Κακός οιωνός για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ήταν το πολεμικό επεισόδιο που ξέσπασε στα σύνορα του Λιβάνου με το Ισραήλ την Τρίτη 3 Αυγούστου οδηγώντας στο θάνατο έναν ισραηλινό αντισυνταγματάρχη κι από τη μεριά του Λιβάνου δύο στρατιώτες κι ένα δημοσιογράφο. Η φονική ανταλλαγή πυρών που ξέσπασε με ευθύνη του Ισραήλ αποτέλεσε ένα ακόμη επεισόδιο σε μια μακρά αλυσίδα ανησυχητικών εξελίξεων που συμβαίνουν τις τελευταίες λίγες εβδομάδες τα οποία υπογραμμίζουν ότι μια νέα ανάφλεξη είναι προ των πυλών της Μέσης Ανατολής.
Το πυρ που διέταξαν οι λιβανέζικες ένοπλες δυνάμεις, με αφορμή την παραβίαση των συνόρων τους κατά την προσπάθεια των ισραηλινών να κόψουν κάποια δένδρα που περιόριζαν το οπτικό πεδίο στις κάμερες παρακολούθησης, αποτέλεσε κατ’ αρχήν έκπληξη. Όχι γιατί μια τέτοια απόφαση ήταν αδικαιολόγητη. Οι κυανόκρανοι του ΟΗΕ, που ερωτήθηκαν, απάντησαν στο Ισραήλ να περιμένει και να μην προχωρήσει στην κοπή των δένδρων που είχε ζητήσει σε ένα κατεχόμενο κομμάτι γης, το οποίο έχει αποσπάσει με τη βία από τον Λίβανο, σύμφωνα με δηλώσεις αξιωματούχων του ΟΗΕ. Ενώ, πριν εκτοξευθούν τα θανατηφόρα πυρά είχαν γίνει προειδοποιητικές βολές και οι σχετικές προειδοποιήσεις. Τα πυρά των λιβανέζων στρατιωτών επομένως ήταν δικαιολογημένα και δεν είναι καθόλου τυχαίο που η πολιτική ηγεσία επικρότησε τη στάση του στρατού. Πολύ ενδεικτικά ο πρόεδρος της χώρας, Μισέλ Σουλεϊμάν δήλωσε ότι έδωσε οδηγίες στους αξιωματικούς «να αντιμετωπίσουν κάθε παραβίαση των εδαφών του Λιβάνου ή εναντίον του λαού και του στρατού μας χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα μέσα και με οποιαδήποτε θυσίες χρειασθούν». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο πρωθυπουργός, Σάαντ Χαρίρι, που προχώρησε σε διεθνείς επαφές, σύμφωνα με την Wall Street Journal της επομένης, εξετάζοντας «τρόπους αντιμετώπισης της ισραηλινής επιθετικότητας».
Η έκπληξη προερχόταν από το γεγονός ότι για πρώτη φορά η υπόθεση της υπεράσπισης της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας του Λιβάνου γινόταν υπόθεση του εθνικού στρατού του! Από την αντίσταση ενάντια στην ισραηλινή κατοχή του νοτίου τμήματος της χώρας που έληξε νικηφόρα το 2000 με την ταπεινωτική αποχώρηση του ισραηλινού στρατού κατοχής, λόγω του τεράστιου κόστους που κατέβαλε, μέχρι τον πόλεμο των 34 ημερών το καλοκαίρι του 2006, η διαφύλαξη των συνόρων του Λιβάνου ανέκαθεν ήταν υπόθεση των σιιτών της Χεζμπολάχ και των συμμάχων της. Στον πόλεμο του 2006 ο εθνικός στρατός δεν είχε ρίξει ούτε μία σφαίρα!
