ΚΙΝΔΥΝΟΛΟΓΙΑ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ»
Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΜΕΙΩΝΕΙ ΤΙΣ ΕΞΑΓΩΓΕΣ
Πέρα για πέρα αβάσιμες και παραπλανητικές είναι οι κραυγές αγωνίας που διατυπώνονται όλο και συχνότερα από επίσημα μάλιστα χείλη για επιστροφή στον οικονομικό εθνικισμό και ακύρωση ακόμη και αντιστροφή των τάσεων παγκοσμιοποίησης της οικονομίας. Στα πρόθυρα γενικευμένου οικονομικού πολέμου προάγγελου πολεμικής σύρραξης θα νομίζει ο ιστορικός του μέλλοντος ότι βρισκόταν ο κόσμος στις αρχές του 2009, αν λάβει σοβαρά υπ’ όψη του τις πομπώδεις και απειλητικές προειδοποιήσεις κορυφαίων πολιτικών αξιωματούχων. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Πέερ Στάινμπρουκ, για παράδειγμα στα μέσα Μαρτίου από τη Ρώμη όπου συνεδρίαζε το G7 σε επίπεδο υπουργών σήμανε το καμπανάκι του κινδύνου ώστε, σύμφωνα με τους Financial Times του σαββατοκύριακου 14-15 Φεβρουαρίου 2009 «να μη επαναληφθούν τα λάθη της δεκαετίας του ’30 όταν ένας καταιγισμός από προστατευτικά μέτρα μετέτρεψε αυτό που είχε ξεκινήσει ως χρηματοοικονομική κρίση σε ύφεση που συνέβαλε στην άνοδο του Ναζισμού. Η καθίζηση της δεκαετίας του ’30, είπε ο Π. Στάινμπρουκ, δεν ήταν τόσο συνέπεια της χρεοκοπίας του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, όσο το αποτέλεσμα της απόφασης του Χούβερ να αυξήσει απότομα τους εισαγωγικούς δασμούς στα αγροτικά προϊόντα. Συνέχισε δε αναφέροντας τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο ως χώρες στις οποίες οι τάσεις προστατευτισμού βρίσκονταν σε άνοδο». Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν ήταν μόνος του στις επάλξεις εναντίον του επελαύνοντος προστατευτισμού. Μαζί του, μεταξύ πολλών άλλων, βρέθηκε κι ο βρετανός πρωθυπουργός που δήλωσε ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος μετά τα γεγονότα των λίγων τελευταίων μηνών είναι η επιστροφή σε ότι θα αποκαλούσα χρηματοοικονομικό απομονωτισμό». Όπως κι ο πρωθυπουργός της Τσεχίας που έχει κατά το τρέχον εξάμηνο την κυκλική προεδρία της ΕΕ, Μίρεκ Τοπολάνεκ, ο οποίος μετά την προτροπή του Νικολά Σαρκοζύ προς τις επιδοτούμενες αυτοκινητοβιομηχανίες να μην στείλουν τα εργοστάσιά τους «στην Τσεχική Δημοκρατία ή αλλού» κατακεραύνωσε τον γάλλο πρόεδρο εμφανίζοντάς τον λίγο – πολύ ως υπέρμαχο ξεπερασμένων αντιλήψεων και πρακτικών. Αξίζει να δούμε ορισμένους από τους ηγέτες του άλλου στρατοπέδου, που κατηγορείται για επιστροφή στον προστατευτισμό. Πρώτος απ’ όλους είναι ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος προέτρεψε τις επιχειρήσεις που θα αναλάβουν τα δημόσια έργα στο πλαίσιο των παχυλών κρατικών χρηματοδοτήσεων να χρησιμοποιήσουν χάλυβα από τις ΗΠΑ κι όχι εισαγόμενο. Δεύτερος έρχεται ο γάλλος πρόεδρος ο οποίος έθεσε όρο στις δύο γαλλικές αυτοκινητοβιομηχανίες, τη Renault και την Peugeot – Citroen, που ωφελήθηκαν από το χαμηλότοκο πενταετούς διάρκειας δάνειο ύψους 6 δισ. που τους παραχώρησε όχι μόνο να μην παράγουν σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους επανεισάγοντας στη συνέχεια τα αυτοκίνητά τους, αλλά επίσης να μην απολύσουν προσωπικό όσο διαρκεί