Το ΝΑΤΟ μηχανισμός χρηματοδότησης της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Υπάρχουν πολλοί και σοβαροί λόγοι για τους οποίους μια νίκη του Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ το Νοέμβριο θα συνιστούσε οπισθοδρόμηση: η αντιμεταναστευτική του πολιτική, η ακροδεξιά του ρητορεία, ο λόγος μίσους που αναπαράγει, η αντι-κινέζικη του εμμονή, κι άλλοι πολλοί. Οι ευρωπαίοι ηγέτες, προσπερνώντας τα παραπάνω, ανακάλυψαν έναν άλλο λόγο που, ομολογούμε, δεν είναι κι ό,τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί: Η πιθανότητα διάλυσης του ΝΑΤΟ.

Αφορμή για τις ανησυχίες των ευρωπαίων ηγετών αποτέλεσε προεκλογική ομιλία του Αμερικάνου πρώην προέδρου το Σάββατο 10 Φεβρουαρίου στην Βόρεια Καρολίνα, όπου επανέλαβε την γνωστή απειλή: Αν τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ δεν αυξήσουν τις πολεμικές τους δαπάνες, να φτάσουν στο 2% του ΑΕΠ τους, τότε οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να τα καλύψουν σε ένα ενδεχόμενο πολέμου.

Ζητούμενο του Τραμπ, που τινάζει στον αέρα το περιβόητο άρθρο 5, δεν είναι η αμυντική θωράκιση των κρατών μελών του ΝΑΤΟ. Ζητούμενο των απειλών του είναι η χρηματοδότηση της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας, δεδομένου ότι η μερίδα του λέοντος από κάθε αύξηση των πολεμικών δαπανών πάει στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Μέχρι το 2023 ο μέσος όρος των πολεμικών δαπανών ανερχόταν στο 1,5% του ΑΕΠ που αντιστοιχούσε σε 240 δισ. δολ. ετησίως. Σε αδρές γραμμές μπορούμε επομένως να πούμε ότι για να μας κάνουν την …χάρη οι ΗΠΑ και να μας προστατεύουν θα πρέπει στο εξής να αφαιμάζουν 80 δισ. δολ. επιπλέον ετησίως από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Κι αυτά τα ποσά να στέλνονται στο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ, που εδώ και δεκαετίες χαράζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική σε μια κατεύθυνση αστάθειας και πρόκλησης πολέμων έτσι ώστε να αυξάνονται τα κέρδη του.

Σε εμάς μένει να μετρήσουμε αυτά τα επιπλέον 80 δισ. σε πόσα χαμένα νοσοκομεία και παιδικούς σταθμούς αντιστοιχούν και σε πόσες αυξήσεις συντάξεων που δεν θα γίνουν. Γιατί, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η άλλη όψη από το «χρύσωμα» της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας θα είναι η φτωχοποίηση των λαών. Αύξηση των πολεμικών δαπανών σημαίνει λιτότητα και φτώχεια. Σημαίνει επίσης μιλιταρισμός και πόλεμοι, μιας και από ανακαλύψεώς τους όπλα και πυρομαχικά αφότου αγοράζονται πρέπει και να χρησιμοποιηθούν.

Η απειλή του Τραμπ ωστόσο είναι μπλόφα! Αρκεί να δούμε την περίπτωση της Ελλάδας, που εκ παραδόσεως πληρώνει βαρύτατο φόρο υποτέλειας στην αμερικανική πολεμική βιομηχανία. Μόνο το 2023 πληρώσαμε το 3,01% του ΑΕΠ μας, ξεπερνώντας κατά πολύ το στόχο του 2%. Περισσότερα από μας πλήρωσαν μόνο η Πολωνία (3,9%) και οι ΗΠΑ (3,49%). Το ΝΑΤΟ ωστόσο δεν έχει προσφέρει καμία κάλυψη στην Ελλάδα. Απέναντι στις ελληνοτουρκικές διαφορές ανέκαθεν ή έμενε αμέτοχο ή έπαιρνε το μέρος της Τουρκίας κι ας πληρώνει μόνο το 1,31% του ΑΕΠ της σε πολεμικές δαπάνες. Το ΝΑΤΟ επομένως, δηλαδή οι ΗΠΑ, επιλέγουν τη …σωστή πλευρά του Αιγαίου βάσει στρατηγικών προτεραιοτήτων κι όχι βάσει του ποιός είναι ο καλύτερος πελάτης.

Κι όσο για την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία, μάλλον κι αν δεν υπήρχε η απειλή του Τραμπ έπρεπε να την εφεύρει, αν κρίνουμε από την πλειοδοσία εξαγγελιών αύξησης των πολεμικών δαπανών που διαδέχτηκε την ομιλία του Τραμπ στην Βόρεια Καρολίνα…

Χωρίς ρήξεις και με κρίσιμα διατάγματα συμβολικής σημασίας ξεκίνησε η θητεία Μπάιντεν

Του Λεωνίδα Βατικιώτη

Ακριβώς πριν τέσσερα χρόνια, όταν εγκαταστάθηκε ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο και άρχισε να υπογράφει ένα – ένα τα προεδρικά διατάγματα για την ακύρωση της συμμετοχής των ΗΠΑ στη Συμφωνία για το Κλίμα, για την έναρξη του εμπορικού πολέμου με Μεξικό, Καναδά, Κίνα, κ.α. δημιουργήθηκε ένα ερώτημα: Κατά πόσο εκείνη η έξαψη οφειλόταν στον ενθουσιασμό που διακατέχει κάθε νεοφώτιστο και θα περάσει ή ήρθε για να μείνει. Τα χρόνια που ακολούθησαν διέψευσαν όσους πίστευαν ότι ο Τραμπ θα ακολουθούσε την πεπατημένη.

