Γάζα: χίλιες και μία νύχτες… πόνου κι ελπίδας (Πριν 29 Μαρτίου 2010)

Μόνη της η Γάζα, όπως συμβαίνει όλα τα τελευταία χρόνια, τίμησε στις 14 Μάρτη την συμπλήρωση χιλίων ημερών από την έναρξη του δολοφονικού εμπάργκο που κήρυξε το Ισραήλ για να το υιοθετήσουν στη συνέχεια όλες οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις: Από τις ΗΠΑ και την ΕΕ μέχρι τη Ρωσία. Ο αποκλεισμός της Γάζας, που ισοδυναμεί με συλλογική τιμωρία ενός ολόκληρου λαού, επειδή ψήφισε τη Χαμάς στις καθόλα νόμιμες και δημοκρατικές εκλογές, είχε ως αποτέλεσμα 3.500 επιχειρήσεις και μικροβιοτεχνίες να βάλουν λουκέτο, η ανεργία να έχει σκαρφαλώσει στο 80%, το μέσο καθημερινό εισόδημα των Παλαιστινίων να φθάνει τα 2 δολ., το 50% των παιδιών να υποφέρουν από υποσιτισμό και αναιμία και 500 άνθρωποι μέχρι στιγμής, ένας κάθε δεύτερη μέρα, να πεθαίνει λόγω έλλειψης φαρμάκων και παντελούς ανυπαρξίας των πιο απλών υποδομών υγείας – με μοναδική εξαίρεση το έργο ανθρωπιστικών οργανώσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο η διεθνής καμπάνια Ένα καράβι για τη Γάζα που ανοίγει… πανιά στο τέλος Απρίλη με απώτερο στόχο να σπάσει έστω και για μια στιγμή το δολοφονικό αποκλεισμό, δίνοντας μήνυμα ελπίδας στους 1,5 εκ. Παλαιστινίους που ζουν στην μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή του κόσμου, αποκτά τεράστια σημασία. Τα καράβια που θα αποπλεύσουν για τη Γάζα από την Ελλάδα κι άλλες χώρες της περιοχής θα είναι η έμπρακτη μορφή αλληλεγγύης των λαών, το δικό τους μήνυμα αντίστασης στο νεο-φασιστικό κράτος του Ισραήλ και τη διεθνή κοινότητα που υποστηρίζει τα εγκλήματά του. Έστω, κι αν η στήριξη προς το εβραϊκό κράτος γίνεται με όλο και λιγότερη προθυμία, όπως δείχνουν οι τελευταίες εξελίξεις με τη δημόσια αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ισραήλ και τις πρωτοβουλίες εκ νέου ενεργοποίησης του Κουαρτέτου (ΟΗΕ, ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία) στην κατεύθυνση εξεύρεσης λύσης στο Παλαιστινιακό και δημιουργίας κράτους εντός δύο ετών, όπως ρητά ανέφεραν μετά τη συνάντησή τους στη Μόσχα την Παρασκευή 19 Μαρτίου.

Η θετική αυτή εξέλιξη, η αίσια έκβαση της οποίας μένει ν’ αποδειχθεί, είναι αποτέλεσμα τεσσάρων παραγόντων. Αρχικά του απαράμιλλου ηρωισμού των καθημερινών ανθρώπων και των δυνάμεων της αντίστασης στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, που κατάφεραν να καταστήσουν αναποτελεσματική ακόμη κι αυτή την βάρβαρη μέθοδο του αποκλεισμού. Κατά δεύτερο, του αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει η ενδοτική Παλαιστινιακή Αρχή καθώς η γραμμή συμβιβασμού που ακολούθησε απομάκρυνε και δεν έφερε πιο κοντά το στόχο δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους. Ο τρίτος λόγος που ανάγκασε ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία να παρέμβουν σχετίζεται με τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει το ίδιο το Ισραήλ καθώς η στρατηγική του έχει κάνει όλο τον κόσμο να το μισεί χαρακτηρίζοντάς το πλέον ως αρχετυπικό δείγμα αποτυχημένου και επικίνδυνου για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια «κράτους – παρία». Τέλος είναι κι οι ίδιες οι αμερικανικές προτεραιότητες που μεταβάλλονται, επιφυλάσσοντας έναν διαφορετικό ρόλο στο μαντρόσκυλό τους στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ, ανεξαρτήτως φυσικά των άμεσων δικών του συμφερόντων.

Καθημερινές είναι σχεδόν οι συγκρούσεις που εξελίσσονται στη Δυτική Όχθη μεταξύ νεαρών Παλαιστινίων με τις δυνάμεις κατοχής του εβραϊκού κράτους. Αφορμή γι’ αυτή την τρίτη ή «λευκή Ιντιφάντα» όπως συχνά χαρακτηρίζεται αποτέλεσαν αλλεπάλληλες προκλήσεις του Ισραήλ που ως κοινό παρανομαστή είχαν την προσβολή των σημαντικότερων θρησκευτικών συμβόλων των μουσουλμάνων που βρίσκονται στην ανατολική Ιερουσαλήμ. Το τελευταίο, για παράδειγμα, κρούσμα συνέβη με αφορμή την δημιουργία μιας συναγωγής κοντά στο Όρος του Ναού που θεωρήθηκε το πρώτο βήμα για την ισραηλινή κατάληψη του Τεμένους του Αλ Ακσά και το μετέπειτα γκρέμισμά του, όπως επιδιώκουν υπερορθόδοξοι Εβραίοι και επιχειρεί το ισραηλινό κράτος με συγκαλυμμένες μεθόδους όπως υπόγειες ανασκαφές, που θα επιτρέψει την ανέγερση του Δεύτερου Ναού όπου θα πραγματοποιηθεί η Δευτέρα Παρουσία… Όλα αυτά φυσικά είναι αφορμές.

Η αιτία της οργής των Παλαιστινίων βρίσκεται στις συνεχείς προσπάθειες του Ισραήλ να εκδιώξει τους Παλαιστινίους από τη γη τους. Το επιδιώκει δε αυτό κυρίως με δύο αλληλοσυμπληρούμενους τρόπους: την επέκταση των εβραϊκών εποικισμών στη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, που ήδη στεγάζουν περισσότερους από 500.000 εβραίους, και την εκδίωξη των αράβων από την Ανατολική Ιερουσαλήμ με την ταυτόχρονη οικειοποίηση των περιουσιών τους, στο πλαίσιο της προσπάθειας αλλαγής του πληθυσμιακού χαρακτήρα και «εβραιοποίησης» της πόλης. Πρόκειται για δύο στόχους, στρατηγικής σημασίας, που σε συνδυασμό επίσης και με άλλα μέτρα όπως την δημιουργία του τείχους, ακυρώνουν για πάντα το στόχο δημιουργίας ανεξάρτητου και βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους ενώ προωθούν τα σιωνιστικά επεκτατικά σχέδια που ως ακρογωνιαίο λίθο έχουν την αναγόρευση ως πρωτεύουσας του Ισραήλ την «ενιαία και αδιαίρετη» κατά τους ίδιους Ιερουσαλήμ.

Η σταδιακή υλοποίηση έστω και με άπειρα εμπόδια αυτού του στόχου έχει φέρει σε πλήρες αδιέξοδο την Παλαιστινιακή Αρχή, καθώς αποδεικνύεται καθημερινά πως το σχέδιο συνεργασίας της με τις Ισραηλινές αρχές δεν έφερε καμιά βελτίωση στους όρους ζωής των Παλαιστινίων ούτε φυσικά συνέβαλε στη δημιουργία κράτους, με βάση τις προβλέψεις του ΟΗΕ: Στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ και δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων. Η ίδια η Αρχή για να ξεπεράσει τις κατηγορίες για συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής και αναποτελεσματικότητα έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες της στο στόχο συγκρότησης ενός θεσμικού πλαισίου που θα οδηγήσει στην δημιουργία παλαιστινιακού κράτος εντός δύο ετών, χωρίς ωστόσο να έχει λυθεί η παραμικρή εκκρεμότητα. Θα είναι ένα φαντασιακό κράτος εικονικής πραγματικότητας, όπως αυτό που είχαν αναγνωρίσει πολλές χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 με αποτέλεσμα στις πρωτεύουσές τους ακόμη και σήμερα να μη φιλοξενούνται διπλωματικές αντιπροσωπείες της Παλαιστινιακής Αρχής – όπως στην Αθήνα – αλλά κανονικές πρεσβείες, το οποίο όμως δεν θα μπορεί να εγγυηθεί ή να διαφυλάξει καν την κυριαρχία του ή την ανεξαρτησία του γιατί δεν θα υφίστανται ούτε στα χαρτιά. Θα είναι ένα κράτος – φούσκα που ως κύριο μέλημα θα έχει τη νομή της εξουσίας και την ιδιοποίηση της διεθνούς οικονομικής βοήθειας από τα διεφθαρμένα αργυρώνητα στελέχη της Αρχής.

Ήδη άλλωστε η Παλαιστινιακή Αρχή, λειτουργώντας ως κυβέρνηση κατοχικών ανδρεικέλων τύπου Τσολάκογλου, έχει εκχωρήσει την επιλογή και την εκπαίδευση των δικών της δυνάμεων ασφαλείας στους Αμερικάνους και το Ισραήλ. Δεν είναι υπερβολή. Πρόκειται για «τα παιδιά του Ντέιτον», όπου εδώ Ντέιτον δεν είναι η γνωστή αμερικανική βάση όπου υπογράφτηκε το 1995 η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Βοσνία, αλλά αμερικανός στρατηγός που έχει αναλάβει την εκπαίδευση των ειδικών δυνάμεων της Παλαιστινιακής Αρχής. Λόγο δε για τη σύνθεση των επιλέκτων δεν είχε μόνο η Αρχή, αλλά οι Αμερικάνοι κι η ισραηλινή μυστική υπηρεσία Σιν Μπετ, που εξέτασε εξωνυχιστικά τα στοιχεία του κάθε υποψηφίου ξεχωριστά αποκλείοντας μάλιστα 20 άτομα, από το πρώτο τάγμα των 620 ανδρών, όπως έγραφε πολύ συγκεκριμένα η ισραηλινή εφημερίδα Χαάρετζ στις 6 Απρίλη 2008. Στην ίδια εφημερίδα αναφέρονταν τα λόγια του υπουργού Εσωτερικών της Αρχής κατά την τελετή αποφοίτησής τους: «Δεν είσαστε εδώ για να πολεμήσετε την Ισραηλινή πλευρά. Η σύγκρουσή μαζί της το μόνο που έχει προκαλέσει μέχρι τώρα είναι δεινά και κανένα θετικό αποτέλεσμα. Πρέπει να αποδείξετε στους Ισραηλινούς ότι είστε σε θέση να έχετε επιδόσεις κι επιτυχίες»!

