Παρασιτισμό και υποβάθμιση θα φέρει η μετεγκατάσταση του καζίνου από την Πάρνηθα στο Μαρούσι, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από ομιλία που πραγματοποιήθηκε σε εκδήλωση της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα κατά της μετεγκατάστασης του καζίνου Πάρνηθας στο Μαρούσι, την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024.

Ομιλητές στην εκδήλωση επίσης ήταν η ψυχίατρος κοινωνικών ιατρείων Κατερίνα Μάτσα και ο ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ Γιώργος Σαρηγιάννης. Τον συντονισμό είχε η δημοσιογράφος Αφροδίτη Τζιαντζή.

Η αποστροφή μου προς το τζόγο και το καζίνο προέρχονται από τρεις προσλαμβάνουσες, η μία εκ των οποίων είναι χειρότερη από την άλλη.

  • Καταστήματα τζόγου, με φρουτάκια, στον αστικό ιστό, διάσπαρτα σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο του Λονδίνου στην Θατσερική Αγγλία.
  • Καζίνο είδα στην πρωτεύουσα του Περού, στη Λίμα: Σε κεντρικούς δρόμους (όπως η Σταδίου και η Πανεπιστημίου στην Αθήνα) εντυπωσιακά κιτς προσόψεις από νέον που αναπαριστούσαν γυμνές γυναίκες να κάνουν στριπτίζ δίπλα σε τραπουλόχαρτα, ρουλέτες και δολάρια, απεικόνιζαν και συμπύκνωναν τα ιδανικά μιας δικτατορίας, που δεν είχε σε τίποτε να ζηλέψει από την χούντα του Πινοτσέτ.
  • Επιπλέον, η οικονομία του καζίνου ανθεί στα κατεχόμενα της Κύπρου που έχει εξελιχθεί σε ένα μοναδικό για όλη την Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή πλυντήριο του βρόμικου χρήματος και του οργανωμένου εγκλήματος.

Με άλλα λόγια, πουθενά στον κόσμο ένα καζίνο δεν είναι μόνο ένα καζίνο. Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος και συχνά την κορυφή του παγόβουνου μιας οικονομίας όπου ανθεί η απαστράπτουσα, κεκαλυμμένη διαφθορά και ο οικονομικός παρασιτισμός ως παρηγοριά στην απόγνωση και την οικονομική δυστυχία στην οποία έχουν καταδικαστεί οι πιο φτωχοί.

Στα καθημάς, η επικείμενη μετεγκατάσταση του καζίνου της Πάρνηθας στο Μαρούσι δεν πρέπει να εξεταστεί μόνο υπό το πρίσμα των επιπτώσεων στο περιβάλλον με αφορμή την παραβίαση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας και του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Αμαρουσίου ή ακόμη και των επιπτώσεων στην κοινωνία, που αναμφισβήτητα θα είναι από αρνητικές ως δραματικές. Δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό.

Η μεταφορά του καζίνου σηματοδοτεί μια συνολικότερη στροφή της ελληνικής παραγωγικής δομής, η οποία είναι σε εξέλιξη εδώ και 15 σχεδόν χρόνια κι ως κύρια γνωρίσματα έχει τα εξής:

  • οικονομία φθηνού εργατικού κόστους,
  • ασθενούς κι ευάλωτης παραγωγικής βάσης,
  • στηριγμένη στον τουρισμό και τα παρασιτικά επαγγέλματα.

Οι επενδύσεις που διαφημίζουν όλες οι κυβερνήσεις με αφορμή την μετεγκατάσταση του καζίνου, ακόμη κι αν γίνουν, θα είναι δηλητηριασμένο φρούτο. Θα έχουν αρνητικό αποτύπωμα στην μακροχρόνια σταθερότητα της οικονομίας, την ποιότητα των θέσεων εργασίας και τη συνείδηση της κοινωνίας. Γι’ αυτό τον λόγο ανάλογες επενδύσεις είτε στο Μαρούσι είτε στο Ελληνικό είναι ανεπιθύμητες!

Επιλέγω πέντε μεγέθη, αλληλένδετα μεταξύ τους, για να δείξω ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια πορεία υποβάθμισης και παρακμής. Σε αυτή την πορεία η καζινοποίησή της θα είναι το κερασάκι στην τούρτα.

Πρώτο, η Ελλάδα έχει σοβαρό πρόβλημα έλλειψης επενδύσεων. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης: Από το 1960 μέχρι και το 2009 ο ακαθάριστος σχηματισμός σταθερού κεφαλαίου υπερέβαινε κάθε χρόνο σταθερά το 20% του ΑΕΠ. Το 1979 είχε φτάσει το 35%, το 2007 το 26%.

Από το 2010 και μετά κυμαίνεται από 10% ως το πολύ 17%. Το 2022 ήταν μόνο 14% και το 2023 ήταν 7%, ενώ οι προσδοκίες ήταν για 15% του ΑΕΠ! Πρόκειται για ποσοστά που δεν εγγυώνται καν την ανανέωση του κεφαλαίου. Με άλλα λόγια η παραγωγική βάση σταθερά συρρικνώνεται. Η παραγωγική καθίζηση της ελληνικής οικονομίας είναι τόσο μεγάλη ώστε ακόμη και στην Ουκρανία, που έζησε εμφύλιο, πραξικόπημα και πόλεμο την περίοδο από το 2007 ως το 2022, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν υψηλότερες από της Ελλάδας.

