Μακρά περίοδο ύφεσης και χρεοκοπιών φέρνει η αύξηση των επιτοκίων και ο ανένδοτος κατά του πληθωρισμού, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Προς όφελος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου η τιθάσευση του πληθωρισμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη

Απαθής και ασυγκίνητη παρακολουθεί η οικονομική και πολιτική ηγεσία το ντόμινο καταρρεύσεων που πυροδότησε η άνοδος των επιτοκίων! Στο ερώτημα δε που αυθόρμητα προκύπτει αν οι κεντρικές τράπεζες θα σταματήσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού, τώρα που έγιναν ορατές οι καταστρεπτικές, υφεσιακές επιπτώσεις τους η απάντηση είναι αρνητική. Η άνοδος των επιτοκίων θα συνεχιστεί!

Το πολύ – πολύ με ένα μικρότερο ρυθμό ή με χαμηλότερη ένταση όπως για παράδειγμα έκανε η αμερικανική κεντρική τράπεζα στις 2 Φεβρουαρίου και στις 22 Μαρτίου αυξάνοντας τα επιτόκια κάθε φορά μόνον κατά 0,25% για να φτάσουν στο 4,75%-5% που είναι το υψηλότερο σημείο τους από τον Οκτώβριο του 2007. Πριν δηλαδή ξεσπάσει η χρηματοπιστωτική κρίση στην αμερικανική αγορά ενυπόθηκων δανείων που στη συνέχεια γενικεύτηκε για να εξελιχθεί στην ευρωζώνη σε κρίση του ευρώ και στην Ελλάδα σε δημοσιονομική κρίση.

Είμαστε μόνο στην αρχή

Η αποφασιστικότητα των κεντρικών τραπεζών να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, αδιαφορώντας για το οικονομικό και πολιτικό κόστος, υπογραμμίστηκε από μια σειρά γεγονότων. Από κοινού επιβεβαιώνουν ότι είμαστε μάρτυρες μιας κρίσης που θα κρατήσει χρόνια. Εντελώς ενδεικτικά:

  • Την δήλωση του γερμανού κεντρικού τραπεζίτη Χοακίμ Νάγκελ στις 24 Μαρτίου (αφού δηλαδή η μετοχή της Ντόιτσε Μπανκ είχε πέσει κατά 14%) ότι όχι μόνο πρέπει να συνεχιστούν οι αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ, αλλά πρέπει επίσης να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Με άλλα λόγια, η άνοδος να διατηρηθεί κι όχι να ακολουθήσει μια ραγδαία πτώση.
  • Την κριτική του ισχυρού άνδρα της JPMorgan προς τον επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, Τζ. Πάουελ, κι ενώ μάλιστα σε 11 ημέρες είχαν καταρρεύσει 4 τράπεζες στις ΗΠΑ (Silicon Valley Bank, Signature Bank, Credit Suisse και First Republique), «με όλο τον σεβασμό, αλλά η κατάσταση με τον πληθωρισμό έχει ξεφύγει από τον έλεγχό του»…
  • Την προτροπή του ΟΟΣΑ προς τις κεντρικές τράπεζες, στις 17 Μαρτίου μια μέρα δηλαδή μετά την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά 0,5% στο 3,5%, να μην παρεκκλίνουν από την αύξηση των επιτοκίων που έχουν αποφασίσει, μέχρι να τιθασευθεί και ο δομικός πληθωρισμός.
  • Τέλος, τις προβλέψεις που διατυπώνονται και συντείνουν ότι η τρέχουσα αναστάτωση θα διαρκέσει τουλάχιστον 12 ως 18 μήνες. Ο ΟΟΣΑ για παράδειγμα εκτιμά ότι τα επιτόκια δεν θα μειωθούν πριν το 2024. Το ίδιο «ψήφισαν» κατά 53% και άνθρωποι της αγοράς στους οποίους απευθύνθηκε το πρακτορείο Bloomberg.

Ο λόγος για τον οποίο όλες οι κεντρικές τράπεζες επιστρέφουν σιγά – σιγά στα επιτόκια δανεισμού που υπήρχαν πριν την κρίση του 2008 είναι η τιθάσευση του πληθωρισμού ή η μονεταριστική ορθοδοξία, δεδομένου ότι στις ΗΠΑ, στην Ευρωζώνη και σε όλο σχεδόν τον δυτικό κόσμο τα επίπεδα του πληθωρισμού τα τελευταία δύο χρόνια είναι πρωτοφανή για τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι αυξήσεις μάλιστα των επιτοκίων, που ξεκίνησαν το 2022, όπως και τα συνοδευτικά μέτρα περιορισμού της ρευστότητας μέσω της σταδιακής αναίρεσης των μέτρων νομισματικής χαλάρωσης, έχουν μέχρι τώρα επιδράσει θετικά στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός δηλαδή οριακά μεν, αλλά μειώθηκε. Ως αποτέλεσμα η αργή, αλλά ορατή πορεία επανόδου του πληθωρισμού στα προγενέστερα επίπεδα λειτουργεί κι ως πράσινο φως για τους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής ώστε να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις.

Μια πιο προσεκτική ματιά ωστόσο στις πηγές προέλευσης του πληθωρισμού δείχνει ότι κυρίως στη ευρωζώνη (στο αριστερό διάγραμμα) η άνοδος των τιμών προήλθε από την αύξηση στις τιμές της ενέργειας (κίτρινο χρώμα στα διαγράμματα), αρχής γενομένης από το 2021. Όταν συγκεκριμένα η ΕΕ εξήγγειλε ένα νέο πακέτο επιτάχυνσης της πράσινης μετάβασης, υπό τον γενικό τίτλο «προσαρμογή στο 55%» που περιλαμβάνει πλήθος νεοφιλελεύθερων και αντιλαϊκών μέτρων για την μείωση των εκπομπών επικίνδυνων αερίων του θερμοκηπίου κατά 55%. Στη συνέχεια οι κυρώσεις στη Ρωσία οδήγησαν σε περαιτέρω αύξηση των τιμών ενέργειας. Μιλώντας ωστόσο για την ευρωζώνη αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι το πρόβλημα του πληθωρισμού ξεκινάει από την ενέργεια, ενώ (προς επίρρωση του προηγούμενου συμπεράσματος) ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε δευτερογενώς ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών στην ενέργεια, όταν οι επιπτώσεις τους άρχισαν να διαχέονται σε όλη την οικονομία παράγοντας νέα κύματα ανατιμήσεων.

Κατά συνέπεια, αν κυβερνήσεις και οργανισμοί πράγματι ήθελαν να μειώσουν τον πληθωρισμό σε ευρωζώνη, ΗΠΑ, Αγγλία κ.λπ. θα έπρεπε να αναιρέσουν τις αιτίες που τον δημιούργησαν, δηλαδή να τιθασεύσουν τις τιμές στην ενέργεια αλλάζοντας τα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κι ανακαλώντας τις κυρώσεις στη Ρωσία.

Στο απυρόβλητο οι αιτίες του πληθωρισμού

Αντίθετα, η ακολουθούμενη οδός, αύξηση του κόστους του χρήματος μέσω της αύξησης των επιτοκίων που επιλέγουν Fed, ΕΚΤ και λοιποί μπορεί να κριθεί στο τέλος, πχ το 2024, αποτελεσματική, στο ενδιάμεσο όμως θα έχει προκαλέσει αλλεπάλληλες δραματικές αλλαγές στην οικονομία. Η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των στεγαστικών και άλλων δανείων από  εκατομμύρια νοικοκυριά σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ είναι η πρώτη συνέπεια και ισοδυναμεί με φτωχοποίηση. Επίσης, ισοδυναμεί με μεταφορά πλούτου από εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους προς τους τραπεζίτες που θα επωφεληθούν με την είσπραξη επιπλέον τόκων για κεφάλαια τα οποία έχουν εδώ και καιρό καταβάλει.

Υπάρχουν ωστόσο και ζημιές για τους τραπεζίτες κι είναι αυτές ακριβώς οι ζημιές που οδήγησαν στις τραπεζικές καταρρεύσεις και τις απώλειες των τραπεζικών μετοχών την προτελευταία εβδομάδα του Μαρτίου. Η άνοδος των επιτοκίων προκαλεί απώλειες στα ομόλογα σταθερού επιτοκίου όσο εκδίδονται νέα ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις, που παίρνουν υπόψη τους το νέο επίπεδο των επιτοκίων. Για να μπορέσουν οι τράπεζες να ανταποκριθούν στις τρέχουσες υποχρεώσεις του, πχ αναλήψεις που μάλιστα θα είναι σημαντικά αυξημένες στο εξής επειδή ειδικά οι επιχειρήσεις όλο και περισσότερο θα χρησιμοποιούν τα αποθεματικά τους για επενδύσεις αντί του σχεδόν δωρεάν τραπεζικού χρήματος του παρελθόντος, είναι αναγκασμένες να ρευστοποιούν ομόλογα σταθερού εισοδήματος με ζημιά. Σε αυτό το πλαίσιο πίσω από τις ειδήσεις για αυξημένες αναλήψεις, όπως πχ συνέβη στις ΗΠΑ όπου οι καταθέσεις πραγματοποίησαν την μεγαλύτερη πτώση εδώ κι ένα χρόνο, κατά 98,4 δισ. ευρώ φτάνοντας στα 17,5 τρισ. δολ., σημασία έχουν οι ζημιές που αναλαμβάνουν οι τράπεζες πουλώντας ομόλογα για να καλύψουν τις αυξημένες αναλήψεις. Αυτή ακριβώς είναι η εστία των κλυδωνισμών που ταράσσουν τις τράπεζες, εδώ και λίγες εβδομάδες.

Κατά συνέπεια, οι εφησυχαστικές υποτίθεται διαβεβαιώσεις του γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς για τα κέρδη της Ντόιτσε Μπανκ ή ακόμη και των Ελλήνων πολιτικών για την ισχυρή κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών είναι από παντελώς άσχετες έως εντελώς παραπλανητικές. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι ριψοκίνδυνες τραπεζικές τοποθετήσεις, που παραπλανούσαν ρυθμιστές αρχές και πελάτες στο πλαίσιο ενός απορυθμισμένου χρηματοπιστωτικού τοπίου γενικευμένης ασυδοσίας, όπως συνέβαινε με τα δομημένα ομόλογα την πρώτη δεκαετία του 21ο αιώνα. Το πρόβλημα τον Μάρτιο του 2023 έγκειται στις πιο «καθαρές» και συνηθισμένες επενδύσεις, σε βαθμό κοινοτοπίας, που κάνουν οι τράπεζες: τις επενδύσεις σε ομόλογα.