Η Παλαιστινιακή Αρχή λοιπόν φαίνεται ότι έβγαλε τα συμπεράσματά της από την συντριπτική ήττα που υπέστησαν οι μισθοφόροι του Νταχλάν στη Γάζα τον Ιούνη του 2007 όταν πήγαν να ανατρέψουν τη νόμιμη κυβέρνηση της Χαμάς, και δημιούργησε ένα σώμα καλά εκπαιδευμένων πραιτοριανών, που θα λειτουργεί υπό τις οδηγίες των δυνάμεων κατοχής και στο στόχαστρό του θα έχει αποκλειστικά και μόνο τους Παλαιστίνιους. Ποτέ τους Ισραηλινούς!

Ο εβραϊκός στρατός εν τω μεταξύ θα απολαμβάνει την πλήρη ατιμωρησία για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τα εγκλήματα πολέμου στα οποία επιδίδεται (όπως εμπεριστατωμένα περιέγραψε η έκθεση του δικαστή Γκολντστόουν που διεξήχθη κατά παραγγελία του ΟΗΕ) όχι μόνο με αφορμή τις πολεμικές του επιχειρήσεις αλλά και τις καθημερινές επιχειρήσεις τρομοκράτησης και καταστολής των Παλαιστινίων. Στο στόχαστρο του δε, βρίσκονται πριν απ’ όλους τα παιδιά, ακόμη και 12 χρονών. Πριν ακόμη τα επεισόδια στην ανατολική Ιερουσαλήμ πάρουν την έκταση των τελευταίων εβδομάδων, που οδήγησαν τον εβραϊκό στρατό να δολοφονήσει τέσσερις έφηβους διαδηλωτές το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, στις φυλακές του Ισραήλ είχαν οδηγηθεί 343 παιδιά της Παλαιστίνης που συνελήφθησαν ενώ πέταγαν πέτρες στις δυνάμεις κατοχής. Η κόλαση την οποία έζησαν και τα βασανιστήρια που υπέστησαν περιγραφόταν στον βρετανικό Ομπσέρβερ με τα πιο μελανά χρώματα: Ολονύχτια κράτηση σε κελί με δεμένα μάτια ενώ σε απόσταση αναπνοής υπήρχε δεμένο σκυλί που γάβγιζε απειλητικά και ασταμάτητα, στη συνέχεια μεταφορά σε άλλη φυλακή με ενήλικους έγκλειστους και στο τέλος υποχρέωση υπογραφής μιας ομολογίας που είχε συνταχθεί στα εβραϊκά τα οποία δεν γνώριζε, ενώ η υπό όρους αποφυλάκισή του έγινε δυνατή μόνο μετά την καταβολή από τον πατέρα του 2.000 σέκελ (540 δολ.) – ποσού μυθικού για έναν μέσο Παλαιστίνιο της Δυτικής Όχθης. Να αναφερθεί δε ότι τα παιδιά της Παλαιστίνης, σύμφωνα με τους νόμους του Ισραήλ, από τα 16 τους παύουν να είναι ανήλικοι και χαρακτηρίζονται ενήλικες – για να πέφτει πιο βαρύς ο πέλεκυς του νόμου στα κεφάλια τους, ενώ τα παιδιά του Ισραήλ διατηρούν το δικαίωμα να ενηλικιώνονται κανονικά, στα 18 τους…

Οι κτηνώδεις μέθοδοι που χρησιμοποιεί το μισητό εβραϊκό κράτος για να διαιωνίζει το αποικιακό καθεστώς κατοχής απέναντι στους Παλαιστίνιους εδώ και έξι δεκαετίες έχουν ως αποτέλεσμα όλο και συχνότερα το Ισραήλ να χαρακτηρίζεται «κράτος – παρίας»! Τελευταία φορά που ακούστηκε αυτός ο χαρακτηρισμός, ενδεικτικός της πλήρους απονομιμοποίησης του, δεν ήταν σε συγκεντρώσεις αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό όπως θα περίμενε κανείς, αλλά στη βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων! Αφορμή ήταν η συζήτηση που έγινε μετά την απόφαση του βρετανού υπουργού Εξωτερικών, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, να απελαθεί ισραηλινός διπλωμάτης που σχετιζόταν με την υπόθεση παραχάραξης βρετανικών διαβατηρίων τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από την Μοσάντ για την δολοφονία του στελέχους της Χαμάς στο Ντουμπάι.

Το Ισραήλ από την άλλη δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια, αντικρίζοντας τον διεθνή διασυρμό και την απονομιμοποίησή του στα μάτια όλου του κόσμου κι όχι μόνο των προοδευτικών ανθρώπων, όπως με ιδιαίτερη ορμή συντελείται τελευταία με αποκορύφωμα την εκστρατεία μποϋκοτάζ προϊόντων που παράγονται από το Ισραήλ κι εβραϊκές εταιρείες. Μια εκστρατεία που τοποθετεί το Ισραήλ στην ίδια μοίρα με το απάνθρωπο, ρατσιστικό καθεστώς του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Για να αντιμετωπίσει λοιπόν το Ισραήλ αυτή την καθόλου βολική κατάσταση ενεργοποιεί μια σειρά από αντιμέτρα, τα οποία περιγράφονται αναλυτικά σε πρόσφατη έκθεση, με ημερομηνία Μάρτιος 2010, του ιδρύματος Ρεούτ, την οποία έφερε στην επιφάνεια η καναδή αγωνίστρια, δημοσιογράφος και συγγραφέας Νάομι Κλάιν. Τα μέτρα αυτά «ενάντια στην απονομιμοποίηση» περιλαμβάνουν: Από την ενεργοποίηση των εργατικών συνδικάτων του Ισραήλ, φιλικών διανοουμένων στο εξωτερικό, Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που πρόσκεινται φιλικά και φυσικά της εβραϊκής διασποράς για την βελτίωση της δημόσιας εικόνας του Ισραήλ στο εξωτερικό μέχρι την εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ και τη στοχοποίηση συγκεκριμένων ανθρώπων που βρίσκονται πίσω από κάθε καμπάνια, οι οποίοι θα διασύρονται προσωπικά. «Σήμερα η επίθεση στο Ισραήλ είναι “φθηνή” και βολική, αλλά μπορεί να μετατραπεί σε μια πιο επικίνδυνη υπόθεση», αναφέρεται χαρακτηριστικά, το ισραηλινό κέντρο μελετών!!!

Διεθνής οργή για τα σχέδια επέκτασης των εβραϊκών εποικισμών

Το χειρότερο όμως για το Ισραήλ είναι ότι πλέον προκαλεί δυσφορία ακόμη και στον ίδιο τον ιμπεριαλισμό που δεν παύει να θεωρεί το ρατσιστικό εβραϊκό κράτος ως τον πλέον προνομιακό και στρατηγικό του σύμμαχο στη Μέση Ανατολή. Σε τακτικό επίπεδο όμως το Ισραήλ δεν διευκολύνει τα άμεσα σχέδια των ΗΠΑ στην τρέχουσα συγκυρία. Κάτι που φάνηκε πεντακάθαρα στις 9 Μάρτη, όταν την ίδια μέρα που ξεκίναγε το ταξίδι του αμερικανού αντιπροέδρου, Τζο Μπάιντεν, στο Ισραήλ, την ίδια αυτή μέρα ανακοίνωνε η κυβέρνηση Νετανιάχου την ανέγερση 1.600 επιπλέον σπιτιών στον εποικισμό Ραμάτ Σλόμο της ανατολικής Ιερουσαλήμ, όπου βρίσκονται μαζεμένα όλα τα υπερορθόδοξα ακροδεξιά αποβράσματα του διεθνούς Εβραϊσμού. Η ανακοίνωση προκάλεσε το μεγαλύτερο ρήγμα στις σχέσεις ΗΠΑ – Ισραήλ, με τον αμερικανό αντιπρόεδρο να αποδοκιμάζει την ανακοίνωση, τον ειδικό απεσταλμένο του Ομπάμα, Τζορτζ Μίτσελ, να αναβάλει το προγραμματισμένο ταξίδι του στο Τελ Αβίβ και την αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών να επιβάλλει στον Νετανιάχου μετά από μια τηλεφωνική συνομιλία 45 λεπτών (στην οποία κυρίως άκουγε) να προβεί, σύμφωνα με δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, σε διορθωτικές δηλώσεις χωρίς φυσικά να ανακαλεί το σχέδιο επέκτασης των εποικισμών.

Η ανακοίνωση επέκτασης των εβραϊκών οικισμών ισοδυναμούσε με προσβολή προς τους Αμερικανούς γιατί ναρκοθετούσε την επανέναρξη των έμμεσων – δηλαδή, δι’ αντιπροσώπων – συνομιλιών μεταξύ Παλαιστινιακής Αρχής και Ισραήλ που είχε τροχιοδρομηθεί. Ο τελευταίος γύρος (άμεσων) διαπραγματεύσεων μεταξύ της Αρχής και του εβραϊκού κράτους – παρία τερματίστηκαν, με ευθύνη της Αρχής, λίγο πριν ξεκινήσει η επίθεση στη Γάζα, επ’ αφορμή την ανακοίνωση ενός άλλου τότε σχεδίου επέκτασης των εβραϊκών οικισμών. Η Αρχή μάλιστα τώρα για να αποφύγει το πολιτικό κόστος που επισείει το σύρσιμό της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, χωρίς να έχει αλλάξει τίποτε από την τελευταία φορά που αποχώρησε, συνομιλώντας με μια κυβέρνηση του Ισραήλ που σταθερά υπονομεύει τον διάλογο, έβαλε την Αραβική Ένωση των 22 κρατών να αποφασίσει την επανέναρξη των έμμεσων συνομιλιών. Η απόφαση λοιπόν ψηφίσθηκε σηματοδοτώντας μια νέα υποχώρηση των αραβικών κρατών χωρίς κανένα αντάλλαγμα κι εκεί που ήταν έτοιμη η πανηγυρική ανακοίνωση έναρξης των διαπραγματεύσεων, το Ισραήλ τα τίναξε όλα στον αέρα προβαίνοντας στη γνωστή ανακοίνωση, την οποία μάλιστα επιβεβαίωσε ο Νετανιάχου από την Ουάσιγκτον μιλώντας στο βήμα του πανίσχυρου εβραϊκού λόμπι AIPAC και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον αμερικανό πρόεδρο Ομπάμα. Η υποβάθμιση της σημασίας της επίσκεψης του στον Λευκό Οίκο, όπως δηλώθηκε μέσω συμβολισμών (απουσία καλωσορίσματος, φωτογράφων και κοινής συνέντευξης Τύπου) ήταν το – καθόλου βαρύ – τίμημα που πλήρωσε το Ισραήλ.

