Η Γερμανία ξαναπαίρνει τα όπλα της (Nexus, Απρίλιος 2014)

bundeswehrΑπό πρώτη ματιά η αλλαγή που έγινε στην σύνθεση του κυβερνητικού συνασπισμού στην Γερμανία, με αφορμή τις πρόσφατες εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2013, έπρεπε να στρέψει το κέντρο βάρος της γερμανικής πολιτικής προς τα αριστερά. Η αντικατάσταση των Φιλελεύθερων (FDP) από τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) ως συμμάχους της Γερμανικής Δεξιάς (CDU/SDU), μπορούσε να υποθέσει κανείς, ότι θα μετρίαζε την γερμανική επιθετικότητα τόσο εντός της Γερμανίας, με την εγκατάλειψη των ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών προς όφελος μέτρων στήριξης του λαϊκού εισοδήματος και του κράτους πρόνοιας, όσο και στο εξωτερικό, ανακόπτοντας την γερμανική επιθετικότητα σε αναζήτηση πιο συναινετικών λύσεων. Η προσδοκία αυτής της στροφής, όσο κι αν «δουλεύτηκε» εκ του πονηρού από τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα στην απεγνωσμένη τους προσπάθεια να ανακαλύψουν λίγο φως στην άκρη του τούνελ αποσιωπώντας για παράδειγμα την πλήρη ταύτιση των γερμανών σοσιαλδημοκρατών με την Μέρκελ στο θέμα της Ελλάδας, περιελάμβανε μια ορθολογική προσδοκία. Δεν ήταν δηλαδή αυθαίρετη η αναμονή…

του Λεωνίδα Βατικιώτη

Δυστυχώς όμως, για μια ακόμη φορά, η πραγματικότητα ανέτρεψε τις προσδοκίες προς το …χειρότερο, καθώς στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και ειδικά στο ιδιαίτερα λεπτό θέμα της παρουσίας του γερμανικού στρατού, της Μπούντεσβερ, στο εξωτερικό, πράγματι αυτήν την ακριβώς την περίοδο είναι σε εξέλιξη μιας μείζονος σημασίας αλλαγή. Μόνο που η αλλαγή δεν αφορά την ακύρωση της αυξημένης παρουσίας της Μπούντεσβερ στο εξωτερικό και την επιστροφή στο δόγμα απαγόρευσης εξόδου από τα γερμανικά σύνορα έστω κι ενός στρατιώτη που κυριαρχούσε μέχρι την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Η ανατροπή που συντελείται θέλει την εγκατάλειψη του «δόγματος της συγκράτησης» που με συνέπεια όχι μόνο εξέφραζε αλλά συνεχίζει να υπηρετεί η γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, σε όφελος μιας πιο ενεργητικής παρουσίας της Μπούντεσβερ στο εξωτερικό. Η νέα επεκτατική στρατιωτική πολιτική της Γερμανίας εκφράζεται επιθετικά από τρία πρόσωπα που βρίσκονται τους πιο κρίσιμους τομείς χάραξης κι εφαρμογής της γερμανικής πολιτικής: τον πρόεδρο της Γερμανίας, Χοακίμ Γκάουγκ, τη νέα υπουργό Άμυνας που προαλείφεται για διάδοχος της Μέρκελ στην καγκελαρία, Ούρσουλα φον ντερ Λέγιεν, και τον νέο υπουργό Εξωτερικών, Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, προερχόμενο από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και στενό συνεργάτη του τελευταίου σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ο Στάινμαγιερ μάλιστα έχει διατελέσει ξανά υπουργός Εξωτερικών στον προηγούμενο «μεγάλο συνασπισμό» την περίοδο 2005-2009.

Τα αποκαλυπτήρια της νέας πολιτικής της Γερμανίας που εν ολίγοις προβλέπει ενεργότερη εμπλοκή της Μπούντεσβερ στις διεθνείς συγκρούσεις έγιναν από τον πρόεδρο της χώρας, Χοακίμ Γκάουγκ, κατά την ομιλία του στο ετήσιο Συνέδριο Ασφαλείας του Μονάχου, που αποτελεί την σημαντικότερη ετήσια συγκέντρωση υπουργών Άμυνας και πολιτικών απ’ όλο τον κόσμο. Παραδοσιακά μάλιστα τα θέματα που εξετάζονταν στην σύνοδο που πραγματοποιείται στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας αφορούσαν το ρόλο του ΝΑΤΟ ή τις εξελίξεις στα καυτά μέτωπα του πλανήτη, πχ στο Αφγανιστάν. Φέτος οι διοργανωτές εκμεταλλεύτηκαν το βήμα του διεθνούς συνεδρίου για να κάνουν γνωστή κι επίσημα την αλλαγή του στρατιωτικού τους δόγματος. «Η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίσει όπως στο παρελθόν» τόνισε στην ομιλία του που κράτησε μισή ώρα κι ήταν επικεντρωμένη στις «δραματικές νέες απειλές» απέναντι στην παγκόσμια τάξη για να καταλήξει με τα εξής: «Όταν η τελευταία επιλογή – η αποστολή της Μπούντεσβερ – έρχεται προς συζήτηση, η Γερμανία δεν θα πρέπει να λέει όχι για λόγους αρχής»!

Βεβαρυμμένο πρόσφατο παρελθόν

Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ακόμη και σήμερα γύρω στους 5.000 γερμανούς στρατιώτες υπηρετούν σε διάφορες αποστολές στο εξωτερικό από το Μαλί (99) και τον Λίβανο (148), μέχρι το Αφγανιστάν (3.135) και το Κόσοβο (784). Στην πρώην Γιουγκοσλαβία μάλιστα ήταν η πρώτη φορά που ο γερμανικός στρατός (μετά την ήττα και την παράδοσή του στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο) βγήκε εκτός συνόρων. Ο σκοπός της αποστολής του στα σημαντικότερα πολεμικά μέτωπα του κόσμου, μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί να χαρακτηριστεί ειρηνευτικός. Σε επίρρωση οι φρικιαστικές φωτογραφίες γερμανών στρατιωτών από το Αφγανιστάν που έπαιζαν με …νεκροκεφαλές τις οποίες επιδείκνυαν γελώντας. Όταν είδαν αυτές οι φωτογραφίες το φως της δημοσιότητας στα γερμανικά πρωτοσέλιδα τον Δεκέμβριο του 2006 το λιγότερο που προκάλεσαν ήταν σοκ… Δεν ήταν όμως κι η τελευταία φορά που η κοινή γνώμη κι η πολιτική ζωή της Γερμανίας συγκλονίστηκαν από τα κατορθώματα της Μπούντεσβερ. Η επόμενη ήταν τον Σεπτέμβριο του 2009 όταν αποκαλύφθηκε ότι οι οδηγίες που έδωσε για στόχους γερμανός αξιωματικός στα βομβαρδιστικά του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν οδήγησαν στο θάνατο εκατοντάδες άμαχους. Οι αποκαλύψεις που ακολούθησαν ακύρωσαν την προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος και οδήγησαν τον υπουργό Άμυνας, τον επιθεωρητή του στρατού και τον αναπληρωτή υπουργό Άμυνας σε παραίτηση καθώς έγινε σαφές ότι σκόπιμα παραπληροφούσαν την γερμανική κοινωνία υποστηρίζοντας ότι τα θύματα ήταν μόνο Ταλιμπάν.

Το σημαντικότερο όμως και πέρα για πέρα αποκαλυπτικό γεγονός, εξελίχθηκε το 2010 κι είχε ως πρωταγωνιστή τον πρόεδρο της Γερμανίας, Χερστ Κέλερ, μέλος του δεξιού κυβερνώντος κόμματος (CDU) που μόλις έναν χρόνο πριν είχε επανεκλεγεί στο αξίωμά του. Πριν αναδειχθεί στην προεδρία ήταν επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και κατά την διάρκεια της πρώτης τους θητείας τις περισσότερες φορές που απασχολούσε την δημοσιότητα συνέβαινε με αφορμή δηλώσεις του για την ανάγκη εφαρμογής νεοφιλελεύθερων μέτρων στην οικονομία. Μιλώντας σε δημοσιογράφο κατά την διάρκεια ταξιδιού του προς το Αφγανιστάν ο τότε γερμανός πρόεδρος, με την …διπλωματική και όλο …υπαινιγμούς γλώσσα που συνηθίζεται σε αυτούς τους μισητούς οργανισμούς δήλωσε τα ακόλουθα που οδήγησαν στην ακαριαία παραίτησή του: «Μία χώρα του δικού μας μεγέθους, με τη σημασία που δίνει στις εξαγωγές και την εξάρτηση από το διεθνές εμπόριο πρέπει να έχει επίγνωση ότι οι στρατιωτικές αποστολές αποτελούν αναγκαιότητα για να προστατεύσουμε τα συμφέροντά μας, σε ό,τι για παράδειγμα αφορά εμπορικούς δρόμους ή όταν πρόκειται να αποτρέψουμε περιφερειακές αστάθειες που θα επηρεάσουν το εμπόριο, τις δουλειές και τα εισοδήματά μας»! Πιο κυνικά δεν μπορούσε να ειπωθεί! Ούτε φληναφήματα για «ανθρωπιστικούς λόγους», ούτε βερμπαλισμοί για «διεθνές δίκαιο και νομιμότητα», ούτε σπαραξικάρδιες κραυγές για «σφαγές ανηλίκων»… Τίποτε απ’ όλα αυτά. Η Γερμανία στέλνει στρατό στο εξωτερικό για να προασπίσει τα οικονομικά της συμφέροντα!

Πίσω απ’ όλα η οικονομία!

Οι οικονομικές φιλοδοξίες είναι που ωθούν την Γερμανία, οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης και πέμπτη μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη στον κόσμο, να διεκδικήσει έναν αναβαπτισμένο ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις, σύμφωνα με τον πρόεδρο της. Ορίζονται δε από τις εντυπωσιακές εξαγωγικές της επιδόσεις που ξεπερνούν το 43% του ΑΕΠ για το 2012 (1,49 τρισ. δολ. σε ένα σύνολο παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών αξίας 3,43 τρισ. δολ.). (Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα οι εξαγωγές εμπορευμάτων ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2012 και 2013 αντίστοιχα – 27,5 και 27,6 δις. ευρώ – ήταν κάτω του 10% του ΑΕΠ!) Τα εξαγώγιμα προϊόντα της Γερμανίας δε κατά βάση είναι κεφαλαιουχικά αγαθά: εργαλειομηχανές, ηλεκτρολογικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός, οχήματα και μεταφορικά μέσα, φαρμακευτικά και χημικά προϊόντα, κοκ. Εν ολίγοις προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, που σημαίνει ότι η Γερμανία δεν αναγκάζεται να αρκείται σε οριακά κέρδη, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους εξαγωγείς που προσφεύγουν στις διεθνείς, πλήρως ανταγωνιστικές αγορές για να αντισταθμίσουν μέρος των απωλειών από την πτώση της ζήτησης στο εσωτερικό… Για την Γερμανία οι εξαγωγές αποτελούν δύναμη ζωής και όχι λύση ανάγκης. Περιττό δε να πούμε ότι ουδέποτε θα έφθαναν οι εξαγωγές της σε τέτοια επίπεδα αν δεν υπήρχε το ευρώ. Στην περίπτωση που η Γερμανία είχε δικό της εθνικό νόμισμα αυτό θα ήταν 30-40% πιο ανατιμημένο από το ευρώ, με αποτέλεσμα να εξασφάλιζε με πραγματικούς όρους μέρος μόνο από τα κέρδη παραγωγικότητας που έχει πετύχει.