Τώρα όμως οι όροι αντιστράφηκαν. Σε τέτοιο βαθμό ώστε κατά την προγραμματισμένη και επετειακή (με αφορμή την λήξη του πρόσφατου πολέμου) ομιλία του, που πραγματοποιήθηκε λίγες ώρες μετά το επεισόδιο στα σύνορα, ο ηγέτης της Χεζμπολάχ, σεΐχης Χασάν Νασράλα να δηλώσει ότι «η αντίσταση προστατεύει το στρατό κι ο στρατός την αντίσταση». Ο ηγέτης της Χεζμπολάχ δήλωσε επίσης ότι «οι άνδρες μας βρίσκονταν στο πεδίο της μάχης κατά μήκος των συνόρων αλλά είχαν διαταχθεί να δείξουν αυτοσυγκράτηση».
Μια πρώτη ερμηνεία για την προθυμία που έδειξε η πολιτική ελίτ του Λιβάνου να αναλάβει επιτέλους τις ευθύνες που της αναλογούν σχετίζεται με τον κίνδυνο που εκπροσωπεί η Χεζμπολάχ. Το συμπέρασμα από τον πόλεμο του 2006 και την αντίσταση στην κατοχή του νοτίου Λιβάνου είναι ότι η χώρα δεν πρόκειται να μείνει απροστάτευτη. Η Χεζμπολάχ κι άλλες ένοπλες σιτικές οργανώσεις έχουν τον εξοπλισμό και την εμπειρία να αποκρούσουν μια ισραηλινή επίθεση. Το αντίτιμο που πλήρωσε όμως το κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα του Λιβάνου ήταν η απογείωση του κύρους της σιιτικής οργάνωσης, που έπαψε να αποτελεί μια θρησκευτική σέχτα κι αίφνης μετατράπηκε σε δύναμη που εγγυάται την εδαφική κυριαρχία και την ενότητα της χώρας. Για να μην δει για άλλη μια φορά τα κύρος του να καταβυθίζεται επομένως προς όφελος της Χεζμπολάχ, ο πολιτικός κόσμος του Λιβάνου ανέλαβε να σηκώσει αυτή τη φορά το γάντι που πέταξαν οι Ισραηλινοί. Δεν είναι όμως μόνο αυτό.
Τα ίδια τα διακυβεύματα πλέουν έχουν γίνει πολύ περισσότερα. Έως πρόσφατα το Ισραήλ, που χαρακτηρίζεται εχθρικό κράτος στο σύνταγμα του Λιβάνου, έχει αποσπάσει με τη βία πολλές εκτάσεις από το Λίβανο κατά μήκος των κοινών τους συνόρων, τις οποίες επιχειρεί να ενσωματώσει στα δικά του γεωγραφικά σύνορα. Η επιθετικότητά του όμως πλέον ξεφεύγει από τα γήινα όρια κι επεκτείνεται στα χωρικά ύδατα. Αφορμή αποτέλεσε η ανακάλυψη ανοιχτά του Ισραήλ και του Λιβάνου ενός γιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου (Λεβιάθαν το χαρακτήριζαν οι Financial Times σε δημοσίευμά τους στις 17 – 18 Ιούλη) που περιλαμβάνει 16 τρισ. κυβικά πόδια αερίου. Η θαλάσσια περιοχή όπου βρίσκεται το κοίτασμα είναι αντίκρυ τόσο του Ισραήλ όσο και του Λιβάνου, όπως βεβαιώνεται από μια απλή ματιά που μπορεί να ρίξει κανείς στους χάρτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Παρόλα αυτά το Ισραήλ κατά παράβαση κάθε διεθνούς πρακτικής και νομιμότητας τοποθέτησε μια σειρά από σημαδούρες κατά μήκος δύο μιλίων, επικαλούμενο λόγους ασφαλείας, ορίζοντας έτσι μονομερώς τα χωρικά ύδατα του. Στόχος του φυσικά ήταν μόνο και μόνο να αποκλείσει κάθε πιθανή εκμετάλλευση των κοιτασμάτων από το Λίβανο. Δείχνοντας τις προθέσεις του Ισραήλ, ο υπουργός Υποδομών της χώρας, Ουζί Λαντάου, δήλωσε στα μέσα Αυγούστου ότι το εβραϊκό κράτος «δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει ακόμη και στρατιωτική δύναμη» για να υπερασπίσει τα κοιτάσματα αερίου.
Η προκλητικότητα του Ισραήλ έχει εξοργίσει τον πολιτικό κόσμο του Λιβάνου που βλέπει τον κίνδυνο να χάσει μέσα από τα χέρια του μια μοναδική στην ιστορία ευκαιρία για να ανορθώσει τα υπό κατάρρευση δημόσια οικονομικά του (με χρέος ύψους 50 δισ. δολ. που αγγίζει το 150% του ΑΕΠ) και να εξασφαλίσει την ενεργειακή του αυτονομία. Η δήλωση σε αυτό το πλαίσιο, από τη Συρία μάλιστα, του σιίτη προέδρου της λιβανέζικης Βουλής, ότι «ο στρατός ο λαός και η αντίσταση του Λιβάνου είναι έτοιμοι να αναχαιτίσουν κάθε προσπάθεια κλοπής των φυσικών τους πόρων» κάθε άλλο παρά τυχαία ή μεμονωμένη ήταν. Αντανακλούσε την αυξημένη ένταση που υπάρχει στις σχέσεις των δύο χωρών, με ευθύνη φυσικά του Ισραήλ.
Στην βάση όλων των παραπάνω το πολεμικό επεισόδιο της προηγούμενης Τρίτης έφερε στην επιφάνεια την υφιστάμενη όξυνση. Το Ισραήλ δε, το προκάλεσε θέλοντας έτσι κατά πάσα πιθανότητα να ελέγξει τα αντανακλαστικά των γειτόνων του και να δει κατά πόσο η διάθεση του πολιτικού κόσμου να διεκδικήσει τα κυριαρχικά του δικαιώματα περιορίζεται μόνο σε δηλώσεις, όπως συνηθίζεται στη Μέση Ανατολή. Ήταν ένας έλεγχος αντιδράσεων που θύμιζε, τηρουμένων όλων των αναλογιών, τον έλεγχο που έκανε η Γεωργία στα αντανακλαστικά της Ρωσίας με την επέμβαση στη νότια Οσετία, με δραματικά αποτελέσματα.
Επιπλέον, η επιθετικότητα του Ισραήλ κατά του Λιβάνου μπορεί να ενταχθεί στα μέτρα προετοιμασίας και επίσπευσης της ειλημμένης απόφασης βομβαρδισμού των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν. Το εβραϊκό κράτος δεν αποκλείεται να προκαλέσει ένα νέο πόλεμο με το Λίβανο και τη Χεζμπολάχ προκειμένου να εξουδετερώσει το οπλοστάσιό τους, αποκλείοντας έτσι πιθανά μέτρα εκδίκησης και αντιπερισπασμού σε περίπτωση επίθεσης στο Ιράν. Ήδη άλλωστε το ξήλωμα του κατασκοπευτικού του δικτύου στη χώρα των Κέδρων, με αφορμή τις αλλεπάλληλες συλλήψεις λιβανέζων αξιωματούχων που δούλευαν για λογαριασμό του εβραϊκού κράτους, η τελευταία από τις οποίες συνέβη μόλις λίγες μέρες πριν το αιματηρό επεισόδιο, αδυνατίζει τις θέσεις του Ισραήλ στη γειτονική χώρα κι αυξάνει την οργή του.
Η αυξημένη ανησυχία που υπάρχει στη Μέση Ανατολή για ένα νέο πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου οδήγησε την προτελευταία μέρα του Ιούλη τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, και τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας, Αμπντάλα, στη Βηρυτό όπου συναντήθηκαν με τον πρόεδρο του Λιβάνου, σε μια εμφανή προσπάθεια να εκτονώσουν την κλιμακούμενη ένταση. Ωστόσο, η δήλωση του σύρου προέδρου λίγες μέρες μετά ότι «αυξάνονται οι πιθανότητες ενός πολέμου στην περιοχή» και κατά βάθος οι συνεχείς προκλήσεις του Ισραήλ, λιγοστεύουν τις πιθανότητες εκτόνωσης της κρίσης.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.