Η ενόχληση των Αμερικανών από την αδιαλλαξία του Ισραήλ σχετίζεται με τις φιλοδοξίες που θρέφει ο Ομπάμα για μια συνολική επαναδιευθέτηση των σχέσεων στην Μέση Ανατολή. Ρόλο ελκυστήρα των αραβικών ολιγαρχιών σε αυτό το νέο σχέδιο επιθυμούσε να αποτελέσει η επίλυση του Παλαιστινιακού ή μια σχετική έστω επίλυση που από τα τρία αιτήματα (δημιουργία ανεξάρτητου και βιώσιμου κράτους, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ κι επιστροφή των προσφύγων) θα επιλύει άμεσα το πρώτο με ανταλλαγές γαιών, σε μια δεκαετία το δεύτερο και θα θυσιάζει το τρίτο. Σε σχέση με τη ακινησία των τελευταίων δεκαετιών ακόμη κι ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί βαθιά τομή – όπως περίπου έγινε και με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση εντός των ΗΠΑ, όπου το πιο άνευρο και υποβαθμισμένο σχέδιο επέκτασης της ασφαλιστικής κάλυψης έγινε δεκτό με διθυράμβους. Το Ισραήλ όμως δεν επιθυμεί ούτε καν αυτό. Πώς να πείσει επομένως ο Ομπάμα τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, ότι η επικείμενη τοποθέτηση αμερικανού πρέσβη στη Δαμασκό, για πρώτη φορά μετά το 2005 όταν η Συρία κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του Ραφίκ Χαρίρι στο Λίβανο κι οι ΗΠΑ διέκοψαν τις σχέσεις μαζί της, μπορεί να αποτελέσει την αρχή της αναθέρμανσης των σχέσεών τους; Η απροθυμία του κράτους – τρομοκράτη του Ισραήλ (με διεθνές ρεκόρ στις καταδικαστικές αποφάσεις του ΟΗΕ) να συναινέσει στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, προδικάζει και την άρνησή του στην επιστροφή των Υψωμάτων του Γκολάν της Συρίας που παρανόμως κατέχει από το 1967. Επομένως η επαναδιευθέτηση μένει στα χαρτιά.

Στο πλαίσιό της φυσικά, που ορίζεται από την αποτυχία των εμπρηστικών μεθόδων Μπους, ο χαρακτήρας της αμερικανικής παρέμβασης στη Μέση Ανατολή δεν γίνεται λιγότερο απειλητικός για την ειρήνη. Το αντίθετο συμβαίνει, όπως βεβαιώνει κι ο πρόσφατος εξοπλισμός των πετρομοναρχιών του Περσικού Κόλπου με πυραύλους Πάτριοτ. Το ζητούμενο για την Ουάσιγκτον είναι να αξιοποιήσει τις εκρηκτικές αντιθέσεις του καθεστώτος Άσαντ, ώστε να το αποσπάσει αρχικά από την ιρανική επιρροή που αυτή τη στιγμή αποτελεί μονόδρομο για τη Συρία. Στη συνέχεια να απομονώσει την Τεχεράνη και να επιτρέψει τότε στο Ισραήλ να βομβαρδίσει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, για να συνεχίσει το «κράτος – παρίας» να έχει το μονοπώλιο των πυρηνικών όπλων στην Μέση Ανατολή. Επίσης ριζοσπαστικές μαχητικές οργανώσεις όπως η Χεζμπολάχ, η Χαμάς και το Λαϊκό Μέτωπο να χάσουν τα στηρίγματά τους και τους διαύλους τροφοδοσίας σε οπλισμό και πόρους που εξασφάλιζε επί δεκαετίες ο άξονας Ιράν – Συρίας και να συντριβούν από την στρατιωτική μηχανή Ισραήλ – ΗΠΑ.

Το τι θα γίνει στην πράξη απ’ όλα αυτά μένει τελικά να αποδειχθεί…

Βοσνία – Ερζεγοβίνη: Δυο ξένοι στην ίδια χώρα (Επίκαιρα, 28/01-03/02-2010)

Λάδι στη φωτιά της κλιμακούμενης έντασης στο εσωτερικό της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης έριξε ο απερχόμενος πρόεδρος της Κροατίας, Στάιπ Μέσιτς, με αφορμή τις απειλητικές δηλώσεις του Σερβο-βόσνιου ηγέτη πως θα συγκαλέσει δημοψήφισμα για την ένωση της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης με την Σερβία. «Αν ήμουν πρόεδρος όταν ο Μίλοραντ Ντόντικ συγκαλέσει δημοψήφισμα για την αποχώρηση από τη Βοσνία θα έστελνα το στρατό», ήταν τα λόγια του, που προκάλεσαν οξύτατες αντιδράσεις, όχι μόνο από την πρωτεύουσα της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, αλλά και από το Βελιγράδι με τον πρόεδρο της Σερβίας, Μπόρις Τάντιτς, να χαρακτηρίζει τις δηλώσεις του Μέσιτς πολεμοκάπηλες και απειλή για την περιφερειακή σταθερότητα.

Εκ πρώτης όψεως οι δηλώσεις του κροάτη προέδρου στερούνται αντικρίσματος καθώς σε λιγότερο από ένα μήνα, στις 18 Φεβρουαρίου για την ακρίβεια οπότε θα γίνει η ορκωμοσία του νέου προέδρου Ίβο Γιοσίποβιτς που εκλέχτηκε στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, ο Μέσιτς θα έχει εγκαταλείψει το προεδρικό μέγαρο του Ζάγκρεμπ. Κατά βάθος όμως, οι εμπρηστικές δηλώσεις του Μέσιτς εξέφραζαν στο ακέραιο το αρνητικό κλίμα που κυριαρχεί στις Βρυξέλλες και την Ουάσινγκτον εναντίον της Σερβο-βοσνιακής ηγεσίας. Αιτία αποτελούν οι προσπάθειες της Δύσης να ανατρέψουν την Συνθήκη του Ντέιτον του 1995 με βάση την οποία ιδρύθηκε το δυσλειτουργικό μόρφωμα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης (του μοναδικού κράτους με …ονοματεπώνυμο) που αποτελείται από δύο οντότητες: μια Κροατο-μουσουλμανική Ομοσπονδία και την Σερβική Δημοκρατία. Οι διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν τον Οκτώβρη στη στρατιωτική βάση του Μπούτμιρ (για να μη μείνει χωρίς συνέχεια το τόσο …θετικό προηγούμενο της συμφωνίας του Ντέιτον που κι αυτή υπογράφτηκε σε αμερικανική στρατιωτική βάση) ως μοναδικό ζητούμενο είχαν τη συναίνεση των Σερβο-βόσνιων να διαλυθεί η δική τους οντότητα κι οι Σέρβοι έτσι να διαχυθούν στο εσωτερικό της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, απεμπολώντας ταυτόχρονα όλα τα δικαιώματα τους. Κάτι που οι Σερβο-βόσνιοι απέρριψαν. Περνώντας μάλιστα στην αντεπίθεση ο ηγέτης τους, πρωθυπουργός της Σερβίας, Μίλοραντ Ντόντικ, όχι μόνο απείλησε ότι θα προχωρήσει κάποια στιγμή στο μέλλον στην διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ένωση τους με τη Σερβία, αλλά επίσης εξήγγειλε και δημοψήφισμα για την άνοιξη με θέμα την εκχώρηση επιπλέον βαθμών ανεξαρτησίας και δικαιωμάτων βέτο. Πρόκειται για θέματα που κινούνται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από τις προτάσεις που κατατέθηκαν στις διαπραγματεύσεις του Μπούτμιρ, υπογραμμίζοντας την απροθυμία των Σερβο-βόσνιων να συναινέσουν στη διάλυση της οντότητάς τους. Η ακριβής ημερομηνία του δημοψηφίσματος αναμένεται να ανακοινωθεί τις αμέσως επόμενες ημέρες, αφού πρώτα ληφθούν μια σειρά άλλων κρίσιμων αποφάσεων στη Σερβο-βοσνιακή βουλή, που έχει την έδρα της στην Μπάνια Λούκα. Το δημοψήφισμα, αν τελικά διεξαχθεί και δεν το απαγορέψει ο ύπατος αρμοστής της ΕΕ που λειτουργεί ως κατοχικός διοικητής, παρότι ο Ντίντικ δήλωσε ότι δεν συνιστά αποσχιστική πράξη είναι εμφανές ότι αποτελεί μια μικρή επίδειξη δύναμης των Σερβο-βόσνιων, μετά από τόσες ταπεινώσεις που έχουν δεχτεί από τον κάθε ύπατο αρμοστή τα τελευταία χρόνια (καθαίρεση εκλεγμένων πολιτικών, με τη δικαιολογία ότι λειτουργούν διχαστικά, ακύρωση αποφάσεων, κ.λπ). Κυρίως όμως αποτελεί πρόβα τζενεράλε και τροχιοδεικτική βολή για τις στρατηγικές επιδιώξεις τους. Ακριβώς αυτό το ενδεχόμενο είναι που προκαλεί την λυσσώδη αντίδραση της Δύσης απέναντι στους Σερβο-βόσνιους, που να σημειωθεί πως δεν είναι η μοναδική μειονότητα που δυσφορεί απέναντι στο μόρφωμα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, χαράσσοντας τη δική της στρατηγική. Οι Κροάτες για παράδειγμα ζητούν ξεχωριστή, δική τους οντότητα στο ευρύτερο κράτος ενώ οι Μουσουλμάνοι που όλο και συχνότερα χαίρουν της επίσημης τουρκικής αρωγής (σε βαθμό οι Σερβο-βόσνιοι να προειδοποιούν ότι δημιουργείται ισλαμικό κράτος!) ζητούν νέο σύνταγμα. Η διαφορά των Σέρβων με τις υπόλοιπες μειονότητες στη Βοσνία έγκειται στην έχθρα με την οποία εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται απ’ όλες τις πρωτεύουσες της Δύσης και των Βαλκανίων, λόγω των πολιτικών αλλαγών των τελευταίων χρόνων.