το δάνειο κι ακόμη να προτιμήσουν γάλλους προμηθευτές. Τα πυρά των υπέρμαχων του laissez faire δέχθηκε επίσης ο ισπανός υπουργός Βιομηχανίας, Εμπορίου και Τουρισμού που έκανε το …σφάλμα να καλέσει τους Ισπανούς να αγοράζουν εγχώρια προϊόντα, λέγοντας: «Τώρα υπάρχει κάτι που μπορούν να κάνουν οι πολίτες μας για τη χώρα τους. Να στοιχηματίσουν στην Ισπανία, να στοιχηματίσουν στα προϊόντα μας, στη βιομηχανία μας και τις υπηρεσίες μας, να στοιχηματίσουν, εν συντομία, στους εαυτούς μας». Εξ’ ίσου σφοδρά επικρίθηκε κι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιώργος Προβόπουλος, από δύο έντυπα μάλιστα που αποτελούν ναυαρχίδες της σύγχρονης οικονομικής ορθοδοξίας: τους Financial Times στις 5 Φεβρουαρίου και τον βρετανικό Economist δυο μέρες μετά. Το «ατόπημα» στο οποίο υπέπεσε ήταν να συστήσει στις τράπεζες που πρόκειται να επιδοτηθούν με τα λεφτά των ελλήνων φορολογούμενων να μη στείλουν τα κεφάλαια στην ανατολική Ευρώπη για να καλύψουν τις μαύρες τρύπες από την υπερεπέκτασή τους. Στο ίδιο στρατόπεδο, με το στιγματισμό τους μάλιστα ως ρατσιστών, εντάχθηκαν και βρετανοί εργάτες που διαμαρτυρήθηκαν για τη χρησιμοποίηση προσωπικού από χώρες φθηνού εργατικού δυναμικού. Αξίζει λοιπόν να δούμε μία – μία τις κατηγορίες που διατυπώνονται για να φανεί κι η βασιμότητα του επικαλούμενου κινδύνου του προστατευτισμού. Με αφορμή το επιχείρημα του γερμανού υπουργού Οικονομικών, ότι δηλαδή οι αυξανόμενοι εμπορικοί δασμοί προκάλεσαν την ύφεση της δεκαετίας του ’30 και την άνοδο του Ναζισμού, διακρίνεται μια αντιστροφή των γεγονότων. Στην πραγματικότητα δηλαδή, η κρίση υπό τη μορφή της κάθετης πτώσης της καταναλωτικής ζήτησης είναι αυτή που προκάλεσε την κάθετη πτώση των εξαγωγών κι όχι οι εμπορικοί δασμοί, που αν είχαν κάποια επίδραση αυτή ήταν περιθωριακή. Μια ματιά στο τι συμβαίνει σήμερα είναι ενδεικτική, αν όχι για να αποκρυπτογραφήσουμε τι συνέβη τη δεκαετία του ’30 τουλάχιστον για να φανεί από πού προέρχεται ο κίνδυνος σήμερα. Συνολικά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου αναμένει ότι το παγκόσμιο εμπόριο θα μειωθεί κατά 2,1% το τρέχον έτος, όταν το 2008 είχε αυξηθεί κατά 6,2%. Η μείωσή του είναι αποτέλεσμα της κάθετης πτώσης που έχουν ήδη σημειώσει και θα συνεχίσουν να καταγράφουν οι εξαγωγές πολλών χωρών που μεγάλο μέρος της παραγωγής τους στρέφεται στις διεθνείς αγορές. Για παράδειγμα, τον Ιανουάριο η Ιαπωνία είδε τις εξαγωγές της να μειώνονται με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 50 ετών, κατά 46% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου χρόνου και κατά 35% σε σχέση με τον Δεκέμβρη, παρασέρνοντας στην άβυσσο και τους ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Πολύ χειρότερα του μέσου όρου κινήθηκαν οι εξαγωγές προς τη γειτονική της Κίνα, που μειώθηκαν κατά 45% κι ακόμη περισσότερο προς τις ΗΠΑ, που μειώθηκαν κατά 53%. Όλα αυτά συνέβησαν ενώ το πακέτο διάσωσης της αμερικανικής οικονομίας, το οποίο υποτίθεται ότι θα απορροφηθεί κατά προνομιακό τρόπο από αμερικανικές επιχειρήσεις, ακόμη συζητιόταν στα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ. Οι