Τέσσερα χρόνια μετά, ο Μπάιντεν κατέβαλε μια ανάλογη προσπάθεια να δείξει ότι οι ΗΠΑ αλλάζουν πορεία σε ορισμένα επιλεκτικά και συμβολικά πεδία, όπως είναι για παράδειγμα απέναντι στην κλιματική αλλαγή με αφορμή την ακύρωση της άδειας κατασκευής του γιγαντιαίου αγωγού μεταφοράς πετρελαίου Keystone XL, το θέμα των μεταναστών με αφορμή την επαναφορά του δικαιώματος εισόδου στις ΗΠΑ πολιτών μουσουλμανικών χωρών, το θέμα του σεβασμού στους πολυμερείς οργανισμούς με αφορμή το πάγωμα της διαδικασίας αποχώρησης των ΗΠΑ από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τέλος το κοινωνικό ζήτημα, με αφορμή την πρωτοβουλία του νέου προέδρου να υπογράψει την αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου στα 15 δολάρια και την επανέναρξη των συσσιτίων για τους φτωχούς. Ο κατακλυσμός των προεδρικών διαταγμάτων αποτέλεσε τομή με τη θητεία Τραμπ. Το ερώτημα ωστόσο παραμένει κι αφορά την επομένη από το σβήσιμο των φώτων: Ο Μπάιντεν θα κλείσει οριστικά το κεφάλαιο που άνοιξε ο Τραμπ ή θα αποδειχθεί μια σύντομη παρένθεση;  Το ερώτημα αποκτά βαρύτητα δεδομένου ότι ο Τραμπ δεν είναι πλέον αουτσάιντερ στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, όπως ήταν το 2016. Τα τέσσερα χρόνια της προεδρίας του έστρεψε το κόμμα πιο δεξιά οδηγώντας το σε συγχρωτισμό με την άκρα Δεξιά σε τέτοιο σημείο ώστε το 53% των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων να δηλώνει σε δημοσκόπηση ότι προτιμά τον πρώην πρόεδρο ως επόμενο υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. Έπεται ο Μάικ Πενς που συγκεντρώνει το 12% των προτιμήσεων μόλις! Υπάρχουν και χειρότερα: Στην τρίτη θέση των επιλογών των δεξιών ψηφοφόρων βρίσκεται ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, ο μεγαλύτερος γιός του 45ου προέδρου… Κρατάμε επομένως ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα του 2021 ταιριάζει πλέον περισσότερο στον Τραμπ.

Εκεί που αναμφισβήτητα θα κάνει τη διαφορά ο Τζο Μπάιντεν είναι στο θέμα του κλίματος. Ήδη η επιστροφή των ΗΠΑ στην συμφωνία του Παρισιού είναι γεγονός κι αυτό όχι για να ικανοποιήσει τους δημότες της γαλλικής πρωτεύουσας όπως δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός Τεντ Κρους για να εισπράξει μια πληρωμένη απάντηση από την Αλεξάνδρια Οκάσιο Κορτές η οποία τον ρώτησε αν ο σεβασμός στη Συνθήκη της Γενεύης επιβάλλεται χάρη της θετικής άποψης των κατοίκων της ελβετικής πόλης… Η επιστροφή των ΗΠΑ στη Συνθήκη του Παρισιού, που ως κορυφαίο στόχο έχει τη δέσμευση να μην υπερβεί η αύξηση της θερμοκρασίας μέχρι το τέλος του αιώνα τους 2 βαθμούς Κελσίου και στην καλύτερη περίπτωση τους 1,5 βαθμούς, όπως και ο δεσμευτικός στόχος για απανθρακοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ ως το 2035, πέραν του αναγκαίου σεβασμού στο περιβάλλον εξυπηρετούν και τα ηγεμονικά σχέδια των ΗΠΑ. Η υποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού και τους κλιματικούς στόχους, επέτρεψε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Κίνα να αναπτύξουν διμερείς συμφωνίες και να πρωταγωνιστήσουν σε μια τεχνολογία αιχμής που θα κυριαρχήσει τις επόμενες δεκαετίες, σε βάρος ή έστω εν απουσία των αμερικανικών συμφερόντων.

Προτεραιότητα για το νέο αμερικανό πρόεδρο αποτελεί και η Ευρώπη. Η βελτίωση των διμερών σχέσεων θα επιτρέψει στην Ουάσιγκτον να ανάψει εκ νέου τις μηχανές του ΝΑΤΟ, ακυρώνοντας αποσχιστικές και υπονομευτικές τάσεις όπως του Μακρόν που είχε χαρακτηρίσει το βορειοατλαντικό σύμφωνο ως κλινικά νεκρό. Για τον Μπάιντεν το κλείσιμο των ρηγμάτων στο ΝΑΤΟ, που θα σηματοδοτήσει και τη διακοπή της προσέγγισης Μόσχας – Βερολίνου, αποτελεί όρο εκ των ων ουκ άνευ για το μακροπρόθεσμο σχέδιο αντιμετώπισης της Ρωσίας. Άμεσα, με αφορμή την ανάγκη έναρξης διαπραγματεύσεων για την ανανέωση της Συνθήκης μείωσης των πυρηνικών New Start που λήγει στις 5 Φεβρουαρίου, θα δούμε ενσταντανέ που επί Τραμπ δεν είδαμε λόγω των ανόητων κατηγοριών που εξαπέλυαν οι Δημοκρατικοί στον Τραμπ, περί υπόγεια συνεργασίας με τον Πούτιν. Ωστόσο, καίτοι το κλίμα εντός των ΗΠΑ ήταν ψυχροπολεμικό κατά της Ρωσίας, οι διμερείς σχέσεις τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια δεν δοκιμάστηκαν ιδιαίτερα, με εξαίρεση το Nord Stream 2. Στο εξής αυτό το ιδιότυπο μορατόριουμ, με ευθύνη των ΗΠΑ, τερματίζεται!