Το αποτελεσματικότερο όπλο της ΕΕ και των ΗΠΑ εναντίον της Μπάνια Λούκα ωστόσο, δεν βρίσκεται στο Σεράγεβο – την πρωτεύουσα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, αλλά στο Βελιγράδι, εκεί που οι Σέρβοι εξακολουθούν να κοιτούν με προσμονή κι ελπίδα. Η Δύση έχει δυναμιτίσει το σχέδιο επανένωσης των Σέρβων της Βοσνίας με τους ομοεθνείς τους της Σερβίας από τη στιγμή που ανέλαβε την διακυβέρνηση της Σερβίας μια φιλοδυτική κυβέρνηση – στα όρια της δουλείας. Στη συνέχεια η αίτηση ένταξής της στην ΕΕ, που επίσημα υποβλήθηκε τον Δεκέμβρη, προσέφερε στις Βρυξέλλες όλα εκείνα τα μέσα εκβιασμού για να εξασφαλίσει τον πλήρη συμβιβασμό της πολιτικής ηγεσίας της Σερβίας.

Η διαδικασία αυτή περιγράφηκε, με κάθε ωμότητα από τον Γιόσκα Φίσερ (που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας το 1999, από τη θέση του υπουργού στην κυβέρνηση του Σρέντερ) μέσα από άρθρο του που δημοσιεύτηκε στον διεθνή Τύπο με την εκπνοή του 2009. Ανέφερε εκεί συγκεκριμένα: «Αν δεν επιλύσει το θέμα των οριστικών της συνόρων η Σερβία δεν έχει καμιά προοπτική να γίνει δεκτή στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι έχουν αντίστοιχη εμπειρία από το προηγούμενο της Κύπρου. Δεν θα αφήσουν να εισέλθει ακόμη ένα κράτος με “ανοιχτά” εδαφικά ζητήματα. Στην περίπτωση της Σερβίας το ζήτημα των συνόρων είναι διπλό, καθώς αφορά τόσο το Κοσσυφοπέδιο όσο και τη Σερβική Δημοκρατία, τη μία από τις δύο πολιτικές οντότητες της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης». Ο πρώην επικεφαλής των γερμανών Πράσινων ζητά επί της ουσίας από το Βελιγράδι δύο παραχωρήσεις. Αρχικά να άρει και τις τελευταίες, τυπικές στην πραγματικότητα επιφυλάξεις του απέναντι στην ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, όπως εκφράζονται με την προσφυγή του στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης με την οποία ζητά να κηρυχθεί παράνομη η απόφαση της Πρίστινα. Το δεύτερο που θέτει ως όρο ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας για την ένταξη της Σερβίας στην ΕΕ είναι το Βελιγράδι να αποκηρύξει κι επίσημα κάθε σκέψη επανένωσης των Σερβο-βόσνιων με την Σερβία. Το Βελιγράδι δηλαδή να καταδικάσει και να αποδοκιμάσει επίσημα τα σχέδια επανένωσης που κυκλοφορούν στη Μπάνια Λούκα, έτσι ώστε μετά να ανοίξει ο δρόμος για να δεχτούν ταπεινωμένοι πια οι Σερβο-βόσνιοι κάθε σχέδιο αναθεώρησης του Ντέιτον.

Φαίνεται έτσι ο καθαρά διχαστικός, αποσταθεροποιητικός ρόλος της ΕΕ στον βαθμό που από την μια προσφέρει κατά το δοκούν κι εντελώς αυθαίρετα το δικαίωμα επαναχάραξης συνόρων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου σε όποια εθνική μειονότητα προτιμά με βάση τα δικά της συμφέροντα, κι από την άλλη εκμεταλλεύεται την επιθυμία ένταξης στους κόλπους της για να επιβάλλει στις πολιτικές ελίτ τις πιο εξευτελιστικές υποχωρήσεις!

Καταργούν τη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας (Επίκαιρα, 30/10/2009)

Ενώπιον ενός απαράδεκτου πολιτικού εκβιασμού θέτει τους Σέρβους της Βοσνίας η Αγία Τριάδα των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ πιέζοντάς τους να διαλύσουν την αυτόνομη δημοκρατία τους, που κατοχυρώθηκε με τη συμφωνία του Ντέιτον, αν θέλουν να ενταχθούν στην ΕΕ! 

Μόνο γέλια προκαλεί η κινδυνολογία που φιλοξενείται όλο και συχνότερα στον δυτικό Τύπο για το ενδεχόμενο νέας σύγκρουσης στην πολύπαθη Βοσνία – Ερζεγοβίνη. Αν πάρει κανείς στα σοβαρά τις δηλώσεις του ηγέτη των μουσουλμάνων της Βοσνίας, Σουλεϊμάν Τίχιτς, θα πιστέψει πως ο κίνδυνος μιας νέας αιματοχυσίας είναι ξανά προ των πυλών. «Αν συνεχιστεί έτσι, δεν έχουμε καμία αμφιβολία πως θα υπάρξει σύγκρουση», δήλωνε για παράδειγμα στο αμερικανικό περιοδικό Τάιμ, στις 19 Οκτώβρη. Για να συνεχίσει, με ακόμη πιο δραματικούς τόνους: «Το μόνο ανοιχτό είναι το είδος της σύγκρουσης που θα υπάρξει κι αν αυτό θα γίνει σε τρεις μήνες, έξι μήνες ή ένα χρόνο», ήταν τα λόγια του. Δε χρειάζεται να είναι κανείς στρατιωτικός αναλυτής για να διαπιστώσει ότι η απειλή του πολέμου που επισείεται είναι εντελώς αυθαίρετη, καθώς οι Σερβοβόσνιοι του 2009 δεν έχουν καμιά σχέση με τους Σερβοβόσνιους του 1993, ούτε φυσικά και η τοπική υπερδύναμη της Γιουγκοσλαβίας του τότε με το πολιτικά και στρατιωτικά ξεδοντιασμένο Βελιγράδι του σήμερα.

Στην πραγματικότητα ανάλογες απειλές χρησιμοποιούνται εν είδει εκβιασμών για να γίνει αποδεκτή και να εμφανιστεί ως αναγκαία μια αναθεώρηση της Συνθήκης του Ντέιτον που υπογράφηκε στην ομώνυμη αμερικανική βάση του Οχάιο το Νοέμβριο του 1995, τερματίζοντας τον τριετή εμφύλιο.

Η Συνθήκη του Ντέιτον δημιούργησε το πιο δυσλειτουργικό κρατικό μόρφωμα που θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ένας γραφειοκράτης και υφίσταται στη γη. Ένα μόνο κατ’ όνομα κράτος που αποτελείται από μια σερβική δημοκρατία και μια ομοσπονδία η οποία συντίθεται από μια κροατική και μια μουσουλμανική δημοκρατία. Το μόρφωμα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, που διοικούταν από έναν ύπατο αρμοστή ο οποίος είχε την αρμοδιότητα να απολύει εκλεγμένους πολιτικούς και να ακυρώνει νόμους, απέτυχε παταγωδώς. Εξελίχθηκε σε ένα υπόδειγμα της θνησιγένειας όλων των προτεκτοράτων που δημιούργησε η Νέα Τάξη στο έδαφος των κατακερματισμένων κραταιών δημοκρατών. Απέτυχε μάλιστα παρότι στηρίχθηκε με πακτωλούς χρημάτων. «Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου η χώρα βρέθηκε στο κέντρο της προσοχής και δέχθηκε μια πλημμυρίδα χρημάτων που υπερέβαιναν τα 14 δισ. αναπτυξιακής βοήθειας, μετατρέποντάς την σε ένα εργαστήρι για ότι κατά κοινή ομολογία αποτέλεσε το πιο ακριβό και καινοτόμο πείραμα εκδημοκρατισμού στην ιστορία. Από το τέλος του 1996, 17 διαφορετικές ξένες κυβερνήσεις, 18 υπηρεσίες του ΟΗΕ, 27 διακυβερνητικές οργανώσεις και περίπου 200 Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις – για να μην αναφέρουμε δεκάδες χιλιάδες στρατευμάτων απ’ όλον τον κόσμο – αναμίχθηκαν στις προσπάθειες ανοικοδόμησης. Σε κατά κεφαλήν βάση, η ανοικοδόμηση της Βοσνίας – με λιγότερους από 4 εκ. πολίτες έκανε την μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Γερμανίας και της Ιαπωνίας να μοιάζουν συντηρητικές», γράφει το τελευταίο τεύχος (Σεπτέμβρης – Οκτώβρης 2009) του αμερικανικού περιοδικού Φόρεϊν Αφαίαρς. Παρόλα αυτά το τερατούργημα του Ντέιτον απέτυχε βεβαιώνοντας ότι οι χρηματοδοτήσεις κι η αμφιβόλου πολιτικής ηθικής διεθνής αναπτυξιακή βοήθεια αποδεικνύονται εντελώς αναποτελεσματικά εργαλεία για τη δημιουργία κρατών όταν λείπει η νομιμοποίηση από την ίδια την κοινωνία. Μάρτυρας της αποτυχίας δεν είναι μόνο η συνεχιζόμενη έχθρα μεταξύ των τριών διαφορετικών κοινοτήτων – Μουσουλμάνων, Κροατών και Σέρβων -, αλλά, πολύ περισσότερο μάλιστα, η παρατεταμένη παράλυση των σημαντικότερων κυβερνητικών οργάνων που για να λειτουργήσουν χρειάζονται την ομόφωνη αποδοχή και των τριών εκπροσώπων των κοινοτήτων.