Η επενδυτική αποχή στην Ελλάδα αποτελεί σκάνδαλο επειδή συμβαδίζει με την φυγή κεφαλαίων από την Ελλάδα, που βαφτίζονται ελληνικές άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό, οι οποίες μέσα σε 3 χρόνια τριπλασιάστηκαν: Από 1,1 δισ. το 2021 σε 3,2 δισ. το 2023!

Με άλλα λόγια κεφάλαια υπάρχουν! Απλώς βρίσκουν πιο επωφελές να περάσουν τα σύνορα…

Δεύτερο, μαζί με το ποσοτικό υπάρχει κι ένα πολύ μεγαλύτερο, ποιοτικό πρόβλημα. Αφορά την κατεύθυνση των επενδυτικών κεφαλαίων. Η οριακή αύξηση των επενδύσεων των λίγων τελευταίων χρόνων προέρχεται κατά τα δύο τρίτα από τις κατοικίες και άλλες κατασκευές. Αντίθετα, αναφερόμενοι στο έτος από το β‘ τρίμηνο του 2022 ως το β’ τρίμηνο του 2023 επενδυτικές κατηγορίες όπως «εξοπλισμός τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνίας» και «μηχανολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα» σημείωσαν μείωση! Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι εκείνα τα μέσα παραγωγής που εξασφαλίζουν και διευρύνουν την παραγωγική βάση της οικονομίας συρρικνώνονται σταθερά, υποθηκεύοντας το μέλλον. Εξασφαλίζουν δηλαδή ότι το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας θα είναι χειρότερο από το παρόν.

Τα περίφημα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας επιδεινώνουν και δεν λύνουν αυτό το πρόβλημα για δύο επίσης αλληλένδετους λόγους: Πρώτο, λόγω της κατεύθυνσής τους μιας και υπήρχε δέσμευση πχ το 37% των κονδυλίων να κατευθυνθεί στην Πράσινη Μετάβαση. Πράσινη μετάβαση όμως ισοδυναμεί μεταξύ άλλων με ανεμογεννήτριες στα βουνά που πέραν της περιβαλλοντικής καταστροφής αποτελούν αντικατάσταση επενδύσεων (λιγνιτικών μονάδων) κι όχι επέκταση ή εκσυγχρονισμό τους. Δεύτερο, λόγω των δανείων και της τραπεζικής εμπλοκής που αναγκαστικά συνοδεύουν αυτές τις χρηματοδοτήσεις. Στο τέλος της ημέρας δηλαδή το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί, επιτείνοντας την ευαλωτότητα της ελληνικής οικονομίας. Κι αν κάποιοι θα ευνοηθούν θα είναι πάλι οι τράπεζες.

Τρίτο σημάδι παρακμής της ελληνικής οικονομίας είναι οι μισθοί. Το 2023 το 54% των εργαζομένων αμειβόταν μέχρι 1.000 ευρώ μηνιαίως και το 70% των εργαζομένων αμειβόταν με λιγότερα από 1.200 ευρώ μηνιαίως. Επίσης, πρόσφατη έρευνα του ΚΕΠΕ έδειξε ότι από το 2009 ως το 2022 οι μισθοί στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 34%, όταν στην ΕΕ των 27 την ίδια περίοδο αυξήθηκαν κατά 3%. Αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία των εργαζομένων είναι νεόπτωχοι, είναι εργαζόμενοι φτωχοί. Ότι η δουλειά αν κάτι εγγυημένα μας εξασφαλίζει είναι την φτώχεια.  

Τέταρτο, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα γιατί ακόμη κι αυτός ο γλίσχρος μισθός μειώνεται παραπέρα αν συνυπολογίσουμε και τον μέσο όρο μηνιαίας δαπάνης ανά νοικοκυριό για ιδιωτική υγεία που ανέρχεται σε 115 ευρώ. Στα υπόψη μάλιστα ότι η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά σε όλη την ΕΕ ιατρικών αναγκών που δεν καλύπτονται λόγω κόστους ή απόστασης. Τα απογευματινά χειρουργεία που ψηφίστηκαν θα μεγαλώσουν αυτό το ποσοστό, επιδεινώνοντας την ποιότητα ζωής, μειώνοντας το προσδόκιμο ζωής και οξύνοντας το δημογραφικό πρόβλημα.

Πέμπτο και τελευταίο δείγμα παρασιτισμού: ο κλάδος «τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων» είναι ήδη αρκετά ανεπτυγμένος στην Ελλάδα.

Το μαρτυρά η ραγδαία αύξηση του τζίρου που σε ετήσια βάση το 2023 έφτασε τα 28 δισ. ευρώ ή το 8% του ΑΕΠ.

Το μαρτυρά επίσης ο αριθμός των μισθωτών του κλάδου που ανέρχεται σε 12.368 άτομα. Ο συνολικός δε αριθμός απασχολουμένων (όπου στους μισθωτούς συμπεριλαμβάνονται επίσης αυτοαπασχολούμενοι και συμβοηθούντα μέλη οικογενειών) το 2021 ανερχόταν σε 18.197 άτομα, όταν 10 χρόνια πριν (το 2012) η απασχόληση ανερχόταν σε 12.712. Εντός μιας δεκαετίας δηλαδή η συνολική απασχόληση αυξήθηκε κατά 50%! Σε κανέναν άλλο κλάδο της ελληνικής οικονομίας δεν σημειώθηκε τέτοια αύξηση!!!