Σε διαφορετική κατεύθυνση θα κινηθούν οι σχέσεις με την Κίνα: Προς ταχεία αναθέρμανση! Ταυτόχρονα οι δασμοί που επέβαλλε ο Τραμπ είναι πολύ αμφίβολο αν και πότε θα ανακληθούν. Έτσι, ενώ σε πολιτικό επίπεδο θα υπάρξει μια σύντομη επιστροφή στις μέρες του Ομπάμα, σε οικονομικό επίπεδο ελάχιστα θα αλλάξουν. Tο σύνθημα «Η Αμερική Πρώτα» μπορεί να μην το ξαναδούμε σε μακό, καπελάκια και μπάνερ, θα συνεχίσουμε όμως να το βλέπουμε στην πράξη. Ο Μπάιντεν θα συνεχίσει να επιβάλλει στο αμερικανικό δημόσιο πολιτική προτίμησης προμηθειών από εγχώριους παραγωγούς ενώ θεωρείται σίγουρη η επιβολή ενός νέου φόρου σε όσες εταιρείες των ΗΠΑ δημιουργούν και διατηρούν θέσεις εργασίας στο εξωτερικό. Κι όσο για τις αντιδράσεις που αναμένεται να προκύψουν εκ μέρους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (στους κανόνες φιλελευθεροποίησης του οποίου αναγκάστηκαν να πειθαρχήσουν όλες οι χώρες του κόσμου) θα μάθουμε για μια κόμη φορά ότι μερικοί κόμποι δεν λύνονται, …κόβονται. Οι ΗΠΑ δείχνοντας την αποφασιστικότητα τους να συνεχίσουν την πολιτική του Τραμπ στο μέτωπο του προστατευτισμού επιδιώκουν την μεταρρύθμιση του ΠΟΕ σε μια κατεύθυνση που λίγο πολύ όλοι μπορούμε να φανταστούμε: μερικές χώρες να είναι πιο ίσες από τις άλλες…

Αυτούσια θα εφαρμοστεί η πολιτική του Τραμπ και στο Παλαιστινιακό. Ο Μπάιντεν έχει δηλώσει πώς δεν πρόκειται να στείλει την πρεσβεία των ΗΠΑ στο Τελ Αβίβ όπου ήταν μέχρι και το 2018 , πριν ο Τραμπ διατάξει τη μεταφορά της στη Ιερουσαλήμ. Αυτή όμως η επιλογή ευνοεί τα σιωνιστικά επεκτατικά σχέδια και υπονομεύει, στην πράξη ακυρώνει, τις αποφάσεις του ΟΗΕ για ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ. Την ίδια ώρα που ο Μπάιντεν θα στηρίζει τα εμπρηστικά σχέδια του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή σε βάρος των Παλαιστινίων, έστω δια τη ανοχής του, αποστάσεις φέρεται ότι θα κρατήσει από τη Σαουδική Αραβία, την οποία χαρακτήρισε «κράτος παρία», ενώ θέμα χρόνου είναι μια συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ το ενδιαφέρον του για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας ποτέ δεν έφτασε στο σημείο υιοθέτησης αιτημάτων που θα έβαζαν ένα τέρμα στην γιγάντωση των κατασταλτικών μηχανισμών. Η αστυνομία έτσι θα συνεχίσει να χρηματοδοτείται πλουσιοπάροχα, όπως συνέβαινε επί Τραμπ και επί Ομπάμα, όταν κάθε χρονιά ο αριθμός των έγχρωμων που σκοτώνονταν από αστυνομικά πυρά μεγάλωνε…

Οι ταλαντεύσεις και οι αμφισημίες του Μπάιντεν, εντός κι εκτός των ΗΠΑ, ακόμη και τώρα που οι εικόνες από την ορκωμοσία είναι νωπές και πιο νωπές ακόμη κι απειλητικές είναι οι εικόνες από την εισβολή των ακροδεξιών στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου, δεν εγγυώνται ότι το πείραμα Τραμπ θα περάσει στην ιστορία, όπως θα μπορούσε να συμβεί αν ο Μπάιντεν επέλεγε τομές, εντός των ορίων έστω του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ. Αν για παράδειγμα ακύρωνε μέρος των φοιτητικών χρεών, αν δημιουργούσε σύστημα καθολικής υγειονομικής ασφάλισης για όλους, αν αφιέρωνε μέρος από τα 1,9 τρισ. δολ. του νέου πακέτου υποστήριξης της οικονομίας για να υποστηρίξει τις δημόσιες υποδομές, κ.α. Αρνούμενος να προβεί σε τέτοιες ρήξεις η οριακή πλειοψηφία που έχει συγκεντρώσει σε Γερουσία και Βουλή είναι πολύ πιθανό να έχει την τύχη της αντίστοιχης πλειοψηφίας που είχε συγκεντρώσει κι ο Ομπάμα το 2008: να φυλλορροήσει στις επόμενες ενδιάμεσες εκλογές, ανοίγοντας το δρόμο για την επιστροφή του Τραμπ ή κάποιου ομοιώματός του…

Facebook και Twitter λογόκριναν τον Τραμπ για να σώσουν το τομάρι τους και τις 26 πιο …βρόμικες λέξεις του κόσμου

Η απόφαση των δύο μεγαλύτερων ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης να αναστείλουν τους λογαριασμούς του αμερικανού προέδρου, μετά την εισβολή των οπαδών του στο Καπιτώλιο, εκ πρώτης όψεως έβριθε ηθικών διλημμάτων που δεν απαντώνται εύκολα για τα όρια της ελευθερίας του λόγου και κραυγαλέων αντιφάσεων που προκαλούν γέλιο. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές: αν κρίθηκε αναγκαία η ακύρωση της πρόσβασης στο Twitter του αμερικανού προέδρου για να αποτραπεί μια νέα αιματοχυσία, γιατί θεωρήθηκε αδιάφορη η συνέχιση της διατήρησης εκ μέρους του των κωδικών του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου; Το Twitter είναι πιο επικίνδυνο από τα πυρηνικά;

