Άκαρπη αναμένεται να αποβεί η διάσκεψη του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής που ξεκινάει τη Δευτέρα 7 Δεκέμβρη στην πρωτεύουσα της Δανίας, καθώς το σημαντικότερο ζητούμενο – η συμφωνία σε δεσμευτικούς στόχους μείωσης των επικίνδυνων ρύπων –, παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες…
Τέσσερις στόχοι είχαν τεθεί για τη διεθνή διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών που θα διεξαχθεί στην Κοπεγχάγη από τις 7 έως τις 18 Δεκέμβρη έχοντας ως απώτερο σκοπό να αντικαταστήσει το Πρωτόκολλο του Κιότο για την μείωση των εκπομπών ρύπων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και το οποίο λήγει το 2012. Ο πρώτος και σημαντικότερος στόχος ήταν η επίτευξη συμφωνίας σε δεσμευτικούς στόχους για την μείωση των εκπομπών των αναπτυγμένων χωρών μέχρι το 2020. Όπως φαίνεται και στα διαγράμματα που παραθέτουμε, παρά την αποβιομηχάνιση στις ανεπτυγμένες χώρες και τις δραματικές επιδόσεις των αναπτυσσόμενων χωρών στην εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, τα πρωτεία εξακολουθούν να διατηρούν οι ανεπτυγμένες χώρες και δη αυτές του ΟΟΣΑ (ΗΠΑ, Αγγλία, Καναδάς, Βέλγιο, Αυστρία, Γαλλία, Δανία, Γερμανία, Ισλανδία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ελβετία, Σουηδία, Τουρκία, Ιαπωνία, Φινλανδία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Μεξικό, Τσεχία, Νότια Κορέα, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία). Η δεύτερη επιδίωξη αφορούσε δεσμευτικούς στόχους από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες για τον περιορισμό της αύξησης των εκπομπών τους. Ο τρίτος στόχος επικεντρωνόταν στην χρηματοδότηση των φτωχών χωρών από τις πλούσιες ώστε να ανταποκριθούν στα πλάνα μείωσης των επικίνδυνων εκπομπών και να προσαρμοστούν στα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής. Υπολογίζεται ότι απαιτείται να δοθούν 10 δισ. δολ. το χρόνο μέχρι και το 2012 από τις πλούσιες χώρες στις φτωχές για να χρηματοδοτήσουν τη δική τους συμβολή. Τέλος, το ζητούμενο ήταν η δημιουργία των απαραίτητων δομών σε επίπεδο κυβέρνησης ώστε όλα τα παραπάνω να γίνουν πράξη.
Η ευθύνη για την αποτυχία του πρώτου και πλέον καθοριστικού στόχου ανήκει στις ΗΠΑ. Η πέτρα του αναθέματος έπεσε αρχικά στην Γερουσία που παρέπεμψε για την Άνοιξη του 2010 την ψήφιση του επίμαχου νομοσχεδίου το οποίο είχε εγκαίρως εγκριθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, καθώς στην Γερουσία οι Δημοκρατικοί δεν έχουν την απαραίτητη πλειοψηφία που θα τους επέτρεπε να ψηφίσουν το νομοσχέδιο. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή εστιάζεται στην ολιγωρία που επέδειξαν κι οι ίδιοι οι Δημοκρατικοί να υποστηρίξουν το νομοσχέδιο, οδηγώντας τους (ανέκαθεν φιλικούς απέναντι στους Δημοκρατικούς) New York Times σε σημείωμα της σύνταξής τους στις 26 Νοέμβρη να τονίζουν πως «η αναποφασιστικότητα των Δημοκρατικών ηγετών στη Γερουσία είναι τόσο ενοχλητική όπως είναι η εξ αντανακλάσεως και σχεδόν ομόφωνη εχθρότητα των Ρεπουμπλικάνων απέναντι σε οτιδήποτε αμφισβητεί τον τρόπο που η Αμερική παράγει και χρησιμοποιεί την ενέργεια».
Η ρίζα του κακού ωστόσο βρίσκεται στα δεκάδες εκατομμύρια δολάρια που έχουν δαπανήσει όσες βιομηχανίες θίγονται από την επιβολή ορίων στους ρύπους εξαγοράζοντας βουλευτές και γερουσιαστές και των δύο κομμάτων. Υπολογίζεται ότι μόνο τους τελευταίους τρεις μήνες το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ έχει δαπανήσει 35 εκ. δολ. για να αποτρέψει την ψήφιση νομοσχεδίων που αφορούν την ενέργεια, το σύστημα υγείας και την ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Υπό το βάρος της καθημερινής πλύσης εγκεφάλου από τις διαφημίσεις στις ΗΠΑ παρατηρείται και το εξής παράδοξο: Ενώ σε όλο τον κόσμο οι φωνές που ζητούν μέτρα ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής καθημερινά πληθαίνουν, στις ΗΠΑ μειώνονται, χωρίς ωστόσο να γίνονται μειοψηφικές! Με βάση έρευνα του Ερευνητικού Κέντρου Pew, που δημοσιεύτηκε στις 30 Οκτώβρη στη Guardian Weekly, το ποσοστό όσων Αμερικανών πιστεύουν ότι η θερμοκρασία της γης αυξάνεται από 77% που ήταν το 2007 έχει πέσει στο 57%! Το γεγονός ωστόσο ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών έχει συναίσθηση του κινδύνου φέρνει στην επιφάνεια τις ευθύνες του ίδιου του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα για την ανεπάρκεια των ΗΠΑ να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της εποχής, καθώς μπορούσε αν ήθελε να στηριχθεί πάνω σ’ αυτή την πλειοψηφία.