Επομένως όσο μεγαλώνουν οι βλέψεις της Γερμανίας για τις διεθνείς αγορές, όσο περισσότερα συμφέροντα αποκτά στο εξωτερικό, τόσο πιο επίμονα θα ωθεί την Μπούντεσβερ να αναλαμβάνει νέες αποστολές εκτός συνόρων, κι η ίδια θα γίνεται μια ιμπεριαλιστική, μισητή δύναμη. Πίσω από αυτή την επιταγή στοιχίζεται κι η σοσιαλδημοκρατία που έχει αποδειχθεί ότι υπηρετεί πολύ πιο πιστά τις ανάγκες της γερμανικής οικονομικής ελίτ. Ο Σρέντερ άλλωστε με την περίφημη Ατζέντα 2010 ήταν αυτός που σάρωσε τις εργατικές κατακτήσεις της Γερμανίας και οδήγησε σε δραματική συρρίκνωση το κράτος πρόνοιας. Και τώρα ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών της Μέρκελ από κοινού με την υπουργό Άμυνας έχουν αναλάβει εργολαβία να νομιμοποιήσουν στην συνείδηση της γερμανικής κοινωνίας και στον υπόλοιπο κόσμο την επιθετική στροφή του Τέταρτου Ράιχ. «Η νέα γερμανική κυβέρνηση» έγραφε το περιοδικό Σπίγκελ στις 27 Ιανουαρίου «σχεδιάζει μια καινούργια κατεύθυνση στην εξωτερική πολιτική. Το κεντρικό ερώτημα από τον προκάτοχο του Στάινμαγιερ, τον Γκουίντο Βεστερβέλε, που προερχόταν από τους Ελεύθερους Δημοκράτες, ήταν: “πώς θα μείνουμε έξω από ένοπλες συγκρούσεις;”. Ο Βεστερβέλε προέκρινε μια πολιτική στρατιωτικής συγκράτησης που σήμαινε να αφήνεις τις δυσάρεστες δουλειές για τους άλλους. Τώρα οι δύο υπουργοί από το νέο συνασπισμό της Μέρκελ έχουν συμφωνήσει να καταργήσουν την κληρονομιά του Βεστερβέλε. Ο Σταινμάγιερ και η Ούρσουλα φον ντερ Λέγιεν πιστεύουν ότι μια οικονομική υπερδύναμη όπως η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίσει να στέκεται στο περιθώριο. Θέλουν να δείξουν στους σύμμαχους της Γερμανίας ότι μπορούν να στηριχθούν επάνω της».

Καχυποψία και χειρισμός της κοινής γνώμης

Η Γερμανία ωστόσο οφείλει να διασκεδάσει τις οξύτατες αντιδράσεις που προκαλεί ο επανεξοπλισμός της, δεδομένου ότι κανείς τουλάχιστον στην Ευρώπη δεν ξεχνάει τόσο εύκολα την φρίκη που προκάλεσε αυτή η χώρα δύο φορές στον 20ο αιώνα, με τον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν και πάλι ο άρτια εξοπλισμένος στρατός της μετατράπηκε σε αιχμή του δόρατος μιας ακμάζουσας οικονομίας που ασφυκτιούσε στα εθνικά της σύνορα. Είναι σημάδι αισιοδοξίας υπ’ αυτή την έννοια τα αποτελέσματα δημοσκόπησης που διενεργήθηκε από την εταιρεία YouGovκαι δημοσιεύτηκαν στους Financial Timesτης 31ης Ιανουαρίου, βάσει των οποίων το 45% των Γερμανών που ρωτήθηκαν πιστεύουν ότι η Μπούντεσβερ έχει ήδη μια υπερβολική παρουσία εκτός συνόρων ενώ μόνο το 30% πιστεύει ότι το σημερινό επίπεδο παρέμβασης στη διεθνή σκηνή είναι το κατάλληλο. Πολύ πιθανά όσο η Γερμανία ξαναφοράει τα χακί της και παίρνει τα όπλα της η δυσφορία που υπάρχει στο εσωτερικό να μειώνεται κι ο μέσος Γερμανός να εξοικειώνεται με την ιδέα του μιλιταρισμού.

Ήδη το Βερολίνο καταβάλλει μια τεράστια προσπάθεια να μεταστρέψει την κοινή γνώμη, τόσο εντός όσο κι εκτός της Γερμανίας. Είναι πολύ ενδεικτικό, για παράδειγμα, άρθρο που δημοσιεύτηκε στο γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ τον Αύγουστο του 2013, με τίτλο «γιατί η Γερμανία αποφεύγει τον παγκόσμιο ρόλο της», όπου προετοιμαζόταν το έδαφος για την μετεκλογική φιλοπολεμική στροφή της κυβέρνησης. Ο αναλυτής που το υπογράφει, μεταφέροντας προφανώς την βούληση του «βαθέως» γερμανικού κράτους, εμφανίζει λίγο πολύ ως αίτημα των λαών όλου του κόσμου τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας για να καταλήξει: «Για μια χώρα τόσο σημαντική όπως η Γερμανία η εμπλοκή της είναι υποχρέωση, όχι επιλογή. Ο ρόλος του ενεργού παίκτη πέφτει επάνω μας, είτε το θέλουμε είτε όχι».

Πολύτιμη και αναντικατάστατη βοήθεια προς το Βερολίνο στην προσπάθεια του να διασκεδάσει τις αλγεινές εντυπώσεις που δημιουργεί η φιλοδοξία του για αναβαθμισμένη στρατιωτική παρουσία στο εξωτερικό προσφέρει το Παρίσι. Οι συμβολισμοί είναι προφανείς: Οι κοινές γαλλογερμανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις ακυρώνουν εκ προοιμίου κάθε ανησυχία δεδομένου ότι επί αιώνες η μια χώρα πολεμούσε ενάντια στην άλλη. Τώρα, όμως είναι εμφανής από μακριά ο γάμος συμφέροντος: Η Γερμανία κρύβει τις επιθετικές της φιλοδοξίες πίσω από τις δάφνες της Γαλλίας κατά τη διάρκεια του Πρώτου και Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, όταν αντιστάθηκε στον Άξονα, κι η δε Γαλλία αναβαθμίζει τις δικές της επιθετικές φιλοδοξίες και μειώνει τους πιθανούς κινδύνους (αποφεύγοντας να υποστεί τη ζημιά των Αμερικάνων στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν) προσθέτοντας στο οπλοστάσιο της την τεράστια δύναμη πυρός της Γερμανίας. Δεν αποκλείεται μάλιστα η κάλυψη που παρέχει η Γαλλία στην Γερμανία να περιλαμβάνει ως μέρος του ντιλ και τα στραβά μάτια του Τέταρτου Ράιχ στα …φρενς στατίστικς, δηλαδή την πολύ άσχημη δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας που παραμένει ως φημολογία λόγω των στατιστικών αλχημειών.

Γαλλία – Γερμανία συνεργασία

Έτσι, σαν έτοιμες από καιρό Γαλλία και Γερμανία μετέτρεψαν την Αφρική σε πεδίο δοκιμής των επεκτατικών τους σχεδίων. Η επίσκεψη της γερμανίδας γαλαζοαίματης υπουργού στην Σενεγάλη και το Μαλί τον Φεβρουάριο (δύο μόλις εβδομάδες μετά την σύνοδο του Μονάχου) όπου εξήγγειλε την αύξηση της γερμανικής στρατιωτικής παρουσίας έπεισε τους πάντες ότι πίσω από τις εξαγγελίες υπήρχε από καιρό καταστρωμένο σχέδιο, έτοιμο να μπει σε κίνηση. Με βάση μάλιστα όσα δήλωσε από ένα γερμανικό στρατόπεδο στον ποταμό Νίγηρα τα χειρότερα είναι μπροστά μας. «Υπήρχαν περίοδοι που υπηρετούσαν στο εξωτερικό 11.000 άνδρες και γυναίκες στρατιώτες. Τώρα είναι 5.000 επειδή οι επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν οδηγούνται σε κλείσιμο», ήταν τα λόγια της! Στα σχέδια επομένως του Βερολίνου περιλαμβάνεται η σημαντική αύξηση των εκστρατευτικών του σωμάτων.

Το ενδιαφέρον που εκδηλώνουν Παρίσι και Βερολίνο για την Αφρική, με αφορμή την έκρυθμη κατάσταση στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Μαλί (που δημιουργήθηκε όταν η χώρα κατακλύστηκε από μισθοφόρους οι οποίοι εγκατέλειπαν την Λιβύη μετά την πτώση του Καντάφι) δεν απορρέει από τις ανθρωπιστικές τους ευαισθησίες. Η Αφρική μετατρέπεται με καταιγιστικούς ρυθμούς σε αποικία της Κίνας, η οποία γρήγορα εκμεταλλεύτηκε το μίσος των Αφρικανών για τις πρώην αποικιακές δυνάμεις, εξάγοντας, επενδύοντας κι αγοράζοντας ό,τι κινούταν. Έτσι εκ των υστέρων Αμερικάνοι κι Ευρωπαίοι σπεύδουν να διασώσουν και να επαυξήσουν ό,τι προσβάσεις ιστορικά διέθεταν. Τα θέλγητρα της μαύρης ηπείρου περιγράφηκαν σύντομα και περιεκτικά από τον εκπρόσωπο Τύπου του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, Μάρτιν Σάφερ, όταν δήλωνε πρόσφατα: «Η Αφρική είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ήπειρο που παράγει κρίσεις. Υπάρχουν επίσης και πολλές ευκαιρίες. Πολλές αφρικάνικές χώρες επιδεικνύουν ποσοστά μεγέθυνσης που είναι σημαντικά υψηλότερα από αυτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης»! Πέρα από τα ποσοστά, καλύτερα πριν απ’ αυτά, υπάρχει και το υπέδαφος της περιοχής που η Γερμανία το γνωρίζει πάρα πολύ καλά, λόγω του ότι στις αρχές του 20ου αιώνα η περιοχή που σήμερα είναι η Ναμίμπια, η Τανζανία, το Καμερούν και το Τόγκο αποτελούσαν αποικίες της. Η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, που εκτείνεται σε μια διπλάσια έκταση από την Γερμανία, διαθέτει τεράστιες και βεβαιωμένες ποσότητες χρυσού, διαμαντιών, ουρανίου και ξυλείας.