Η επιλογή του facebook και του Twitter πολύ λίγο έχει να κάνει με όσα συγκλονιστικά συνέβησαν στις 6 Ιανουαρίου, όταν οι ακροδεξιοί οπαδοί του Τραμπ εισέβαλαν στο Καπιτώλιο. Κυρίως σχετίζονται με τη μάχη επιβίωσης που δίνουν οι κολοσσοί του διαδικτύου. Και σε αυτή την μάχη όσα είχε να τους προσφέρει η συμπόρευσή τους με τον Τραμπ τους τα προσέφερε από το 2017 που εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο μέχρι τώρα, που αναχωρεί. Στο εξής, αν κάποιος μπορεί να τους εξασφαλίσει μια ακόμη ξέγνοιαστη τετραετία, ή τουλάχιστον την αποφυγή των χειρότερων, είναι η εύνοια των Δημοκρατικών και του Τζον Μπάιντεν. Σε αυτήν ακριβώς την εύνοια αποσκοπούσε η απόφαση αναστολής των λογαριασμών του απερχόμενου προέδρου! Ήταν ένα δώρο στους Δημοκρατικούς κι έτσι ακριβώς το περιέγραψε ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μαρκ Ρούμπιο μιλώντας στο Fox News την Κυριακή 10/1: «Είναι πολύ κυνικό… Ο λόγος που αυτοί οι τύποι το κάνουν είναι επειδή οι Δημοκρατικοί πρόκειται  να πάρουν την εξουσία και το βλέπουν σαν έναν τρόπο να πάνε με το πλευρό τους για να αποφύγουν οποιουσδήποτε περιορισμούς ή κάθε είδους νόμους που θα περάσουν για να να τους πλήξουν»

Τα χειρότερα για το ολιγοπώλιο του Διαδικτύου τα περιέγραψε η γερμανίδα καγκελάριος και στη συνέχεια ο εκπρόσωπός της στην ασυνήθιστα ωμή και αναπάντεχη δήλωση της ενάντια στην λογοκρισία του αμερικανού προέδρου. Η Άνγκελα Μέρκελ με την ίδια σαφήνεια που αποδοκίμασε την αναστολή των λογαριασμών του Τραμπ χαρακτηρίζοντας την ως «προβληματική» παραβίαση «θεμελιώδους δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου», ζήτησε από τις ΗΠΑ να αναπαράγουν το παράδειγμα της Γερμανίας στην ψήφιση και εφαρμογή νόμων που απαγορεύουν την υποκίνηση σε βία. Οι ΗΠΑ μέχρι στιγμής έχουν αναθέσει την υποχρέωση στις ίδιες τις πλατφόρμες. Κι αυτή η απόκλιση αποτελεί μια θεμελιώδη διαφορά στην προσέγγιση του ίντερνετ μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ.

Προς αποφυγή παρανοήσεων λοιπόν, η Μέρκελ δε ζήτησε να μην υφίσταται λογοκρισία στο ίντερνετ. Ζήτησε την λογοκρισία να την ασκεί το κράτος, μέσω νόμων, κι όχι οι κολοσσοί του διαδικτύου επικαλούμενοι τους όρους χρήσης των υπηρεσιών τους.

Ο εκπρόσωπος Τύπου της Μέρκελ, Στέφεν Σάιμπερτ, επικαλέστηκε νόμο που τέθηκε σε ισχύ το 2018 βάσει του οποίου τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης υποχρεούνται να αποσύρουν παράνομο υλικό που έχει αναρτηθεί στην πλατφόρμα τους εντός 24 ωρών, από τη στιγμή που θα τους γίνει η γνωστοποίηση. Αλλιώς αντιμετωπίζουν πρόστιμο που μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 50 εκ. ευρώ! Στο ίδιο κλίμα κινήθηκε και ο γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρούνο Λε Μερ ο οποίος ναι μεν χαρακτήρισε σαν αναρμόδια την «ψηφιακή ολιγαρχία» να επιβάλλει λογοκρισία και να αποφασίσει ποιος δικαιούται να …ομιλεί, προκειμένου όμως να εκχωρήσει αυτό το δικαίωμα στο κράτος: «Η ρύθμιση της ψηφιακή αρένας είναι θέμα του κυρίαρχου λαού, των κυβερνήσεων και της δικαιοσύνης» ήταν τα λόγια του. Για το κατά πόσο δε, εννοεί την εξουσία του κυρίαρχου λαού, αρκεί να θυμηθούμε τη βαρβαρότητα της γαλλικής αστυνομίας εναντίον των Κίτρινων Γιλέκων…

Η διαμάχη για το «ποιος θα ρυθμίσει το ίντερνετ» δεν διεξάγεται αποκλειστικά και μόνο ανάμεσα στις δύο όχθες του Ατλαντικού, όσο κι αν μετά την εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Δεδομένων (GDPR) στην Ευρώπη έλαβε αυτή την μορφή. Γενικευμένες είναι και οι αντιδράσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ, εδώ και χρόνια μάλιστα. Η σύγκρουση συμπυκνώνεται στην παράγραφο 230 του νόμου για τις τηλεπικοινωνίες, που ψηφίστηκε το 1996, κι αποτελεί μήλο της έριδας. Πρόκειται για 26 λέξεις – κορυφαίο παράδειγμα  διαμορφωτικού κι όχι αποτυπωτικού δικαίου – επάνω στις οποίες στηρίχθηκε η μετέπειτα ιδιωτικοποίηση του ίντερνετ και η γιγάντωση των εταιρειών που έχουν δώσει στο ίντερνετ τη σημερινή εμπορευματοποιημένη και αποχαυνωτική μορφή του. Αναφέρουν κατά λέξη: «Κανένας πάροχος ή χρήστης μιας διαδραστικής υπηρεσίας υπολογιστών δεν θα αντιμετωπιστεί ως εκδότης ή ομιλητής οποιασδήποτε πληροφορίας παρέχεται από από έναν άλλον πάροχο πληροφοριακού περιεχομένου».

Κοινώς, οι πλατφόρμες δε φέρουν καμία ευθύνη για ό,τι δημοσιεύουν οι χρήστες. Αντίθετα με τους εκδότες εφημερίδων ακόμη και βιβλίων που είναι υπόλογοι για ό,τι γράψει καθένας και καθεμία στις σελίδες τους, οι ιδιοκτήτες των πλατφορμών δε φέρουν καμία ευθύνη. Επάνω σε αυτήν ακριβώς τη βάση άνθισαν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης μιας κι ο καθένας μπορούσε να διατυπώνει όχι μόνο την άποψή του, αλλά το …μακρύ του και το κοντό του. Μάλιστα όσο πιο τερατώδης ήταν μια άποψη, μια πρόβλεψη, μια «είδηση», όσο πιο χυδαία μια επίθεση, κοκ, τόσο περισσότερες επισκέψεις δεχόταν η διπλανή διαφήμιση! Απουσία νομικής ευθύνης τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έγιναν θερμοκήπια παραπληροφόρησης και νεκροταφεία της ενημέρωσης, προς επιβεβαίωση ενός κλασσικού νόμου της νομισματικής θεωρίας, βάσει του οποίου σε μια παράλληλη κυκλοφορία ενός «καλού» κι ενός «κακού» νομίσματος, κυριαρχεί το «κακό»! Έτσι το facebook στηρίχθηκε αρχικά και στήριξε στη συνέχεια τον φθηνό εντυπωσιασμό, τις διαδόσεις, το λόγο μίσους, τις προσβολές και τις ύβρεις για να καταντήσει συνώνυμο της ευτέλειας.