εισαγωγές στην Κίνα τον Ιανουάριο κατέγραψαν μια θεαματική πτώση της τάξης του 43% «σε μια περαιτέρω ένδειξη της απότομης πτώσης της ζήτησης στην κινέζικη οικονομία τους λίγους τελευταίους μήνες που έχει οδηγήσει την ανεργία στα ύψη», σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς στις 12 Φεβρουαρίου 2009. Την ίδια καθίζηση παρουσιάζουν οι εξαγωγές όλων των χωρών που έχουν προσανατολίσει την παραγωγή τους στις διεθνείς αγορές, όπως για παράδειγμα η Ταϊβάν που τον Δεκέμβρη είδε τις εξαγωγές της να μειώνονται κατά 42%. Είναι αυθαίρετο κι αστείο επομένως να αποδοθεί η κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου στις προτροπές του ισπανού υπουργού ή στους περιορισμένης οικονομικής σημασίας ανταγωνισμούς που είναι όντως σε εξέλιξη και αφορούν για παράδειγμα την ενδεχόμενη επιβολή δασμών από την ΕΕ στις εισαγωγές βιοκαυσίμων από τις ΗΠΑ ή την επιβολή από τις ΗΠΑ αυξημένων δασμών στα εμφιαλωμένα νερά από την Ιταλία και τα γαλλικά τυριά ως αντίποινο για τα εμπόδια που συναντούν οι αμερικανικές εξαγωγές κοτόπουλων και βοδινού κρέατος στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα οι πρωτοβουλίες πολιτικών (όπως ο Ν. Σαρκοζύ) και οικονομικών παραγόντων (όπως ο Γ. Προβόπουλος) για να μείνουν εντός των συνόρων χρηματικά ποσά που χορηγούνται για να διασωθεί ο ιδιωτικός τομέας λαμβάνονται – και πολύ σωστά! – κάτω από την αυξανόμενη πίεση των πολιτών των χωρών τους. Ο λόγος αφορά τη δυσαρέσκεια για την υπερευαισθησία που έδειξαν οι εθνικές αρχές να σώσουν τις επιχειρήσεις, όταν ακόμη και τώρα απορρίπτουν εκ προοιμίου κάθε αίτημα για αύξηση στις συντάξεις ως ανεδαφικό, επικαλούμενες την δημοσιονομική στενότητα. Για να επιχορηγηθούν οι κλυδωνιζόμενες τράπεζες όμως κανένα τέτοιο εμπόδιο δε λειτούργησε αποτρεπτικά. Το αίτημά τους επίσης – να μην διασπαθιστούν δηλαδή οι επιχορηγήσεις στο εξωτερικό – πέρα από κοινωνικά δίκαιο είναι το πλέον ορθολογικό και ρεαλιστικό. Γιατί έτσι, αν δηλαδή από τα 28 δισ. δοθούν δάνεια στις εγχώριες μεταποιητικές ή εμπορικές επιχειρήσεις κι αν από τα 6 δισ. της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας ή αν μη τι άλλο υποστηριχθούν οι υπάρχουσες, υπάρχει μια περίπτωση να έρθει νωρίτερα η ώρα της εξόδου από την κρίση καθώς η ρευστότητα διαχέεται στην παραγωγή και το εμπόριο, δημιουργεί εισοδήματα ή πόρους και αυξάνει την κατανάλωση. Διαφορετικά, πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα δεν υπάρχουν ενώ εκλείπει και η τελευταία δικαιολογία για την κρατική τους επιδότηση. Στην περίπτωση της Γαλλίας, πάντως η επιστροφή στα βασικά, δηλαδή την ανάγκη στήριξης της εθνικής βιομηχανίας, δεν ανακαλύφθηκε με το σκάσιμο της φούσκας της αμερικανικής αγοράς στεγαστικών δανείων. Με το σύνθημα του «οικονομικού πατριωτισμού», από το 2006 ακόμη επί προεδρίας Ζακ Σιράκ και πρωθυπουργίας Ντομινίκ ντε Βιλπέν, σύσσωμη η πολιτική ηγεσία πάσχιζε να αποτρέψει την εξαγορά του γαλλικού ομίλου γαλακτοκομικών προϊόντων Danone από την αμερικανική Pepsico και της χαλυβουργίας Arcelor από την ινδική πολυεθνική Mittal. Μέχρι και σε συναγερμό είχε καλέσει τη χώρα ο τότε