Αυτές οι επενδύσεις είναι που επέφεραν απώλειες της τάξης του 14% όχι μόνο στην Ντόιτσε Μπανκ (υπόδειγμα διεφθαρμένης τράπεζας που έχει εμπλακεί στα κορυφαία σκάνδαλα των ημερών μας· από πορνεία και παιδοφιλία της παγκόσμιας ελίτ μέχρι μαζικό ξέπλυμα βρόμικου χρήματος) αλλά και σε όλες σχεδόν τις τράπεζες: από την γερμανική Commerzbank και την γαλλική Societe General που οι μετοχές τους έχασαν την Παρασκευή 24/3 αντίστοιχα 5,4% και 3,7%, μέχρι όλες τις ελληνικές συστημικές. Η διαφορά με τις ελληνικές τράπεζες είναι ότι λόγω των διαφημίσεων που αφειδώς μοιράζουν σε ιστοσελίδες και εφημερίδες ελάχιστα γίνονται γνωστές οι απώλειες τους. Μόνο λοιπόν την Παρασκευή 24 Μαρτίου οι ελληνικές τράπεζες – ζόμπι (που δεν έχουν χρεοκοπήσει επειδή πρώτο, δεν πληρώνουν φόρους εδώ και 10 χρόνια και δεύτερο τις έχουμε ανακεφαλαιοποιήσει 4 φορές) έχασαν: Alpha: -6%, Eurobank: -6%, Εθνική: -6% και Τράπεζα Πειραιώς: -5%.  

Πολιτικοί και οικονομικοί αξιωματούχοι επικαλούνται και μια δεύτερη γραμμή άμυνας για να καθησυχάσουν τους πολίτες, που αποδεικνύεται εξίσου πορώδη με την επίκληση στην ισχυρή κεφαλαιακή βάση ή τη ρευστότητα των τραπεζών: Το κεφάλαιο έκτακτης ανάγκης που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο της ΕΚΤ από εισφορές των ίδιων των ευρωπαϊκών τραπεζών για να λειτουργήσει σαν σωσίβιο στην περίπτωση νέων τραπεζικών χρεοκοπιών. Ξεχνούν ωστόσο να πουν ότι η αξία του ανέρχεται μόλις σε 66 δισ. ευρώ! Το ποσό είναι σταγόνα στον ωκεανό. Οι αργυρώνητοι Έλληνες τραπεζίτες, που έχουν στραγγίσει την ελληνική οικονομία το έχουν για …κολατσιό. Η άνοδος των επιτοκίων εγκυμονεί τον κίνδυνο να απαιτηθούν επομένως πολλές δεκάδες δισ. ευρώ σε όλη την ευρωζώνη για να σωθούν οι τράπεζες που θα εγγράφουν συνεχώς ζημιές από την ρευστοποίηση ομολόγων με ζημιά.

Ακόμη ωστόσο κι αυτό το κόστος ο καπιταλισμός προθυμοποιείται ανεπιφύλακτα και χωρίς δεύτερης σκέψη να το αναλάβει για να πετύχει κάτι πολύ πιο σημαντικό: Την διασφάλιση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ως σύνολο, συλλογικά. Σε αυτό το βωμό μπορεί να θυσιάσει όχι μόνο την Silicon Valley Bank αλλά ακόμη και την εμβληματική Credit Swiss που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας κι έχει μια ιστορία 167 ετών!

Μόνο τυχαία δεν ήταν η σύμπτωση της ανάδυσης του χρηματοπιστωτικού τομέα, την δεκαετία του ’80 ακόμη, με την μέχρι εσχάτων και νικηφόρα μάχη κατά του πληθωρισμού που έδωσε ο πρώιμος νεοφιλελευθερισμός, οδηγώντας στα ύψη τα επιτόκια και στα Τάρταρα τους μισθούς μαζί με κάθε έννοια σταθερότητας στην εργασία. Η διαφορά ωστόσο είναι ότι αν η μετεωρική άνοδος των επιτοκίων (ακόμη και στο επίπεδο του 20% το 1980) την περίοδο 1979 – 1982, που έμεινε γνωστή ως σοκ Βόλκερ από το όνομα του τότε επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, προκάλεσε κρίση χρέους και αλλεπάλληλες κρατικές χρεοκοπίες σε όλον τον κόσμο, σήμερα το κόστος το πληρώνει κυρίως η Δύση, μόνη της, «τρώγοντας» αποκλειστικά και μόνο τα παιδιά της.

Η σταθερότητα των τιμών, ακόμη κι αν σημαίνει ύφεση, αποτελεί την εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την επέλαση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που θα μπορεί να δίνει την μάχη για τις αποδόσεις στα εταιρικά και κρατικά ομόλογα σταθερού και μη εισοδήματος, τις μετοχές, τα νομίσματα, τα παράγωγα, κοκ, χωρίς να κατατρώγει τις αποδόσεις και τις προσδοκίες ο πληθωρισμός. Το πάγωμα των τιμών έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για το ευρώ, όπως δείχνει κι η φαινομενικά δογματική προσήλωση της ΕΚΤ στον στόχο του 2%, κι αυτό αποδείχτηκε με την άνοδο της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου από το Οκτώβριο μέχρι σήμερα, οπότε και κατάφερε να διαβεί το ψυχολογικό όριο της 1 προς 1 ισοτιμίας. Τα αυξημένα επιτόκια επομένως βοήθησαν το ευρώ να ανακτήσει το στάτους του ως επενδυτικό προϊόν. Κι όσο για τους δανειολήπτες που πρέπει να πληρώνουν 100 ευρώ κάθε μήνα επιπλέον ποιος τους λογαριάζει…

Η πολιτική απόφαση της ευρωπαϊκής ηγεσίας να επιδεινωθούν οι συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας προκαλώντας πτώση του ΑΕΠ, εταιρικές χρεοκοπίες και ανεργία, προκειμένου να διαφυλαχθούν τα κέρδη του χρηματοπιστωτικού τομέα ως σύνολο δεν θα ήταν τόσο οδυνηρή για τους λαούς αν ταυτόχρονα δεν επανέφεραν σε λειτουργία τις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» της λιτότητας. Η συμφωνία επιστροφής στο Σύμφωνο Σταθερότητας από 1/1/2024 με τα συμπαρομαρτούντα, όπως για παράδειγμα η δέσμευση μείωσης του δημόσιου χρέους που υπερβαίνει το 60% κατά 5% ετησίως, επιβάλλεται σε μια περίοδο ραγδαίας και πρωτοφανούς αύξησης του δημόσιου χρέους ως αποτέλεσμα των δαπανών που καταβλήθηκαν για την διαχείριση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε το 2020 στο 256% από 227% το 2019. Ούτε την χρονιά της πρώτης κρίσης του 21ου αιώνα, το 2008, δεν καταγράφηκε τέτοια αύξηση του δημόσιου χρέους παρότι ούτε και τότε δεν τσιγκουνεύτηκαν δημοσιονομικών δαπανών οι κυβερνήσεις για να διαχειριστούν την κρίση. Το 2021 και 2022, παρότι δεν υπάρχουν ακόμη επίσημα συγκεντρωτικά στοιχεία, η αύξηση ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Η δε, αύξηση του χρέους το 2020 αποκλειστικά και μόνο στις προηγμένες οικονομικά χώρες ήταν ακόμη μεγαλύτερη από την παγκόσμια αύξηση που αποτυπώνεται στο κάτωθι διάγραμμα κι έφτασε το 300% του ΑΕΠ!

Πηγή: Fiscal Monitor, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

Η επιστροφή στην δημοσιονομική πειθαρχία, όπως συμφωνήθηκε στο πρόσφατο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, με πρώτο θύμα τις κρατικές επιδοτήσεις στην ενέργεια, ισοδυναμεί με νέες μειώσεις δημοσίων δαπανών και επιπλέον φτώχεια για τους λαούς. Ή, με νέα Τέμπη και θυσία του δημόσιου συστήματος υγείας στο βωμό των κερδών…

Για το βιβλίο του Δημήτρη Στρατούλη «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα» ή γιατί τα πράγματα δεν μπορούσαν να πάνε αλλιώς, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Το κείμενο που ακολουθεί στηρίζεται στην ομιλία του γράφοντα κατά την δημόσια παρουσίαση του βιβλίου του Δημήτρη Στρατούλη στις 30 Νοεμβρίου στο κατάμεστο Σεράφειο του Δήμου Αθηναίων. Στην παρουσίαση επίσης συμμετείχαν οι: Νίκος Χουντής, Σοφία Σακοράφα και Δημήτρης Σαραφιανός ενώ συντόνιζε ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου. Μίλησε επίσης κι ο συγγραφέας.

Το βιβλίο του Δημήτρη Στρατούλη «8 μήνες που συντάραξαν την Ελλάδα» (εκδ. Τόπος) αποτελεί μια σοβαρή ευκαιρία για να στραφούμε ξανά στο 2015 και να συζητήσουμε για όσα έγιναν και τις ελπίδες που διαψεύστηκαν. Το βιβλίο περιγράφει με λεπτομέρειες όσα συνέβησαν από τον Ιανουάριο ως και τον Αύγουστο του 2015 και τα ανοιχτά ερωτήματα.

Οι απαντήσεις δεν αφορούν μόνο τους συντρόφους που συμμετείχαν στον ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια αποχώρησαν σχηματίζοντας την ΛΑΕ. Αφορούν όλη την Αριστερά, μεταρρυθμιστική και επαναστατική, για έναν λόγο: Επειδή το 2015 έδειξε το άδοξο τέλος ακόμη και των μεταρρυθμίσεων, αν δεν εντάσσονται σε μια στρατηγική που τουλάχιστον έρχεται σε σύγκρουση με τον καπιταλισμό. Έδειξαν ότι η πραγματική Αριστερά που ενδιαφέρεται για την βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και της κοινωνικής πλειοψηφίας ή θα αμφισβητεί έμπρακτα τα όρια της καπιταλιστικής κυριαρχίας και θα προκαλεί ρήγματα ή δεν θα είναι Αριστερά. Η ύπαρξή της δε, είναι αυταπόδεικτη στο έδαφος των αδικιών που γεννάει το σημερινό σύστημα και υπερβαίνει τόσο αριθμητικά όσο και κυρίως (λόγω των στόχων) ποιοτικά τις κομμουνιστικές, επαναστατικές δυνάμεις. Σε αυτούς τους σχηματισμούς εναπόκειται να αποφασίσουν αν θα δρουν συμπληρωματικά προς το σύστημα, ή θα υπηρετούν άνευ όρων τα λαϊκά συμφέροντα.