Κι όσο ανέβαινε η υπερβολή τόσο μεγάλωναν τα έσοδα των κολοσσών του διαδικτύου για να φτάσουμε μόνο το 2020 η χρηματιστηριακή αξία των πέντε μεγαλύτερων εταιρειών της Σίλικον Βάλεϋ να φτάνει τα 7,2 τρισ. δολ., ενώ τέσσερις διαδικτυακές εταιρείες (Google, Apple, Amazon, Microsoft) να διατηρούν τα σκήπτρα των επιδόσεων, ξεπερνώντας εταιρείες της αυτοκινητοβιομηχανίας, του χρηματοπιστωτικού τομέα, της παραγωγής και του εμπορίου…

Οι 26 λέξεις, που αποτέλεσαν το ευαγγέλιο της διαδικτυακής χάβρας, θεωρείται βέβαιο ότι θα τροποποιηθούν. Είχε δεσμευτεί δημόσια ακόμη κι ο Τζο Μπάιντεν προεκλογικά για την ακύρωσή του νομικού φραγμού στη δίωξη των ιντερνετικών εταιρειών για το περιεχόμενο που αναρτούν. Οι Δημοκρατικοί επίσης είχαν εξαγγείλει όχι μόνο για το Facebook (με αφορμή την εξαγορά του Instagram και του WhatsApp) αλλά και για την Google (με αφορμή τα 10 δισ. δολ. που έδινε ετησίως στην Apple κ.α. για να εξασφαλίζει προτεραιότητα στα προϊόντα της) ότι θα ενεργοποιηθούν έρευνες για την παραβίαση των αντιμονοπωλιακών νόμων, κατ’ αντιστοιχία όσων εφαρμόστηκαν σε προηγούμενες δεκαετίες για την ΑΤΤ και τη Citibank. Υπέρ της ακύρωσης του άρθρου 230 έχει ταχθεί ακόμη κι η Νάνσυ Πελόσι (χαρακτηρίζοντας το άρθρο «δώρο» στις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας) η οποία αποτελεί όχι απλώς σταθερή αξία και βαρύ πυροβολικό των Δημοκρατικών, αλλά και το βαθύ τους κράτος. Κριτική στο άρθρο 230 είχε ασκήσει ακόμη κι ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ποιός δίνει σημασία στα λόγια του… Χρήζει πάντως αναφοράς γιατί δείχνει το βαθμό της συναίνεσης γύρω από την αλλαγή του νόμου του Κλίντον.

Από την άλλη υπάρχει ένας σοβαρότατος λόγος για να συνεχιστεί η σημερινή αθλιότητα, με τη διαιώνιση του άρθρου 230: η «κινέζικη απειλή»! Οποιαδήποτε προσπάθεια επιβολής τάξης στο ίντερνετ θα οδηγήσει στο ξεφούσκωμα των αμερικανικών εταιρειών και στην ανάδυση των κινέζων ανταγωνιστών. Σοβαρό αντικίνητρο όχι μόνο για τον Τραμπ, αλλά και για τον Μπάιντεν…

Παράλληλα, η προσπάθεια της ιντερνετικής βιομηχανίας επικεντρώνεται στον μετριασμό της ζημιάς που θα επέλθει. Με βάση δημοσιεύματα είναι διατεθειμένη να δεχθεί τα πάντα αρκεί να μην ξεπεραστεί ένα όριο: να μην αντιμετωπισθεί ως εκδότης και να αναλάβει τη νομική ευθύνη. Σε αυτό το βωμό όχι μόνο το Facebook και το Twitter αλλά επιπλέον Google, Amazon, TikTok, Pinterest, Snap κι άλλοι έσπευσαν να αναπαράξουν τις απαγορεύσεις κατεβάζοντας ακόμη και το Parler, το ακροδεξιό Twitter, για να μείνει χωρίς φωνή ο Τραμπ.

Εν κατακλείδι, τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ όσο φαίνονταν αρχικά: Η ευκολία με την οποία λογόκριναν τον Τραμπ facebook και Twitter δεν προήλθε από την απόφασή τους να διαφυλάξουν την ειρήνη ή να διακόψουν το λόγο μίσους και τα σωρηδόν ψέματα που λέει ο απερχόμενος, ανόητος αμερικανός πρόεδρος. Η λογοκρισία επιβλήθηκε από το ολιγοπώλιο του διαδικτύου για να διαφυλάξει την ασυδοσία του…

Η παρένθεση του Τζο Μπάιντεν

Για τους χιλιάδες αμερικανούς πολίτες που συγκεντρώθηκαν στην Ουάσινγκτον να γιορτάσουν τη νίκη του Τζο Μπάιντεν, φορώντας πολλοί εξ αυτών μακό του κινήματος Black Lives Matter με συνθήματα όπως Defund the Police, σημασία δεν είχε αυτό που ερχόταν, όσο αυτό που τελείωνε: Μια θητεία που απέδειξε ότι στην πολιτική ποτέ μην λες …ποτέ, μιας και αποδείχτηκε ότι είναι δυνατό να υπάρξει πρόεδρος χειρότερος ακόμη κι από τον Τζορτζ Μπους τζούνιορ: ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο δισεκατομμυριούχος 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να μην κήρυξε τόσους πολέμους όσους ο προκάτοχός του, σηματοδότησε ωστόσο με τα έργα του μια τόσο δεξιά στροφή που συγκρίνεται μόνο με την αντεπανάσταση του Ρέιγκαν: τα δισεκατομμύρια που έρρεαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς του 1% και ο θεσμικός κι επίσημος ρατσισμός στο εσωτερικό και οι οικονομικοί πόλεμοι εναντίον όλων (από Κίνα μέχρι Καναδά, Μεξικό και Ευρώπη) στο εξωτερικό αποτέλεσαν την κορυφή του παγόβουνου μιας φιλόδοξης ατζέντας που ξεπέρασε κατά πολύ τα αμερικανικά σύνορα.