Η κοινή γαλλο-γερμανική στρατιωτική επιχείρηση στην Αφρική που ως στόχο έχει τον έλεγχο των πρώτων υλών (κι όχι την αποτροπή των αιματηρών μαχών μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων) ενδεχομένως να εντάσσεται στην κοινή πολιτική ελέγχου των απαραίτητων για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία πρώτων υλών, όπως περιγράφεται σε ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με ημερομηνία 24 Ιουλίου 2013 (COM (2013) 542 final). Πρόκειται για ένα κείμενο θεμελιώδους σημασίας που περιγράφει τις προτεραιότητες σε ό,τι αφορά την δημιουργία του ευρωστρατού. Ξεχωριστή προσοχή δίνεται στην υλική βάση του υπό δημιουργία στρατού, δηλαδή την αμυντική βιομηχανία που το 2012 κατέγραψε τζίρο ύψους 96 δις. ευρώ (με το 50% ή 47 δις. ευρώ να αφορούν τον τομέα της αεροναυπηγικής) απασχολώντας άμεσα 400.000 εργαζόμενους και έμμεσα 960.000.

Πολεμική βιομηχανία αιχμή του δόρατος

Το εμπόδιο που έχει να ξεπεράσει η ΕΕ είναι ιδιαίτερα σύνθετο. Πρόκειται για δύο συμπληγάδες πέτρες. Η μια αφορά την δημοσιονομική κρίση στην Ευρώπη που έχει οδηγήσει τις αμυντικές δαπάνες στην ΕΕ να έχουν μειωθεί από 251 δις. ευρώ το 2001 στα 194 δις. το 2010. Ως αποτέλεσμα τα κονδύλια που κατευθύνονται στην Έρευνα και Ανάπτυξη μεταξύ 2005 και 2010 μειώθηκαν κατά 14% (στα 9 δις. ευρώ) όταν ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, η αμερικάνικη, δαπανά 7 φορές περισσότερα απ’ όσο και τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Στον αντίποδα των προβλέψεων για μείωση κατά 12% των αμυντικών δαπανών από την αρχή της κρίσης μέχρι το 2017, οι παγκόσμιες αμυντικές δαπάνες μέχρι το 2015 (από το 2011) αναμένεται να αυξηθούν κατά 6,8%. Ακόμη κι έτσι όμως αξίζει να αναφερθεί ότι οι αμυντικές δαπάνες των κρατών μελών της ΕΕ το 2011 ως άθροισμα υπερέβαιναν το άθροισμα των αμυντικών δαπανών της Κίνας, της Ρωσίας και της Ιαπωνίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει κάθε χρόνο στην δημοσιότητα το ίδρυμα SIPRI. Να αναφερθεί επίσης ότι την μερίδα του λέοντος στις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ (ακόμη και το 80% των προμηθειών) προέρχεται από 6 χώρες: Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Σουηδία και Αγγλία.

Από την άλλη, το κόστος παραγωγής του πολεμικού εξοπλισμού αυξάνει ως αποτέλεσμα όχι μόνο της αυξανόμενης έντασης τεχνολογίας που περιέχεται σε κάθε αμυντικό προϊόν αλλά επίσης και λόγω της μείωσης του όγκου παραγωγής εξ αιτίας της αναδιοργάνωσης και της συρρίκνωσης των ένοπλων δυνάμεων που συνεχίζεται αμείωτη από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Έχει υπολογιστεί για παράδειγμα ότι κάθε 7,25 χρόνια διπλασιάζεται το κόστος των εξοπλισμών. Κι αυτό συμβαίνει ενώ οι δαπάνες προσωπικού μειώνονται σταθερά. Μεταξύ 2006 και 2010 μειώθηκαν κατά 17,5% ως αποτέλεσμα της μείωσης του συνολικού προσωπικού από 2,4 εκ. άτομα το 2006 σε 2 εκ. το 2010, εκ των οποίων τα 1,6 εκ. είναι στρατιωτικό προσωπικό (όταν οι ΗΠΑ έχουν 500.000 λιγότερους, δηλαδή 1,1 εκ.).

Η λύση που έχει προκρίνει η ΕΕ για να βγει αλώβητη από αυτές τις συμπληγάδες πέτρες είναι η υπέρβαση του εθνικού κατακερματισμού που συνεχίζει ακόμη να δίνει τον τόνο στην εν λόγω αγορά, όπως μαρτυρά το γεγονός ότι άνω του 80% των επενδύσεων σε αμυντικό εξοπλισμό δαπανάται εθνικά, προκαλώντας, πάντα με όρους αγοράς, αχρείαστες επικαλύψεις. Ο κατακερματισμός της αγοράς υπογραμμίζεται επίσης αν δούμε πως μεταξύ 2008-2010 μόνο το 3,3% των προκηρύξεων δημοσιεύονταν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ η αξία των διασυνοριακών συμβολαίων ανερχόταν σε 4,5 δις. ευρώ ή 1,7% των συνολικών εξοπλιστικών δαπανών. Το ζητούμενο δηλαδή για τις Βρυξέλλες είναι η δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς που θα δώσει ώθηση στις οικονομίες κλίμακας και τον ανταγωνισμό. Το σχέδιο της συνδέεται με την δημιουργία διεθνών πρωταθλητών. Πρότυπο είναι οι ΗΠΑ όπου η μέση αμυντική βιομηχανία είναι 1,5 φορά μεγαλύτερη από την μέση ευρωπαϊκή. Σε αυτή την κατεύθυνση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύεται να προωθήσει τα υβριδικά στάνταρντ που θα κάνουν την στρατιωτική τεχνολογία περισσότερο επωφελή και για την υπόλοιπη βιομηχανία (ηλεκτρονική, αεροπλοΐα, εξερεύνηση των θαλασσών, κ.α.), να δημιουργήσει ένα κοινό σύστημα πιστοποίησης ώστε το πολεμικό υλικό να μπορεί να χρησιμοποιείται κατά ενιαίο τρόπο σε όλες τις χώρες, να καταγράψει κάθε μορφής κρατική βοήθεια ώστε να την καταργήσει ή να την αξιοποιήσει κατά το δοκούν, ακόμη και να υπάρξει μια πιο συγκεντρωτική διαχείριση της γης που κατέχουν οι ένοπλες δυνάμεις, δεδομένου ότι είναι ο μεγαλύτερος κάτοχος γης στην Ευρώπη που αντιστοιχεί στο 1% των εδαφών της και σε 200 εκ. τετ. μ. κτιρίων, ώστε με σχεδιασμένο τρόπο να μειωθούν οι ενεργειακές ανάγκες και μέρος αυτών να καλυφθεί από πηγές χαμηλών εκπομπών.

Ανεργία και οικονομική κατοχή

Ο σχεδιασμός της ΕΕ μπορεί να οδηγεί σε μια αμυντική βιομηχανία διεθνώς υπολογίσιμη και ανταγωνιστική, είναι εμφανές όμως ότι αυτή η διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου περνάει πάνω από την διάλυση και την καταστροφή πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων που διαθέτει η ΕΕ κι η Ελλάδα, εξασφαλίζοντας εδώ και δεκαετίες την επάρκεια της σε αμυντικό υλικό. Η αναζήτηση οικονομιών κλίμακας στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία σημαίνει, με άλλα λόγια, την αποβιομηχάνιση της Ελλάδας. Αναφέρει για παράδειγμα άλλο έγγραφο εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Υπάρχουν πέντε βασικά ευρωπαϊκά ναυπηγεία (BAE Systemsστην Αγγλία, DCNS στην Γαλλία, TKMS στην Γερμανία, Φινκαντιέρι στην Ιταλία και Ναβάντια στην Ισπανία) με πολλούς άλλους μικρότερους παραγωγούς και υποστηρικτικές υπηρεσίες σε όλη την ΕΕ. Μια σύγκριση με τις ΗΠΑ υπογραμμίζει ωστόσο πως ο τομέας στην Ευρώπη χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα παραγωγική δυναμικότητα λειτουργώντας σε σχετικά μικρή κλίμακα. Η ΕΕ έχει 12 μεγάλες ναυπηγικές εταιρείες έναντι 2 στις ΗΠΑ, και οι αμερικάνικες εταιρείες είναι 3,4 φορές μεγαλύτερες απ’ ότι οι ευρωπαϊκές». Σε αυτό το σχέδιο της ΕΕ, όπου το μέγεθος …μετράει,  είναι εμφανές ότι δεν χωρούν ούτε τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ούτε της Ελευσίνας. Καταλαβαίνουμε μάλιστα καλύτερα ποιοί παράγοντες και προς όφελος τίνος τα οδήγησαν στο κλείσιμο, στέλνοντας τόσους χιλιάδες ειδικευμένους εργάτες στην ανεργία…

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο, εξ ίσου σημαντικό: Το σχέδιο του ευρωστρατού, που θα είναι η Μπούντεσβερ με καμουφλάζ, και θα αποτελείται από έναν μικρό κι ευέλικτο στρατό που ως αποστολή του θα έχει να εξασφαλίζει πρώτες ύλες στην ευρωπαϊκή βιομηχανία υποστηριζόμενο από μια αμυντική βιομηχανία που θα είναι προσανατολισμένη στις εξαγωγές δεν έχει καμία σχέση με τις αμυντικές ανάγκες της Ελλάδας. Ο κίνδυνος δηλαδή εδώ είναι πως όσο θα προχωράει η αμυντική ενοποίηση στην ΕΕ, με αποτέλεσμα το Τέταρτο Ράιχ να καταφέρνει να βάζει όλη την υπόλοιπη Ευρώπη να χρηματοδοτεί τα νεοαποικιακά του σχέδια, αμυντικοί σχεδιασμοί που βρίθουν ιδιαιτεροτήτων όπως για παράδειγμα της Ελλάδας και της Κύπρου να καταρρέουν και οι χώρες να γίνονται πιο ευάλωτες σε απειλές. Και τότε να αναδεικνύεται σε μονόδρομο η παράδοση της κυριαρχίας στην Μπούντεσβερ και η μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο. Άλλωστε και με την Frontex κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει;

Εν κατακλείδι ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας αυξάνει την γεωπολιτική αστάθεια, λειτουργώντας σαν λάδι στη φωτιά, ενώ ως απαραίτητο συμπλήρωμά του έχει την στρατιωτική αποδυνάμωση μικρότερων χωρών όπως η Ελλάδα. Η επανεμφάνιση των παλιών φαντασμάτων δημιουργεί μεγαλύτερες ανισορροπίες, περισσότερους κίνδυνους…

Ρεζίλι έγινε ο γκαουλάιτερ Φούχτελ στην Κρήτη (Πριν, 15 Ιουλίου 2012)

Την προηγούμενη Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012 για πρώτη φορά ο Χανς Γιοακίμ Φούχτελ, επισήμως ομοσπονδιακός υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της Γερμανίας κι ανεπισήμως γκαουλάιτερ του Τέταρτου Ράιχ στην Ελλάδα, …τα χρειάστηκε. Ως τότε πουθενά δεν είχε εκδηλωθεί κάποια αξιοσημείωτη αντίδραση εναντίον του. Μόλις την Δευτέρα για παράδειγμα παρακολούθησε εντελώς απερίσπαστος στην Πτολεμαΐδα συνέδριο με θέμα τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τίτλος του: «Μετάβαση: η ώρα μετά την εξάντληση του λιγνίτη». Το συνέδριο διοργανωνόταν από το δίκτυο ενεργειακών δήμων, το γερμανικό προξενείο και το γερμανικό Ίδρυμα Φρίντριχ Έμπερτ, το οποίο πρόσκειται στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας (SPD). Ανάλογα συνέδρια και ημερίδες διοργανώνονται κατά δεκάδες στη βόρεια Ελλάδα, όπου υπάρχουν χιλιάδες Έλληνες πρώην μετανάστες στη Γερμανία – υπάρχει δηλαδή πρόσφορο έδαφος, με την παρουσία του Φούχτελ.