Τα χειρότερα ωστόσο έπονται. Αντιμέτωποι με αυτήν τους την αποτυχία ΕΕ, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ διατάζουν τώρα την αναθεώρηση της Συνθήκης του Ντέιτον. Το αίτημα τέθηκε για πρώτη φορά τον Μάιο όταν επισκέφθηκε το Σεράγεβο ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, συνοδευόμενος από τον εκπρόσωπο της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας, Χαβιέ Σολάνα. Έκτοτε η Σερβία – Ερζεγοβίνη δέχθηκε πολλές και σημαντικές επισκέψεις. Η πρώτη απ’ όλες σημειώθηκε στις 9 Οκτώβρη από τον Καρλ Μπιλντ, υπουργό Εξωτερικών της Σουηδίας που έχει το τρέχον εξάμηνο την κυκλική προεδρία της ΕΕ ο οποίος μάλιστα είχε διατελέσει και πρώτος ύπατος αρμοστής του ΟΗΕ στη Βοσνία Ερζεγοβίνη, και τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζέιμς Στάινμπεργκ. Το μήνυμα που μετέφεραν από κοινού στην πολιτική ηγεσία της χώρας ήταν πως προϋπόθεση για να ενταχθεί η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί η αναθεώρηση της Συνθήκης του Ντέιτον, ώστε να πάψει να αποτελεί προτεκτοράτο του ΟΗΕ, κι επίσης η διάλυση της Σερβικής Δημοκρατίας κι η διάχυσή της στην Βοσνία – Ερζεγοβίνη, με τους Σέρβους στο εξής να αποτελούν μια εθνική μειονότητα, απεμπολώντας όλα τα δικαιώματα αυτοτελούς συγκρότησης, αρνησικυρίας και θεσμοθετημένης εκπροσώπησης που διατηρούσαν από την δημιουργία της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης. Πρακτικά με αυτό τον τρόπο το δίλημμα που θέτουν στους Σέρβους είναι πως η ένταξή τους στην ΕΕ κι η ταυτόχρονη απαλλαγή του κράτους από τα βαρίδια της καταστροφικής Συνθήκης του Ντέιτον έχει ως προϋπόθεση την μετατροπή τους σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας, καθώς αυτό που καταργείται από την αναθεώρηση είναι τα δικαιώματα των Σέρβων και μόνο! Το πόσο μεροληπτικό είναι το αίτημα τους φαίνεται (και) από το γεγονός πως αν κάποιας μειονότητας τα δικαιώματα έπρεπε να καταργηθούν είναι της κροατικής, καθώς ο πληθυσμός της έχει μειωθεί κάθετα από 17% που ήταν τον καιρό του πολέμου στο 10% του τωρινού πληθυσμού λόγω της μετανάστευσης τους στην Κροατία. Παρόλα αυτά επιμένουν πως ο στόχος της εθνικής ομογενοποίησης περνάει μέσα από την κατάργηση των δικαιωμάτων των Σέρβων! Το σχέδιο διάλυσης της Σερβικής Δημοκρατίας προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη οργή καθώς η Σερβική Δημοκρατία είναι πολύ πιο εύρωστη από την μουσουλμανο-κροατική ομοσπονδία που ήταν βυθισμένη στα χρέη, αδυνατώντας να πληρώσει ακόμη και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων της, πριν καν ξεσπάσει η διεθνής οικονομική κρίση.

Απέναντι στην σερβοβοσνιακή ηγεσία έχει εξαπολυθεί μια ομοβροντία πολιτικά απαράδεκτων πιέσεων. Για παράδειγμα, ο αρμόδιος επίτροπος για τη διεύρυνση, Όλι Ρεν, δήλωσε λίγο πολύ πως αν δεν δεχθούν οι Σέρβοι την απεμπόληση των δικαιωμάτων τους καμιά χώρα δεν πρόκειται να μπει στην ΕΕ! «Δεν πρόκειται να μείνει όλη η περιοχή όμηρος της Βοσνίας», τόνισε στη δήλωσή του, πιέζοντας τους Σέρβους να υποχωρήσουν. Από κοντά κι ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ρασμούσεν, που τόνισε πως «η Βοσνία θα πρέπει να συνεχίσει και να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις».

Η πολιτική ηγεσία της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας, υπό την ηγεσία του Μίλοραντ Ντόντικ ενός νέου πολιτικού από το νεοπαγές Κόμμα Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών που αναδείχθηκε στις εκλογές της 1ης Οκτωβρίου 2006, μέχρι στιγμής αντιστέκεται. Το διάστημα μάλιστα που μεσολάβησε από την 17η Φεβρουαρίου 2008, όταν το Κόσοβο ανακήρυξε την ανεξαρτησία του, όλο και πιο επίμονα θέτει το στόχο διενέργειας δημοψηφίσματος για να αποφασίσουν οι Σέρβοι κατά πόσο επιθυμούν να είναι ενταγμένοι στην Δημοκρατία της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης. Γιατί οι Κοσοβάροι κι όχι οι Σερβοβόσνιοι είναι το επιχείρημά του. Το ερώτημα είναι κατά πόσο θα συνεχίσει να αντιστέκεται καθώς οι πιέσεις θα γίνουν ασφυκτικές εν όψει των κρίσιμων αποφάσεων που θα ληφθούν για το μέλλον της Σερβικής Δημοκρατίας στις 18 και 19 Νοέμβρη…

Σκοτσέζικο ντους του Μπάιντεν στα Βαλκάνια (Μετροπόλιταν, 25/5/2009)

Ο αμερικανός αντιπρόεδρος μπορεί να έφυγε από τα Βαλκάνια, τα «φαντάσματα» όμως έμειναν. Οι δηλώσεις για την ανεξαρτησία του Κοσόβου κι οι φραστικές επιθέσεις του στους Σέρβους της Βοσνίας δεν προμηνύουν σταθερότητα και ασφάλεια, αλλά όξυνση των εθνικών αντιπαραθέσεων.

Ακριβώς δέκα χρόνια μετά τους τελευταίους αμερικανικούς βομβαρδισμούς, η περιοδεία του αμερικανού αντιπροέδρου, Τζο Μπάιντεν, σε τρεις βαλκανικές πρωτεύουσες-απομεινάρια της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας ήρθε να υπογραμμίσει το ανανεωμένο ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον για την περιοχή.

 

Ανατρέχοντας στα πεπραγμένα της προηγούμενης κυβέρνησης, πρέπει να τονιστεί ότι αν και κατά την οκταετία του Τζορτζ Μπους του νεότερου το ενδιαφέρον της αμερικανικής διπλωματίας και του Πενταγώνου εστιάστηκε πρωτευόντως στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, τα Βαλκάνια δεν αφέθηκαν στην τύχη τους. Η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου στις 17 Φεβρουαρίου 2008, με την ανοιχτή παρότρυνση των ΗΠΑ (και κατά παράβαση της απόφασης 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που τόνιζε ότι το Κόσοβο αποτελεί τμήμα της Σερβίας) ήταν το επιστέγασμα μιας πολιτικής συνεχών παρεμβάσεων που ως ζητούμενο είχαν να διασφαλιστεί ο πολιτικός έλεγχος των κυβερνήσεων και να αποτραπούν φυγόκεντρες τάσεις.

Η επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν στο Σεράγεβο, το Βελιγράδι και την Πρίστινα το τριήμερο 19-21 Μαΐου αποτέλεσε συνέχεια της αποσταθεροποιητικής πολιτικής του Μπους και του Κλίντον παλιότερα στα Βαλκάνια. Πραγματοποιήθηκε δε στο πλαίσιο τεσσάρων προτεραιοτήτων: Αρχικά για να εκτονωθούν εντάσεις που κάνουν απειλητική την εμφάνισή τους στη Βοσνία Ερζεγοβίνη το τελευταίο διάστημα ως απάντηση στις εξ Αμερικής αμφισβητήσεις της συνθήκης του Ντέιτον η οποία υπογράφηκε το 1995 στην ομώνυμη αμερικανική βάση τερματίζοντας τον εμφύλιο πόλεμο του 1992-1995 που στοίχισε τη ζωή σε 100.000 άτομα. Κατά δεύτερο, η επίσκεψη κρίθηκε αναγκαία στο πλαίσιο της υπό εξέλιξη νέας ρύθμισης των σχέσεων ΗΠΑ – Ρωσίας, δεδομένης της σημασίας που έχουν σε αυτή τη ρύθμιση οι δρόμοι της ενέργειας που διατρέχουν τα Βαλκάνια. Τρίτο, οι εκλεκτικές συγγένειες του Λευκού Οίκου με τους μουσουλμάνους της Βοσνίας και του Κοσόβου υποστηρίζουν την πολιτική ήπιας προσέγγισης που ακολουθεί ο Ομπάμα προς τους μουσουλμάνους και τις αραβικές χώρες. Τέλος, η επίσκεψη του Μπάιντεν ενίσχυσε τη διεθνή νομιμοποίηση του μορφώματος του Κοσόβου χωρίς να αποκλείεται να εγκαινιάσει ένα νέο γύρο πιέσεων για διπλωματική αναγνώρισή του.

Ο Μπάιντεν δεν είναι και τόσο άγνωστος στην περιοχή, καθώς από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, γερουσιαστής τότε, είχε ταχθεί υπέρ των Μουσουλμάνων της Βοσνίας ζητώντας να αρθεί το εμπάργκο όπλων που τους είχε επιβληθεί σε μια προσπάθεια εκτόνωσης των συγκρούσεων. Την προκατάληψή του δεν την έκρυψε ούτε τώρα, ενώπιον της βουλής της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης με μια ομιλία που προκάλεσε την έκπληξη ακόμη και ξένων ανταποκριτών όπως της International Herald Tribune ο οποίος στις 20 Μαΐου περιέγραφε μια «ασυνήθιστα οξεία λεκτικά ομιλία ξένου ηγέτη μπροστά στο κοινοβούλιο μιας άλλης χώρας». Ειδικότερα, ο Μπάιντεν κατήγγειλε την «απότομη κι επικίνδυνη άνοδο της εθνικιστικής ρητορικής» και τόνισε ότι «εγώ προσωπικά κι η ηγεσία της χώρας μου ανησυχούμε για τη κατεύθυνση της χώρας και το μέλλον σας» λέγοντας στη συνέχεια με ύφος που θα ζήλευαν ακόμη κι ηγέτες δυνάμεων κατοχής «αυτό πρέπει να σταματήσει»!