Η άποψή μου δεν συμβαδίζει με την άποψη του συγγραφέα που τονίζει από την εισαγωγή κιόλας (σελ. 17) «ότι κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις τα πράγματα θα μπορούσαν να πάνε αλλιώς». Η καταστροφική εξέλιξη με την υπογραφή του «μνημονίου Τσίπρα» τον Αύγουστο του 2015 κρίνω ότι ήταν μονόδρομος αν πάρουμε υπόψη μας τα ακόλουθα τέσσερα γεγονότα:

Πρώτο, την κατάσταση του εργατικού κινήματος. Να θυμίσω ότι την διετία από τον Μάιο του 2010 (με την μεγαλειώδη πορεία ενάντια στην υπαγωγή στο ΔΝΤ και την κρατική προβοκάτσια στην Μαρφίν) μέχρι τον Φεβρουάριο του 2012 (με την επίσης μεγαλειώδη πορεία ενάντια στην αναδιάρθρωση του χρέους που συνοδεύτηκε από επίδειξη κρατικής καταστολής), η Ελλάδα έζησε μια ανάταση του κινήματος. Εργατικά σωματεία και ομοσπονδίες, θεματικά κινήματα (ενάντια στο χρέος και τις ιδιωτικοποιήσεις) και πλατείες σηματοδότησαν μια αναπτέρωση του ηθικού της κοινωνίας. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια ο κόσμος βγήκε στους δρόμους, φιλοδοξώντας να γίνει πρωταγωνιστής. Η Πρωτοβουλία των Πρωτοβάθμιων Σωματείων αποτέλεσε ένα κύτταρο οργάνωσης και συντονισμού της πρωτοπόρας πτέρυγας του εργατικού κινήματος. Από το 2012 ως το 2015 ωστόσο το κίνημα υποχώρησε, κυριάρχησαν οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και η ανάθεση των ελπίδων ανατροπής της επίθεσης σε μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο συγγραφέας αναγνωρίζει την κατάσταση του κινήματος στο βιβλίο. Αναφέρει (σελ. 21): «Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε στις αρχές του 2010, οπότε ξεκίνησαν τα μνημόνια στη χώρα μας, αποδυναμωμένο, απροετοίμαστο, χωρίς στρατηγική, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς την αναγκαία πολιτική και οργανωτική ικανότητα ανάπτυξης… με σοβαρότατο το πρόβλημα της συμβιβαστικής στάσης της ηγετικής του πλειοψηφίας λόγω κυριαρχίας σε αυτό του κυβερνητικού, εργοδοτικού, γραφειοκρατικού συνδικαλισμού». Ο Δημήτρης Στρατούλης αναγνωρίζει επίσης την πρωτοκαθεδρία του κινήματος. Αναφέρει στη σελ. 328: «Προοδευτική αντιμνημονιακή ανατροπή δε θα μπορούσε να υπάρξει, αν συνεχιζόταν η κινηματική στασιμότητα και η λογική της ανάθεσης σε μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ».

Δεύτερο στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας για να ερμηνεύσουμε την υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι ίδιες του οι αντιφάσεις. Θα συμφωνήσω απόλυτα με τις διαπιστώσεις του συγγραφέα για την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ και την αναίρεση καταστατικών και προγραμματικών δεσμεύσεων από την ηγεσία του. Ακόμη μάλιστα κι από την πρώτη ημέρα της εκλογής του, το βράδυ της Κυριακής 25 Ιανουαρίου, όταν ο Αλ. Τσίπρας στο διάγγελμά του προανήγγειλε ότι θα διαπραγματευτεί «με τους εταίρους μια δίκαιη, αμοιβαία επωφελή και βιώσιμη λύση». Ο συγγραφέας αναφέρει (στη σελ. 47) ότι άλλοι μετάφρασαν ως προσπάθεια εφησυχασμού κι άλλοι ως αυταπάτη της προεδρικής πλειοψηφίας αυτή την δήλωση. Ωστόσο, ο Αλέκος Αναγνωστάκης από τις 4 Ιανουαρίου του 2015 επεσήμαινε τις «γενικόλογες και κατάλληλα διατυπωμένες φράσεις στον λόγο του Αλ. Τσίπρα ώστε να επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες», τονίζοντας την προοπτική «βαθύτερης και οριστικής αφομοίωσης του ΣΥΡΙΖΑ». Για να είμαστε όμως ειλικρινείς πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι όλα όσα υλοποίησε ο Αλ. Τσίπρας και οι συν αυτώ υπήρχαν σπερματικά ως δυνατότητες σε όλες τις κομματικές αποφάσεις. Τα ψηφισμένα ντοκουμέντα του κόμματος είχαν αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο του συμβιβασμού και της συμφωνίας, έστω ως δυνατότητα καίτοι πρόκριναν πιο ριζοσπαστικές λύσεις.

Τρίτο, και σημαντικότερο, στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι η ελλιπής προετοιμασία του ίδιου του Αριστερού Ρεύματος. Πολύ σωστά επαναλαμβάνει ο συγγραφέας με διάφορες αφορμές την παντελή έλλειψη προετοιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ για όλα όσα έπρεπε να κάνει από την πρώτη μέρα της εκλογής του. Για να είμαστε και πάλι ειλικρινείς η απουσία προετοιμασίας δεν αφορούσε μόνο το πλαίσιο ρήξης αλλά ακόμη και της αστικής διαχείρισης. Ωστόσο, μια αντίστοιχη έλλειψη προετοιμασίας χαρακτήριζε και το Αριστερό Ρεύμα. Η προετοιμασία του Αριστερού Ρεύματος δεν έπρεπε να επικεντρωθεί μόνο, κατά την άποψή μου, στην έγκαιρη συγγραφή νομοσχεδίων για την ανθρωπιστική κρίση και την διαγραφή των χρεών αλλά στην δημιουργία και ενεργοποίηση κοινωνικών μηχανισμών που θα απέτρεπαν την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ. Τα ερωτήματα που θα έπρεπε να απαντούν με θεωρητικούς και υλικούς όρους τα μέλη και τα στελέχη του Αριστερού Ρεύματος από το καλοκαίρι του 2012 ήταν, για παράδειγμα, τα εξής:

  • Τι θα κάνουμε αν ο Αλ. Τσίπρας υπογράψει συμφωνία με τους δανειστές και νέο μνημόνιο;
  • Ποιες κοινωνικές δυνάμεις θα ενεργοποιήσουμε για να υλοποιηθεί η ψηφισμένη δέσμευση «καμιά θυσία για το ευρώ»;
  • Ποια είναι εκείνα τα σωματεία του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα που θα σηκώσουν το βάρος της εμβάθυνσης της ρήξης;
  • Υπάρχουν δήμοι που θα μπορούσαν να πρωταγωνιστήσουν; Κι αν προθυμοποιηθούν, τι θα κάνουν;
  • Ποια προπαρασκευή απαιτείται σε διεθνές επίπεδο με όρους λαϊκού κινήματος ώστε να προετοιμαστεί και να θωρακισθεί η ρήξη;

Τα ερωτήματα αυτά δεν τα θέτω εν κενώ! Τα θέτω σε συντρόφους και συναγωνιστές που απέδειξαν στην πράξη ότι είχαν ταχθεί με την ρήξη. Εξ ου και η παραίτησή τους, από υπουργεία μάλιστα πρώτης γραμμής, που πιστεύω ότι κάθε αριστερός πρέπει να αναγνωρίσει ότι αποτέλεσε κορυφαία πράξη ηθικής ακεραιότητας και ανιδιοτέλειας. Όχι μόνο σε ελληνικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο! Στον αντίποδα, ας αναλογιστούμε πόσα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ή και απλοί συμπαθώντες, από βουλευτές και δήμαρχοι μέχρι στελέχη της κρατικής μηχανής, διαπρύσιοι υποστηρικτές της ρήξης και πολέμιοι των μνημονίων μέχρι τον Ιούνιο, έγιναν κήρυκες του συμβιβασμού στη συνέχεια για να μην χάσουν τα οφέλη της εξουσίας…

Τέταρτο και τελευταίο στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας για να εξηγήσουμε την κωλοτούμπα Τσίπρα είναι η σημασία που διαδραμάτιζε εκείνη την εποχή η Ελλάδα για το ευρωσύστημα και την ΕΕ. Τούτου δοθέντος, η ρήξη δεν ήταν ένα από τα πολλά ενδεχόμενα, αλλά 100% βεβαιότητα! Η ΕΕ δεν θα άφηνε επ’ ουδενί να εφαρμοστεί ούτε ακόμη κι εκείνο το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης. Επίσης, απέναντι μας δεν είχαμε μόνο τον Σαμαρά και μια παραπαίουσα κυβέρνηση. Απέναντί μας είχαμε όλον τον καπιταλισμό, που εξακολουθούσε ακόμη και το 2015 να θεωρεί την Ελλάδα πειραματόζωο και εργαστήριο. Και σε ένα εργαστήριο δεν επιτρέπεις τίποτε να πάει στραβά. Κι αν πάει, είσαι εκεί για να το διορθώσεις…

Για να το πω αλλιώς: αν το κεφάλαιο έχει χίλιους λόγους και μέσα για να μην αφήσει να ξεδιπλωθεί μια επαναστατική στρατηγική σε μια ανεπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, οι λόγοι αυτοί αυξάνονται σε εκθετικό βαθμό σε μια χώρα που έχει στραμμένα πάνω της τα βλέμματα του όλος ο πλανήτης. Εδώ όμως υποτιμήθηκε ο αντίπαλος, παρότι οι εκπρόσωποί του το είχαν κάνει αρκούντως σαφές. «Η Ευρωζώνη θα βυθιζόταν σ’ ένα χάος πέρα από κάθε φαντασία αν είχαμε επιτρέψει να φύγει μια χώρα», είχε τονίσει ο Ντάιζελμπουμ σε μια δήλωση που παραθέτει ο Δημήτρης (σελ. 279). Η παραπάνω αναγνώριση σήμαινε ότι η εκλογική επιτυχία του Ιανουαρίου του 2015 δεν θα έκλεινε αλλά θα άνοιγε την αυλαία μιας μακράς περιόδου σκληρών συγκρούσεων στην Ελλάδα.