Στην Κρήτη τίποτε δεν πήγε όπως είχε προγραμματιστεί και για την ακρίβεια ο γκαουλάιτερ έγινε ελαφρώς …ρεζίλι. Η Συνάντηση Εργασίας μεταξύ φορέων της Κρήτης και της Γερμανίας, όπως είχε εμφανιστεί, αποσκοπούσε στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας και στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και ανάπτυξης. Επιδίωξη που έβριθε αντιφάσεων λόγω του ότι το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας που θα φιλοξενούσε την εκδήλωση φημίζεται για την απουσία και της παραμικρής έστω διασύνδεσης με την τοπική οικονομία και κοινωνία. Καμία διάχυση προς την τοπική κοινωνία της πράγματι πρωτοποριακής ερευνητικής δουλειάς που γίνεται στο εσωτερικό του, έχει καταγγείλει επανειλημμένα η τοπική κοινωνία. Την έλευση του Γερμανού περίμεναν για να ενισχύσουν την οικονομία της Κρήτης;

Το νέο διαδόθηκε γρήγορα και το πρωί της Πέμπτης μαζική διαδήλωση οδήγησε την εκδήλωση σε αποτυχία. Οι αστυνομικοί ήταν περισσότεροι απ’ όσους πήγαν να παρακολουθήσουν την εκδήλωση, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν 2 μεγαλοξενοδόχοι, 3 αντιπεριφερειάρχες και μια ατελείωτη κουστωδία που συνόδευε τον Φούχτελ. Το πραγματικό επίδικο της επίσκεψης τους στην Κρήτη αποκαλύφθηκε όταν έγινε γνωστό το πρόγραμμα των συναντήσεών τους, για όσο έμειναν στο νησί: Πολύωρη συνάντηση με τον πρόεδρο των κτηματομεσιτών της Κρήτης, τον πρόεδρο του Οργανισμού Λιμένα Ηρακλείου και τον πρόεδρο της Ένωσης Συνδέσμων Διαχείρισης Απορριμμάτων Κρήτης. Πασιφανής λοιπόν η ατζέντα του Φούχτελ: Να προωθήσει τα γερμανικά συμφέροντα στην ανακύκλωση, τις θαλάσσιες μεταφορές κι επίσης στην αγορά γης κι ακινήτων, που λόγω της κατρακύλας των τιμών παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον από την μεριά των Γερμανών για αγορές και επενδύσεις.

Ταυτόχρονα ο Φούχτελ, γνωρίζοντας πολύ καλά κι εκμεταλλευόμενος το πρόβλημα ανεργίας που μαστίζει την ελληνική νεολαία, δεν παρέλειψε να κάνει και μια επιχείρηση …στρατολογίας. Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε δήλωσε πως «υπάρχουν άριστα δομημένες σχολές μαθητείας σε περιφερειακές πόλεις της Γερμανίας, έτοιμες να προσφέρουν στους Έλληνες τις γνώσεις και την εξειδίκευση που θα τους βοηθήσουν στη συνέχεια να βρουν εύκολα θέσεις εργασίας». Το κάλεσμα του γερμανού γκαουλάιτερ είναι οργανικά ενταγμένο στην επιχείρηση «αφαίμαξης εγκεφάλων» που συντελείται σε όλες τις χώρες οι οποίες πλήττονται από την κρίση, με ευθύνη συνήθως των ίδιων των χωρών που την προκαλούν. Στη Λατινική Αμερική από τις ΗΠΑ και στην Ευρώπη από τη Γερμανία. Καθόλου τυχαία την ίδια μέρα, μιλώντας με τον ισπανό ομόλογό της η γερμανίδα υπουργός Παιδείας, Ανέτε Σεβάν, στη Στουτγάρδη, απευθύνθηκε στους νέους της Ισπανίας (εκ των οποίων ο 1 στους 2 είναι άνεργος) προτρέποντάς τους να αναζητήσουν δουλειά στην Γερμανία. Να γίνουν κι αυτοί δηλαδή μετανάστες όπως έκαναν μια γενιά πριν οι γονείς τους, συμβάλλοντας στην οικοδόμηση του γερμανικού θαύματος. Το ίδιο ζητούν κι από τους Έλληνες, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο πως η ανεργία δεν πρόκειται να μειωθεί! «Τούτου δοθέντος» σα να λέει το Τέταρτο Ράιχ, που έχει ευθύνη προφανώς γι αυτή την κατάσταση και δεν είναι ουδέτερος παρατηρητής, «μαζέψτε τα κι ελάτε στην Γερμανία».

Η επίσκεψη ωστόσο του Φούχτελ στην Κρήτη, μπορεί να μην απέδωσε τα αναμενόμενα σε ό,τι αφορά την βελτίωση της δημόσιας εικόνας της Γερμανίας, μπορεί να απέδωσε ελάχιστα σε σχέση με το «φούχτωμα» της ελληνικής περιουσίας που είναι τα ζητούμενα των ταξιδιών του ανά την Ελλάδα προσέφερε ωστόσο άφθονα σχόλια με βάση τα όσα εξελίχθηκαν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Όπως για παράδειγμα η προσπάθεια του να μιλήσει σε δημοσιογράφους τοπικών Μέσων, με προκαθορισμένη ατζέντα, από την οποία κατ’ απαίτησή του θα απουσίαζαν τα σημαντικότερα θέματα των ελληνογερμανικών σχέσεων: Αποζημιώσεις της ναζιστικής Γερμανίας προς την Ελλάδα και Ειδικές Οικονομικές Ζώνες που απαιτεί η Γερμανία ως προϋπόθεση για να επενδύσει στην Ελλάδα. Δηλαδή μηδενική φορολογία, μισθοί των 300 ευρώ και καμιά προστασία για το περιβάλλον. Μόνο που στην Κρήτη δεν βρέθηκαν δημοσιογράφοι πρόθυμοι να λειτουργήσουν ως γραφεία Τύπου του Τέταρτου Ράιχ…

Παράδειγμα προς αποφυγή η Γερμανία (Επίκαιρα, 12-19.1.2012)

Έτη φωτός απέχει από την πραγματικότητα η εικόνα ενός ευνοούμενου κράτους που με τόση μεθοδικότητα παρουσιάζει προς τα έξω το Βερολίνο για τον εαυτό του. Μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει πως πίσω από τις μεγαλοστομίες και τα στερεότυπα, η Γερμανία διέρχεται μια βαθιά και πολυεπίπεδη κρίση με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να χλευάζεται από τον Τύπο λόγω της διαπλοκής του με ζάπλουτους επιχειρηματίες, την άκρα νεο-ναζιστική Δεξιά να χαίρει μιας προκλητικής ασυλίας από τις δυνάμεις του νόμου και τις γερμανικές πολυεθνικές επιχειρήσεις να διεκδικούν τα πρωτεία της διαφθοράς στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Είναι η σκοτεινή πλευρά του γερμανικού θαύματος που απασχολώντας όλο και συχνότερα τα μέσα ενημέρωσης τείνει να γίνει κυρίαρχη, μεγαλώνοντας την αποστροφή που νιώθει ο κόσμος απέναντι στο Τέταρτο Ράιχ. Αποδεικνύει επίσης με ένα νέο τρόπο ότι η οικονομική και πολιτική πρωτοκαθεδρία που χαίρει η Γερμανία στη γηραιά ήπειρο δεν είναι το φυσικό επακόλουθο της ελκτικής δύναμης που ασκεί ένα πετυχημένο συνολικά παράδειγμα, αλλά αποτέλεσμα επιβολής και κορυφαία έκφραση ενός αποτυχημένου συνολικά προτύπου.

Το θέμα που δεσπόζει τον τελευταίο σχεδόν μήνα στην εσωτερική πολιτική ζωή της Γερμανίας είναι τα κατορθώματα του προέδρου της Δημοκρατίας, Κρίστιαν Γουλφ. Ο δέκατος μεταπολεμικός πρόεδρος της Γερμανίας πιάστηκε στην παγίδα ενός τουλάχιστον διπλού σκανδάλου. Συγκεκριμένα βρέθηκε δύο φορές εκτεθειμένος όταν επιχείρησε με απειλές να αποτρέψει την σκανδαλοθηρική εφημερίδα Bild από την δημοσιοποίηση των αδιαφανών διαδικασιών που συνόδευσαν ένα δάνειο ύψους 500.000 ευρώ που πήρε το 2008 από φίλο του επιχειρηματία με σκοπό την αγορά ενός νέου σπιτιού. Τυπικά, η περιπέτειά του έληξε την προηγούμενη Τετάρτη με μια τηλεοπτική συνέντευξη διάρκειας 21 λεπτών όπου ζήτησε «συγγνώμη» και το γύρισε στο …μελό. Καταλυτικά ωστόσο λειτούργησε η πολιτική κάλυψη που του προσέφερε η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, με τον εκπρόσωπό της να δηλώνει πως η συντηρητική και αδέκαστη κατά τ’ άλλα κόρη του πάστορα έχει σε «υψηλή εκτίμηση» τον πρόεδρο.