Το δυσάρεστο όχι μόνο για όσους ζητωκραύγαζαν υπέρ του Μπάιντεν αλλά και για όλο τον πλανήτη είναι ότι αυτή η ατζέντα  πολύ δύσκολα θα αλλάξει. Στα βασικά της κεφάλαια θα μείνει ίδια και απαράλλακτη.

Κατ’ αρχήν λόγω των γνωστών, σε όλο το πολιτικό φάσμα, αντικειμενικών συνθηκών. Το ανώτατο δικαστήριο κατά τη θητεία του Μπάιντεν θα ελέγχεται από μια ρεπουμπλικανική πλειοψηφία 6 στους 9, που δεν είναι συντριπτική μόνο με αριθμητικούς όρους αλλά και με ιδεολογικούς. Κατά πολλούς από τη δεκαετία του ‘30 έχουν να καθίσουν στις νευραλγικές θέσεις του δικαστές που να είναι τόσο βαθιά στρατευμένοι στα ιδανικά της οικογένειας, της θρησκείας, της οπλοφορίας και του ατομικού πλουτισμού κι εχθροί κάθε είδους κοινωνικής παροχής, όπως ακόμη και η υγεία. Μια κρίσιμη ψηφοφορία που αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες για το νόμο της καθολικής φροντίδας υγείας που ψηφίστηκε επί Ομπάμα, αποτελώντας σκιά των εξαγγελιών του, θα δείξει με βάση όλες τις προβλέψεις πεντακάθαρα την ταξική μεροληψία του δικαστηρίου και θα λειτουργήσει σαν το τελευταίο καρφί στο νόμο που επιχείρησε να εξανθρωπίσει τον αμερικανικό καπιταλισμό. Οι συσχετισμοί του ανώτατου δικαστηρίου θα λειτουργήσουν ως απαράβατο όριο κάθε προσπάθειας του Μπάιντεν να στραφεί αριστερά, υιοθετώντας στοιχεία από το προεκλογικό πρόγραμμα του Μπέρνι Σάντερς.

Μια επιπλέον σειρά εμποδίων στον πρώην αντιπρόεδρο του Μπαράκ Ομπάμα  θέτουν οι συσχετισμοί στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Στα εκλογικά αποτελέσματα υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση: Παρότι ο Μπάιντεν συγκέντρωσε αριθμό ψήφων ρεκόρ (77 εκ. μέχρι στιγμής έναντι 66 εκ. της Χ. Κλίντον το 2016 και του Μπ. Ομπάμα το 2012 και 70 εκ. του Μπ. Ομπάμα το 2008) είναι σίγουρο ότι δεν θα κερδίσει την πλειοψηφία και στα δύο σώματα. Η αδικία σε βάρος του Μπάιντεν γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν λάβουμε υπ’ όψη ότι ο αριθμός των ψήφων του αποτελεί ρεκόρ, μιας και κανένας άλλος πρόεδρος δεν έχει συγκεντρώσει τόσους πολλούς.  Ωστόσο, η άνοδος της συμμετοχής στις εκλογές (να λοιπόν που η πόλωση και ο διχασμός έχουν και τα καλά τους) οδήγησε σε αύξηση και τις ψήφους των Ρεπουμπλικανών. Ως αποτέλεσμα ο Μπάιντεν αναδεικνύεται με μια μικρή διαφορά, που μικραίνει ακόμη περισσότερο όταν μεταφράζεται σε θέσεις γερουσιαστών και βουλευτών, ελέω ενός βαθιά ολιγαρχικού και παραμορφωτικού, όχι απλώς πλειοψηφικού, εκλογικού συστήματος που διαθέτουν οι ΗΠΑ.

Από την άλλη είναι και ο …δρόμος. Εύκολα μπορούμε να προβλέψουμε ότι η πολιτική πίεση που άσκησαν τα εκατομμύρια εγχρώμων και λευκών διαδηλωτών που βγήκαν στους δρόμους των ΗΠΑ την άνοιξη και το καλοκαίρι για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην αστυνομοκρατία και τον ρατσισμό θα πάψει να υφίσταται. Δεν ισχύει ωστόσο το ίδιο για το αντίπαλο δέος. Τα κατακάθια της αμερικανικής κοινωνίας που βγήκαν στους δρόμους (ως απάντηση στο κίνημα BLM) βλέπε Proud Boys κι άλλοι πολλοί υπό τη σημαία της ανωτερότητας της λευκής φυλής, τώρα θα κληθούν στα όπλα, για να αντιμετωπίσουν το σοσιαλισμό που υποτίθεται θα φέρει ο Μπάιντεν. Με όλη την οργή που συσσωρεύει το αίσθημα αδικίας που φρόντισε να ενσταλάξει ο Τραμπ μιλώντας για εκλογική νοθεία. Ακόμη επομένως κι αν όλες οι προσφυγές του για ακύρωση ψήφων πέσουν στο κενό, η αμφισβήτησή του στα αποτελέσματα και την επιστολή ψήφο θα έχει καταφέρει να αποτελέσει την καύσιμη ύλη για μια εκστρατεία της αμερικανικής ακροδεξιάς μακράς διάρκειας (τουλάχιστον μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές του 2022) που θα πιέζει τα προερχόμενα από τους Ρεπουμπλικανούς μέλη του Κογκρέσου και θα κόβει γέφυρες, αποτρέποντας τον 46ο αμερικανό πρόεδρο από την αναζήτηση ψήφων στα δεξιά του.