Αυτή η παραδοχή δεν γίνεται στο όνομα ενός παιδαριώδους αριστερισμού που λατρεύει να επιδίδεται σε πλειοδοσία μεγαλοστομιών και σε εκείνη την συγκυρία υιοθέτησε την «τακτική του ορίζοντα»: όσο πιο εύκολα η κοινωνία υιοθετούσε λόγω της εμπειρίας της ριζοσπαστικούς στόχους (πχ έξοδος από το ευρώ), τόσο πιο γρήγορα, έθετε επιπλέον στόχους (πχ έξοδος από την ΕΕ). Τμήματα της επαναστατικής Αριστεράς αντί να ενδιαφερθούν να εξασφαλίσουν παραπέρα μαζικοποίηση του αγώνα και νίκες, επιδίδονταν σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να υιοθετήσει το πρόγραμμα τους η κοινωνία, θέτοντάς το μάλιστα ως όρο για αγώνες. Με αποτέλεσμα αντί να ενώνει να διχάζει…

Οι συγκρούσεις προοικονομούνταν από το επίδικο. Από την δεκαετία του ’70 ακόμη, πολύ πριν το ανακαλύψει η ευρωπαϊκή Αριστερά, μέχρι και σήμερα, όπως δείχνει η τραγωδία της επιχείρησης συναινετικού κουρέματος του χρέους που εξελίσσεται στην Αργεντινή, η «ασφάλεια του δημοσίου χρέους» (κατά το ασφάλεια δικαίου) αποτελεί για τον καπιταλισμό αιτία πολέμου. Το απέδειξε! Κι εμείς το ξέραμε: Αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις σποραδικά δίνουν, αποτυχημένες ιδιωτικοποιήσεις κατόπιν πίεσης ανακαλούν, κοινωνικές δαπάνες επιλεκτικά αυξάνουν, δημοσιονομικά ελλίμματα προκαλούν κι ας ορκίζονται στην δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά χρέος κατόπιν απαίτησης των λαών και των κρατών και με τους όρους τους δεν κουρεύουν ποτέ! Εξ ου και η μεθοδική προσπάθεια τυπικής απονομιμοποίησης του δημόσιου χρέους, μέσω του λογιστικού ελέγχου που επιτύχαμε, ως ένα μέσο που θα διευκόλυνε την διαγραφή έστω ενός μέρους του, αλλά με όρους λαϊκούς κι όχι πιστωτών. Κι αυτό μάλιστα προς διάψευση αβασάνιστων προπετειών ότι ο λογιστικός έλεγχος θα νομιμοποιήσει μέρος του χρέους, κ.α.

Δοθέντων των παραπάνω (υποχώρηση κινήματος, κατοχυρωμένη καταστατικά και προγραμματικά, πλειοψηφική δεξιά στροφή ΣΥΡΙΖΑ, ελλιπής προετοιμασία Ρεύματος μπροστά στην αναμενόμενη κυβερνητική υποχώρηση και βεβαιότητα ρήξης) επιχειρώ μια απάντηση στην διαπίστωση του συγγραφέα «για το πολιτικά και ιστορικά τραγικό γεγονός ότι ο ελληνικός λαός δεν τίμησε με την ψήφο του αυτούς που τίμησαν μέχρι τέλους τη δική του ψήφο του και το δικό του “Όχι” στο δημοψήφισμα της 5ης/7/2015», με τις εξής τέσσερις εκτιμήσεις.

  1. Η πορεία που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ κρίθηκε με την εκπαραθύρωση του Αλέκου Αλαβάνου το 2010. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ακόμη και στην Αριστερά την σημασία των προσωπικών ανταγωνισμών, πορειών και φιλοδοξιών. Η εκδίωξή του ωστόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ είχε κατά βάση πολιτικά κίνητρα. Μαζί με την θητεία Αλαβάνου τελείωσε και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, ως ενός μεταρρυθμιστικού αριστερού κόμματος, με τα δικά του πάντα λόγια. Στη συνέχεια η δεξιά πτέρυγα του κόμματος (Φλαμπουράρης, Σκουρλέτης, Φίλης, Τσακαλώτος, με προεξάρχοντα τον άνθρωπο – γέφυρα της αστικής τάξης με την Αριστερά, Γιάννη Δραγασάκη) καρπώθηκε την δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ γιατί ήξερε ότι το μοναδικό «σημείο πώλησης» ενός αντι-δεξιού κόμματος είναι η αριστερή ρητορική. Μήπως λοιπόν τότε έκλεισε κι ο κύκλος τη αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ;
  2. Παρόλα αυτά, τα στελέχη του Αριστερού Ρεύματος μήπως θα ήταν καλύτερα αν αρνούνταν τα υπουργεία τον Ιανουάριο του 2015; Αν έμεναν εκτός της κυβέρνησης δε θα χρεώνονταν τον συμβιβασμό και την δημιουργία αυταπατών στον κόσμο της Αριστεράς, ενώ θα οργάνωναν την λαϊκή δράση και θα βάθαιναν την θεωρητική τεκμηρίωση, χωρίς να απολογούνται για τις δισημίες και τα αμφίπλευρα ανοίγματα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ… Ο Κ. Μάρκου εύστοχα υπενθύμισε ότι ακόμη και ο Αν. Παπανδρέου στο λαό απευθύνθηκε τον Ιούλιο του 1965 για να ακυρώσει τα σχέδια συμβιβασμού του πατέρα του με το παλάτι…
  3. Παρόλα αυτά, μήπως οι υπουργοί του Αριστερού Ρεύματος έπρεπε να αποχωρήσουν στις 20 Φεβρουαρίου 2015, όταν ο Γιάνης Βαρουφάκης υπέγραψε, την επαίσχυντη συμφωνία παράτασης της δανειακής σύμβασης; Τότε ακριβώς τερματίστηκε η μεταβατική περίοδος και κρίθηκαν όλα για την κυβέρνηση Τσίπρα. Η υπογραφή του νέου μνημονίου ήταν έκτοτε θέμα χρόνου. Να θυμίσω ότι εντός του Φεβρουαρίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε ανακαλέσει την κατ’ εξαίρεση δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να ανακτούν ρευστότητα έναντι ομολόγων, είχε παγώσει την αποπληρωμή των κερδών των ελληνικών ομολόγων κι άλλα πολλά. Οι προθέσεις είχαν γίνει γνωστές. Δεν διανύαμε μήνα του μέλιτος μεταξύ κυβέρνησης και πιστωτών που επέτρεπε αβρότητες. Προς τι η επίδειξη καλής θέλησης;

Ο συγγραφέας παραθέτει έναν σχετικό προβληματισμό γράφοντας (σελ. 74 και σελ. 289 ερώτηση υπ. αρ. 15) ότι αν έφευγαν από την κυβέρνηση, τότε θα κατηγορούνταν για υπονόμευση. Μα το παιχνίδι είχε ήδη κριθεί και χαθεί. Συνένοχους αναζητούσε ο Αλ. Τσίπρας… Γράφει επίσης ο Δημ. Στρατούλης ότι «η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δεν θα κατανοούσε αυτή την στρατηγική». Έχει δίκιο αλλά γι’ αυτό ακριβώς έπρεπε να παραιτηθούν: Ο κόσμος της Αριστεράς δεν θα καταλάβαινε επειδή ακόμη δεν είχε αντιληφθεί τη συνέχεια κι έθρεφε αυταπάτες. Η παραίτησή τους θα διέλυε τις ψευδαισθήσεις και θα συνέβαλε στην αποκάλυψη της προδοσίας του ΣΥΡΙΖΑ, έγκαιρα μειώνοντας τις ζημιές! Ο εγκλωβισμός των συντρόφων του Αριστερού Ρεύματος στην λογική της συμμετοχής έφτασε στο αποκορύφωμά της με την παραμονή τους στην κυβέρνηση μέχρι την ανασχηματισμό στις 17/7 και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και στο κόμμα για ακόμη μεγαλύτερο διάστημα.

4. Το άδοξο τέλος της προσπάθειας έντιμων και συνεπών αγωνιστών να συνυπάρξουν έστω ως μειοψηφία σε ένα αστικό κόμμα όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι ο στόχος της προσέγγισης μεγάλων ακροατηρίων ή εκλογής βουλευτών, ως ένα τίμιο μέσο διεύρυνσης της απήχησης, πολλές φορές μπορεί να αποδειχθεί ταφόπλακα της Αριστεράς. Να οδηγήσει σε στρατηγική ήττα ολόκληρη την Αριστερά όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο συγγραφέας στην σελ. 329. Και τούτο τις περισσότερες φορές συμβαίνει ανεξαρτήτως προθέσεων…

Προβλέψεις για πρωτοφανή ύφεση ρεκόρ ύψους 35% στην Ελλάδα το 2020!