Για να καταλάβουμε τι μεγέθους στρέβλωση αποτελεί η δέσμευση του νου και της σωματικής προσπάθειας τόσων ανθρώπων σε αυτόν τον παρασιτικό και κακοποιητικό για τη συνείδηση και την ανθρώπινη ακεραιότητα κλάδο ας κάνουμε ορισμένες συγκρίσεις:

  1. Στις δραστηριότητες  βιβλιοθηκών, αρχειοφυλακείων, μουσείων και λοιπών πολιτιστικών δραστηριοτήτων απασχολούνται 3.085 εργαζόμενοι (ή το 1/4).
  2. Στην παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών, βίντεο, τηλεοπτικών προγραμμάτων, ηχογραφήσεων και μουσικών εκδόσεων απασχολούνται 4.533 εργαζόμενοι (ή το 1/3).
  3. Στην επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη, που αποτελεί την εμπροσθοφυλακή της μεγέθυνσης, εργάζονται 10.624 εργαζόμενοι.
  4. Στις εκδοτικές δραστηριότητες απασχολούνται 10.585 εργαζόμενοι.
  5. Στις δημιουργικές δραστηριότητες, τέχνες και διασκέδαση, απασχολούνται 10.713 εργαζόμενοι!

Ο «κλάδος τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων» απασχολεί περισσότερους εργαζόμενους ακόμη κι από κλάδους που παράγουν κοινωνικά χρήσιμα και απαραίτητα για την ανθρώπινη ζωή προϊόντα. Ξεχωρίζω:

  1. Στην παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών εργάζονται 6.868 εργαζόμενοι
  2. Στην κατασκευή επίπλων εργάζονται 8.508 εργαζόμενοι
  3. Στην συλλογή, επεξεργασία και παροχή νερού 8.741 εργαζόμενοι
  4. Στην κατασκευή ειδών ένδυσης εργάζονται 10.099 άνθρωποι
  5. Στην κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών  προϊόντων 4.161 εργαζόμενοι (1/3).

Εν ολίγοις, στην Ελλάδα ο κλάδος του τζόγου απασχολεί πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους απασχολούν άλλες δραστηριότητες για τις οποίες μια υγιής κοινωνία όφειλε να είναι υπερήφανη! Κι αυτό ελπίζω να μην εκληφθεί ως ηθικολογία ή συντηρητισμός.

Είναι η έκφραση σε αριθμούς μιας χρόνιας και δομικής στρέβλωσης που αποτελεί ίδιον γνώρισμα του σύγχρονου καπιταλισμού. Απλώς, στην Ελλάδα αυτή η τάση, που ανέκαθεν ενυπήρχε, έχει ενταθεί ως αποτέλεσμα τόσο της κρίσης, όσο και του καταμερισμού – συνδυασμού εργασίας εντός της ευρωζώνης.

Ενώ λοιπόν όλα τα παραπάνω στοιχεία έπρεπε να ωθήσουν τους σχεδιαστές πολιτικής στην υποβάθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων πέριξ του τζόγου, για τον απλό λόγο ότι ήδη παρατηρείται κορεσμός, παρατηρούμε ακριβώς το αντίθετο: Βροχή νόμων που αναβαθμίζουν το καζίνο. Κι αναφέρομαι στην φορολογία…

Με το νόμο 4512/2018 μειώθηκε η φορολόγηση από το 35% στο 20% για τα πρώτα 100 εκ. ευρώ (όταν η φορολογία των ΑΕ είναι 22%) κι από κει και πέρα στο 15% για τα επόμενα 100 εκ. ευρώ (100 – 200 εκ. ευρώ) στο 12% για τα επόμενα 300 (200 εκ. ευρώ ως 500 εκ. ευρώ) κι από 500 εκ. ευρώ μικτά κέρδη και πάνω ο φόρος μειώθηκε στο 8%. Με μια πολύ απλή άσκηση, προκύπτει ότι στα 600 εκ. μικτά κέρδη, με τον αρχικό νόμο το καζίνο θα πλήρωνε 210 εκ. ευρώ φόρο. Αλλά με το νόμο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα πληρώσει 78 εκ. ευρώ! Κούρεμα φόρου κατά 63%!!! Καταλαβαίνουμε επομένως ότι με αυτή τη φορολογική πολιτική το κράτος σπρώχνει κι άλλα κεφάλαια να τοποθετηθούν σε καζίνα, αντί να επιλέξουν κάποιον άλλο κλάδο με μεγαλύτερη κοινωνική χρησιμότητα.

Η ώθηση των επενδύσεων προς το καζίνο αποτελεί επίσης πρόκληση αν λάβουμε υπόψη μας την προσπάθεια όλων των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών να αναπτύξουν την μεταποιητική παραγωγή, αναστρέφοντας μια πορεία φθοράς πολλών δεκαετιών. Στην Ελλάδα ο στόχος είναι από 14% του ΑΕΠ να φτάσει στο 20%. Αυτό ωστόσο που βλέπουμε είναι να πριμοδοτείται η οικονομία της αρπαχτής και της απάτης.