Η πιο άμεση πρόκληση ωστόσο για τον αμερικανό πρόεδρο βρίσκεται μπροστά του και είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας. Ήδη στις ΗΠΑ τα ρεκόρ πέφτουν το ένα μετά το άλλο: Αριθμός διασωληνωμένων, κρούσματα και μετάδοση υπόσχονται τα χειρότερα. Με την ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου ο Τζο Μπάιντεν, αν για να δείξει την αλλαγή στάσης του στην κλιματική αλλαγή αρκεί η υπογραφή της Συμφωνίας του Παρισιού,  για να στηρίξει το σύστημα υγείας θα πρέπει να προχωρήσει στη λήψη ουσιαστικών και δαπανηρών μέτρων. Επίσης, να συγκρουστεί με το σύμπλεγμα ασφαλιστικών – νοσοκομειακών και φαρμακευτικών εταιρειών που έχει αποδειχθεί πολύ πιο επικίνδυνο για την ευημερία των Αμερικανών από το περίφημο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Η αναθεώρηση επί το ριζισπαστικότερο της υγειονομικής μεταρρύθμισης του Ομπάμα αποτελεί αίτημα της συντριπτικής πλειοψηφίας μεταξύ όσων συμφωνούν με τη διατήρησή της. Έρευνα του Fox News που διενεργήθηκε μεταξύ 26 Οκτωβρίου και 3 Νοεμβρίου σε 29.000 πολίτες από 50 Πολιτείες έδειξε ότι μόνο το 14% επιθυμεί να μείνει ως έχει. Το 40% επέλεξε την βελτίωσή της.

Ο βίος και η πολιτεία μέχρι σήμερα του Τζο Μπάιντεν τον έχουν χαρακτηρίσει ως άνθρωπο του κέντρου και γεφυροποιό. Αν το παρελθόν διατηρεί κάποια σημασία και προβλεπτική ικανότητα, και δεν επαληθευτεί η ρήση του Βίαντα του Πριηνέα «αρχή άνδρα δείξει» με το νέο πρόεδρο των ΗΠΑ να μην εκμεταλλεύεται τη συγκυρία και το αξίωμά του για μικρές έστω υπερβάσεις, τότε οι φτωχοί των ΗΠΑ θα συνεχίσουν να πληρώνουν βαρύτατο φόρο αίματος από την εξάπλωση της πανδημίας και μετά την 20η Ιανουαρίου. Κι έτσι μετά βεβαιότητας η θητεία Μπάιντεν θα αποτελέσει μια σύντομη παρένθεση στον μακρύ χειμώνα του Τραμπ…

Πανδημία κρατικού αυταρχισμού διασπείρει ο κορονοϊός

Τα περιστατικά είναι υπερβολικά πολλά για να θεωρηθούν μεμονωμένα ή τυχαία. Επιλέγω τα πιο χαρακτηριστικά:

Στις ΗΠΑ, από την 1η Φεβρουαρίου ακόμη, όταν δηλαδή ο αμερικανός πρόεδρος εφάρμοζε την γραμμή πλήρους υποτίμησης της πανδημίας του κορονοϊού, εγκρίθηκε σχέδιο ανάληψης της εξουσίας από τον στρατό, στην περίπτωση που η ασθένεια ή η βία παραλύσουν τη χώρα. Ηγέτης των ΗΠΑ σε αυτή την περίπτωση θα αναλάβει ο στρατηγός Τέρενς Ο’Σόνεσι. Ο «τετράστερος» διάδοχος του Τραμπ, που καλείται να παρακάμψει το Σύνταγμα της χώρας, είναι τώρα διοικητής της NORTHCOM (Northern Command) που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ κι έχει ως αποστολή την άμυνα και την προστασία των ΗΠΑ. Το σχέδιο που αποκάλυψε το περιοδικό Newsweek στις 18 Μαρτίου προβλέπει επίσης την ανάπτυξη της NORTHCOM από την μια ακτή των ΗΠΑ ως την άλλη.

Στο Ισραήλ, ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έδωσε την άδεια στην Ισραηλινή Υπηρεσία Ασφαλείας να εφαρμόσει στα κρούσματα του κορονοϊού μια τεχνολογία παρακολούθησης, που μέχρι τώρα εφάρμοζε μόνο στους Παλαιστινίους αγωνιστές. Μάλιστα, «όταν υποεπιτροπή της Βουλής  αρνήθηκε να δώσει την εξουσιοδότησή της για την εφαρμογή αυτού του μέτρου ο Νετανιάχου το επέβαλε με προεδρικό διάταγμα», έγραφε στους Financial Times ο Γιουβάλ Νόε Χαράρι, συγγραφέας του αξιοδιάβαστου «21 μαθήματα για τον 21ο αιώνα». Τόνιζε επίσης ότι «ανώριμες ακόμη και επικίνδυνες τεχνολογίες τίθενται εσπευσμένα σε υπηρεσία, επειδή ο κίνδυνος της μη δράσης είναι μεγαλύτερος. Ολόκληρες χώρες μετατρέπονται σε πειραματόζωα σε μεγάλης έκτασης κοινωνικά πειράματα. Σε κανονικούς καιρούς κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και διοικήσεις εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ποτέ δε θα συμφωνούσαν σε τέτοια πειράματα. Αλλά αυτοί δεν είναι κανονικοί καιροί».

Στην Ιορδανία, το Ομάν, το Μαρόκο και την Υεμένη αναστάληκε η εκτύπωση και κυκλοφορία κρατικών και ιδιωτικών εφημερίδων, ως ένα μέτρο αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού. Με βάση μάλιστα την ίδια πηγή, την Επιτροπή για την Προστασία Δημοσιογράφων, οι κυβερνητικές αποφάσεις εκδόθηκαν και στις τέσσερις χώρες εντός μίας εβδομάδας. Οι δημοσιογράφοι βρέθηκαν στο στόχαστρο και στις Φιλιππίνες. Με βάση απόφαση του Κογκρέσου, Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφοι θα αντιμετωπίζουν ποινή φυλάκισης δύο μηνών και πρόστιμο έως 19.500 δολάρια αν κατηγορηθούν από την κυβέρνηση ότι διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις για τον κορονοϊό. Και μόνο τους τίτλους να παρακολουθεί κανείς για τον βίο και την πολιτεία του προέδρου Ντουτέρτε εύκολα μπορεί να προβλέψει ότι στο στόχαστρό του δεν θα βρίσκονταν οι υπαίτιοι του μοντάζ της τηλεόρασης του Open που γέμισαν την παραλιακή της Θεσσαλονίκης με κόσμο, αλλά όσοι γράφουν και μεταδίδουν ενοχλητικές ειδήσεις, ενάντια στις οδηγίες της κυβέρνησης…