Αξίζει όμως να δούμε το υπόβαθρο των αντιδράσεων που προκάλεσε η επίσκεψη του Μπάιντεν. Παρότι ο ίδιος δήλωσε ρητά πως έχει απορριφθεί οποιαδήποτε σκέψη για ένα «Ντέιτον 2» η πραγματικότητα είναι πως η Ουάσινγκτον σταθερά και μεθοδικά (με τη σύμφωνη γνώμη της ΕΕ όπως έδειξε κι η απόφαση του εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας Χαβιέ Σολάνα να συνοδεύσει τον Μπάιντεν στο Σεράγεβο) προωθεί την αναθεώρηση της συνθήκης του 1995, που δημιούργησε την πιο δυσλειτουργική και γραφειοκρατική κρατική δομή που υπάρχει στον κόσμο. Στο πλαίσιό της τρεις πληθυσμιακές ομάδες που αποτελούνται από δύο εθνότητες και μια θρησκευτική μειονότητα (Σέρβοι, Κροάτες και Μουσουλμάνοι) συγκροτούν δύο ανομοιογενείς μεταξύ τους οντότητες (μια κροατο-μουσουλμανική ομοσπονδία και μια σερβική δημοκρατία) κι αυτές ένα κράτος που εποπτεύεται από έναν ξένο τοποτηρητή ο οποίος έχει την εξουσία να καθαιρεί ακαριαία οποιονδήποτε εκλεγμένο πολιτικό κρίνει ότι ενθαρρύνει τους εθνικισμούς. Κάτι που έχει συμβεί κατ’ επανάληψη. Το όνομα δε της σερβικής οντότητας, είναι Δημοκρατία Σρπέσκα, για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι υπάρχει κάτι εύκολο σ’ αυτή την υπόθεση και προς διερεύνηση του αν είναι πιο εύκολο να προφερθεί το όνομά της ή να παραμείνει ενωμένη…

Το πρόβλημα όμως δεν έγκειται στο ότι κάποιοι απεργάζονται την αναθεώρηση του Ντέιτον, αλλά στην κατεύθυνση αυτής της αλλαγής. «Η Ουάσινγκτον θεωρεί τώρα ότι η συμφωνία του Ντέιτον του 1995 φτιάχτηκε υπό το κράτος της βίας κάνοντας υπερβολικά πολλές παραχωρήσεις στους Σέρβους για να τελειώσει ο αιματηρός πόλεμος», έγραφε ο ανταποκριτής των Financial Times από τη Πρίστινα στις 19 Μαΐου.

Η πρόθεση της Ουάσινγκτον να αναθεωρήσει τη συνθήκη του Ντέιτον καταγράφηκε με τον πιο σαφή τρόπο και σε απόφαση που έλαβε το Κογκρέσο στις 12 Μαΐου (υπ. αρ. 171), εν όψει δηλαδή της επίσκεψης του Μπάιντεν στα Βαλκάνια, όπου αναφέρεται ότι «οι υφιστάμενες συνταγματικές διευθετήσεις στη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη δεν είναι ούτε αποτελεσματικές ούτε ορθολογικές και οι κρατικοί θεσμοί πρέπει να γίνουν πιο αποτελεσματικοί και δημοκρατικοί». Μια απόφαση που έγινε δεκτή με επιφυλάξεις και σκεπτικισμό από τους Σέρβους κι ενθουσιασμό από Μουσουλμάνους και Κροάτες. Κατά συνέπεια οι δηλώσεις του Μπάιντεν ότι δεν επίκειται αναθεώρηση του Ντέιτον αποσκοπούσαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις και να καθησυχάσουν αυτούς που θίγονται. Κι οι κατ’ αρχήν θιγμένοι είναι οι Σέρβοι, οι οποίοι διεκδικούν τη διενέργεια δημοψηφίσματος για να αποφασίσουν την απόσχισή τους από τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη επικαλούμενοι μάλιστα το «βελούδινο διαζύγιο» μεταξύ Τσεχίας και Σλοβακίας το 1993. Το επιχείρημα μάλιστα του ηγέτη τους, σερβοβόσνιου πρωθυπουργού Μίλοραντ Ντόντιτς, είναι συντριπτικό: «Μόνο η Βοσνία – Ερζεγοβίνη είναι αναγκασμένη να λειτουργεί με μία δομή που δεν επιβίωσε στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Πριν τον πόλεμο, οι άνθρωποι έλεγαν πως η Βοσνία – Ερζεγοβίνη είναι μια μικρή Γιουγκοσλαβία. Αν όμως δεν μπόρεσε να επιβιώσει η μεγάλη πως μπορεί να επιβιώσει μια μικρή;». Οι φραστικές επιθέσεις του αμερικανού αντιπροέδρου και οι κατηγορίες για εθνικιστική ρητορεία είχαν επομένως στόχο τους Σέρβους οι οποίοι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να γίνουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας χάνοντας τα δικαιώματα που είχαν κερδίσει με τη συνθήκη του Ντέιτον, τώρα που είναι αδύναμοι να αντιδράσουν.

Οι αιτίες δε της εναντίωσης των Αμερικανών απέναντι στο ενδεχόμενο ανεξαρτητοποίησης των Σέρβων της Βοσνίας (που διεκδικούν ότι πέτυχαν κι οι Κοσοβάροι από το Βελιγράδι) φωτίζονται καλύτερα αν δούμε την έχθρα που θρέφουν για την Ουάσινγκτον. Φτάνει δε σε τέτοιο σημείο ώστε ο ηγέτης τους, Μίλοραντ Ντόντιτς, έφθασε στο σημείο να καλέσει την ευάριθμη σερβοβοσνιακή ομάδα που συμμετείχε στην πρόσφατη άσκηση του ΝΑΤΟ στην Γεωργία σε μια απόσταση λίγων χιλιομέτρων από μια ρωσική βάση, να αρνηθεί να εκτελέσει εντολές!

Σε αυτό το φόντο κλιμακούμενης έντασης το ζητούμενο της επίσκεψης του Μπάιντεν στη Σερβία δεν ήταν να πιέσει για την αναγνώριση του Κοσόβου, αλλά η διαβεβαίωση του Βελιγραδίου ότι δεν πρόκειται να ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Μπάνια Λούκα στη διεκδίκηση ανεξαρτησίας. Στόχος που κατά κοινή ομολογία είναι η πρώτη πράξη στο αίτημα ένωσης της Δημοκρατίας της Σρπσκα με τη Σερβία με την οποία έχουν και κοινά σύνορα και γιατί όχι στη συνέχεια το παράδειγμα τους να μην ακολουθήσουν και οι 100.000 Σέρβοι που ζουν στο βόρειο τμήμα του Κοσόβου και αποτελούν κι αυτοί πολίτες δεύτερης κατηγορίας; Χωρίς όμως το δικαίωμα ανεξαρτητοποίησης το οποίο επιλεκτικά εγκρίνουν Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες και χορηγούν σε μειονότητες που διάκεινται φιλικά απέναντί τους.

Δεν ήταν καθόλου τυχαίο έτσι το σκοτσέζικο ντους που γνώρισε στα Βαλκάνια ο αμερικανός αντιπρόεδρος: Στο Βελιγράδι, όπου απαγορεύτηκαν οι διαδηλώσεις για να μη βρεθεί αντιμέτωπος με την λαϊκή οργή, αναρτήθηκε πανό μέσα στη Βουλή την ώρα της ομιλίας του που έγραφε, σύμφωνα με το BBC, «Μπάιντεν Ναζιστικό απόβρασμα, πήγαινε σπίτι σου». Και μια μέρα μετά, στο Κόσοβο, που αν κι έχει αναγνωριστεί μέχρι σήμερα από 57 μόνο χώρες «η επιτυχία της ανεξαρτησίας του παραμένει προτεραιότητα της αμερικανικής διοίκησης» σύμφωνα με τα λόγια του, τιμήθηκε με την ανώτερη διάκριση…

Παράγοντας αστάθειας το Κόσοβο (Πριν, 22/2/2008)

Προτεκτοράτο της ΕΕ το Κόσοβο

ΜΙΣΟΣ ΣΠΕΡΝΟΥΝ ΟΙ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

Φόβο και προβληματισμό σκόρπισε σε όλο τον κόσμο η ανακοίνωση της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου από τον ηγέτη της σέρβικης επαρχίας, μέχρι το προηγούμενο Σάββατο, Χασίμ Θάτσι. Η είδηση της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις γιατί για πρώτη φορά το διεθνές δίκαιο και συγκεκριμένα η απόφαση 1244 του ΟΗΕ που χρονολογείται από το 1999 και ορίζει ότι το Κόσοβο αποτελεί επαρχία της Σερβίας, παραβιάζεται τόσο κατάφωρα και αναγνωρίζεται στις μειονότητες και επισήμως το δικαίωμα απόσχισης και δημιουργίας ανεξάρτητου (κατ’ όνομα φυσικά) κράτους.

Το διεθνές δίκαιο μάλιστα δεν παραβιάστηκε αυτή τη φορά από τον γνωστό άγνωστο τραμπούκο των διεθνών σχέσεων, τις ΗΠΑ, όσο κι αν η σφραγίδα τους σε όλη αυτή τη διαδικασία εθνογένεσης είναι ανεξίτηλη, όπως έδειξαν και οι αστερόεσσες που ανέμιζαν στην Πρίστινα την προηγούμενη Κυριακή. Την ευθύνη για την παραβίαση των αποφάσεων του ΟΗΕ, από τη στιγμή που η Μόσχα φάνηκε αποφασισμένη να βάλλει βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας στο διχοτομικό σχέδιο του ειδικού διαμεσολαβητή φιλανδού Μ. Αχτισάαρι, ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση που πλέον καλείται με το πολιτικό της κύρος να ολοκληρώσει τη δουλειά που ξεκίνησε με τους βομβαρδισμούς το 1999. Βρίσκεται σε εξέλιξη όμως κι ένα επιπλέον πολιτικό σκάνδαλο, που αποκαλύπτει την επιθετικότητα του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Συγκεκριμένα η αποστολή 2.000 αστυνόμων και δικαστών που ετοιμάζει για την Πρίστινα η ΕΕ με στόχο να επιβάλλει το νόμο και την τάξη (κατά παραβίαση του διεθνούς δικαίου, όπως ευφυώς επεσήμανε ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών) θα υλοποιηθεί παρότι η ΕΕ ουδέποτε έλαβε ομόφωνη απόφαση που να στηρίζει την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου. Λόγω της αδιάλλακτης στάσης της Κύπρου αρχικά που εδώ και καιρό απειλούσε με βέτο και της σθεναρής στάσης που κράτησε η Ισπανία τη Δευτέρα δια του υπουργού Εξωτερικών της, ο οποίος είπε ότι η αποστολή της ΕΕ και η αναγνώριση του Κοσόβου αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο, επίσημα η ΕΕ ποτέ δεν αποφάσισε να υποκαταστήσει το ΝΑΤΟ. Το πράττει όμως κατ’ εντολή των ισχυρότερων κρατών, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας, που αναγνώρισαν το Κόσοβο, αμέσως μετά τους Αμερικάνους καλύπτοντας πλήρως τους τυχοδιωκτισμούς του πρώην αρχηγού του UCK.

Οι ευρωπαϊκές χώρες που έσπευσαν να αναγνωρίσουν το Κόσοβο διευκρίνισαν ταυτόχρονα ότι η ανεξαρτητοποίηση του δεν συνιστά προηγούμενο, αλλά δικαιολογείται λόγω των ειδικών συνθηκών, δηλαδή της καταπίεσης που έχουν δεχτεί οι Κοσοβάροι από τη Σερβία.