Εν κατακλείδι, η μεταφορά του καζίνου στο Μαρούσι, δίπλα μάλιστα από σχολείο, θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην στροφή της Ελλάδας σε ένα πρότυπο μεγέθυνσης που αρμόζει σε μπανανίες: καταστρεπτικός για το περιβάλλον τουρισμός, τυχερά παιχνίδια δηλαδή τζόγος και τα συμπαρομαρτούντα: πορνεία, ναρκωτικά, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και οργανωμένο έγκλημα.

Γι’ αυτό και δεν πρέπει να υλοποιηθεί!

Το καρτέλ των τραπεζών μοιράζει μερίσματα αντί να πληρώσει τους οφειλόμενους φόρους στο δημόσιο, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Οικονομικό σκάνδαλο πρώτου μεγέθους αποτελεί η ανακοίνωση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών να διανείμουν μερίσματα στους μετόχους τους. Διανομή μερισμάτων θα γίνει για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια και υποτίθεται ότι σηματοδοτεί την επιστροφή τους στην οικονομική βιωσιμότητα, με αδιάψευστο μάρτυρα τα μυθικά κέρδη που έχουν συγκεντρώσει τα δύο τελευταία χρόνια.

Κι η κερδοφορία τους είναι πράγματι αδιαμφισβήτητη: Όπως αναγράφεται στις οικονομικές καταστάσεις που δημοσίευσαν Alpha, Εθνική, Πειραιώς και Eurobank την τελευταία διετία κατέγραψαν κέρδη ρεκόρ που έφτασαν τα 7,5 δισ. ευρώ.

Αυτή ωστόσο είναι η μισή αλήθεια που, στη περίπτωσή μας ισοδυναμεί με ένα τεράστιο ψέμα! Γιατί οι τράπεζες διαφημίζουν κέρδη κι «επιστροφή στην κανονικότητα», με ένα μικρό αστερίσκο: Να μην καταβάλλουν τους φόρους που χρωστούν στο ελληνικό δημόσιο! Κι οι οφειλόμενοι φόροι στις 31 Δεκεμβρίου 2023 υπερέβησαν τα 19 δισ. ευρώ! Οι φόροι δηλαδή που οφείλουν, ξεπερνούν κατά πολύ τα κέρδη της διετίας.

Τα μερίσματα λοιπόν που ανακοίνωσαν οι τράπεζες ισοδυναμούν με σκάνδαλο για πολλούς λόγους:

Πρώτο, επειδή οι τραπεζίτες κάνουν πάρτι με δανεικά (τα οποία πολύ φοβόμαστε σύντομα θα αποδειχθούν κι αγύριστα). Αν πράγματι η ελληνική οικονομία «επέστρεψε στην κανονικότητα», τότε οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ας επιστρέψουν κι αυτές στην κανονικότητα την οποία βιώνουν εκατομμύρια μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι και εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που πληρώνουν τους φόρους τους κανονικά. Στην περίπτωση του τραπεζικού καρτέλ έχουμε να κάνουμε με κραυγαλέα περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού, μιας και πρόκειται όχι μόνο για ένα κλειστό επάγγελμα που έμεινε (μαζί με τα διυλιστήρια, εντελώς …τυχαία) στο απυρόβλητο από τα περίφημα μέτρα απελευθέρωσης των αγορών της Τρόικας αλλά συστημικά και με δικομματική συναίνεση απαλλάσσεται από την εκ των ων ουκ άνευ υποχρέωση που έχει κάθε οικονομικός δρων: να πληρώνει τους φόρους του! Το 2024 μάλιστα, βάσει του κρατικού προϋπολογισμού οι φόροι θα φτάσουν τα 63 δισ. από 57 δισ. που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2023, θα αυξηθούν δηλαδή κατά 10%, την στιγμή που οι τράπεζες έχουν κηρύξει στάση φορολογικών πληρωμών!

Δεύτερο, τα μερίσματα αποτελούν σκάνδαλο επειδή αν οι τράπεζες κατέβαλλαν τους φόρους τους στο δημόσιο τότε -προφανώς, αν υπήρχε η πολιτική βούληση-  η κοινωνική πολιτική θα μπορούσε να ξαναγεννηθεί. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της βλάβης που προκαλεί στην οικονομική ευρωστία του ελληνικού δημοσίου και της κοινωνίας το τραπεζικό «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω»  αρκούν ορισμένες συγκρίσεις. Για παράδειγμα, με βάση τον κρατικό προϋπολογισμό για το τρέχον έτος οι προϋπολογιζόμενες δαπάνες για νοσοκομειακή περίθαλψη ήταν 4,93 δισ. ευρώ. Αν επομένως πλήρωναν φόρους οι τραπεζίτες θα μπορούσε να ικανοποιηθεί το αίτημα των νοσοκομειακών γιατρών για διπλασιασμό του προσωπικού και των αμοιβών στα δημόσια νοσοκομεία, χωρίς να τίθεται το ερώτημα «από που θα βρεθούν τα λεφτά;». Από τις τράπεζες!