Είναι σχεδόν άγραφος νόμος. Κάθε πρόβλεψη που διατυπώνεται στην εκκίνηση μιας μεγάλης κρίσης, ακόμη κι αν είναι σοβαρή και αξιόπιστη διαψεύδεται. Αν δε, μιλάμε για διεθνείς οργανισμούς αυτό συμβαίνει πάντα μιας και οι προβλέψεις αποδεικνύονται υποδεέστερες όσων ακολουθούν. Το φιάσκο στην Ελλάδα το 2010 της τρόικας, δηλαδή ΔΝΤ , ΕΚΤ και Ευρωπαϊκής Επιτροπής που όλοι μαζί απασχολούν χιλιάδες οικονομολόγους με αμοιβές τις οποίες θα ζήλευαν και τα golden boys, θα έπρεπε να διδασκόταν στα αμφιθέατρα επί δεκαετίες…  

Τι γίνεται όμως όταν αυτοί οι διεθνείς οργανισμοί αντί να λειτουργούν εφησυχαστικά, σημαίνουν συναγερμό;

Αυτό ακριβώς συνέβη με τον ΟΟΣΑ. Σε πολύ πρόσφατη δημοσίευσή του έκανε μια σοβαρή προσπάθεια να αξιολογήσει τις οικονομικές επιπτώσεις από τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας. Πρόκειται για έργο δύσκολο και περίπλοκο εξ αιτίας όχι μόνο του ότι δεν ξέρουμε πότε θα αντιμετωπιστεί  η πανδημία αλλά και του μοναδικού χαρακτήρα της σημερινής οικονομικής αναστάτωσης: Διακοπή της παραγωγής και κλείσιμο των εμπορικών καταστημάτων για να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού, άρα σε χειμερία νάρκη η προσφορά, που προκαλεί καθίζηση της κατανάλωσης, άρα σε κώμα κι η ζήτηση, με εξαίρεση τρόφιμα, φάρμακα και τις συνδρομές στο Netflix. Κι αυτά τα δύο σε ένα περιβάλλον καθοδικής πορείας που για την Ελλάδα είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2019. Προς επίρρωση του γεγονότος ότι η ελληνική οικονομία όδευε για την εντατική πριν μας επισκεφθεί ο κορονοϊός, πρώτο η απώλεια 3.700 θέσεων εργασίας τον Δεκέμβριο του 2019, σύμφωνα με το πληροφοριακό σύστημα Εργάνη (που τον έκανε χειρότερο μήνα της εξαετίας), δεύτερο η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής το Νοέμβριο του 2019 κατά 8,1% (η χειρότερη επίδοση από τον Μάρτιο του 2012), τρίτο η μείωση του ΑΕΠ κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2019 σε όρους όγκου κατά 0,7% κι άλλα πολλά*. Πτώση των ρυθμών μεγέθυνσης παρατηρήθηκε και στο εξωτερικό, οφειλόμενη σε έναν βαθμό στη ρήξη των διεθνών αλυσίδων  αξίας, λόγω του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ Κίνας και σε έναν μεγαλύτερο βαθμό στην εξάντληση του κύκλου ανόδου. Τι μας κάνουν όλα αυτά;

Για την Ελλάδα 35% ύφεση για το 2020! Διαβάσατε πολύ καλά…

Ο διεθνής οργανισμός – στυλοβάτης του νεοφιλελευθερισμού, (ποιός ξεχνάει τις «εργαλειοθήκες φιλελευθεροποίησης» της ελληνικής οικονομίας;) εκτίμησε την επίπτωση που θα έχουν οι τελευταίες εξελίξεις σε όλους τους κλάδους των μεγάλων οικονομιών. Με δεδομένο ότι ο λογαριασμός που θα πληρώσει κάθε οικονομία θα είναι συνάρτηση του ειδικού βάρους εκείνων των κλάδων που επηρεάζονται περισσότερο από την κρίση. Ο πρώτος κρίκος αυτής της αλυσίδας είναι φυσικά ο τουρισμός. Κι ακολουθούν εμπόριο, εστίαση, κ.α. Πρόκειται για κλάδους που κατέχουν περίοπτη θέση στο σύγχρονο οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας που αναδύθηκε μετά την πρόσφατη οικονομική κρίση. Στην άλλη άκρη του φάσματος είναι χώρες που διαθέτουν βιομηχανία και μονάδες έντασης κεφαλαίου. Αυτές θα επηρεαστούν λιγότερο από τα (αναγκαία) μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας και συνωστισμού.

Ως αποτέλεσμα αυτών των υπολογισμών ακολουθούν οι εκτιμήσεις για την πτώση του ΑΕΠ το 2020 σε 47 ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες: Στην μια άκρη, με τις μικρότερες απώλειες, στέκεται η Ιρλανδία που το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά 15% και στην άλλη άκρη στέκεται η Ελλάδα με μια πτώση του ΑΕΠ που αγγίζει το 35%! Ακολουθεί δε το Μεξικό, με 30%. Πιθανότατα αυτή η πτώση θα μετριαστεί ως αποτέλεσμα των μέτρων ανακούφισης που έχουν ήδη ανακοινωθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη τα οποία, όσο κι αν είναι σταγόνα στον ωκεανό, όσο κι αν  δεν καταφέρνουν  να αποτρέψουν την επιδείνωση της θέσης των μισθωτών στην Ελλάδα, αποτρέπουν τα χειρότερα. Ενδέχεται όμως κι η ύφεση να μην κινηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα επειδή η μελέτη του ΟΟΣΑ στέκεται στις αρχικές επιπτώσεις και δεν προσμετρά τις μετέπειτα, το φαινόμενο της χιονοστιβάδας που πάντα ακολουθεί, ειδικά σε οικονομίες στερούμενες αντικυκλικών σταθεροποιητών, όπως η Ελλάδα.

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης ώστε να εκτιμήσουμε την λαίλαπα που έρχεται ας αναλογιστούμε ότι απαιτήθηκαν εννέα ολόκληρα χρόνια μνημονιακής λιτότητας (2008-2016) για να μειωθεί το ΑΕΠ κατά 26%. Η δυστυχία που ήρθε στην Ελλάδα επί εννέα χρόνια (με αυτοκτονίες, ανεργία και μετανάστευση, όλα σε έκδοση ρεκόρ) θα έρθει τους επόμενους εννέα μήνες, με βάση τον διεθνή οργανισμό! Ακόμη και 30% να μειωθεί το ΑΕΠ της Ελλάδας (ως αποτέλεσμα των μέτρων) μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου αυτό θα ισοδυναμεί με μια ραγδαία εξαθλίωση των πιο φτωχών στρωμάτων της εργασίας, των αυτοαπασχολουμένων και  των μικρομεσαίων στρωμάτων.

Αν η Κίνα εξήλθε νικήτρια από την κρίση του 2008 αυτό οφείλεται στα μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας της. Το ίδιο ισχύει και στις ΗΠΑ σε ένα μικρότερο βαθμό. Στο άλλο άκρο ήταν η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρότι στο εσωτερικό της υπήρχαν τεράστιες αποκλίσεις: Από την μια η Γερμανία και οι δορυφόροι της που εκμεταλλεύτηκαν την κρίση και μπορούν σήμερα να δανείζονται ακόμη και με αρνητικά επιτόκια κι από την άλλη οι χώρες του Νότου που εξήλθαν από την κρίση με ένα δημόσιο χρέος σημαντικά μεγαλύτερο των επιπέδων που βρισκόταν πριν τα μνημόνια. Η Ελλάδα αν και ακραία δεν είναι μοναδική περίπτωση που είδε το δημόσιο χρέος της να αυξάνεται από 115% του ΑΕΠ στο 180%, μετά τη «διάσωση»… Τα μέτρα επομένως που θα ληφθούν σήμερα είναι δυνατό να αποτρέψουν αυτό το εφιαλτικό σενάριο που προβλέπει ο ΟΟΣΑ. Κι αυτά τα μέτρα δεν μπορούν παρά να ξεκινούν από την αποζημίωση στο ακέραιο για κάθε εργαζόμενο, αυτοαπασχολούμενο ή μικρομεσαίο, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ώστε να μη χάσουν ούτε ένα ευρώ από τα περυσινά εισοδήματά τους!

Μάλιστα, οι οικονομικές ενισχύσεις, υπό την μορφή ρευστού εδώ και τώρα, από το κράτος δεν είναι δυνατό να καταβληθούν μόνο στη βάση των δηλωμένων στη εφορία εισοδημάτων και δραστηριοτήτων. Αυτό αποτελεί υποκρισία, όταν ξέρουμε την έκταση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας στις πόλεις και την ύπαιθρο. Οι φτωχοί και οι μετανάστες που με ευθύνη της εργοδοσίας αποκλείονταν από την κοινωνική ασφάλιση και δηλωμένη εργασία δεν μπορούν να αφεθούν ανοχύρωτοι στη θύελλα που έρχεται…

*Μια σημαντική αιτία πίσω από την απότομη καθίζηση της ελληνικής οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του 2019 ήταν η (μεγαλύτερη της συνηθισμένης) περικοπή εκ μέρους της νέας κυβέρνησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που, μεταξύ άλλων, ανέδειξε την ανικανότητα του ιδιωτικού τομέα να ηγηθεί των αναγκαίων επενδύσεων.

Τραπεζίτες: έφεραν την καταστροφή κι επιβραβεύτηκαν!

Η είδηση μπορεί να μη σχολιαζόταν τόσο έντονα αν φέτος δεν συμπληρώνονταν δέκα χρόνια από το ξέσπασμα της μεγαλύτερης κρίσης που γνώρισε η μεταπολεμική εποχή, τουλάχιστον.

ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ

Αλλά, δεν είναι λίγο οι πληγές να παραμένουν ακόμη ανοιχτές και τα μπόνους να φτάνουν στα ουράνια, δέκα χρόνια μετά τις 9 Αυγούστου 2007 όταν η γαλλική τράπεζα BNP Paribas απαγόρευε κάθε είδους πρόσβαση και διαχείριση στα επενδυτικά της κεφάλαια που σχετίζονταν με την αμερικανική αγορά ακινήτων και η ΕΚΤ έκανε ένεση ρευστότητας ύψους 94,8 δισ. στο τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης, για να ξεπεράσει την πιστωτική ασφυξία.

Την αφορμή έδωσαν οι αμοιβές δύο εκ των πλέον καλοπληρωμένων στελεχών της Γουόλ Στριτ, του Τζ. Ντάιμον και του Λ. Μπλάκφαιν, επικεφαλής των επενδυτικών τραπεζών JPMorgan Chase και Goldman Sachs, αντίστοιχα, που είδαν την αξία του χαρτοφυλακίου τους το 2016 να αυξάνεται κατά 314 εκ. δολ.! Η εκτόξευσή των αμοιβών τους κατά 150 εκ. δολ. για τον καθένα ήταν αποτέλεσμα του ράλι που καταγράφουν οι μετοχές μετά τις εκλογές της 9ης Νοεμβρίου. Ενδεικτικά, η τιμή της Goldman Sachs μόνο τις τελευταίες επτά εβδομάδες του 2016 αυξήθηκε κατά 24%, κι ενώ ακόμη ηχούσαν στα αφτιά των αμερικανών ψηφοφόρων οι άναρθρες κραυγές του ηγέτη των Ρεπουμπλικανών εναντίον του κατεστημένου της Γουόλ Στριτ, αποδεικνύοντας έτσι ότι οι επιθέσεις του Τραμπ ήταν προπέτασμα καπνού για να συγκαλυφθεί η συνεχιζόμενη ασυδοσία τους…

«Ο τρόπος που διαμορφώνονται τα πακέτα των αμοιβών παραμένει σε αδρές γραμμές ο ίδιος κι είναι εξαιρετικά αδιαφανής», τόνιζε στους Financial Times καθηγητής του Πανεπιστημίου του Κεντ, δείχνοντας ότι τίποτε επί της ουσίας δεν έχει αλλάξει από το 2007.