Το επιχείρημά τους είναι σαθρό. Αν οι εκατόμβες νεκρών των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων θεμελίωναν αυτομάτως δικαίωμα εθνικής ανεξαρτησίας και δημιουργίας κράτους τότε η Παλαιστίνη και το τουρκικό Κουρδιστάν δεν θα υπέμεναν ακόμη και σήμερα τις εθνοκαθάρσεις του τουρκικού και του ρατσιστικού εβραϊκού κράτους και θα είχαν δημιουργήσει δικό τους κράτος προ πολλού, ενώ η Βόρεια Ιρλανδία δεν θα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Λονδίνου. Αντίθετα όμως η Άγκυρα επεμβαίνει στο Ιράκ για να κυνηγήσει τους Κούρδους αντάρτες χωρίς κανείς να επιζητά την καταδίκη της από το Συμβούλιο Ασφαλείας, στην κυβέρνηση του κράτους τρομοκράτη του Ισραήλ συμμετέχουν με κάθε επισημότητα εξτρεμιστές ακροδεξιοί σιωνιστές που αν επιχειρούσαν να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση πολιτισμένου ευρωπαϊκού κράτους θα έμπαινε αμέσως σε πολιτική καραντίνα (όρα περίπτωση Χάιντερ στη Αυστρία και πιο πρόσφατα Νίκολιτς στην Σερβία) ενώ το Λονδίνο δεν έχει λογοδοτήσει ποτέ για τα εγκλήματά του στο Μπέλφαστ.

Η βιασύνη ωστόσο των ευρωπαϊκών κρατών να ξεκαθαρίσουν ότι δεν δημιουργείται προηγούμενο, με άλλα λόγια ότι μόνο οι ίδιοι έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν ξανά πότε ένα έθνος ή μια εθνική μειονότητα δικαιούται να αποσχιστεί και να αποκτήσει δικό της κράτος, αποκαλύπτει την έκταση των κινδύνων που δημιουργεί η πολιτική τους τη στιγμή που δε θεωρεί τα εθνικά σύνορα, ούτε την εθνική κυριαρχία και ακεραιότητα απαραβίαστη. Ο φόβος λοιπόν είναι ότι το πράσινο φως που δόθηκε στο Κόσοβο θα αποτελέσει δεδικασμένο και για άλλα αυτονομιστικά κινήματα που θα μπορούν πλέον να διεκδικήσουν την διεθνή τους αναγνώριση και την ένταξή τους στον ΟΗΕ στις νέες έδρες που θα δημιουργηθούν μετά την 193η που φιλοδοξεί (ματαίως φυσικά) να καταλάβει το Κόσοβο.

Το κράτος που νιώθοντας στο σβέρκο του το καυτό χνώτο των Αλβανών του Κοσόβου δήλωσε πριν από κάθε άλλο ότι δεν θα συναινέσει σε μια απόφαση της ΕΕ αυτόματης αναγνώρισής του ήταν η Κύπρος, κι αυτό φυσικά λόγω της αδιάλλακτης στάσης του Τ. Παπαδόπουλου ο οποίος δε δέχτηκε να μπει σε παζάρια με την Ιερά Συμμαχία Αγγλογάλλων και Γερμανών όπως θα έκανε μετά βεβαιότητας αν ήταν στη θέση του ο Ι. Κασουλίδης, πριν ακόμη του το ζητήσουν μάλιστα, και πολύ πιθανά ο Δ. Χριστόφιας. Η κυπριακή προεδρία διέβλεπε τις εκπληκτικές ομοιότητες του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους στα κατεχόμενα εδάφη με το Κόσοβο (με σημαντικότερη απ’ όλες την ανοχή του ιμπεριαλισμού) και διέκρινε ότι ένα δεδικασμένο ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου θα άνοιγε το δρόμο στον Ταλάτ και τον Ερντογάν να επιδιώξουν την αναβάθμιση του ψευδοκράτους ή τουλάχιστον να πιέσουν την Κυπριακή Δημοκρατία να άρει τις αντιστάσεις της για να αποτραπεί μια ανεξαρτητοποίηση – καρμπόν του ψευδοκράτους. Γι αυτό η Λευκωσία σήκωσε μόνη της αρχικά το βάρος.

Στη συνέχεια, την προηγούμενη Δευτέρα για την ακρίβεια κατά τη συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών, το βάρος σήκωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας, ο οποίος αντιτάχθηκε στην ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, χρησιμοποιώντας μάλιστα σκληρή γλώσσα λόγω των ανοιχτών μετώπων που έχει η Μαδρίτη στο εσωτερικό της με τους Καταλανούς αλλά κυρίως τα 2 εκ. Βάσκων που ζητούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος τον Οκτώβριο για να μετατρέψουν σε πλήρη ανεξαρτησία το καθεστώς αυξημένης αυτονομίας που ήδη διαθέτουν. Ακόμη κι αν τα δημοσιεύματα που υποστηρίζουν ότι η Μαδρίτη θα συμφωνούσε στην περίπτωση που η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου ανακοινωνόταν μετά τη διεξαγωγή των ισπανικών εκλογών στις 9 Μαρτίου είναι αληθή και δεν αποσκοπούν στο διασυρμό της για λόγους εκδίκησης, ακόμη και τότε φαίνονται τα πολύ υψηλά διακυβεύματα για την ακεραιότητα της Ισπανίας από το παράδειγμα του Κοσόβου.

Εξ ίσου σοβαρά είναι και όσα διακυβεύονται για τέσσερις ακόμη χώρες της ΕΕ που επέλεξαν να κρατήσουν μια πιο διακριτική στάση, χωρίς φυσικά να βρουν το θάρρος που απαιτείται για να σηκώσουν το βάρος της υπεράσπισης μέχρι τέλους των εθνικών συμφερόντων τους, καταδικάζοντας την παραβίαση του διεθνούς δικαίου όπως έκανε η Μαδρίτη και δηλώνοντας ότι δεν θα αναγνωρίσουν το Κόσοβο. Ήταν η Σλοβακία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα. Οι δύο πρώτες το φάντασμα που θέλησαν να ξορκίσουν είναι της ουγγρικής μειονότητας που προβάλλει απειλητικά ιδιαίτερα για τη Ρουμανία όπου οι Μαγιάροι ζητούν την απόσχιση της Τρανσιλβανίας και την προσάρτησή της στην Ουγγαρία. Η Βουλγαρία και η Ελλάδα από την άλλη τις επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας, κατ’ αρχήν, όπως αυτές υλοποιούνται με τη χειραγώγηση της ελεγχόμενης μουσουλμανικής μειονότητας και την αξιοποίησή τους στο πλαίσιο της αμφισβήτησης της διεθνούς υπόστασης και της εδαφικής ακεραιότητάς των δύο χωρών.

Η μεγάλη αντίφαση όμως, εκ πρώτης πάντα όψεως, είναι ότι και οι χώρες που άναψαν το πράσινο φως για να μετατραπεί σε πρωθυπουργό ο αλβανός κατσαπλιάς του UCK και δηλωμένος εγκληματίας πολέμου έχουν κατ’ επανάληψη δει τη συνοχή τους να απειλείται από αποσχιστικά κινήματα. Στη χώρα που γεννήθηκε το «διαίρει και βασίλευε» μετά τον πονοκέφαλο των βορειοϊρλανδών και του ηρωικού αγώνα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού ήρθε να προστεθεί τα τελευταία χρόνια η προσπάθεια των Σκοτσέζων να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους από το Λονδίνο. Το Παρίσι μετήλθε των πιο σκοτεινών και αιματηρών μεθόδων για να αντιμετωπίσει το αποσχιστικό κίνημα της Κορσικής, χωρίς να καταφέρει να το σβήσει από το χάρτη. Μάρτυρας η ανακοίνωση που εξέδωσε την Τρίτη 19 Φεβρουαρίου η οργάνωση Ανεξάρτητο Έθνος της Κορσικής (CNI) χαιρετίζοντας την κήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσόβου και καλώντας τις αρχές του το καλοκαίρι στην Κορσική! Η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Ιταλίας (που αν και βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας μετρώντας μέρες μέχρι την έλευση του Μπερλουσκόνι, δεν έχασε την ευκαιρία να αναγνωρίσει το Κόσοβο) ξέχασε γρήγορα τις 361 ένοπλες επιθέσεις που σημειώθηκαν από το 1956 μέχρι το 1988 και τους δεκάδες νεκρούς που άφησε πίσω της η δράση του αποσχιστικού κινήματος στο γερμανόφωνο νότιο Τιρόλο της Ιταλίας που ζητούσε την προσάρτησή του στην Αυστρία. Ή το αίτημα της φασιστικής Λίγκας του βορρά για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στη βόρεια Ιταλία με στόχο την απόσπαση της από τη Ρώμη. Ο κατάλογος με τα αποσχιστικά αιτήματα στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μακρύς και προδικάζει ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου θα δώσει νέα ώθηση στις διεκδικήσεις τους. Η βεβαιότητα ωστόσο του Σαρκοζί, του Μπράουν και του Πρόντι πηγάζει από την ευκολία με τη οποία θα καταφύγουν στην ωμή βία για να καταστείλουν τα κινήματα ανεξαρτητοποίησης στο εσωτερικό τους πριν λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Εντός παιδιάς λοιπόν, εκεί που τα ισχυρά κράτη μπορούν να επιβάλλουν την κατασταλτική τους δύναμη (από τη Δυτική Ευρώπη μέχρι και την Τσετσενία) θεαματικές μεταβολές δεν αναμένονται άμεσα, απλώς επιτάχυνση των φυγόκεντρων δυνάμεων και …περισσότερη βία. Τα σημεία του πλανήτη ωστόσο όπου η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου θα πυροδοτήσει νέες δραματικές εξελίξεις, εκφυλισμό των κοινωνικών συγκρούσεων σε φυλετικές (όπως πολύ διδακτικά δείχνει το παράδειγμα της Κένυα) και επαναχάραξη στην πράξη των συνόρων είναι εκείνα όπου μαίνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί έχοντας ως τρόπαιο τις περισσότερες φορές τη διεύρυνση των ζωνών επιρροής με νέα κράτη ή – όποτε αυτό αποτυγχάνει – με θραύσματά τους. Γι αυτό το λόγο χώρες αχανείς και εύθραυστες, η συνοχή των οποίων θα δοκιμαστεί το επόμενο διάστημα όπως η Κίνα (που έχει και το ανοιχτό μέτωπο της Ταϊβάν) και η Ινδονησία καταδίκασαν αμέσως την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, προαναγγέλλοντας έτσι ότι ποτέ το Κόσοβο δεν πρόκειται να γίνει και τυπικά ανεξάρτητο κράτος.