Τρίτο, η διανομή μερισμάτων στους μετόχους των τραπεζών αποτελεί σκάνδαλο επειδή οι τράπεζες έχουν ήδη στοιχίσει στους φορολογούμενους της χώρας 46 δισ. ευρώ, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μέσω των αλλεπάλληλων ανακεφαλαιοποιήσεων, χωρίς μάλιστα να υπολογίζεται η πρώτη «διάσωση» του 2008 επί κυβέρνησης Καραμανλή, με τα 28 δισ. ευρώ. Αν πράγματι οι τράπεζες αποχαιρέτησαν οριστικά και δια παντός, όπως διατείνονται οι διοικήσεις τους, την εποχή των ισχνών αγελάδων, τότε, γιατί δεν επιστρέφουν και στους φορολογούμενους τα λεφτά που οικειοποιήθηκαν την εποχή μάλιστα που η ανεργία, η φτώχεια και οι αυτοκτονίες έσπαγαν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο; Κι αν δεν μπορούσαν να επιστρέψουν τα χρήματα στο παρελθόν γιατί δεν το πράττουν τώρα, που εμφανίζουν κέρδη;

Τέταρτο, η διανομή μερίσματος αποτελεί σκάνδαλο επειδή τα δυσθεώρητα κέρδη είναι αποτέλεσμα καθαρής τοκογλυφίας: οφείλονται στα επιτόκια! Συγκεκριμένα, κατά την τελευταία διετία οι εμπορικές τράπεζες κάθε φορά που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε αύξηση των επιτοκίων του ευρώ την ακολουθούσαν κατά πόδας, ακαριαία, σε ό,τι αφορά τα επιτόκια δανείων, αλλά σφύριζαν αδιάφορα σε ό,τι αφορά τα καταθετικά επιτόκια. Το αποτέλεσμα αυτής της ασυμμετρικής απόκρισης, όπως την χαρακτήρισε πρόσφατη, εξαιρετικά εμπεριστατωμένη, έρευνα του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών ήταν να δημιουργηθεί ένας πληθωρισμός τραπεζικής απληστίας, «bankflation» όπως εύστοχα και ευρηματικά τον χαρακτήρισαν. Αποτέλεσμα αυτής της πρωτοφανούς διεύρυνσης του επιτοκιακού περιθωρίου είναι οι ελληνικές τράπεζες «να καταγράφουν ένα από τα υψηλότερα επιτόκια περιθωρίου, ξεπερνώντας κατά πολύ τη διάμεσο και τιμή της ευρωζώνης», βάσει της ίδιας ανάλυσης». Κατά συνέπεια, μερίσματα και κέρδη προέρχονται από την καταλήστευση των (αδύναμων να αντιδράσουν) πελατών τους.

Μέσα επιτόκια νέων καταθέσεων και δανείων σε ευρώ (ποσοστά % ετησίως)

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδας

Πέμπτο, η διανομή μερίσματος από το τραπεζικό καρτέλ συνιστά σκάνδαλο επειδή τα κέρδη προήλθαν λόγω της άσκησης μιας συσταλτικής πολιτικής δανειοδότησης που ισοδυναμούσε με πιστωτική ασφυξία, την ίδια ώρα που οι καταθέσεις έμεναν σταθερές αν δεν αυξάνονταν. Σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση νομισματικής Πολιτικής του 2023, της Τράπεζας της Ελλάδας, «ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις τους πρώτους δέκα μήνες του 2023 κατέγραψε επιβράδυνση. Τα δάνεια προς τα νοικοκυριά εμφάνισαν εντονότερους ρυθμούς μείωσης κατά το ίδιο διάστημα. Ειδικότερα, τον Οκτώβριο του 2023, ο ετήσιος ρυθμός ανόδου των πιστώσεων προς τις Μη Χρηματοοικονομικές Επιχειρήσεις υποχώρησε σε 5%. Το δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2023 η μέση μηναία καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης ήταν 79 εκ. ευρώ, έναντι 450 εκ. ευρώ το ίδιο διάστημα το 2022»! Αρκούμενες να κερδίζουν από την διαφορά του επιτοκίου οι τράπεζες σταμάτησαν να δανείζουν νοικοκυριά κι επιχειρήσεις!

Έκτο, η διανομή μερίσματος από τις τράπεζες αποτελεί οικονομικό σκάνδαλο επειδή η βελτίωση των οικονομικών τους καταστάσεων, σε εκείνο το τμήμα που δεν προέρχεται από την θεσμοθετημένη φοροαπαφυγή ή την τοκογλυφία, οφείλεται στο ξεφόρτωμα των κόκκινων δανείων στις θυγατρικές τους, τους λεγόμενους σέρβισερς. Το κόλπο των τραπεζών κάνει τα Greek statistics να μοιάζουν με παιδικά παιχνίδια. Επί της ουσίας, πέρασαν τα δάνεια και πάλι σε δικές τους θυγατρικές, τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια κι Πιστώσεις, που διοικούνται από χρυσοκάνθαρα στελέχη τους, επιταχύνοντας  το ξεσπίτωμα νοικοκυριών ή επιχειρήσεων μέσω πλειστηριασμών που, με νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, γίνονται ηλεκτρονικά έτσι ώστε να μην εμποδίζονται από κοινωνικές διαμαρτυρίες. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, το  πρώτο εξάμηνο του 2023 η αξία των υπό διαχείριση ανοιγμάτων τους έφτασε το ιλιγγιώδες ποσό των 89,4 δισ. ευρώ, ενώ το 2024 αναμένεται να υλοποιηθούν 10.000 πλειστηριασμοί! Μόνο που οι σέρβισερς έκαναν το «θαύμα» τους ακολουθώντας την πεπατημένη της επιβάρυνσης του δημοσίου. Αυτή την φορά μέσω εγγυήσεων που εξασφάλισαν από …απρόοπτα το πρόγραμμα τιτλοποιήσεων «Ηρακλής» και στο τέλος του 2023 ανέρχονταν σε 16,8 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια ωρολογιακή βόμβα που απειλεί την δημοσιονομική ισορροπία…