Στο ίδιο λίγο πολύ συμπέρασμα κατέληξε και έρευνα που οργανώθηκε από το πανεπιστήμιο Νοτρ Νταμ και την εταιρεία παροχής νομικών υπηρεσιών, Labaton Sucharow. «Φοβόμαστε ότι η τραπεζική βιομηχανία δεν έχει πάρει το μάθημα» ήταν το συμπέρασμα της έρευνας που απευθύνθηκε σε τραπεζίτες της Νέας Υόρκης και του Σίτι. Εξ αυτών, το ένα τέταρτο δήλωσε ότι θα πραγματοποιούσε μια παράνομη συναλλαγή αν απόφερε κέρδη και ήξερε ότι δεν πρόκειται να συλληφθεί. Περισσότεροι από το ένα τρίτο των ερωτηθέντων δήλωσαν μάρτυρες ή ότι είχαν γνώση από πρώτο χέρι παρατυπιών, ενώ οι μισοί βρήκαν πιθανό οι ανταγωνιστές τους να έχουν διαπράξει κάτι ανήθικο ή παράνομο…

Το καθεστώς ατιμωρησίας που απολαμβάνει η ελίτ της τραπεζοκρατίας φαίνεται κι από την ανυπαρξία συνεπειών για τα στελέχη της, παρά την καταστροφή που προκάλεσαν πριν δέκα χρόνια. Αρκεί μια ματιά στη σταδιοδρομία των τραπεζικών στελεχών που το 2007 κρατούσαν τα πηδάλια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία πρωταγωνίστησαν στη «μεγάλη ύφεση»: όλοι τους φιγουράρουν στο Διοικητικό Συμβούλιο ή ακόμη και τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου σε κάποια άλλη τράπεζα. Σχεδόν κανείς δεν …ξέπεσε, με μοναδική εξαίρεση την Ισλανδία, όπου ασκήθηκαν διώξεις στους τραπεζίτες  και πολλοί απ’ αυτούς φυλακίστηκαν.

Ενδεικτική είναι η τύχη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Lehman Brothers που η κατάρρευσή της στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 σήμανε την κορύφωση της χρηματοοικονομικής κρίσης.

Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Lehman Ντικ Φουλντ την πιο σοβαρή επίπτωση των πράξεών του πρέπει να την ένιωσε μόλις λίγες ημέρες μετά την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας όταν στο γυμναστήριο έφαγε μία γροθιά από οργισμένο υπάλληλο. Κατά τ’ άλλα ο Φουλντ που είχε χαρακτηριστεί ως ο πιο μισητός άνθρωπος στις ΗΠΑ και αποτέλεσε την επιτομή του κυνισμού συνεχίζει να προκαλεί κατηγορώντας ως υπεύθυνη την αμερικανική κυβέρνηση επειδή …ωθούσε τους Αμερικανούς να αγοράζουν σπίτια «θέλοντας έτσι να εκπληρώσουν τη δική τους εκδοχή του αμερικανικού ονείρου»… Ο Φουλντ το 2009 ίδρυσε μια εταιρεία συμβούλων που ειδικευόταν στις εξαγορές και συγχωνεύσεις (Matrix Advisors) ενώ το 2013 εμφανίστηκε μαζί με τη σύζυγό του ως βασικός επενδυτής με μια εταιρεία ανακύκλωσης χημικών (GlyEco). Ποιός είπε ότι οι τραπεζίτες δεν έχουν ευαισθησίες; Η οικονομική διευθύντρια της τράπεζας Έριν Κάλαν και ο διευθυντής λειτουργίας Τζόε Γκρέγκορυ φέρονται να ζουν από τα εκατομμύρια που εξοικονόμησαν τα χρόνια που η Lehman κατέρριπτε το ένα ρεκόρ κερδοφορίας μετά το άλλο. Ο επικεφαλής του τομέα επενδυτικής τραπεζικής Χιουτζ ΜακΓκι είναι επικεφαλής του ίδιου ακριβώς τομέα στην Barclays και θεωρείται ένας από τους καλύτερα αμειβόμενους τραπεζίτες της Γουόλ Στριτ. Ο υπεύθυνος των μετοχών της Lehman Μπαρτ ΜακΝτέιντ εργάζεται στο ίδιο αντικείμενο στην River Branch Capital. Ο επικεφαλής της διεύθυνσης σταθερού εισοδήματος Μάικλ Γκέλμπαντ είναι διευθύνων σύμβουλος στην Millenium Management. O Ίαν Λόβιτ που διαδέχθηκε την οικονομική διευθύντρια Έριν Κάλαν συνέχισε τη σταδιοδρομία του στη Barclays (που πρέπει να λειτουργούσε κάπως σαν τον ΟΑΕΔ εκείνη την εποχή) για να περάσει μετά στην Marex Spectron όπου ανέλαβε ως επικεφαλής παγκόσμιας στρατηγικής. Ο αντιπρόεδρος κι επικεφαλής του νομικού γραφείου της Lehman Τόμας Ρούσο προσλήφθηκε στη συνέχεια από τον ασφαλιστικό γίγαντα AIG ως επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας και του τμήματος που ασχολείται με κυβερνητικές και ρυθμιστικές υποθέσεις. Τέλος, και μεταξύ πολλών άλλων περιπτώσεων στελεχών της Lehman που συνέχισαν την καριέρα τους χωρίς να καμία επίπτωση, να αναφέρουμε τον Λουίς ντε Γκουίντος, που από επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος της τράπεζας βρέθηκε υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας κάνοντας μαθήματα χρηστής οικονομικής διαχείρισης.

Εν ολίγοις, κανείς δεν πήγε χαμένος με εξαίρεση μερικά εκατομμύρια εργαζομένων σε ΗΠΑ και Ευρώπη που έχασαν τις δουλειές τους και μερικά εκατομμύρια παραπάνω που έκτοτε αποχαιρέτισαν οριστικά και δια παντός τη σταθερή εργασία…

Πηγή: Νέα Σελίδα

Μια οικονομική και πολιτική πρόταση διεξόδου της Ελλάδας από την κρίση

Δυόμιση χρόνια από την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ στην εξουσία μπορούμε να κάνουμε έναν απολογισμό των πεπραγμένων του, ξέροντας μάλιστα ότι τα αντιλαϊκά μέτρα δεν έχουν τελειώσει.

  1. Το κόστος της υποταγής

Η τελευταία αξιολόγηση συνοδεύεται από 113 νέα αντιλαϊκά μέτρα. Μεταξύ αυτών η πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, η έκδοση υπουργικής απόφασης για τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές, η αλλαγή επί το δυσμενέστερο των όρων εξαγγελίας απεργίας, κοκ. Η κυβέρνηση μάλιστα δηλώνει πανέτοιμη να ψηφίσει το 90% των μέτρων μέχρι το τέλος του 2017 ώστε να επιταχύνει την έξοδο από τα Μνημόνια.

Τα 2,5 χρόνια που προηγήθηκαν, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ και μεταξύ πολλών άλλων:

– Ιδιωτικοποιήθηκαν τα λιμάνια Πειραιά και Θεσσαλονίκης, 14 περιφερειακά αεροδρόμια, το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, η ΔΕΣΦΑ.

– Η λιτότητα επεκτάθηκε μέχρι το 2060, καθώς ως τότε πρέπει να έχουμε πλεονάσματα ύψους 2% (ενώ μέχρι το 2021 ύψους 3,5%).

– Επιβλήθηκαν νέοι άμεσοι και έμμεσοι φόροι, μειώθηκαν παραπέρα οι συντάξεις, έκλεισαν χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

– Η ανεργία στην Ελλάδα συνέχισε να καταγράφει πανευρωπαϊκό ρεκόρ, ενώ οι νέες θέσεις εργασίας είναι στην πλειοψηφία τους μερικής απασχόλησης.

– Καταργήθηκε η απαγόρευση των εργοδοτών στην ανταπεργία, μέσω της χαλάρωσης του σχετικού νόμου.

– Το δημόσιο χρέος συνέχισε να είναι μη βιώσιμο, στο επίπεδο του 175% (από 115% του ΑΕΠ πριν μπούμε στα μνημόνια).

Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να υποβαθμίσει την ζημιά που προκάλεσε στα λαϊκά συμφέροντα αναδεικνύοντας φιλολαϊκά μέτρα τα οποία θα εφαρμόσει, όπως: τα αντισταθμιστικά μέτρα που θα εφαρμόζονται κάθε χρονιά που θα ξεπερνιέται ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, κοκ.

Πρόκειται για μέτρα που χρυσώνουν το χάπι της λιτότητας και της υπερχρέωσης. Δεν αναιρούν τη λιτότητα.

Εν κατακλείδει η συνεισφορά του ΣΥΡΙΖΑ ήταν καταστροφική γιατί ταύτισε την Αριστερά με την πολιτική της χρεοκρατίας, τις ιδιωτικοποιήσεις και τις περικοπές.