Η στήριξη που προσέφερε η καγκελαρία στον πρόεδρο ήταν ωστόσο αποτέλεσμα κοντόφθαλμων πολιτικών υπολογισμών. Ειδικότερα, η Μέρκελ επ’ ουδενί δεν ήθελε την παραίτηση του Γουλφ ο οποίος εξελέγη τον Ιούνιο του 2010 με περιπετειώδη τρόπο, όταν ο προηγούμενος πρόεδρος Χερστ Κέλερ (επικεφαλής του ΔΝΤ ως τότε) αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά την ομολογία του σε δημοσιογράφο ότι οι διεθνείς αποστολές του γερμανικού στρατού εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Γερμανίας ως εξαγωγικής χώρας. Την αλήθεια είπε, μόνο που αυτή δεν λέγεται δημόσια… Για να εκλεγεί ο Γουλφ στη συνέχεια χρειάστηκαν τρεις απανωτές ψηφοφορίες. Μόνο τότε, την τρίτη φορά μπόρεσε ο εκλεκτός της Μέρκελ να συγκεντρώσει την πλειοψηφία των 623 ψήφων που απαιτείται (και συγκεκριμένα 625 ψήφους) παρότι ο κυβερνητικός συνασπισμός έχει 644 έδρες. Δεν ήθελε επομένως η Μέρκελ να μπει ξανά σε διαδικασία εκλογής προέδρου.

Το πέπλο προστασίας που άπλωσε η Μέρκελ στον 52χρονο Κρίστιαν Γουλφ, που είναι ο μικρότερος σε ηλικία πρόεδρος ο οποίος έχει αναλάβει ποτέ, μπορεί να απέτρεψε την παραίτησή του δεν απέτρεψε όμως την δριμεία κριτική του Τύπου προς το πρόσωπό του. Μια κριτική ασυνήθιστα αιχμηρή που δεν έπεσε θύμα αυτολογοκρισίας στο όνομα της προστασίας του θεσμού, όπως συνηθίζεται σε άλλα μέρη του κόσμου… Οι Financial Times της Γερμανίας για παράδειγμα έγραψαν: «Ο Γουλφ λειτούργησε όπως κάθε μικρός άνδρας, καθώς κρύφτηκε πίσω από τις πλάτες του λαού. Δεν αξίζει κάτι τέτοιο σε έναν γερμανό πρόεδρο». Το Spiegel έγραψε τα ακόλουθα με αφορμή την τηλεοπτική του εμφάνιση και απολογία: «Δεν έδωσε ούτε καν μια καλή ερμηνεία, αλλά μια παράσταση στο επίπεδο του παιδικού κουκλοθέατρου που συνήθως παίζεται στην επαρχιακή πόλη που γεννήθηκε». Ο γερμανικός Τύπος έβριθε από αντίστοιχα δηκτικά σχόλια, ενδεικτικά του πλήγματος που δέχθηκε.

Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που ένας στενός συνεργάτης της Μέρκελ κατηγορήθηκε για διαφθορά. Πριν λίγους μήνες το ίδιο είχε συμβεί με το υπουργό Άμυνας, Καρλ Τέοντορ ζου Γκούτενμπεργκ, ο οποίος όπως αποκαλύφθηκε έγραψε τη διδακτορική του διατριβή με τη μέθοδος της λογοκλοπής. Ο ίδιος αρχικά, που προαλειφόταν ακόμη και για αντικαταστάτης της Μέρκελ, χαρακτήρισε γελοίες τις κατηγορίες μέχρι που ανακοίνωση του ίδιου πανεπιστημίου στο οποίο εκπόνησε την διατριβή του (με θέμα την συγκριτική ανάλυση της εξέλιξης του συνταγματικού δικαίου μεταξύ ΗΠΑ και ευρωπαϊκών χωρών) εξέδωσε ανακοίνωση όπου τον κατηγορούσε για «εκτεταμένη παραβίαση των ακαδημαϊκών τύπων και σκόπιμη αντιγραφή». Η παραίτησή του τον Μάρτιο του 2011 σηματοδότησε την γρήγορη δύση του πολιτικού του άστρου.

Ό,τι κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στο βασίλειο του Τέταρτου Ράιχ φάνηκε επίσης και πρόσφατα με αφορμή τις αποκαλύψεις για την ανεμπόδιστη και δολοφονική δράση νεο-ναζιστικών συμμοριών. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί το γεγονός ότι οι επιθέσεις τους δεν αφορούσαν μόνο έγχρωμους (απέναντι στους οποίους τι πιο φυσιολογικό από το να αδιαφορούσε η γερμανική αστυνομία;) αλλά και στελέχη του κοινοβουλευτικού κόμματος Αριστερά. Οι επιθέσεις αφορούν σπάσιμο τζαμιών, καταστροφή στα φρένα αυτοκινήτων στελεχών και βουλευτών της Αριστεράς, ακόμη και συνεχείς επιθέσεις απέναντι στον επικεφαλής του κόμματος, Γκρέγκορι Γκίζι που διατηρεί το γραφείο του σε μια συνοικία η οποία έχει εξελιχθεί σε προπύργιο της Άκρας Δεξιάς κι ο ίδιος δηλώνει πως δεν θα τους κάνει τη χάρη να φύγει από κει. Το συμπέρασμα ωστόσο είναι πασιφανές: Η γερμανική αστυνομία και η ειδική υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος που κατά τ’ άλλα «τα πάντα θωρεί» αποδεικνύεται κατ’ επανάληψη απρόθυμη (και όχι ανίκανη) να προστατεύσει τα στελέχη ενός κοινοβουλευτικού κόμματος από την δράση εγκληματικών συμμοριών της Άκρας Δεξιάς. Κατά συνέπεια τα συνταγματικά πραξικοπήματα της Μέρκελ στο εξωτερικό συνοδεύονται από μια βαθιά πολιτική οπισθοδρόμηση στο εσωτερικό, όπου οι ακροδεξιές συμμορίες με την ανοχή του κράτους λιντσάρουν στελέχη της Αριστεράς.

Πέρα από το πολιτικό σύστημα σοβαρά εκτεθειμένες είναι και οι κορυφαίες επιχειρήσεις της Γερμανίας. Οι δεκάδες έρευνες και τα πρόστιμα εκατοντάδων εκατομμυρίων που τους έχουν επιβληθεί παγκοσμίως δείχνουν ότι πίσω από την διείσδυσή τους και στις πιο απομακρυσμένες χώρες του πλανήτη δεν βρίσκεται το τεχνολογικό προβάδισμά τους ή δεν βρίσκεται μόνο αυτό. Βρίσκεται ταυτόχρονα και ένα πάρτι διαφθοράς και δωροδοκίας χωρίς τέλος το οποίο η προτεσταντική και πουριτανική Γερμανία χειρίζεται με εκπληκτική επιδεξιότητα. Ενδεικτικά, κι εδώ, για το τι συμβαίνει σε όλη την κλίμακα της «πειθαρχημένης Γερμανίας που λειτουργεί με σαφείς και απαραβίαστους κανόνες» όπως θέλει ο μύθο είναι τα όσα έχουν επίσημα αποκαλυφθεί για τρεις από τις μεγαλύτερες, αν όχι τις μεγαλύτερες πολυεθνικές επιχειρήσεις της, που καλύπτουν όλη την σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας: αυτοκινητοβιομηχανία, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός και χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Άλλοθι επομένως του τύπου «οι δουλειές σε αυτό τον κλάδο έτσι γίνονται» δεν ισχύει. Μάλλον ισχύει «οι δουλειές της Γερμανίας έτσι γίνονται» ή γενικότερα «οι δουλειές έτσι γίνονται». Η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler Benz αναγκάστηκε τον Απρίλιο του 2010 από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να πληρώσει πρόστιμο ύψους 185 εκ. ευρώ κατηγορούμενη για δωροδοκία. Στο στόχαστρο των αρχών μάλιστα βρέθηκαν ύποπτες πληρωμές σε 22 χώρες του πλανήτη! Η Siemens αναγκάστηκε να πληρώσει 800 εκ. ευρώ στην ίδια αρχή για να τερματιστεί η έρευνα που ήταν σε εξέλιξη και αφορούσε κρούσματα χρηματισμού. Η τράπεζα Deutsche Bank, του «πολύ» κυρίου Γιόζεφ Άκερμαν, αναγκάστηκε να πληρώσει στις αμερικανικές αρχές 554 εκ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2010 επειδή βρέθηκε ένοχη για την διευκόλυνση ζάπλουτων Αμερικανών να φοροδιαφύγουν. Με την πολύτιμη βοήθεια της Deutsche Bank επιχειρήθηκε η απόκρυψη από τις φορολογικές αρχές εισοδημάτων ύψους 5,9 δισ. δολ.! Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτοί που έχουν ανάγει σε επάγγελμα τη φοροδιαφυγή έχουν το θράσος να μας κατηγορούν ότι δεν πληρώνουμε φόρους…

Σε κάθε περίπτωση η Γερμανία των διεφθαρμένων πολιτικών, μιας αστυνομίας που εκτρέφει συστηματικά το αβγό του φιδιού και των πολυεθνικών της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή και δεν έχει κανένα ηθικό πλεονέκτημα να υπαγορεύει κανόνες οικονομικής και πολιτικής συμπεριφοράς σε άλλα κράτη.

Το Βερολίνο οξύνει την κρίση στην ΕΕ (Πριν, 24 Δεκέμβρη 0210)

Γερμανία: «Γιατί μας μισούν;»