Πηγή: Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους

Έβδομο, η διανομή μερισμάτων αποτελεί σκάνδαλο επειδή για μια ακόμη φορά συνοδεύεται από εναρμονισμένες πρακτικές που δείχνουν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι το πιο σκληρό και υπεράνω κριτικής καρτέλ που έχει υπάρξει ποτέ επί ελληνικού εδάφους. Τα πάντα είναι προσυμφωνημένα και στην υγεία των κορόιδων – νοικοκυριών και επιχειρήσεων – με την Τράπεζα της Ελλάδας σε ρόλο άβουλου θεατή αν όχι ιδανικού συνεργάτη! Δεν έφταναν μόνο οι αδικαιολόγητες και πανομοιότυπες χρεώσεις και προμήθειες στις πιο διαφορετικές υπηρεσίες που προσφέρουν οι τράπεζες (με την κυβέρνηση ιδανικό πασαδόρο να επιβάλλει την υποχρεωτικότητά τους) έπρεπε να ανακοινώσουν την ίδια ακριβώς χρονιά και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ότι προχωρούν στην διανομή μερίσματος στους μετόχους τους!

Τέλος, η διανομή μερίσματος από τις τράπεζες έδειξε ότι η κερδοφορία των επιχειρήσεων δεν αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη της οικονομίας. Η περίπτωση των τραπεζών έδειξε ότι η κερδοφορία τους συντελέστηκε σε βάρος του ελληνικού λαού και της ελληνικής δημόσιας και ιδιωτικής οικονομίας. Προς επίρρωση οι μονοπωλιακά καθορισμένες χρεώσεις και τα επιτόκια, τα 46 δισ. ευρώ των διασώσεων, τα 19 δισ. ευρώ της αναβαλλόμενης φορολογίας, τα 17 δισ. ευρώ των εγγυήσεων του προγράμματος Ηρακλής και η απροθυμία τους να δανειοδοτήσουν νοικοκυριά κι επιχειρήσεις… Κι έπεται συνέχεια!

Συνέντευξη Λ. Βατικιώτη στο Kontra για την ακρίβεια και τον πληθωρισμό

Ο πληθωρισμός για τα λαϊκά νοικοκυριά είναι πολύ ανώτερος του 3,7% που ανανκοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τον Δεκέμβριο στην Ελλάδα.

Οι τράπεζες ωφελούνται από την διεύρυνση της χρήσης των POS στις λαϊκές αγοές κ.α. καθώς η κυβέρνηση αρνείται να επιβάλειτην μείωση των ληστρικών προμηθειών.

Φορολογικός νόμος: Εικόνα και τιμωρία τους η φοροδιαφυγή σαν τον «άγριο σπόρο», μετατρέπεται σε ιδανική αφορμή, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Ο νέος φορολογικός νόμος (5073/2023) είναι ταξικός γιατί στο όνομα της φοροδιαφυγής βάζει στο στόχαστρό του μικρομεσαία μεν αλλά φτωχά κοινωνικά στρώματα κι οξύνει την πληγή του ελληνικού φορολογικού συστήματος που είμαι η πολυνομία.

Στα 250 φορολογικά νομοσχέδια που έχουν ψηφισθεί από το 1975 προστίθεται ένα ακόμη.

Η κυβέρνηση εμφάνισε την ψήφισή του ως μέσο αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής. Ο αρμόδιος υπουργός μάλιστα υποσχέθηκε ότι θα εισρεύσουν στα ταμεία του δημοσίου 600 εκ. ευρώ λόγω του νέου νόμου, ενώ στόχος είναι οι φόροι των ελεύθερων επαγγελματιών από 0,8% του ΑΕΠ να αυξηθούν στο 1,1%.

Η φοροδιαφυγή ωστόσο είναι η αφορμή. Η αιτία ψήφισης του νόμου, δηλαδή το πραγματικό ζητούμενο του, είναι η συρρίκνωση του αριθμού των ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων.

Τα πανευρωπαϊκά πρωτεία της Ελλάδας έρχονται στην επιφάνεια από την Eurostat. Βάσει μετρήσεων της το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων στην Ελλάδα ανέρχεται σε 28%, όταν η αμέσως επόμενη χώρα, η Ιταλία, έχει 20% και στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος ανέρχεται σε 13%. Σε χώρες δε όπως η Γερμανία, το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων είναι μόλις 7%.