  1. Χρονικό προαναγγελθείσας παράδοσης

Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την παράδοση η οποία επισημοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2015, με την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου και της δανειακής σύμβασης ύψους έως 86 δισ. ευρώ, μπορούσε να προβλεφθεί πριν κερδίσει τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Ήταν το αποτέλεσμα της επικράτησης των πιο δεξιών και φιλο-ΕΕ δυνάμεων. Η ανάλυση αυτής της διαπάλης σήμερα μπορεί να αποτελέσει παρακαταθήκη για να εξαχθούν τα αναγκαία συμπεράσματα ώστε ποτέ ξανά η Αριστερά να μην ξαναγίνει αιμοδότης της αστικής κυριαρχίας, αξιοποιώντας μια θεμελιώδη πλευρά της αστικής δημοκρατίας: την έλλειψη λογοδοσίας των εκλεγμένων αντιπροσώπων. Σε αυτό το πλαίσιο είναι κάτι παραπάνω από ανεκτό, είναι κανόνας, οι προεκλογικοί «διαγωνισμοί ομορφιάς» να μετατρέπονται σε μετεκλογική μετάλλαξη και απογύμνωση. Ως συνέπεια ο Ολάντ εκλέχτηκε για να φορολογήσει τον μεγάλο πλούτο κι έγινε ο μεγαλύτερος διώκτης του 35ωρου. Κι ο Τσίπρας εκλέχτηκε με πρόγραμμα να ανατρέψει τα μνημόνια και τη λιτότητα κι έφτασε να επαινείται από τον Μοσκοβισί επειδή εφάρμοσε μέτρα που καμιά άλλη μνημονιακή κυβέρνηση δεν μπόρεσε να υιοθετήσει.

Ας επιστρέψουμε όμως στα όσα προηγήθηκαν της πρώτης εκλογικής επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ: στο ελπιδοφόρο και «ξέγνοιαστο» 2014 για να δούμε όχι μόνο πως προετοιμαζόταν η υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τις ευθύνες που έχει γι’ αυτή την υποταγή ακόμη κι ο Γ. Βαρουφάκης. Ο επικεφαλής του  DiEM25 παρότι δεν ψήφισε τη συμφωνία του Αυγούστου με τους δανειστές, κι αυτό είναι προς τιμή του, συνέβαλε στην έλευσή της τα μέγιστα. Να θυμηθούμε:

  • τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου που ανέφερε ότι η Ελλάδα θα ξεπληρώσει το χρέος της πλήρως και εγκαίρως,
  • την αναφορά του για υλοποίηση του 70% του μνημονίου,
  • την πληρωμή των δόσεων στο ΔΝΤ και τους πιστωτές όσο ήταν υπουργός, κοκ.

Κυρίως όμως να θυμηθούμε όσα προηγήθηκαν του 2015.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επιτάχυνε την εκλογική του επιτυχία κατά δύο τρόπους: Ο πρώτος ήταν μέσω της κοινοβουλευτικοποίησης της πολιτικής αντιπαράθεσης και ο δεύτερος μέσω της άμβλυνσης των ριζοσπαστικών αιτημάτων του λαϊκού κινήματος.

Από το 2012 κιόλας το μήνυμα που εξέπεμπε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ σαφές: δε χρειάζεται να διαμαρτύρεστε και να απεργείτε για να απαλλαγούμε από τα μνημόνια. Αρκεί να μας ψηφίσετε! Σε αυτό το βωμό «πουλήθηκαν» οι πλατείες το 2012, κάμφθηκε το ρωμαλέο κίνημα της διετίας 2010-2011 και κυριάρχησε η ανάθεση χωρίς τη συμμετοχή των πιο μαχητικών τμημάτων της κοινωνίας στις εξελίξεις. Ως αποτέλεσμα τα μέτρα του Σαμαρά υλοποιήθηκαν με λιγότερες αντιδράσεις, σε σχέση με ό,τι γινόταν το 2010 και 2011, ενώ προετοιμάστηκε η παράδοση του 2015.

Παράλληλα με την απαξίωση των εργατικών και λαϊκών αγώνων ήλθε και ο ακρωτηριασμός των πιο μαχητικών διεκδικήσεων του κινήματος. Τα αιτήματα για παύση πληρωμών και διαγραφή του χρέους, για εθνικοποίηση των τραπεζών και για έξοδο από ευρώ και ΕΕ, χάνονταν σε ένα πέλαγος αμφισημιών και αοριστίας που άνοιγε το δρόμο στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να υποταχθεί πλήρως στα αιτήματα των πιστωτών, χωρίς να ανατραπεί από τη βάση. Οφείλουμε βέβαια να αναγνωρίσουμε πώς σε ό,τι αφορά την ΕΕ ο ΣΥΡΙΖΑ δε χρειάστηκε να καταβάλλει ξεχωριστή προσπάθεια να πείσει τα μέλη του για τη στάση του. Εξ αρχής είχε ταυτιστεί μαζί της, σε βαθμό ώστε ακόμη και η αριστερή αντιπολίτευση στο εσωτερικό του να παραιτηθεί από την προβολή του αιτήματος της αποχώρησης. Στο πλαίσιο αυτής της μετάλλαξης το αίτημα «καμιά θυσία για το ευρώ» μετατράπηκε σε «πάση θυσία στο ευρώ» και τον Ιούλιο του 2015 το μεγαλειώδες «Όχι» του δημοψηφίσματος μετατράπηκε σε «Ναι», σε μια πράξη παραχάραξης της λαϊκής βούλησης χωρίς προηγούμενο.

  1. Γιατί έξοδος από ευρώ και ΕΕ

Η αλήθεια είναι πώς όποτε βρίσκομαι στη Γερμανία κι εξηγώ για τη σημασία της εξόδου από ευρώ και ΕΕ επέρχεται μια αμηχανία. Η πρώτη αντίδραση είναι πώς αυτό το υποστηρίζει η Εναλλακτική και ο Χανς Βέρνερ Ζιν του Ifo. Δεν είναι παράδοξη μια τέτοια σύμπτωση απόψεων;

Κάθε άλλο! Ζιν, Εναλλακτική, Μέρκελ, Σόιμπλε και Σουλτς ερίζουν για την οδό που πρέπει να ακολουθήσει η Γερμανία και το ευρωπαϊκό κεφάλαιο ώστε να ανταγωνιστούν τις ΗΠΑ. «Το 2050 καμία ευρωπαϊκή χώρα δε θα συγκαταλέγεται στις 8 πρώτες οικονομίες κατά μέγεθος», αναφέρει το «έγγραφο προβληματισμού για την τιθάσευση της παγκοσμιοποίησης», της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Γι’ αυτό θέλουν την ΕΕ: ως βάση στήριξης των ισχυρότερων πολυεθνικών πολυκλαδικών μονοπωλίων και των ηγεμονικών χωρών, δηλαδή της Γερμανίας.

Για μας, αντίθετα, η έξοδος από το ευρώ και η διάλυση της ΕΕ κάτω από αγώνες – που η ιστορία της ταξικής πάλης διδάσκει πώς δε θα είναι ανεπηρέαστοι από αστικούς ανταγωνισμούς – σηματοδοτεί ένα κορυφαίο πλήγμα στην αστική κυριαρχία. Η δε έξοδος από το ευρώ επιβάλλεται για πολύ συγκεκριμένους και υλικούς όρους. Συγκεκριμένα:

  • Για να υπάρξει μια νομισματική πολιτική (επιτόκια, συναλλαγματική ισοτιμία και ποσότητα χρήματος) προσαρμοσμένη στις ανάγκες οικονομικής επέκτασης και αντιμετώπισης της ανεργίας κι όχι μια νομισματική πολιτική ίδια για όλους, που αντιλαμβανόμαστε ότι είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Γερμανίας.
  • Για να γίνει κατορθωτή η εθνικοποίηση των τραπεζών, κ.α.

Εξ ίσου συγκεκριμένοι και υλικοί όροι επιβάλλουν  την έξοδο από την ΕΕ, που πολύ εύστοχα έχει χαρακτηριστεί σαν εργαστήρι υπερ-παγκοσμιοποίησης (Ντ. Ρόντρικ), υπό την έννοια ότι στην ΕΕ υλοποιούνται στο ακέραιο όλα τα μέτρα που σταδιακά και πειραματικά εφαρμόζονται στο πλαίσιο της NAFTA, του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, κοκ. Η έξοδος λοιπόν από την ΕΕ επείγει:

  • Για να ασκηθεί βιομηχανική πολιτική, στο πλαίσιο ενός γενναίου Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που θα στρέψει πόρους σε κλάδους αιχμής (ναυπηγεία, γεωργία, κοκ).
  • Για να απαλλαγούμε από το ασφυκτικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής που επιβάλει το Σύμφωνο Σταθερότητας (Εαρινό εξάμηνο, υποβολή προϋπολογισμών προς έγκριση, κοκ).

Ευρύτερα, η έξοδος της Ελλάδας από ΕΕ και ευρώ θα επηρεάζει και θα τροφοδοτείται με τη σειρά της από παρόμοιους αγώνες σε άλλες χώρες της Ευρώπης και πρωτίστως στη Νότια Ευρώπη όπου βρίσκονται σε έξαρση όλες οι αντιθέσεις (κοινωνικές, εθνικές, περιφερειακές, κοκ.). Δε θα είναι ένας αγώνας περιχαρακωμένος στα εθνικά σύνορα της Ελλάδας.

Σε αυτό το πλαίσιο δεν αποκλείεται η έξοδος της Ελλάδας από ευρώ – ΕΕ να συνδυαστεί με την συγκρότηση και ένταξή της σε άλλες περιφερειακές ενώσεις πχ της Νότιας Ευρώπης (όπου υπάρχει η μεγαλύτερη οικονομική και πολιτική ομοιομορφία), των Βαλκανίων ή της Μεσογείου. Στόχος θα είναι η δημιουργία συνεργειών και η εκμετάλλευση των οικονομιών κλίμακας. Όρος για την αποφυγή της εκ νέου θεσμοθέτησης παγιωμένων μηχανισμών ανισοτήτων και εξοντωτικών ανταγωνισμών, που χρόνο με το χρόνο θα οξύνονται, όπως πχ. συνέβη στην ΕΕ, θα είναι η δημιουργία αντίρροπων μηχανισμών αποζημίωσης εκείνων των μελών με οικονομίες χαμηλότερης παραγωγικότητας. Πχ της Αλβανίας ή της ΠΓΔΜ αν μιλάμε για τα Βαλκάνια και των χωρών του Μαγκρέμπ αν μιλάμε για μια Μεσογειακή Ένωση. Δηλαδή η δημιουργία μόνιμων μηχανισμών μεταβιβαστικών πληρωμών που θα αποζημιώνουν τις οικονομίες χαμηλότερης παραγωγικότητας όπως συνέβαινε στην ΕΕ κατά κόρον τη δεκαετία του ’80 (πχ Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα) και στη συνέχεια σε μικρότερο βαθμό (Πακέτο Ντελόρ, ΚΠΣ, ΕΣΠΑ, κοκ.) υπό τον όρο όμως ικανοποίησης αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων (συμμετοχή ιδιωτών που σήμαινε ιδιωτικοποιήσεις, ελαστικοποίηση εργασιακών  σχέσεων, κοκ.).