Με διθυράμβους απεναντίας έγινε δεκτή η είδηση της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου στην Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία οι οποίες (με ρωσική παρότρυνση) διεκδικούν την ανεξαρτητοποίησή τους από τη Γεωργία του αμερικανόδουλου Μικαΐλ Σαακασβίλι, στην Υπερδνειστερία η οποία με την ίδια πάλι υποκίνηση έχει ντε φάκτο αποσχισθεί από τη φιλοαμερικανική Μολδαβία και στην χερσόνησο της Κριμαίας στην Ουκρανία όπου η αμερικανοκρατία εδραιώθηκε ανεξάρτητα από τη χρεοκοπία της «πορτοκαλί επανάστασης». Η Ρωσία ωστόσο παρά τα προφανή οφέλη που έχει να δρέψει από το ορθάνοιχτο κουτί της Πανδώρας επέλεξε να μην τα καρπωθεί άμεσα και να εμφανιστεί ως υπερασπιστής της διεθνούς νομιμότητας επικαλούμενη την αποκλειστική δικαιοδοσία του ΟΗΕ στη χάραξη των διεθνών συνόρων και καταγγέλλοντας ευθέως τις ΗΠΑ και την ΕΕ για την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου.

Παρόλα αυτά το Κόσοβο αντιμετωπίζεται με δυσπιστία και σκεπτικισμό ακόμη και από τους πιο φανατικότερους υποστηρικτές του βομβαρδισμού των 78 ημερών του 1999 που άνοιξε το δρόμο για να συναγωνίζεται η Σερβία τη φιλανδική εταιρεία κινητών τηλεφώνων Νόκια (κατά το ανέκδοτο που κυκλοφορεί τις τελευταίες μέρες): κάθε χρόνο ένα νέο μοντέλο, όλο και πιο λεπτό.

«Σχεδόν με βεβαιότητα», ανέφερε για το Κόσοβο το αμερικανικό Νιούζγουικ «θα είναι ένα αποτυχημένο κράτος, μη αναγνωρισμένο από τα Ηνωμένα Έθνη, ανίκανο να κυβερνηθεί από μόνο του, εξαρτημένο από την Ευρώπη για την αστυνομία του και το ΝΑΤΟ για τις ένοπλες δυνάμεις του. Αφού πέρασαν οκτώ χρόνια λειτουργώντας ως διεθνές προτεκτοράτο και δόθηκαν δισ. δολάρια υπό τη μορφή βοήθειας και κεφαλαίων για την ανοικοδόμηση, οι οικονομικές του προοπτικές παραμένουν ζοφερές. Η ανεργία ανέρχεται στο 57%, μεταξύ των νέων ξεπερνάει το 70% και ο μισός πληθυσμός είναι κάτω των 25. Δεν προκαλεί έτσι εντύπωση πως το μοναδικό εξαγώγιμο προϊόν του είναι το οργανωμένο έγκλημα»…

Ακόμη κι έτσι όμως (κι οι ανάδοχοί του ήξεραν ότι από μόνο του δεν μπορεί να αποτελέσει ένα βιώσιμο και ανεξάρτητο κράτος) η αξία χρήσης του προτεκτοράτου του Κοσόβου είναι τεράστια και αναντικατάστατη, καθώς θα αποτελέσει μοχλό συνεχών ανατροπών και αποσταθεροποίησης. Το ανεξαρτητοποιημένο από τη Σερβία Κόσοβο, μαζί με το αλβανόφωνο τμήμα της ΠΓΔΜ στο οποίο ήδη μπαινοβγαίνουν ανενόχλητοι ένοπλοι του Κοσόβου ανταλλάσσοντας και πυρά ενίοτε με την αστυνομία των Σκοπίων (προαναγγέλλοντας έτσι την κατάρρευση της συμφωνίας της Οχρίδας που τερμάτισε τον εμφύλιο) θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη για την υπό διαμόρφωση Μεγάλη Αλβανία, που θέλουν οι Αμερικάνοι στα Βαλκάνια. Η προσάρτηση του Κοσόβου στα Τίρανα μάλιστα πολύ σύντομα θα εμφανιστεί ως όρος σωτηρίας του, καθώς θα αποδεικνύεται ότι αδυνατεί να λειτουργήσει ως κράτος από τη στιγμή που δε διαθέτει πόρους, υποδομές ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την κεφαλαιοκρατική του ανάπτυξη. Τότε η γαλάζια σημαία με τα αστεράκια του «ανεξάρτητου» και όχι καθολικά αναγνωρισμένου Κοσόβου που παρουσίασε την προηγούμενη Κυριακή ο Θάτσι θα μπει στα μπαούλα και επίσημες σημαίες του Κοσόβου θα γίνουν οι δύο που ανέμιζαν στην κεντρική πλατεία της Πρίστινα: η αλβανική – για εσωτερική χρήση και η αστερόεσσα – για τις διεθνείς του σχέσεις.

Για τους Αμερικάνους η Μεγάλη Αλβανία θα αποτελεί προκεχωρημένο φυλάκιο της αυτοκρατορίας τους, καθώς θα είναι το πιο δουλικό καθεστώς που θα έχουν ανά τον κόσμο, συγκρίσιμο μόνο με το Ισραήλ και πολύ πιθανά τόσο πρόθυμο να βγάλει τη βρόμικη δουλειά του ιμπεριαλισμού στα Βαλκάνια, όπως και το σιωνιστικό κράτος στη Μέση Ανατολή.

Με αυτή την έννοια τα χειρότερα είναι μπροστά μας…

Η ανοιχτή ενθάρρυνση των Δυτικών των διαδικασιών υλοποίησης της Μεγάλης Αλβανίας θα κάνουν ακόμη πιο κραυγαλέα την μονομέρειά τους καθώς την ίδια ώρα οι ολοένα και πιο ηχηρές φωνές που θα ακούγονται από τους Σέρβους της Βοσνίας για επανένωσή τους με το Βελιγράδι (λύση που αποτελεί τη μοναδική ρεαλιστική για να διαδεχτεί το αποτυχημένο κράτος που δημιούργησαν στο Ντέιτον οι Αμερικάνοι με τον Μιλόσεβιτς) θα καταπνίγονται. Η ευλογία των συνενώσεων, όπως και η κατάρα των κατακερματισμών δεν παρέχεται στον οποιοδήποτε από τον ιμπεριαλισμό που έχει το προνόμιο να τη χορηγεί.

Εξ ίσου επιλεκτική έχει αποδειχτεί και η ευαισθησία σχετικά με τις εθνοκαθάρσεις, καθώς η εγκατάσταση 17.000 στρατιωτών του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο όλα αυτά τα χρόνια δεν εμπόδισε τις διώξεις των Σέρβων που κατοικούσαν σε διάφορους θύλακες στο Κόσοβο και τη φυγή τους στη Σερβία ή τη συγκέντρωσή τους στο βόρειο τμήμα της επαρχίας.

Αξίζει να δούμε ότι η διαδικασία της εθνογέννεσης και της εθνοδιάλυσης που τροχιοδρομεί ο σύγχρονος καπιταλισμός αναδιατάσσει τις σχέσεις των κεφαλαιοκρατικών σχηματισμών και τη μεταξύ τους ισορροπία. Έτσι, η Αλβανία, για παράδειγμα, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα συνεχίσει να είναι ο φτωχός συγγενής των Βαλκανίων όσο στενότερα δένεται στο άρμα της αμερικανοκρατίας. Το ίδιο ισχύει, κατ’ αντίστροφο τρόπο, και για τη Σερβία που βλέπει τη θέση της συνεχώς να υποβαθμίζεται τείνοντας να μετατραπεί σε κράτος παρία. Οι οργισμένες αντιδράσεις των Σέρβων που έκαψαν την αμερικανική πρεσβεία την Πέμπτη στο πλαίσιο μιας μαζικής πορείας που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διεθνών πρακτορείων είχε 150.000 άτομα από αυτή την κατάφωρη αδικία υποκινήθηκαν.

Σε αυτό το ρευστό τοπίο η στρατηγική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης να συμπλεύσει πλήρως με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, διευκολύνοντας τα εμπρηστικά του σχέδια, δεν πρόκειται να τη σώσει από τις αναταράξεις και τις δυσμενείς ανατροπές, από τη στιγμή που οι στρατηγικοί σύμμαχοι της Ουάσινγκτον, τα Τίρανα από τη μια και η Άγκυρα από την άλλη, έχουν επισήμως καταθέσει τις βλέψεις τους: Με το ανύπαρκτο στην πραγματικότητα θέμα των συνεργατών των Ναζί, των Τσάμηδων, οι Αλβανοί και με το θέμα της «τουρκικής», κατά την Άγκυρα, μειονότητας οι Τούρκοι όσο περνάει ο καιρός θα οξύνουν τις πιέσεις τους προς την Ελλάδα διεκδικώντας επιπλέον ζωτικό χώρο.

Μια πρώτη δοκιμή θα αποτελέσουν οι εξελίξεις που θα δρομολογηθούν άμεσα στο Κυπριακό στο πλαίσιο της επίλυσής του, καθώς όλοι συμφωνούν ότι το 2008, λόγω του ότι πρέπει να ανοίξει ο δρόμος για την τουρκική ένταξη στην ΕΕ, θα γίνουν όσα δεν έγιναν τα προηγούμενα 34 χρόνια. Ο σεβασμός στην πράξη και όχι στα λόγια του πλαισίου επίλυσης που καθόρισε η συμφωνία της 8ης Ιουλίου μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και των τουρκοκυπρίων και το οποίο αποκλείει κατ’ αρχήν την επιβολή σχεδίων επίλυσης από τον ΟΗΕ δίνοντας τον πρώτο λόγο στη Λευκωσία από τη μια και το ψευδοκράτος από την άλλη θα δείξει κατά πόσο η νέα ηγεσία είναι διατεθειμένη να σεβαστεί την πολιτική κληρονομιά του «όχι». Ή, αντίθετα θα επιδιώξει μια άρον άρον λύση, υπό το φόβο μιας πλημμυρίδας διεθνών αναγνωρίσεων του ψευδοκράτους που θα προκαλέσει το παράδειγμα του Κοσόβου, και θα βρίσκεται πολύ πιο πίσω από τις αποφάσεις καταδίκης της τουρκικής κατοχής από τον ΟΗΕ σημαίνοντας στην πράξη την διχοτόμηση του νησιού.

Αρέσει σε %d bloggers: