Από πρώτη ματιά η κινητικότητα που παρατηρήθηκε στο Παλαιστινιακό το προηγούμενο δεκαήμερο, με αφορμή τις ομιλίες του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, παρά τα πρωτοσέλιδα που τροφοδότησε, τίποτε το καινούργιο δεν έφερε. Ενδεχομένως να σήμανε και οπισθοδρόμηση. Κατά βάθος όμως έφερε στην επιφάνεια την αυτοπεποίθηση που έχει στρατοπεδεύσει για τα καλά από την μεριά των Παλαιστινίων, ως άμεσο αποτέλεσμα της παρατεταμένης αραβικής άνοιξης.
Η κατηγορηματική θέση του αμερικανού προέδρου στη διάρκεια ομιλίας του στις 19 Μαΐου ότι «τα σύνορα του Ισραήλ και της Παλαιστίνης πρέπει να στηριχθούν στα όρια του 1967 με αμοιβαία συμφωνηθείσες ανταλλαγές» γαιών προκάλεσε θετική έκπληξη. Στην πραγματικότητα δεν ήταν η πρώτη φορά που η αμερικανική διαμεσολάβηση ξεκινούσε από αυτό το σημείο, των συνόρων του 1967. Το 2000 για παράδειγμα οι «παράμετροι» του Μπιλ Κλίντον όπως συζητήθηκαν στο Καμπ Ντέιβιντ μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης υπέθεταν πως το μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος θα ενσωμάτωνε το 94% – 96% της Δυτικής Όχθης ενώ θα υπήρχαν και ανταλλαγές γαιών για το υπόλοιπο μέρος. Παρόλα αυτά ποτέ άλλοτε δεν έχει δηλωθεί επισήμως από την Ουάσινγκτον ότι η επιστροφή στα σύνορα που υπήρχαν στις 4 Απρίλη του 1967 αποτελεί βάση των διαπραγματεύσεων. Η ενόχληση του ισραηλινού πρωθυπουργού που δήλωσε κατά τη διάρκεια ομιλίας του στις 24 Μάη στα δύο αμερικανικά κοινοβουλευτικά σώματα ότι η επιστροφή σε εκείνα τα σύνορα είναι «αβάσιμη», απορρίπτοντας έτσι την πρόταση, αποτέλεσε αδιάψευστο μάρτυρα για την στροφή του αμερικανού προέδρου.
Ήταν όμως μια στροφή που δεν κράτησε παρά λίγα 24ωρα και ακυρώθηκε ακαριαία, από τον ίδιο τον Μπαράκ Ομπάμα, μιλώντας από το πιο κατάλληλο σημείο: Το βήμα του μεγαλύτερου εβραϊκού λόμπι που δρα στις ΗΠΑ, του AIPAC, κατά τη διάρκεια του ετήσιου συνεδρίου του. Εκεί ο Ομπάμα έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη να ληφθούν υπ’ όψη οι «δημογραφικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 40 χρόνια»! Τι εννοούσε; Τον παράνομο εποικισμό της Δυτικής Όχθης από Εβραίους της διασποράς που υποκινήθηκαν και χρηματοδοτήθηκαν για να εγκατασταθούν στην κατεχόμενη παλαιστινιακή γη, παρά και ενάντια στις επανειλημμένες αποφάσεις του ΟΗΕ, μόνο και μόνο για να αλλοιώσουν την πληθυσμιακή σύνθεση της διαφιλονικούμενης περιοχής και να μπορεί τώρα όχι μόνο το Ισραήλ αλλά και οι ΗΠΑ να επικαλούνται τα «τετελεσμένα». Όπως κατ’ αναλογία συμβαίνει και με την κατεχόμενη Κύπρο από τη μεριά της Άγκυρας…
Η σιωπή του Ομπάμα
Δεν είναι όμως μόνο η (διορθωτική στο περιεχόμενό της) δήλωση του αμερικανού προέδρου που μετέτρεψε σε κενό γράμμα την αναφορά στα σύνορα του 1967. Είναι και οι παραλείψεις, οι εκκωφαντικές σιωπές του απέναντι σε όσα δήλωσε ο ισραηλινός πρωθυπουργός επί αμερικανικού εδάφους, που ήρθαν να επιβεβαιώσουν την βούληση της Ουάσινγκτον να συνεχίσει να ταυτίζεται με το σιωνιστικό καθεστώς, υπονομεύοντας το κύρος και την απήχησή της στην ευρύτερη περιοχή. Ο Μπαράκ Ομπάμα λοιπόν άφησε ασχολίαστες τις ακόλουθες δηλώσεις του Μπενιαμίν Νετανιάχου: Πρώτο, την απαίτησή του να αποδεχθούν οι Παλαιστίνιοι ένα εβραϊκό κράτος. Αίτημα που ισοδυναμεί με την δημιουργία ενός «εθνικά καθαρού» δηλαδή ρατσιστικού κράτους που θα νομιμοποιήσει νέα ρατσιστικά πογκρόμ κατά των Αράβων που ζουν στο Ισραήλ, ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, παρότι ξεπερνούν το 20%. Δεύτερο, ο Ομπάμα αποδέχτηκε την έμμεση αλλά σαφή απόρριψη του αιτήματος των Παλαιστινίων για επιστροφή των προσφύγων που διώχθηκαν το 1948 και τα επόμενα χρόνια από τη γη τους και την ανακήρυξη ως πρωτεύουσας του νέου κράτους τους της ανατολικής Ιερουσαλήμ, την οποία οι σιωνιστές χαρακτηρίζουν αδιαίρετη και συστατικό στοιχείο του κράτους τους. Πρόκειται για δύο αιτήματα που σε συνδυασμό με το στόχο δημιουργίας κράτους στα σύνορα του 1967 αποτελούν σταθερό πλαίσιο αλλεπάλληλων ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Ο Μπαράκ Ομπάμα ωστόσο κώφευσε απέναντι σε αυτά! Τρίτο, ο ισραηλινός πρωθυπουργός έθεσε ως προϋπόθεση για διαπραγματεύσεις την ακύρωση της συμφωνίας που υπογράφτηκε στις 4 Μαΐου μεταξύ της Φατάχ, που ελέγχει τη Δυτική Όχθη και της Χαμάς (την οποία ταύτισε με την Αλ Κάιντα) που ελέγχει τη Γάζα. Η Χαμάς όμως είναι νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση. Επίσης, αν αυτή η συμφωνία αποτελεί εμπόδιο για τις διαπραγματεύσεις γιατί τόσα χρόνια που οι δύο αυτές οργανώσεις βρίσκονταν σε πολεμική αναμέτρηση μεταξύ τους το Ισραήλ δεν προχωρούσε σε συμφωνία επίλυσης του Παλαιστινιακού με τη Φατάχ, που είναι πιο μετριοπαθής; Αξίζει μάλιστα να θυμίσουμε πως κι όσο ζούσε ο Γιασέρ Αραφάτ, πριν δηλαδή πεθάνει κάτω από εντελώς αδιευκρίνιστες συνθήκες, το Ισραήλ αρνούταν να συζητήσει με τους Παλαιστίνιους θέτοντας ως προϋπόθεση και τότε την αντικατάσταση του Αραφάτ. Ο Αραφάτ απομακρύνθηκε χωρίς ωστόσο να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις. Και τώρα επανέρχεται η ίδια δικαιολογία… Τέλος αν η Χαμάς δεν χωράει στο «δημοκρατικό πλαίσιο» του Νετανιάχου, πως χωράει ο ακροδεξιός εξτρεμιστής υπουργός Εξωτερικών του, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, που μεταξύ πολλών άλλων έχει απειλήσει τους Άραβες του Ισραήλ με ομαδική απέλαση και φυλάκιση εάν χρησιμοποιούν τον όρο «Νάκμπα» όπως χαρακτηρίζεται η καταστροφή του 1948 με την βίαιη εκδίωξη των Παλαιστινίων από τη γη τους;
Τρέχουν να προλάβουν
Παρόλα αυτά, δεδομένου δηλαδή ότι τίποτε νεώτερο δεν κόμισε στη συζήτηση ο αμερικανός πρόεδρος έτσι ώστε να ξεκολλήσουν οι συνομιλίες, η πρωτοβουλία του δεν ήταν τυχαία, ούτε υπόθεση δημοσίων σχέσεων. Τρεις πολύ συγκεκριμένοι λόγοι επέβαλαν την ανακίνηση του Παλαιστινιακού από την μεριά του Λευκού Οίκου.
Ο πρώτος είναι εσωτερικής κατανάλωσης και σχετίζεται με τις λεγόμενες ενδιάμεσες εκλογές, που θα διεξαχθούν το Νοέμβρη. Εδώ ο Μπαράκ Ομπάμα ακολούθησε την πεπατημένη όλων των προηγούμενων προέδρων που, εν είδει πρωτοκόλλου, ξεκινούν την προεκλογική εκστρατεία με μια υπόσχεση επίλυσης του Παλαιστινιακού. Ο Μπιλ Κλίντον το έκανε με το Καμπ Ντέιβιντ, ο Τζορτζ Μπους με τις συνομιλίες της Ανάπολις, κοκ.
Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την πρωτοβουλία της Παλαιστινιακής Αρχής να αναζητήσει την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από μια σειρά χώρες, όπως η Αργεντινή και η Βραζιλία, με θετικά μέχρι στιγμής αποτελέσματα. Η προοπτική να θέσει το θέμα η Αρχή στην ετήσια Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβρη προκαλεί ήδη ανατριχίλα σε Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ δεδομένου ότι τουλάχιστον 170 από τις 192 χώρες (όλες σχεδόν δηλαδή οι αραβικές, μουσουλμανικές και αναπτυσσόμενες) είναι σίγουρο, με βάση ανάλυση των Financial Times την Παρασκευή 27 Μαΐου, ότι θα ψηφίσουν υπέρ της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία της Παλαιστινιακής Αρχής συνιστά μια τομή με το παρελθόν της καθώς παύει να πιστεύει πως υπάρχει περίπτωση να λυθεί το θέμα με τη συμβολή των Αμερικάνων και επιλέγει να το διεθνοποιήσει, «ακουμπώντας» στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Παρότι κανείς δεν έχει αυταπάτες για το ρόλο των Ηνωμένων Εθνών, την επιρροή που ασκούν δηλαδή οι ΗΠΑ στην πολιτική τους, η πρωτοβουλία της Αρχής συνιστά πλήγμα για την αμερικανική εξωτερική πολιτική καθώς χάνει πλέον το μονοπώλιο των διαπραγματεύσεων. Η πρωτοβουλία του Ομπάμα επομένως έρχεται να ανακόψει αυτή την ταχύτητα πριν λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Τους «έπιασε» η άνοιξη
Ο τρίτος και σημαντικότερος λόγος που ανάγκασε τον Λευκό Οίκο να παρέμβει στο Παλαιστινιακό σχετίζεται με την αυξημένη αυτοπεποίθηση των Παλαιστινίων. Η αραβική άνοιξη μέχρι στιγμής έχει φέρει σε άσχημη θέση το Ισραήλ. Το άνοιγμα του περάσματος της Ράφας στα σύνορα της Γάζας με την Αίγυπτο, με πρωτοβουλία της Αιγύπτου, η ελπιδοφόρα συμφωνία μεταξύ Φατάχ και Χαμάς που τερμάτισε τον εμφύλιο μεταξύ των Παλαιστινίων, που κι αυτή ολοκληρώθηκε χάρη στην παρέμβαση της Αιγύπτου, και η πίεση που δέχονται όλα τα νέα και παλιά αραβικά καθεστώτα να στηρίξουν τον αγώνα των Παλαιστινίων δίνουν ώθηση στους Παλαιστίνιους να απαιτήσουν τα δικαιώματά τους κι αναγκάζουν την Ουάσινγκτον να δείξει ότι συμμερίζεται τις ανησυχίες τους. Έστω κι αν η παρέμβασή της δεν στοχεύει πουθενά αλλού παρά στην διαιώνιση του σημερινού νεο-αποικιακού στάτους κβο…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.