Οι κοινωνικές δυνάμεις που επέβαλαν την ψήφιση του νέου φορολογικού νόμου είναι τα μεγάλα δικηγορικά γραφεία, οι κατασκευαστικές εταιρείες και οι λογιστικοελεγκτικές που δεν βρίσκουν προσωπικό λόγω των χαμηλών μισθών που προσφέρουν. Επέβαλαν το νόμο για να αναγκάσουν τους αυτοαπασχολούμενους να δεχθούν τους μισθούς πείνας και τις εργασιακές σχέσεις – λάστιχο.

Ο χάρτης όσων πλήττονται συμπληρώνεται από την αποκαλούμενη «επιχειρηματικότητα ανάγκης». Βάσει αξιόπιστων μετρήσεων (ΙΟΒΕ) ένα ποσοστό που φτάνει ακόμη και το 44% δηλώνει ότι επιλέγει την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας από ανάγκη. Με άλλα λόγια, επειδή δεν βρίσκει δουλειά ως μισθωτός. Συχνά, έχοντας συμπληρώσει το χρόνο επιδότησης ως άνεργος, ανοίγει ένα εμπορικό κατάστημα για να τα βγάλει πέρα. Το παραπάνω ποσοστό διαφοροποιείται γεωγραφικά, ηλικιακά και κλαδικά. Ας φανταστούμε το μικρό εμπόριο στις ακριτικές περιοχές της Ελλάδας ή σε απομακρυσμένες συνοικίες των αστικών κέντρων.

Φορολογώντας αυτά τα στρώματα η κυβέρνηση, σαν να αμείβονται με τον βασικό μισθό, δηλαδή 10.920 ευρώ ετησίως, στην πράξη τα διώχνει από το επάγγελμα. Αυξάνει την δεξαμενή της εργατικής δύναμης και ταυτόχρονα ωθεί την συγκεντροποίηση του κεφαλαίου σε νέα ύψη. Διευκολύνει έτσι την διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, ενώ την ίδια ώρα δείχνει τον δρόμο για το εξωτερικό στα πιο μορφωμένα τμήματα της μισθωτής εργασίας που διαθέτουν τα εφόδια. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οξύνει έτσι το δημογραφικό πρόβλημα, για να ικανοποιήσει την αδηφαγία των πιο επιθετικών τμημάτων του κεφαλαίου.

Ο φορολογικός νόμος έρχεται να υλοποιήσει ό,τι υποσχέθηκε το Σχέδιο Πισσαρίδη, που αποτέλεσε την πρώτη ύλη για το σχέδιο αξιοποίησης του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης.

Έρχεται επίσης να αποτελειώσει ό,τι δεν πρόλαβε η πολιτική των μνημονίων: Να μειωθούν τα μεσοστρώματα  που στο εξής παραδίδονται βορρά στο κεφάλαιο.

Ωστόσο, η έκταση της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα (που ανέρχεται σε 20% ακόμη και σε 26% του ΑΕΠ) δεν παύει να απαιτεί μια ξεκάθαρη τοποθέτηση.

Η φοροδιαφυγή δεν είναι ενιαίο ούτε ομοιογενές φαινόμενο.

Υπάρχει από την μια η μικρή φοροδιαφυγή που έρχεται να εξασφαλίσει τα αναγκαία, συμπληρώνοντας ένα ανεπαρκές εισόδημα στο 30% για παράδειγμα των δικηγόρων της Αθήνας, που τον προηγούμενο χρόνο δεν είχαν ούτε μία παράσταση.

Η μικρή φοροδιαφυγή συμπίπτει με την παραβατικότητα του Σταύρου στον «Άγριο Σπόρο» του Γιάννη Τσίρου, που θαυμάσαμε στο θέατρο πριν μια δεκαετία περίπου. Θύτης και θύμα μαζί ήταν ο Σταύρος. Οικεία φιγούρα και καθόλου συμπαθής, θέλει όμως πολύ υποκρισία για να τον κατηγορήσεις για την απουσία πόρων που θα επέτρεπαν την άσκηση κοινωνικής πολιτικής.

Η φοροδιαφυγή του Σταύρου από τον «Άγριο Σπόρο» και κάθε ελευθεροεπαγγελματία ή αυτοαπασχολούμενου είναι ένας τρόπος να επιβιώσει. Είναι η άλλη πλευρά της κατάργησης του συνταγματικού δικαιώματος κάθε πολίτη σε αξιοπρεπή εργασία, δημόσια και δωρεάν υγεία και παιδεία. Δε νομίζω πώς και οι 158 βουλευτές της ΝΔ που ψήφισαν υπέρ του νόμου αν έπρεπε να επιλέξουν να πληρώσουν φόρους ή να εξασφαλίσουν μισθό θα επέλεγαν το πρώτο…

Η επίρριψη της ευθύνης για την φοροδιαφυγή στους καντινιέρηδες και τους αυτοαπασχολούμενους είναι σκάνδαλο γιατί παραβλέπει τις ακόλουθες πολύ πρόσφατες μαύρες τρύπες των δημοσίων εσόδων (χωρίς να προσθέσουμε τους εφοπλιστές κι άλλες πάγιες πηγές φορολογικής ασυλίας) :