  1. Οι όροι της εξόδου

Εξετάζοντας τις λεπτομέρειες της εξόδου από το ευρώ, το πρώτο ερώτημα που τίθεται σχετίζεται με την ισοτιμία. Την επομένη της αναγγελίας η ισοτιμία του νέου νομίσματος θα είναι 1-1 με το ευρώ για να ακολουθήσει μια υποτίμηση ακόμη και της τάξης του 30%-40%.

Η υποτίμηση αυτή είναι επιβεβλημένη επειδή αρχικά η σημερινή ισοτιμία του ευρώ δεν αντιστοιχεί στα θεμελιώδη μεγέθη της Ελλάδας. Επιβάλλεται από το ειδικό βάρος της Γερμανίας και εξυπηρετεί τις εξαγωγές της. Το ΔΝΤ πρόσφατα ανέφερε ότι μια δίκαιη ισοτιμία για ένα εθνικό νόμισμα της Γερμανίας θα ήταν αυξημένη ακόμη και κατά 30%. Αυτή όμως η μέση ισοτιμία που είναι χαμηλή για τη Γερμανία, είναι υψηλή για την Ελλάδα.

Στόχος της υποτίμησης θα είναι να αξιοποιηθεί στο έπακρο το παραγωγικό δυναμικό της Ελλάδας. Σήμερα με βάση αξιόπιστες έρευνες (πχ Τράπεζα Ελλάδας) ο βαθμός χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού είναι από τους χαμηλότερους στην ΕΕ. Στο σύνολο των κλάδων φτάνει το 64%, στα καταναλωτικά αγαθά το 65% και στα κεφαλαιουχικά το 60%. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και δη στον μεταποιητικό τομέα, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη με το αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό να φτάνει το 51,3%. Πρακτικά η 1 στις 2 μηχανές βρίσκεται σε αδράνεια.

Το παραγωγικό κενό της Ελλάδας υπογραμμίζει χώρια των άλλων ότι το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα δεν είναι η έλλειψη επενδύσεων όπως κατά κόρον επαναλαμβάνεται αλλά η έλλειψη εκείνης της ζήτησης που θα απορροφούσε το προϊόν αν η παραγωγική δομή της Ελλάδας λειτουργούσε στο 100% ή σχεδόν στο 100%.

Στο παραπάνω πλαίσιο δεν είναι πιθανή η δημιουργία πληθωριστικών πιέσεων, χώρια του γεγονότος ότι ένας πληθωρισμός ακόμη και της τάξης του 8% έχει δειχθεί ακόμη και σε έρευνες του ΔΝΤ δεν οδηγεί σε παραλυτικά φαινόμενα στην οικονομία. Στην Ελλάδα ωστόσο έχει δειχθεί ότι ο πληθωρισμός θα κινείται σε πλήρως ελεγχόμενα επίπεδα.

Δύο ερωτήματα που δημιουργούνται σχετικά με τις επιπτώσεις της εισαγωγής ενός νέου νομίσματος στις καθημερινές συναλλαγές αφορούν τα δάνεια σε ευρώ και τις καταθέσεις.

Σε ό,τι αφορά τις αποταμιεύσεις θα μετατραπούν αυτόματα στο νέο νόμισμα.

Σε ό,τι αφορά τα χρέη, η διπλή έξοδος είναι συνυφασμένη με την αθέτηση άμεσα εκείνων των πληρωμών που σχετίζονται με τους επίσημους πιστωτές της Ελλάδας και ειδικότερα τα δάνεια  που δόθηκαν στο πλαίσιο των 3 δανειακών συμβάσεων (2010, 2012 και 2015), τα οποία έχει αποδειχθεί ότι ήταν παράνομα και αντισυνταγματικά. Μιλούμε (με στοιχεία 30/9/2016) για το 69,5% ενός χρέους ύψους 315,4 δισ., δηλαδή για 217 δισ. Προϋπόθεση είναι η καταγγελία των δανειακών συμβάσεων με βάση το διεθνές δίκαιο, που πρέπει να συνοδευθεί με μια διεθνής εκστρατεία που θα δείξει ότι η διάσωση της Ελλάδας στην πράξη ήταν διάσωση των γαλλογερμανικών τραπεζών (Deutsche Bank, Societe Generale, κοκ.). Σε αυτό το πλαίσιο ΕΚΤ και ΔΝΤ λειτούργησαν ως ασφαλιστικοί μηχανισμοί των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και πρέπει να αναλάβουν τη ζημιά μαζί με τις ιδιωτικές τράπεζες που επωφελήθηκαν.

Σε ό,τι αφορά τα ιδιωτικά χρέη προς τις τράπεζες (στεγαστικά νοικοκυριών, κίνησης επιχειρήσεων, κ.α.) αυτά με νόμο θα μετατραπούν στο νέο νόμισμα ώστε να μην υπάρχει υποχρέωση αποπληρωμής τους σε ευρώ.

Η μετάβαση στο νέο νόμισμα δεν μπορεί να γίνει άμεσα, δεδομένου ότι υπό κανονικές συνθήκες απαιτείται μια περίοδος 6 μηνών για την εκτύπωση της ποσότητας χαρτονομισμάτων και κερμάτων που κυκλοφορούν στην Ελλάδα. Η μετάβαση μπορεί να διευκολυνθεί με τη χρήση υποσχετικών (IOU) και την ευρεία κυκλοφορία πλαστικού χρήματος, μέσω του οποίου μπορούν να γίνονται συμψηφισμοί, πληρωμές λογαριασμών, κοκ.

Όροι επιτυχίας της διπλής εξόδου είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών που έχουν κατ’ επανάληψη ανακεφαλαιοποιηθεί με δημόσιο χρήμα, η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, η ανάκληση των ιδιωτικοποιήσεων ξεκινώντας από τις υποδομές (Λιμάνι Πειραιά που το αγόρασε η κινέζικη Cosco, 14 περιφερειακά αεροδρόμια που αγόρασε η γερμανική Fraport, σιδηροδρόμους που αγόρασε η ιταλική Ferrovie Dello Stato, ΟΤΕ που έχει αγοράσει η Ντόιστε Τέλεκομ, κ.α.). Παρεμπιπτόντως να αναφερθεί ότι όλες οι αγοράστριες εταιρείες είναι εξ ολοκλήρου ή μερικώς κρατικές.

  1. Οικοδομώντας το αναγκαίο μέτωπο

Ξέρουμε ωστόσο ότι υπάρχει μια κραυγαλέα και παραλυτική αντίφαση. Το αίτημα της διπλής εξόδου παρότι τίθεται επιτακτικά ως όρος εξόδου από την κρίση δε συγκεντρώνει την αποδοχή ακόμη και πρωτοπόρων τμημάτων του εργατικού κινήματος. Υπέρ της εξόδου από το ευρώ χαρακτηριστικά τάσσεται ένα ποσοστό γύρω στο 30% των ερωτηθέντων στις δημοσκοπήσεις. Ποσοστό, που από μια άλλη οπτική γωνία εμφανίζει μια κοινωνική (κι όχι τόσο πολιτική) ομοιογένεια και εξαιρετική αντοχή, αν λάβουμε υπ’ όψη ότι κανένα κοινοβουλευτικό κόμμα δεν το υιοθετεί.

Τούτου δοθέντος, αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε είναι πως ο καταστροφικός ρόλος του ευρώ και της ΕΕ παραμένει προς απόδειξη στην ελληνική κοινωνία. Χρειάζεται να καταβάλλουμε ακόμη σοβαρή προσπάθεια για να πείσουμε την κοινωνία ότι άνοδος της κοινωνικής ευημερίας από τη μια και παραμονή στην ΕΕ από την άλλη αποτελούν έννοιες αμοιβαία αλληλοαποκλειόμενες. Ή το ένα ή το άλλο. Με άλλα λόγια: Ή αξιοπρεπείς συντάξεις ή παραμονή στην ΕΕ!

Αυτή η κατάσταση επιβάλλει και στις πρωτοπόρες δυνάμεις να επικοινωνούν σε αγωνιστικά μέτωπα πάλης με εκείνες τις δυνάμεις που εξακολουθούν να θρέφουν αυταπάτες ή κρίνουν ότι δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι για σύγκρουση. Δεν μπορούμε, με άλλα λόγια, να θέτουμε ως προϋπόθεση το αίτημα της διπλής εξόδου για να διαμορφώσουμε αιτήματα αγώνα, να συγκροτήσουμε αγωνιστικές συλλογικότητες και να συμπορευτούμε με δυνάμεις που έχουν συμφέρον και πασχίζουν να ανατραπεί η επίθεση στον κλάδο τους. Το αίτημα της εξόδου από ευρώ – ΕΕ πρέπει να ενώνει κι όχι να διαχωρίζει τις δυνάμεις του αγώνα.

Οι πρωτοπόρες ιδέες ηττούνταν ή μετατρέπονταν σε καρικατούρες όποτε έμπαιναν σε καραντίνα.  Αντίθετα, νικούσαν όποτε επηρέαζαν και επηρεάζονταν, όποτε εκτίθονταν στη δημόσια κριτική και αντιπαράθεση κι είχαν την ικανότητα να προσαρμόζονται διατηρώντας και ανανεώνοντας το ανατρεπτικό – επαναστατικό τους πυρήνα.

Οι υπεύθυνοι ανάλυσης των δεδομένων της προεκλογικής εκστρατείας του Ομπάμα το 2012, που αξιοποίησαν στο έπακρο τις πληροφορίες τις οποίες επιστρέφουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δήλωναν ότι κάθε φορά η διαίσθησή τους αποδεικνυόταν άχρηστη και διαψευδόταν. Κι η πολιτική συμπεριφορά των πολιτών απρόβλεπτη. Νίκησαν δηλαδή όταν επεξεργάστηκαν, έλαβαν υπ’ όψη τους τα μηνύματα των πολιτών – δεκτών και προσάρμοσαν το πολιτικό τους μήνυμα.

Εμείς γιατί να φοβηθούμε την επικοινωνία με τον κόσμο του αγώνα και τη μετωπική δράση, με στόχο την ήττα και την ανατροπή αυτής της πολιτικής;

Βερολίνο, 9 2017

Αρέσει σε %d bloggers: