονότερη συρρίκνωση της μεταποιητικής παραγωγής στο εσωτερικό της χώρας. Με βάση ρεπορτάζ της Wall Street Journal στις 4 Φεβρουαρίου η παραγωγική ικανότητα των ΗΠΑ στην κλωστοϋφαντουργία, τις εκτυπώσεις, τα έπιπλα, τους κινητήρες αυτοκινήτων και τα πλαστικά μόνο το 2009 συρρικνώθηκε σε ένα χρόνο από 7% μέχρι 2%. Η παραγωγική οικονομία των ΗΠΑ δηλαδή βγαίνει από την κρίση πολύ πιο αδυνατισμένη και ασθενής! Μία απ’ τα ίδια επομένως, καθώς φαίνεται πως οι αιτίες που συνέβαλαν, αν δεν οδήγησαν στη σημερινή κρίση, αναπαράγονται!
Κοινός τόπος μεταξύ όλων σχεδόν των ομιλητών στο φετινό Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, όπως μεταφέρθηκαν οι τοποθετήσεις τους από τον διεθνή Τύπο, ήταν επίσης κι η απαισιοδοξία για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Παρότι μάλιστα είναι δεδομένο πως τα χειρότερα είναι πίσω. Οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια οικονομία που καταγράφει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπουν άνοδο του ΑΕΠ της τάξης του 3,9% για φέτος και 4,3% για το 2011. Για τις ΗΠΑ ειδικότερα προβλέπουν άνοδο 2,7% φέτος και 2,4% του χρόνου, ενώ για την ευρωζώνη 1% φέτος και 1,6% το 2011. Ο κίνδυνος ωστόσο για τις 16 χώρες της Ευρώπης που χρησιμοποιούν το ενιαίο νόμισμα είναι να εισέλθουν στη νέα φάση χωρισμένες στα δύο: από την μια αυτές που θα βλέπουν το ΑΕΠ τους να αυξάνεται έστω και ράθυμα κι από την άλλη αυτές που θα βουλιάζουν στην κρίση για ένα με δύο χρόνια ακόμη (βλέπε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία, κ.α.) με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν δύο ταχύτητες και στην οικονομία. Ειρήσθω εν παρόδω, δεν περνάει απαρατήρητο ότι η Ευρώπη που μέσα από την κρίση έβλεπε την δυνατότητα βελτίωσης της θέσης της στον διεθνή καταμερισμό εξέρχεται πιο βαριά τραυματισμένη από τις συμπληγάδες της, με τον νέο πολυ-πολικό κόσμο να αποδεικνύεται πολύ πιο αφιλόξενος για τις διεθνείς της φιλοδοξίες. Η στροφή της Ουάσιγκτον προς την Ασία, επιβεβαιώνει την υποβάθμισή της η οποία μάλιστα συμπίπτει με τη επικύρωση και την ενεργοποίηση της Συνθήκης της Λισσαβόνας και τον διορισμό προέδρου και υπουργού Εξωτερικών, όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις της. Επανερχόμενοι στο διεθνές πλαίσιο των ζοφερών προβλέψεων, οι σημαντικότεροι οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες του Νταβός συμφώνησαν πως τα δημοσιονομικά μέτρα, με τα οποία το κράτος στήριξε τον δοκιμαζόμενο ιδιωτικό τομέα, δεν πρέπει να διακοπούν υπό το φως των θετικών εξελίξεων γιατί τότε αυξάνονται οι πιθανότητες μιας διπλής ύφεσης ή βύθισης. Την άποψη αυτή υποστήριξε δημόσια κι ο γάλλος διευθυντής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος Καν, παροτρύνοντας τα κράτη μέλη του να συνεχίσουν να έχουν το χέρι στην τσέπη. Ο αναντικατάστατος ρόλος των κρατικών μέτρων στήριξης της ιδιωτικής οικονομίας (με βαρύτατες προφανώς συνέπειες για τα δημόσια οικονομικά) επιβεβαιώνεται επίσης από τη διαφαινόμενη συρρίκνωση του ιδιωτικού δανεισμού που όλες τις τελευταίες δεκαετίες στήριζε την χειμαζόμενη – λόγω παρατεταμένης λιτότητας – ιδιωτική κατανάλωση. Μέχρι το 2007 για παράδειγμα τα κτηματικά δάνεια ανέρχονταν στο 73% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ και στο 81% του ΑΕΠ στην Αγγλία, ενώ ο τραπεζικός δανεισμός στις επιχειρήσεις ισοδυναμούσε με το 46% του ΑΕΠ στην Αγγλία και το 36% στις ΗΠΑ. Στη βάση των παραπάνω «θα πρέπει να περιμένουμε πολλά χρόνια μείωσης του χρέους σε συγκεκριμένους τομείς ορισμένων από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου κι αυτή η διαδικασία θα ασκήσει ένα αξιοσημείωτο εμπόδιο στην αύξηση του ΑΕΠ», αναφερόταν σε έκθεση διεθνούς οικονομικού ινστιτούτου που μετέφερε η βρετανική Guardian Weekly στις 22 Ιανουαρίου. Ταυτόχρονα άπαντες επίσης συμφωνούν πως δεν είναι δυνατό να συνεχιστεί η σημερινή πολιτική μηδενικών επιτοκίων καθώς έχει αρχίσει να δημιουργεί νέου τύπου φούσκες στις αναπτυσσόμενες αγορές, όπου καταλήγει το «τσάμπα χρήμα». Ενδεικτικά αναφέρθηκε πως οι διεθνείς ροές κεφαλαίου από 435 δισ. δολ. το 2009 αναμένεται φέτος να φθάσουν τα 722 και το 2011 να ξεπεράσουν τα 800 δισ. – πραγματική πλημμυρίδα ρευστού που αναστατώνει τις εθνικές οικονομίες οδηγώντας χώρες όπως η Βραζιλία να επιβάλουν φόρο στις βραχυπρόθεσμες κεφαλαίου, διώχνοντας έτσι τις κερδοσκοπικές τοποθετήσεις. Μια άνοδο των επιτοκίων όμως από την ΕΚΤ ή τη FED θα αποτελέσει τη χαριστική βολή στον ιδιωτικό τομέα, καθώς τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα και τα νοικοκυριά θα περιοριστούν ακόμη περισσότερο.
Υπό το βάρος λοιπόν αυτών των απαισιόδοξων προβλέψεων, που γίνονται ακόμη ζοφερότερες από την εκτίναξη της ανεργίας στο 10% σε χώρες όπως η Αμερική για παράδειγμα, τίθεται υπό αίρεση ακόμη κι η διαπίστωση του Λόρενς Σάμερς, επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, ότι είμαστε στο μέσον μιας περιόδου «στατιστικής ανάκαμψης και ανθρώπινης ύφεσης»…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.