  1. Την επίσημη, ψηφισμένη φοροαποφυγή των τραπεζιτών. Βάσει της έκθεσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδας, τον Ιούνιο του 2023 οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες (εκ του αναβάλλω) φορολογικές απαιτήσεις των ελληνικών τραπεζών ανέρχονταν σε 13,4 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 51% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους! Με άλλα λόγια, αν πλήρωναν φόρους θα έπρεπε να κλείσουν! Ο συγκεκριμένος νόμος επιβίωσε όλων των μνημονιακών και μεταμνημονιακών κυβερνήσεων: ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Όλα τα κόμματα εξουσίας επίσης στήριξαν τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών που στοίχισαν 64 δισ. ευρώ! Να που μπορεί να βρει χρήματα η ΝΔ αν θέλει να ασκήσει κοινωνική πολιτική!
  2. Την μείωση φόρων για το κεφάλαιο που περιλαμβάνει ο προϋπολογισμός του 2024 ο οποίος συζητιέται στην Βουλή. Ενδεικτικά: Μείωση φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών, μείωση φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου και κατάργηση φόρου στου τόκους ομολόγων. Ο ίδιος προϋπολογισμός προβλέπει αυξημένη φορολογία κατά 6 δις. ευρώ ή 11% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Είναι μια αύξηση πολλαπλάσια του ρυθμού μεγέθυνσης άρα δεν μπορεί να αποδοθεί στην φυσιολογική αύξηση των φορολογικών εσόδων.
  3. Παραβλέπει την χρόνια φοροδιαφυγή των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων όπως πραγματοποιείται με μια σειρά από προηγμένα εργαλεία «χρηματοοικονομικής μηχανικής» θα έλεγα, όπως είναι για παράδειγμα: Πρώτο, οι ψευδείς ενδοκοινοτικές παραδόσεις εμπορευμάτων. Δεύτερο, απάτες τύπου καρουζέλ ή κυκλικές απάτες με τη μετακύλιση του ΦΠΑ μέχρι να καταλήξει σε έναν τραπεζικό λογαριασμό και, τρίτο, των επιχειρήσεων τύπου «φοίνικας» με απώτερο στόχο την κατακράτηση ΦΠΑ μέσω αδρανοποιημένων επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα υπάρχουν και πιο παραδοσιακά μέσα για φοροαποφυγή όπως οι εξωχώριες εταιρείες ή οι shell corporations.
  4. Είναι επίσης οι τριγωνικές συναλλαγές. Μια προσπάθεια έγινε στην Ελλάδα να πέσει φως σε αυτή την δραστηριότητα, το πρώτο εξάμηνο του 2015, και η ίδια η Τρόικα με το Τρίτο Μνημόνιο επέβαλε την κατάργηση του νόμου και την επιστροφή στο προηγούμενο διαβλητό καθεστώς. Γιατί άραγε;
  5. Τέλος, το σκανδαλώδες πλαίσιο της επίσημης φορολογικής πολιτικής έρχεται στην επιφάνεια με τους επιλεκτικούς ελέγχους, όπως συμβαίνει αυτές τις ημέρες με την εφημερίδα Ντοκουμέντο, κατόπιν υποτίθεται ανώνυμων καταγγελιών. Στην πραγματικότητα κατ’ εντολήν του ίδιου του πρωθυπουργού, επειδή ενοχλείται από την κριτική που του ασκεί η εφημερίδα. Το δε πρόστιμο των 435.000 ευρώ αποτέλεσε αιτία καταδίκης των πρακτικών της ΑΑΔΕ ακόμη κι από διεθνείς οργανισμούς.

Η κυβέρνηση κατά συνέπεια εξαντλεί την αυστηρότητα της στα μικρομεσαία στρώματα ενώ ανέχεται και θωρακίζει την φοροδιαφυγή της ολιγαρχίας. Γι’ αυτό τον λόγο ο νόμος δεν είναι μόνο ταξικός, αλλά και υποκριτικός!

Σε αυτό το πλαίσιο ο Τύπος είναι μέρος του προβλήματος γιατί ελεγχόμενος κατά συντριπτική πλειοψηφία από φορολογικά ευνοημένους ολιγάρχες έχει κάθε λόγο να ρίχνει την πέτρα του αναθέματος στους αυτοαπασχολούμενους και να συντάσσεται με τον Κωστή Χατζηδάκη και την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το κυνήγι των αυτοαπασχολουμένων με την ενεργοποίηση του κοινωνικού αυτοματισμού (όταν για παράδειγμα αντιπαραβάλλονται τα 1.167 ευρώ του μέσου φόρου του μισθωτού με το 54% των ελεύθερων επαγγελματιών που δηλώνουν μηδενικό εισόδημα), είναι ο τρόπος των ολιγαρχών να επιβιώνουν και να εξασφαλίζουν την μακροημέρευση των δικών τους φορολογικών προνομίων.

Το άρθρο προέρχεται από εισήγηση στη διάρκεια εκδήλωσης της Kίνησης Συντακτών Περιοδικού Ηλεκτρονικού Τύπου «Εργάτες Τύπου», με θέμα την φορο-επιδρομή, την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2023.

Συνέντευξη Λ. Βατικιώτη σε Α. Γιάμαλη: Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας επισφράγιση της αντιλαϊκής πολιτικής της ΝΔ, video

Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Standard & Poor’s πραγματοποιήθηκε λόγω των αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όπως η αύξηση των φορολογικών εσόδων και το «πράσινο» που έχει δώσει στις ανατιμήσεις αγαθών ευρείας κατανάλωσης.