Στην Ουγγαρία ψηφίσθηκε νόμος που περιλαμβάνει όλα σχεδόν τα παραπάνω! Ο Βίκτορ Όρμπαν ξεπέρασε εαυτόν εισάγοντας στη Βουλή νόμο με τον οποίο στην πράξη καταργήθηκε η ίδια η Βουλή, με το επιχείρημα ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού επιβάλλει την εφαρμογή ενός καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Ψηφίσθηκε δε με 137 ψήφους υπέρ και 53 κατά. Το ειδικό καθεστώς αποτελείται από δύο μέρη. Πρώτον, η κυβέρνηση μπορεί να αποφασίζει με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων, χωρίς κανένα κοινοβουλευτικό έλεγχο. Δεύτερο, προβλέπεται η δημιουργία δύο νέων εγκλημάτων. Το ένα αφορά την διασπορά ψευδών ειδήσεων από δημοσιογράφους και Μέσα με στόχο την πρόκληση πανικού και το άλλο με την παραβίαση των κανόνων καραντίνας ή απομόνωσης. Το ανώτερο όριο φυλάκισης για τους ενόχους φτάνει τα οκτώ έτη.

Ο κατάλογος είναι κάτι παραπάνω από μακρύς, είναι ατελείωτος. Περιλαμβάνει από τις Πολιτείες του Τέξας και το Οχάιο που με αφορμή την πανδημία και προς όφελος της δημόσιας υγείας …εννοείται απαγόρευσαν τις εκτρώσεις απειλώντας τους γιατρούς με πρόστιμο 1.000 δολαρίων, μέχρι και την κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη στην Ελλάδα, που με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 20ης Μαρτίου επανέφερε την πολιτική επιστράτευση. Η αναστολή της ισχύος της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4325/2015 δεν μπορεί κατά κανέναν τρόπο να δικαιολογηθεί στη βάση «των κατεπειγόντων μέτρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19», όπως είναι ο τίτλος της ΠΝΠ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εκμεταλλεύτηκε το μούδιασμα της κοινωνίας για να υλοποιήσει νύχτα κι εν κρυπτώ ένα ακόμη αιτηματάκι του ΣΕΒ, από την μακρά λίστα θελημάτων που μεθοδικά και κυρίως σιωπηρά υλοποιεί. Συμπεριλαμβάνεται επίσης η Κύπρος που με βάση δημοσιεύματα εξετάζει τη λύση του κατ’ οίκον περιορισμού όσων ασθενών διαγιγνώσκονται θετικοί στον κορονοϊό με τη χρήση ηλεκτρονικών βραχιολιών που χρησιμοποιούνται για τους φυλακισμένους όπως και τη δυνατότητα της αστυνομίας να επεμβαίνει σε οικείες για τις οποίες υπάρχουν καταγγελίες συγκέντρωσης πολλών ατόμων. Από αυτόν τον κατάλογο δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει και το …ολιγοπώλιο του διαδικτύου. Με βάση όσα περιέγραψε ο Έντουαρντ Σνόουντεν σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Δανίας το Facebook και η Google είναι σε συνεννόηση με την αμερικανική κυβέρνηση για να της παρέχουν στοιχεία για τις μετακινήσεις των πολιτών έτσι ώστε να φαίνεται αν κρατούν τις αναγκαίες αποστάσεις μεταξύ τους. Οι διαβεβαιώσεις κυβερνητικών  αξιωματούχων πώς δεν πρόκειται με αυτά τα στοιχεία να χτιστούν βάσεις δεδομένων δεν έπεισαν και πολλούς…

Με βάση όλα τα παραπάνω, που είναι ελάχιστα φυσικά μπροστά σε αυτά που γίνονται σε απροσπέλαστα γραφεία και εσωτερικά δίκτυα του κράτους και των μηχανισμών καταστολής τα οποία αγνοούμε ή απλώς διαισθανόμαστε, αυτό που εύκολά συμπεραίνουμε είναι ότι οι κυβερνήσεις εκμεταλλεύονται τα πέρα για πέρα αναγκαία μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας για να επιβάλλουν νέους περιορισμούς, να ακυρώσουν κατοχυρωμένες ελευθερίες και να αμφισβητήσουν συλλογικά και ατομικά δικαιώματα. Οι κυβερνήσεις καταχρώνται της εμπιστοσύνης που τους δείχνουν οι πολίτες για να διαχειριστούν αυτή τη πρωτοφανή απειλή προκειμένου να επιβάλλουν μια αυταρχική ατζέντα που δεν έχει καμία, μα καμία σχέση με την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού.

Η αυταρχικοποίηση του κράτους, σε βαθμό να προγραμματίζεται ακόμη η παράδοση της εξουσίας στον στρατό στις ΗΠΑ, δηλαδή στρατιωτικός νόμος (ενδεχόμενο ανήκουστο στο παρελθόν), που δεν πρόκειται φυσικά να αποσυρθεί όταν αντιμετωπισθεί  πανδημία (όπως ακριβώς το τέλος του πολέμου στο Αφγανιστάν δεν ακύρωσε τον αντι-τρομοκρατικό νόμο) φέρνει στην επιφάνεια και την κατεύθυνση των αλλαγών που κυοφορεί η πανδημία: Αντί για αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού από μια προοδευτική κατεύθυνση, όπως πολλοί ελπίζουν, η επόμενη μέρα θα έχει οργουελικές καταστάσεις με περισσότερη καταστολή, κρατικό αυταρχισμό και διώξεις, που δεν έχει ξαναδεί η γενιά μας!

Υστερόγραφο: Αν κάποιος ή κάποια αντιτείνει, «μα δεν γίνονται αυτά εδώ», θα του συνιστούσα να διαβάσει το αριστούργημα του βραβευμένου με Νόμπελ αμερικανού συγγραφέα Σίνκλερ Λιούις με τίτλο «Δεν γίνονται αυτά εδώ»…