Η υπόσχεση που έδωσε ωστόσο ο Μπαράκ Ομπάμα για την πρόθεση των ΗΠΑ να μειώσουν τις επικίνδυνες εκπομπές αερίων κατά 17% κάτω από τα επίπεδα του 2005 μέχρι το 2020 και κατά 80% μέχρι το 2050 επέτρεψε στις ΗΠΑ να είναι έστω με… το ένα πόδι στην διάσκεψη της Κοπεγχάγης. Να σημειωθεί ωστόσο ότι οι ΗΠΑ αυθαίρετα λαβαίνουν ως έτος αναφοράς το 2005. Με βάση καταγγελίες περιβαλλοντικών οργανώσεων, αν ως έτος αναφοράς χρησιμοποιηθεί το 1990, όπως κάνει η ΕΕ, τότε ο φιλόδοξος στόχος των ΗΠΑ για μείωση των εκπομπών κατά 17% συρρικνώνεται σε 3%! Με αυτήν όμως την εξαγγελία ο Μπαράκ Ομπάμα δεν πάει με άδεια χέρια στη διάσκεψη παρότι το Air Force One θα προσγειωθεί στην Κοπεγχάγη στις 9 Δεκέμβρη μια εβδομάδα πριν φθάσουν οι 76 άλλοι ηγέτες κι αρχηγοί κρατών απ’ όλον τον κόσμο. Ο Ομπάμα επομένως θα πάει «στην σωστή πόλη την λάθος ημερομηνία» όπως εύστοχα ανακοίνωσε κι η Greenpeace, τονίζοντας ότι έτσι δείχνει πως «απλώς δεν παίρνει το θέμα στα σοβαρά».
Η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για τους προσωρινούς και μη δεσμευτικούς στόχους μείωσης των εκπομπών επικίνδυνων αερίων ώθησε και το Πεκίνο την επόμενη μέρα να προβεί σε ανάλογες εξαγγελίες. Να σημειωθεί ότι ΗΠΑ και Κίνα μαζί ευθύνονται για το 40% των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Οι εξαγγελίες της Κίνας αφορούσαν τη δέσμευσή της να μειωθούν κατά 40 έως 45% μέχρι το 2020 οι «εκπομπές αερίων ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος». Μεθερμηνευόμενο το τελευταίο σημαίνει πως η Κίνα μέχρι το 2020 (που θα έχει δει το ΑΕΠ της να διπλασιάζεται αν συνεχίσει να καταγράφει τους σημερινούς ρυθμούς μεγέθυνσης) θα εκπέμπει περισσότερους επικίνδυνους ρύπους απ’ όσους εκπέμπει σήμερα! Ανταποκρινόμενη όμως στις διεθνείς πιέσεις θα αυξήσει το μερίδιο της αιολικής και ηλιακής ενέργειας στο σύνολο της ενεργειακής κατανάλωσης.
Η κινέζικη κυβέρνηση δεν ξέχασε να καρφώσει και την ΕΕ που μέχρι στιγμής έχει πρωτοστατήσει σε δηλώσεις αναλαμβάνοντας τη δέσμευση μέχρι το 2020 να μειώσει κατά 20% τις εκπομπές αερίων σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. «Η Ευρώπη προχώρησε σε πολλές δεσμεύσεις. Αλλά αν συγκρίνεις αυτές τις δεσμεύσεις με τις πράξεις υπάρχει μια μεγάλη διαφορά» ήταν τα λόγια του ειδικού απεσταλμένου της Κίνας στις συνομιλίες για το κλίμα, όπως τις μετέφερε η Wall Street Journal στις 26 Νοέμβρη. Στη συνέχεια μάλιστα τόνιζε πως η ασυνέπεια των Ευρωπαίων δεν αφορά μόνο τις δεσμεύσεις για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, αλλά επίσης τη μεταφορά τεχνολογίας και την αποστολή βοήθειας στις φτωχές χώρες…
Στη βάση όλων των παραπάνω η διάσκεψη της Κοπεγχάγης δεν θα αποτελέσει τον τελικό σταθμό στη διαδικασία υπογραφής του Κιότο 2, όπως ήλπιζαν οι αρχιτέκτονες της, αλλά την αρχή μιας νέας χρονοβόρας και πολύ λιγότερο φιλόδοξης διαδικασίας που θα ολοκληρωθεί σε ένα ή δύο το πολύ χρόνια…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.