ΟΡΓΗ ΚΑΤΑ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ

Πριν εννιά χρόνια ακριβώς ήταν οι Αμερικάνοι που αναρωτιόνταν «γιατί μας μισούν», υποκρινόμενοι ότι δεν ξέρουν τίποτε. Τώρα με το ίδιο ακριβώς ύφος είναι η Γερμανία που απορεί και εξίσταται. Το ερώτημα μάλιστα τέθηκε ορθά κοφτά, με μια ασυνήθιστη ωμότητα ακόμη και για τους Γερμανούς, στο περιοδικό Σπίγκελ την προηγούμενη εβδομάδα. Συγκεκριμένα την Δευτέρα, όταν είχαν ήδη γίνει γνωστά τα αποτελέσματα της διήμερης συνόδου κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες, με τα οποία θα ασχοληθούμε παρακάτω. Το γερμανικό περιοδικό κατέγραφε τις αντιδράσεις από την μια γωνιά της Ευρώπης ως την άλλη, επιλέγοντας καθόλου τυχαία στην Ελλάδα να αφιερώσει μόνο λίγες λέξεις. Όσες για την ακρίβεια απαιτούνται να περιγραφεί στην γλώσσα τους το κάψιμο της γερμανικής σημαίας… Δεν είναι όμως μόνο η Ελλάδα. Η ίδια εχθρότητα απέναντι στο Τέταρτο Ράιχ διαπιστώνεται στην Ισπανία, την Ιταλία και όλες τις άλλες χώρες που δοκιμάστηκαν από την κρίση του ευρώ. Με σκεπτικισμό δε αντιμετωπίζεται από το Βερολίνο και ο όψιμος φιλο-γερμανισμός της Γαλλίας στο βαθμό που ο ζήλος του Σαρκοζύ να προσυπογράφει κάθε απόφαση της Γερμανίας δεν γίνεται εύκολα δεκτός στο εσωτερικό της χώρας του, καθώς δε θεωρείται καθόλου επωφελής για τα συμφέροντα της Γαλλίας. «Αν μιλούσαμε για γερμανο-γαλλικό δίδυμο ποδήλατο είναι περισσότερο από εμφανές ότι οι Γερμανοί κρατούν το τιμόνι και οι Γάλλοι κάνουν το πετάλι», έγραφε πολύ χαρακτηριστικά το πολιτικό περιοδικό Μαριάν, λοιδορώντας την εικόνα μιας ισότιμης γαλλογερμανικής συμμαχίας που προβάλλει ο Σαρκοζύ όταν για παράδειγμα μιλάει για «ευρωπαϊκό G2». Η καθολική αμφισβήτηση του ρόλου της Γερμανίας έχει γίνει αντιληπτή ακόμη και στον στενό πυρήνα του κράτους όπως μαρτυρά έκθεση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, που χρονολογείται μάλιστα από τον Ιούλη του 2009, στην οποία αναφέρεται ότι «για μια ακόμη φορά η εικόνα της Γερμανίας έχει επιδεινωθεί σοβαρά σε ορισμένα κράτη – μέλη της ΕΕ, ως αποτέλεσμα των θέσεών της για την υπέρβαση της κρίσης του ευρώ». Αυτό που κατά βάθος συνέβη τον τελευταίο χρόνο ότι έπεσαν οι μάσκες. Η Γερμανία δεν βρίσκεται στην δεκαετία του ’50, όταν έπρεπε να αποδείξει ότι δεν αποτελεί ένα κακοήθες μελάνωμα και μια διαρκή εστία κινδύνων για την ειρήνη στην Ευρώπη, λόγω των ιμπεριαλιστικών της σχεδίων. Η επέκταση του γερμανικού κεφαλαίου όλες αυτές τις δεκαετίες και οι αντιθέσεις που δημιούργησε, μεγαλώνοντας την απόσταση μεταξύ της Γερμανίας και όλων των υπόλοιπων χωρών, έχουν δημιουργήσει ξανά τις αντικειμενικές προϋποθέσεις ώστε το Βερολίνο να υποστηρίζει χωρίς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις το ιδιοτελές κρατικό του συμφέρον, ερχόμενο σε ευθεία σύγκρουση με τους αποκαλούμενους συμμάχους του και επίσης διαψεύδοντας οικτρά τους λεγόμενους ευρωπαϊστές που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρχει μια ενιαία Ευρώπη με την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποτελεί σπίτι των λαών…

  • Έκλεισε τη συζήτηση για έκδοση ευρω-ομολόγου το Βερολίνο, αρνούμενο να επωμιστεί μέρος του κόστους δανεισμού των περιφερειακών χωρών. Στην τελευταία σύνοδο κορυφής της ΕΕ επίσης συμφωνήθηκε η τροποποίηση της Συμφωνίας της Λισσαβόνας, με τέτοιο τρόπο όμως ώστε να μην χρειαστεί νέο δημοψήφισμα, και η ενεργοποίηση της ρήτρας χρεοκοπίας στα ομόλογα. Πρόκειται για αποφάσεις που ρίχνουν λάδι στη φωτιά της κρίσης.
  • Έτος σταθμός θα είναι το 2011 για την ΕΕ καθώς αυξάνονται κατακόρυφα οι αβεβαιότητες

Οι αποφάσεις που λήφθηκαν στη σύνοδο κορυφής των 27 ευρωπαίων ηγετών στις 16-17 Δεκέμβρη αποτελούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της αυξημένης γερμανικής επιθετικότητας. Το κλίμα είχε οξυνθεί πριν καν προσέλθουν στη σύνοδο οι 27 ηγέτες, με αφορμή την αντιπαράθεση για την έκδοση ευρω-ομολόγου, όταν η απόρριψη του αιτήματος από τη Γερμανία οδήγησε τον Καρλ Γιούνκερ πρόεδρο του συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης να κατηγορήσει την Γερμανία για αντι-ευρωπαϊκή στάση. Κατηγορία αρκετά βαριά για το σαβουάρ βιβρ των Βρυξελλών χωρίς ωστόσο να κάνει το αφτί των Γερμανών να ιδρώσει. Το θέμα του ευρω-ομολόγου ωστόσο αξίζει μιας παρένθεσης. Το συγκεκριμένο αίτημα νομιμοποιείται ως ένας τρόπος για να επιστρέψει η Γερμανία μέρος των όσων έχει βίαια αν και νομότυπα αποσπάσει από τις περιφερειακές χώρες στο πλαίσιο της ετεροβαρούς σχέσης που διέπει όλες τις ανταλλαγές στο εσωτερικό της ευρωζώνης και της ΕΕ. Το ευρω-ομόλογο δηλαδή θα μπορούσε να έπαιζε τον ρόλο των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων ή των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης τις δεκαετίες του ’80 ή του ’90: Ένα είδος αντισταθμιστικών οφειλών για τις μόνιμες και μη επιστρεπτές βλάβες που προκαλούν στον παραγωγικό ιστό, το εμπορικό ισοζύγιο, την απασχόληση και την μακροχρόνια υπόσταση του ελληνικού εν προκειμένω καπιταλισμού στον διεθνή καταμερισμό – όπως μόλις πέρυσι έγινε αντιληπτό, σε όλο του το μεγαλείο – ξέροντας σε κάθε περίπτωση ότι αυτές οι αποζημιώσεις δεν κάνουν τίποτε παραπάνω από το να απαλύνουν τον πόνο της ΕΕ. Αν κάτι δηλαδή προηγείται του αιτήματος έκδοσης ευρω-ομολόγου είναι μια παραδοχή ότι το Τέταρτο Ράιχ έχει την ηθική υποχρέωση να επωμιστεί βάρος από το κόστος δανεισμού των περιφερειακών χωρών λόγω του ότι έχει ευθύνη για την δραματική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών τους, λόγω των βαθιά ανταγωνιστικών σχέσεων εκμετάλλευσης. Αυτό όμως που προκαλεί απορία είναι η διατύπωση του αιτήματος και μάλιστα με μαχητικό τρόπο, όταν η ΕΕ εκλαμβάνεται ως «το σπίτι των λαών», όταν δηλαδή καμία υποκείμενη άνιση σχέση δεν διαπιστώνεται μεταξύ της Γερμανίας και των χωρών της περιφέρειας που τώρα στενάζουν από τη δημοσιονομική κρίση. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο που έχει υιοθετηθεί αυτούσια η ιδεολογική ερμηνεία της Γερμανίας, σε ποια βάση στηρίζεται το αίτημα του ευρω-ομολόγου; Πως αντικρούεται όχι μόνο από τον εκπρόσωπο της ολιγαρχίας Γ. Στουρνάρα αλλά ακόμη και από εκπροσώπους του ΣΥΝ το αντεπιχείρημα της Γερμανίας που θέτει το ερώτημα, «γιατί να πληρώσουν οι γερμανοί φορολογούμενοι την δική σας κραιπάλη;». Προφανώς δεν απαντιέται, όσες ιδεολογικές ακροβασίες κι αν επιχειρηθούν, μένοντας έτσι σε ένα επίπεδο ρητορείας ή παράκλησης που δεν αμφισβητεί ούτε αποκαλύπτει τις βαθύτερες αντινομίες της ΕΕ. Περνώντας στις αποφάσεις των 27 ηγετών «εν συντομία στη σύνοδο κορυφής δεν λύθηκε τίποτε», για να μεταφέρουμε την διαπίστωση του γερμανικού περιοδικού Σπίγκελ. Αποφάσεις ωστόσο λήφθηκαν και αφορούσαν επτά θέματα. Αρχικά, την δημιουργία ενός νέου μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων που θα αντικαταστήσει τον υπάρχον, ο οποίος δημιουργήθηκε τον Μάη του 2013. Στο πλαίσιο δημιουργίας του προβλέπεται το δικαίωμα βέτο μιας χώρας μέλους στις αποφάσεις του μηχανισμού, έτσι ώστε καμιά απόφαση να μην μπορεί να ληφθεί ερήμην της Γερμανίας. Τυχαία άραγε η Μέρκελ δήλωσε με τη λήξη των εργασιών πως «ήταν μια καλή μέρα για την Ευρώπη»; Επίσης, τρίτο, προβλέπεται η συμμετοχή ιδιωτών. Με άλλα λόγια πιστωτικά ιδρύματα και θεσμικοί επενδυτές θα επωμίζονται ένα εκ των προτέρων γνωστό μέρος του κόστους από ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» των ομολόγων. Εξέλιξη που όχι μόνο θα εκτινάξει το κόστος δανεισμού των περιφερειακών χωρών, εξαλείφοντας το μοναδικό όφελος από την ένταξη στην ευρωζώνη, αλλά δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο και νέους κινδύνους για τα κυριαρχικά δικαιώματα μιας χώρας από τη στιγμή που στο εξής θεσμοθετούνται και αναγνωρίζονται τα συμφέροντα των πιστωτών. Με την τέταρτη απόφαση που έλαβαν οι 27 ηγέτες της ΕΕ παραπέμπουν στην επόμενη σύνοδο κορυφής του Μαρτίου τις συγκεκριμένες αποφάσεις για τον καθορισμό του επακριβούς πλαισίου υπό το οποίο θα λειτουργεί ο νέος μηχανισμός. Πέμπτο, οι αποφάσεις μετά βεβαιότητας πλέον αν και συνιστούν μεταβολή της Συνθήκης της Λισσαβόνας δεν πρόκειται να τεθούν στην κρίση των ευρωπαίων πολιτών. Ο λόγος είναι προφανής: την τελευταία φορά που οι ευρωπαίοι ηγέτες τόλμησαν να απευθυνθούν στους λαούς τους πήρε δέκα χρόνια μέχρι να ενσωματώσουν την συνθήκη στην λειτουργία της ΕΕ λόγω των αρνητικών αποτελεσμάτων των δημοψηφισμάτων. Εύκολα φαντάζεται τώρα κανείς τι μαύρο θα έτρωγαν οι προτάσεις της Μέρκελ στην περίπτωση που έμπαιναν στην κρίση των Ελλήνων, των Ισπανών, των Πορτογάλων και των Ιρλανδών. Γι’ αυτό το λόγο κατέφυγαν στο συνταγματικό πραξικόπημα. Το έκτο μέτρο που αποφάσισαν οι ευρωπαίοι ηγέτες φορά την απόρριψη των επίμονων προτάσεων αύξησης του κεφαλαίου ύψους 440 δισ. ευρώ με το οποίο είναι προικισμένο το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που ιδρύθηκε τον Μάη και έβδομο, την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που από 5,76 δισ. ευρώ θα φτάσει τα 10,76 δισ. Πρόκειται για την πρώτη αύξηση που αποφασίζεται στα 12 χρόνια που κυκλοφορεί το ευρώ και θα καλυφθεί κυρίως από τα κέρδη της και κατά το υπόλοιπο μεγαλύτερο μέρος της από την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΚΤ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επιβλήθηκε λόγω δύο αναγκών. Πρώτο, ως μια εκ των υστέρων εργασία επιδιόρθωσης των ζημιών που προκλήθηκαν τον προηγούμενο χρόνο και ειδικότερα της αγοράς κρατικών ομολόγων από την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία ύψους 72 δισ. ευρώ. Κατά δεύτερο, αποτελεί το «ζέσταμα», την αναγκαία προετοιμασία για την υποδοχή των αναταράξεων που έρχονται το επόμενο δωδεκάμηνο, οι οποίες θα είναι σεισμικές. Υπολογίζεται ότι οι χώρες και οι τράπεζες της ευρωζώνης αναμένεται να αντλήσουν 2 τρισ. δολ. για να καλύψουν τις δανειακές τους ανάγκες τον επόμενο χρόνο. Μόνο τον Ιανουάριο, τα κράτη μέλη της ευρωζώνης αναμένεται να «βγουν στη γύρα» για 80 δισ. ευρώ, το διπλάσιο από το ποσό που φυσιολογικά ζητιέται κάθε τέτοιο μήνα, ίσο με το 10% των ετήσιων αναγκών τους. Το περιβάλλον δε υπό το οποίο καλούνται να λειτουργήσουν είναι από ασταθές μέχρι εχθρικό. Προς επίρρωση η προειδοποίηση της Moody’s ότι θα κόψει στους επόμενους τρεις μήνες την βαθμολογία της Πορτογαλίας κατά 1 ή 2 βαθμούς και επίσης της Ισπανίας λόγω του ότι έχει να δανειστεί τον επόμενο χρόνο (κρατηθείτε…) τουλάχιστον 300 δισ. ευρώ. Ακόμη η ίδια απειλή που διατυπώθηκε από την Fitch για την Ελλάδα κι η οποία μέχρι στιγμής έχει την χαμηλότερη αξιολόγηση στην ευρωζώνη (ΒΒΒ-) και τέλος η υποβάθμιση της Ιρλανδίας κατά 5 βαθμούς από την Moody’s, αφού πρώτα εντάχθηκε στο σφαγείο του «μηχανισμού διάσωσης». Ανησυχία ωστόσο προκαλεί το γεγονός ότι δεν είναι μόνο τα ομόλογα των περιφερειακών χωρών που δυσκολεύονται να βρουν αγοραστές. Το ίδιο συμβαίνει με τα ομόλογα των ΗΠΑ (με τις αποδόσεις των 10ετών τους να αγγίζουν ρεκόρ 6μηνου στο 3,5%) και της Γερμανίας (που έφθασαν το 3%, για πρώτη φορά από τον Μάη). Ανεξάρτητα από τις ερμηνείες που δίνονται γι’ αυτή την άνοδο η πραγματικότητα είναι ότι συντελείται στο έδαφος μιας πρωτόγνωρης έκρηξης του δημόσιου χρέους. «Οι κυβερνήσεις των πλούσιων κρατών του κόσμου είναι πολύ πιο υπερχρεωμένες σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν τους και με τις ταχέως αναπτυσσόμενες αναδυόμενες οικονομίες. Το μέσο όρο του δημόσιου χρέους των πλούσιων χωρών κυμαίνεται στο 70% του ΑΕΠ, κατά 50% υψηλότερο απ’ ότι ήταν το 2007 και 2 φορές υψηλότερο σε σχέση με το μέσο χρέος των αναδυόμενων οικονομιών. Αυτό δε συνέβη σε μια περίοδο που οι προοπτικές μεγέθυνσης των πλούσιων χωρών επιδεινώνονται», υπογραμμίζεται σε σημείωμα της σύνταξης του βρετανικού Εκόνομιστ στο τρέχον χριστουγεννιάτικο τεύχος. Το σημείωμα μάλιστα που έχει τίτλο «Παρατηρήστε το 2011, τη χρονιά των σοκ δημοσίου χρέους» κλείνει λέγοντας ότι «το 2011 θα είναι μάλλον ένας χρόνος περισσότερων και μεγαλύτερων σοκ δημοσίου χρέους». Το επίκεντρο των σεισμικών δονήσεων θα είναι για μια ακόμη χρονιά οι ιδιωτικές τράπεζες, καθώς ακόμη δεν έχει απαντηθεί το ερώτημα σχετικά με την πηγή από την οποία θα αντληθούν τα κεφάλαια που απαιτούνται για την εξυγίανσή τους. Η σύνοδος κορυφής της ΕΕ, όπου ανεξαρτήτως της ερώτησης η μόνιμη απάντηση είναι “περισσότερες δομικές μεταρρυθμίσεις και αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία”, δεν έλυσε το πρόβλημα. Πλάι δε στα παραπάνω προβλήματα (χρηματοδότηση δημόσιων αναγκών, εξυγίανση τραπεζών) ορθώνονται διαρκώς και άλλα. Ενδεικτικό είναι το πρόβλημα της χρηματοδότησης των δανειακών αναγκών των τραπεζών ύψους 500 δισ. δολαρίων τα οποία πρέπει να βρεθούν από τις αγορές, ενώ, σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς της προηγούμενης Δευτέρας «στρατηγικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι μια νέα κρίση θα μπορούσε να ξεσπάσει τον επόμενο χρόνο λόγω αυτού του χρηματοδοτικού κενού».

 Το παράδειγμα της Ισλανδίας κι η «παγίδα του ευρώ»

ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ Η ΠΑΥΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩ

Ως απόρροια των παραπάνω φαίνεται ότι τα εξοντωτικά προγράμματα λιτότητας δεν έχουν απομακρύνει τον κίνδυνο εμβάθυνσης της κρίσης στην ΕΕ. Έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο. Η ανεπιφύλακτη υιοθέτηση της ανερχόμενης «συναίνεσης των Βρυξελλών» ή «συναίνεσης της Ουάσινγκτον v. 2», δηλαδή “σταθερότητα στις τιμές και τα δημόσια οικονομικά – ελαστικότητα στις εργασιακές σχέσεις”, έχει μετατρέψει το έδαφος της καπιταλιστικής οικονομίας σε κινούμενη άμμο και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων σε κόλαση. Μπορούσε να γίνει διαφορετικά; «Η ανάρρωση της Ισλανδίας φαίνεται να προσφέρει δύο μεγάλα μαθήματα για την Ιρλανδία και τις άλλες προβληματικές χώρες της ευρωζώνης. Το πρώτο είναι πως το επιπλέον κόστος που καλείται να πληρώσει μια χώρα αν δεν συμπαρασταθεί στις τράπεζες της μπορεί να είναι εκπληκτικά μικρό. Ένα δεύτερο μάθημα είναι ότι τα οφέλη μιας μικρής χώρας από τη συμμετοχή της σε μια μεγάλη νομισματική ένωση δεν είναι όλα όσα υποτίθεται πως θα ήταν. Όταν πανικόβλητοι επενδυτές έφευγαν τρέχοντας από τις μικρές χώρες το φθινόπωρο του 2008, το ευρώ φαινόταν παράδεισος. Υπήρχε πολύ συζήτηση στην Ισλανδία για την επίσπευση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ, τουλάχιστον στην ευρωζώνη. Δύο χρόνια μετά το ευρώ μοιάζει περισσότερο με παγίδα για τις χώρες που μάχονται να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών τους. Η Ελλάδα και η Ιρλανδία έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών, παρότι αμφότερες εκδίδουν ομόλογα σε ευρώ. Οι ψηφοφόροι της Ισλανδίας είναι πιο σκεπτικοί για τη συμμετοχή στην ΕΕ και το ευρώ». Τάδε έφη ο βρετανικός Εκόνομιστ σε άρθρο του για τη Ισλανδία στο τεύχος που προαναφέραμε, όπου από τους τίτλους ακόμη τονίζει: «Η Ισλανδία ήταν αυστηρή με τους πιστωτές και ευγενική με τον εαυτό της. Η Ιρλανδία μπορεί να εύχεται να είχε κάνει το ίδιο», συμπλήρωνε με νόημα… Και φυσικά όχι μόνο η Ισλανδία που βλέπει τώρα το ΑΕΠ της να αυξάνεται και τα επιτόκια δανεισμού της να πέφτουν παρασύροντας τον πληθωρισμό και την ανεργία. Το ίδιο θα μπορούσε να είχε κάνει και η Ελλάδα: Έξοδο από το ευρώ και παύση πληρωμών σε συνδυασμό με μια σειρά άλλων υποστηρικτικών μέτρων όπως η εθνικοποίηση τραπεζών και η επιβολή φραγμών στην κίνηση κεφαλαίων, ως αναγκαίων όρων για την ανάκαμψη της οικονομίας και την υλοποίηση αναδιανεμητικών πολιτικών προς όφελος των εργαζομένων.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Νομισματικός πόλεμος

ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Η (δυσάρεστη) πραγματικότητα ωστόσο είναι ότι η δυνατότητα εξαγγελίας παύσης πληρωμών δεν έχει την ίδια δύναμη στο πέρασμα του χρόνου. Όσο δηλαδή εφαρμόζεται το Μνημόνιο (στόχος του οποίου ήταν να δώσει τον απαραίτητο χρόνο στις ξένες τράπεζες να ξεφορτωθούν τα ελληνικά “χαρτιά”) τόσο μειώνεται ο βαθμός έκθεσης των ξένων τραπεζών στο ελληνικό χρέος, με αποτέλεσμα να περιορίζονται αναλόγως και οι ενδεχόμενες απώλειές τους, ενώ ταυτόχρονα η αναπόφευκτη και επικείμενη αναδιάρθρωση του χρέους να έχει τις μικρότερες δυνατές για τις τράπεζες που όλα αυτά τα χρόνια επωφελήθηκαν τα μέγιστα από το δημόσιο χρέος. Την εκτίμηση αυτή επιβεβαίωσε και ανακοίνωση της Διεθνούς Τράπεζας Διακανονισμών που εδρεύει στη Βασιλεία της Ελβετίας, της μητέρας όλων των κεντρικών τραπεζών, προ δεκαπενθημέρου όπου τονίζεται πως η έκθεση των ξένων τραπεζών στο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας μέσα σε τρεις μόνο μήνες, από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο του 2010, μειώθηκε κατά 44 δισ. δολ. ή 14%. «Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στον ξένο τραπεζικό δανεισμό προς την ελληνική κυβέρνηση όπως και τις ελληνικές τράπεζες» αναφέρεται, που έφθασε τα 27 δισ. Πρωταγωνιστές δε της μεγάλης φυγής ήταν οι γαλλικές τράπεζες που μείωσαν την έκθεσή τους κατά 7,7 δισ., χωρίς να είναι κι οι μοναδικές. Ακολουθούν οι αμερικανικές που ξεφορτώθηκαν ομόλογα ύψους 5,4 δισ., οι γερμανικές (3,5 δισ.) και οι ιαπωνικές (3,2 δισ.). Επιβεβαιώνεται έτσι ότι ο μεγάλος κερδισμένος της συντριβής των εργατικών δικαιωμάτων και του καθεστώτος κατοχής ήταν οι ξένες τράπεζες! Γι’ αυτές δουλεύουν οι ΠΑΣΟΚοι νυχθημερόν και μαζί φυσικά για την αστική τάξη που μπορεί με το νόμο πλέον να επιβάλει μισθούς εξαθλίωσης. Η ανάγκη εξαγγελίας παύσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ όσο το δυνατό νωρίτερα υπογραμμίζεται επίσης από τον επερχόμενο «νομισματικό πόλεμο» ο οποίος πυροδοτήθηκε από την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να τυπώσει 600 δισ. για να αγοράσει κρατικά της ομόλογα. Ανεπιθύμητο προϊόν αυτής της κίνησης αποτέλεσε η αύξηση του πληθωρισμού και της εισροής κερδοσκοπικών κεφαλαίων σε χώρες όπως η Βραζιλία, που με τη σειρά τους οδήγησαν σε άνοδο των επιτοκίων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας (πλήττοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή) και στην επιβολή φραγμών στην κίνηση κεφαλαίων υπό την μορφή φόρων, που έφθασαν στο 6% από 0,38%! Ποιος μπορεί επομένως να ισχυριστεί ότι οι φραγμοί στην κίνηση κεφαλαίων αποτελούν απαρχαιωμένο εργαλείο; Παρότι δε οι διαφορετικές ποσότητες κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας είναι που αποφασίζουν πρωτογενώς για τις αποκλίσεις στις διεθνείς τιμές μεταξύ εμπορευμάτων διαφορετικών κρατών, η αναβαθμισμένη σημασία των συναλλαγματικών ισοτιμιών στις μέρες μας θέτει με μεγαλύτερη έμφαση το θέμα της νομισματικής πολιτικής. Πού δηλαδή αυτή θα χαράσσεται (στην Αθήνα και με ανοιχτή τη δυνατότητα επίδρασης της ταξικής πάλης ή στις Βρυξέλλες) και με βάση ποιας κοινωνικής τάξης τα συμφέροντα. Αίτημα αιχμής σε αυτή την μακρόχρονη πάλη η οποία ξεκίνησε τον χρόνο που φεύγει αναδεικνύεται ο Λογιστικός Έλεγχος του δημόσιου χρέους, μέσω της συγκρότησης ανεξάρτητης Επιτροπής, με αρμοδιότητα να φθάσει στα άδυτα των αδύτων. Αίτημα που τέθηκε με σαφήνεια από την ανεξάρτητη βουλευτή, Σοφία Σακοράφα, μιλώντας στη Βουλή για τον κρατικό προϋπολογισμό. Το βάθος στο οποίο θα φθάσει η διαδικασία του Λογιστικού Ελέγχου και η έκταση των κοινωνικών μεταβολών που θα απελευθερώσει θα είναι αποτέλεσμα του κοινωνικού ριζοσπαστισμού που θα το συνοδεύσει, της αποφασιστικότητας με την οποία θα το στηρίξουν εργατικές οργανώσεις και σωματεία, αυτοί δηλαδή που έχουν το μεγαλύτερο συμφέρον από την παύση πληρωμών.

Η Γερμανία ξαναγράφει τους κανόνες της ευρωζώνης (Πριν, 12 Σεπτέμβρη 2010)

Αποφασισμένη να αναθεωρήσει τους όρους συμμετοχής στην ευρωζώνη, στην κατεύθυνση περαιτέρω αυστηροποίησης του πλαισίου, εμφανίζεται για μια ακόμη φορά η Γερμανία. Οι προθέσεις του Τέταρτου Ράιχ κατέστησαν σαφείς στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες.

Εκεί, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, κατέθεσε εκ νέου και επιχειρηματολόγησε υπέρ των προτάσεων που είχε θέσει ξανά τον Μάιο η Γερμανία σχετικά με τις χώρες που εμφανίζουν δημοσιονομικό έλλειμμα μεγαλύτερο του 3%. Συγκεκριμένα, ζήτησε την αναστολή των χρηματοδοτήσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία και του δικαιώματος ψήφου που διαθέτουν στα διάφορα σώματα αποφάσεων. Οι γερμανικές θέσεις τονίσθηκαν επίσης και λίγες μέρες νωρίτερα, την 1η Σεπτέμβρη, από το Βερολίνο, με αφορμή την επίσκεψη στη γερμανική πρωτεύουσα της φινλανδής πρωθυπουργού. Κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων που ακολούθησαν τη συνάντηση, η Άνγκελα Μέρκελ υπογράμμισε την ανάγκη λήψης μέτρων για όσα κράτη παραβιάζουν τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας. Το θέμα θα τεθεί ξανά από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βαν Ρομπέι, στη Σύνοδο Κορυφής που θα γίνει την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, ενώ οι οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν στις 29 Σεπτέμβρη.

Απέναντι στις γερμανικές προτάσεις καταγράφηκαν μόνο δύο διαφοροποιήσεις. Η πρώτη από την Ισπανία, που μέσω της υπουργού Οικονομικών της Έλενα Σαλγάδο, απέρριψε τις νέες προτάσεις υποστηρίζοντας ότι στο Σύμφωνο Σταθερότητας υπάρχουν ποινές για τις χώρες με υψηλά ελλείμματα, οι οποίες πρέπει να εφαρμοστούν κι όχι να θεσμοθετηθούν νέες. Η δεύτερη αντίρρηση κατατέθηκε από την γαλλίδα υπουργό Οικονομικών, Κριστίν Λαγκάρ, η οποία ζήτησε η ποινή για κάθε χώρα να συζητιέται και να ψηφίζεται κατά περίπτωση, απορρίπτοντας με αυτό τον τρόπο ένα «ημι-αυτόματο» σύστημα κυρώσεων που εισηγήθηκε το Βερολίνο, βάση του οποίου οι ποινές θα επιβάλλονται χωρίς καμία συζήτηση! «Είναι σαν τους ποδοσφαιρικούς αγώνες», δήλωσε ο επίτροπος Όλι Ρεν, μιλώντας σε δημοσιογράφους. «Το σύστημα δεν θα αποδώσει αν κάθε φορά που οι παίκτες κάνουν ένα φάουλ, αρχίσουν να συζητούν και να αντιμάχονται για τους κανόνες του παιχνιδιού με τον διαιτητή».

Οι κανόνες του παιχνιδιού όμως αλλάζουν εκ βάθρων! Οι προτάσεις της Γερμανίας συνιστούν ένα τόσο ριζικά διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας της ευρωζώνης που κανονικά θα έπρεπε να τεθεί στην κρίση των ευρωπαίων πολιτών. Όπως συνέβη με την περιβόητη συνταγματική συνθήκη. Παρόλα αυτά το επιβάλλουν δια της πλαγίας οδού, γιατί γνωρίζουν ότι αν τεθεί σε ψηφοφορία θα αποδοκιμαστεί από τη συντριπτική πλειοψηφία. Μόνο οι γερμανοί τραπεζίτες θα το ψηφίσουν και κάτι τοπικοί τους αντιπρόσωποι, όπως ο Παπανδρέου και ο Παπακωνσταντίνου. Το σημαντικότερο όμως δεν είναι η δημοκρατική οπισθοδρόμηση που συνοδεύει τους νέους κανόνες του δημοσιονομικού παιχνιδιού. Το σημαντικότερο είναι πρώτο, ότι καθιερώνεται μια ευρωζώνη δύο ταχυτήτων με τα μικρότερα κράτη μέλη, που ξεχειλίζουν από δημοσιονομικές ανισορροπίες, να είναι συνεχώς στην κόψη του ξυραφιού της τιμωρίας και ενίοτε χωρίς δικαίωμα ψήφου. Η δεύτερη συνέπεια, άμεση συνέπεια της προηγούμενης θα είναι η επιβολή μιας εξοντωτικής λιτότητας δίχως τέλος, την οποία οι πολιτικές ηγεσίες θα δικαιολογούν επικαλούμενοι τον κίνδυνο επιβολής προστίμων. «Πεινάστε για να μην φάμε πρόστιμο», θα είναι το μότο των επόμενων χρόνων, με την πείνα να διαδέχεται τα πρόστιμα σε έναν φαύλο κύκλο φτώχειας των πολλών και ύφεσης της οικονομίας.

Με το νέο σύστημα, οι τεράστιες ευθύνες της Γερμανίας για την δημοσιονομική ανισορροπία των κρατών του νότου σχεδόν εξαφανίζονται και η κάθε μία από αυτές τις χώρες θα ενοχοποιείται, διαιωνίζοντας ένα σύστημα οικονομικής ολοκλήρωσης που θα παράγει στο διηνεκές ανισότητες και λιτότητα. Γιατί, οι αιτίες των χρόνιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και της εκτόξευσης του δημόσιου χρέους, εξαιρουμένων των συγκυριακών αιτιών που σχετίζονται με την τρέχουσα κρίση, βρίσκονται στην ίδια την ευρωζώνη. Επομένως η έξοδος από το ευρώ αποτελεί όρο εκ των ων ουκ άνευ για την άρση των δημοσιονομικών στρεβλώσεων. Τα δυσθεώρητα επιτόκια με τα οποία συνεχίζουν να δανείζονται μια σειρά χώρες ακόμη και τώρα, που έχουμε απομακρυνθεί από την κορύφωση της κρίσης, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Το σπρεντ των ελληνικών ομολόγων, για παράδειγμα, εκτινάχθηκε στις 957 μονάδες βάσης, μόλις 16 μονάδες χαμηλότερα από το ύψος ρεκόρ που έφθασε στις 7 Μαΐου. Το ίδιο συνέβη στην Ιρλανδία, όπου την προηγούμενη εβδομάδα το σπρεντ άγγιξε τις 380 μονάδες που αποτελεί ύψος ρεκόρ, και στην Πορτογαλία όπου έφθασε στις 355 μονάδες, πάλι επίπεδο ρεκόρ! Και αυτό παρά την πρωτοφανή λιτότητα και τις άγριες περικοπές. Ποια μεγαλύτερη απόδειξη χρειάζεται για να φανούν οι καταστρεπτικές συνέπειες της συμμετοχής στο ευρώ και την ΕΕ;