Δεν συμβαίνει συχνά, αλλά ορισμένες φορές οι κάλπες εκπέμπουν μηνύματα προς τις πιο διαφορετικές κατευθύνσεις. Αυτό συνέβη πολύ πρόσφατα στις κρατιδιακές εκλογές του Αμβούργου, στο γερμανικό βορρά, όπου τα αποτελέσματα όλων σχεδόν των κομμάτων ισοδυναμούσαν με μια ανατροπή.
Το πιο ευχάριστο αποτέλεσμα ήταν η συντριβή της γερμανικής Δεξιάς. Το CDU συγκέντρωσε ένα απίστευτα χαμηλό ποσοστό, μόλις το 11,2% των ψήφων, που ήταν το δεύτεροι χειρότερο αποτέλεσμα σε κρατιδιακό επίπεδο στην ιστορία του κόμματος. Η αλήθεια είναι πώς η πτώση των χριστιανοδημοκρατών ήταν αναμενόμενη, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό.
Το χαστούκι των γερμανών ψηφοφόρων απέναντι στους υποψηφίους της γερμανικής Δεξιάς ήταν η άμεση αντίδραση στα γεγονότα της Θουριγγίας. Μόλις στις αρχές Φεβρουαρίου στο γερμανικό αυτό κρατίδιο ο εκλεκτός των Ελεύθερων Δημοκρατών του FDP (ναι, του φιλελεύθερου κόμματος που ομνύει στην επιχειρηματικότητα, τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού και στην πρωθιέρειά τους την Μάργκαρετ Θάτσερ) εκλέχτηκε πρόεδρος με τις ψήφους των νεοναζί της Εναλλακτικής για τη Γερμανία. Η μεγαλύτερη ωστόσο κοινοβουλευτική ομάδα που σήκωσε το χεράκι της για να φορέσει το στέμμα του, ευτυχώς για λίγες ώρες, ήταν των Χριστιανοδημοκρατών, του κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ. Η εκλογή του προκάλεσε σοκ στην γερμανική κοινωνία. Χιλιάδες διαδηλωτές πολιόρκησαν τα γραφεία των νεοφιλελεύθερων που αποδείχτηκε ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συναγελάζονται με τα μιάσματα των νοσταλγών του Χίτλερ από το Βερολίνο και την Φρανκφούρτη μέχρι το Μόναχο και την Λειψία. Άμεση ήταν και η αντίδραση του γερμανικού πολιτικού συστήματος, με την Μέρκελ να χαρακτηρίζει το μαύρο μέτωπο νεοφιλελεύθερων – νεοναζί – Δεξιάς ως «κακή μέρα για την Δημοκρατία» και «ασυγχώρητη πράξη». Ενώ σε σύσκεψη που έγινε την αμέσως επόμενη μέρα μεταξύ των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού αποφασίστηκε να ξαναγίνουν εκλογές για να σβήσει μία και καλή από την πολιτική ιστορία της Γερμανίας η ψηφοφορία της Θουριγγίας, όπου να σημειωθεί ότι δεύτερη μεγάλη πόλη μετά την Ερφούρτη είναι η Βαϊμάρη. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο αποτέλεσε σημείο καμπής στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας, εκθέτοντας ανεπανόρθωτα όχι τόσο τους νεοφιλελεύθερους που είναι γνωστή η πολιτική συγγένειά τους με τους νεοφασίστες από τα χρόνια ακόμη του Πινοτσέτ, αλλά την mainstream Δεξιά που η ίδια έχει κάθε δικαίωμα να χαρακτηρίζει τους νοτιοευρωπαίους τεμπέληδες και χαραμοφάηδες διαχέοντας ρατσιστικό δηλητήριο σε όλη την Γερμανία, αλλά όχι να συγκυβερνάει με τους οπαδούς της φυλετικής καθαρότητας.
Η Δεξιά του Αμβούργου έπεσε θύμα κι άλλης μια κακής συγκυρίας – που μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί: Της δολοφονικής επίθεσης από έναν ακροδεξιό στις 19 Φεβρουαρίου στην πόλη της Χανάου, πλησίον της Φρανκφούρτης, που οδήγησε στον θάνατο 10 ανθρώπων. Η αντίδραση του γερμανικού Τύπου ήταν άμεση και αυστηρή. Το περιοδικό Spiegel χαρακτήρισε την ακροδεξιά τρομοκρατία σαν «αποτυχία της Γερμανίας» κι έγραφε δύο μέρες μετά την δολοφονική επίθεση: Η τρομοκρατική επίθεση στη Χανάου έχει για μια ακόμη φορά δείξει πόσο ανοχύρωτη είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Η μάχη ενάντια στον ακροδεξιό εξτρεμισμό και τον εθνικο-σοσιαλισμό θα όφειλε πραγματικά να είναι στο DNA της χώρας, λόγος ύπαρξής της. Αλλά δεν είναι, ούτε ποτέ ήταν. Στη Γερμανία μπορούν να συγχωρηθούν πολλά, αλλά δεν μπορεί να συγχωρηθεί η απάθεια στη μάχη απέναντι στους Νεοναζί και την ακροδεξιά βία».
Το κόμμα της Μέρκελ επομένως στο Αμβούργο πλήρωσε ανεξόφλητους λογαριασμούς των χριστιανοδημοκρατών από το ένα άκρο της Γερμανίας στο άλλο. Και μέσα με αυτούς φυσικά την κρίση διαδοχής που έχει παραλύσει το κόμμα μετά την παραίτηση της Άνεγκρετ Κραμπ – Καρενμπάουερ από την ηγεσία του κόμματος, που οδήγησε σε συνέδριο στις 25 Απριλίου ή 9 Μαΐου.
Από την άλλη δεν περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι οι φασίστες κατάφεραν και συγκέντρωσαν τον ίδιο αριθμό ψήφων, με τις προηγούμενες εκλογές. Η πτώση του ποσοστού τους οφείλεται στην αύξηση τη συμμετοχής στις εκλογές…
Συμβολικό ωστόσο ήταν το εκλογικό αποτέλεσμα και για τους σοσιαλδημοκράτες. Το SPD στο Αμβούργο κατέγραψε ένα από τα καλύτερα ποσοστά του, κερδίζοντας 39%. Πίσω από αυτή την επιτυχία βρίσκεται μια φιλολαϊκή πολιτική που έχει κατασκευάσει μαζικά νέες κατοικίες κι έχει επεκτείνει την μέριμνα και την κοινωνική πολιτική. Κορυφαία πολιτική κίνηση των Σοσιαλδημοκρατών ήταν η μάχη που έδωσαν μαζί με τους κατοίκους του πολυπληθούς κρατιδίου για την επαναδημοτικοποίηση του δικτύου ηλεκτροδότησης, ενάντια στην εταιρεία Vattenfall, μετά την αποτυχία της ιδιωτικοποίησης. Όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα της δεξιάς κι αντιλαϊκής πολιτικής που ακολουθεί η ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών σε κεντρικό επίπεδο.
Τέλος, το υψηλό ποσοστό που συγκέντρωσαν οι Πράσινοι κι έφτασε το 24% δείχνει ότι ολοένα και περισσότερο παύουν να λειτουργούν σαν ομάδα πίεσης κι αποτελούν σταθερά του πολιτικού συστήματος στη Γερμανία.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.