πρωθυπουργός με τηλεοπτικό του διάγγελμα στις 31 Ιανουαρίου 2006 για να μην περάσουν οι επιχειρήσεις σε χέρια ξένων. Εξ ίσου σκληρή …άμυνα είχε συναντήσει από τους Αμερικάνους και η κινέζικη πετρελαϊκή πολυεθνική CNOOC όταν επιχείρησε να αγοράσει την ομοειδή της αμερικανική Unocal, μέχρι που αναγκάστηκε να αποσυρθεί. Γεγονότα που, μεταξύ πολλών άλλων, δείχνουν ότι το «παγκόσμιο χωριό» ακόμη κι όταν όλοι το ασπάζονταν ποτέ δεν ήταν ενιαίο. Σήμερα αντίθετα στο έδαφος της κρίσης χρόνιες αντιθέσεις και απλές αποκλίσεις οδηγούνται σε παροξυσμό, όπως φαίνεται στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει χωριστεί στα τέσσερα. Μετά την αναβίωση της αντίθεσης Βορρά και Νότου, με αφορμή την επιδείνωση των όρων δανεισμού των νότιων χωρών και περισσότερο απ’ όλες της Ελλάδας, επανήλθε επίσης με αφορμή την σύσταση του Ν. Σαρκοζύ στη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία και τις κατηγορίες για προστατευτισμό από τη μεριά της Γαλλίας, η αντίθεση μεταξύ «παλιάς» και «νέας» Ευρώπης, κατά τη προσφιλή ορολογία του πρώτου υπουργού Άμυνας του Μπους, Ντόναλντ Ράμσφλεντ. Η «νέα Ευρώπη» δε δίστασε να κάνει την αυτοτελή της εμφάνιση κατά τη διάρκεια της έκτακτης συνόδου κορυφής των ευρωπαίων ηγετών την 1η Μαρτίου, όταν εννέα πρωθυπουργοί χωρών της Ανατολικής Ευρώπης συναντήθηκαν ξεχωριστά στην πρεσβεία της Πολωνίας λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η επίσημη σύνοδος των 27. Το αίτημα των «Νοτίων» για έκδοση ευρω-ομολόγου έτσι ώστε να γλιτώσουν τα τοκογλυφικά επιτόκια οι ευρωπαϊκές χώρες της Μεσόγειου που βλέπουν να υποβαθμίζεται συνέχεια η πιστοληπτική τους θέση από τις εταιρείες αξιολόγησης είχε απορριφθεί πριν την έναρξη της συνόδου από τη γερμανίδα καγκελάριο. Η αιτία, με βάση το γερμανικό Τύπο, ήταν πως δεν ήθελε έξι μήνες πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές να φορτώσει στους γερμανούς φορολογούμενους το κόστος δανεισμού του ελληνικού και του ιταλικού δημοσίου. Το αίτημα των «Ανατολικών» αν και ήταν πολύ πιο δαπανηρό δεν είχε ωστόσο την ίδια τύχη. Διατυπωμένο από τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Φερένκ Γκιουρτσάνι, συνοπτικά αφορούσε τη χορήγηση ενός ποσού ύψους 190 δισ. ευρώ για να αποφύγουν τη χρεοκοπία οι δοκιμαζόμενες ανατολικές χώρες. Στο μάτι του κυκλώνα βρίσκονται ειδικότερα η Ουγγαρία που έχει προσφύγει στο ΔΝΤ, η Ρουμανία το νόμισμα της οποίας έχει υποτιμηθεί κατά 15% μέσα σε δύο μήνες και οι τρεις Βαλτικές χώρες: η Εσθονία το ΑΕΠ της οποίας αναμένεται να μειωθεί κατά 5,6%, η Λετονία που έχει βυθιστεί σε πολιτική κρίση μετά τη προσφυγή στο ΔΝΤ και η Λιθουανία, το ΑΕΠ της οποίας θα μειωθεί κατά 4,1%. Σε κείμενο μάλιστα που κυκλοφόρησε αναφερόταν ότι οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους τους και αναπλήρωσης κεφαλαίου γι αυτή τη χρονιά φθάνουν τα 300 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 30% του ΑΕΠ των χωρών! Το Βερολίνο παρότι απέρριψε το αίτημα για την εφ’ άπαξ χορήγηση ενός τόσο μεγάλου ποσού στις ανατολικές χώρες δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να επέμβει αν και όποτε απαιτηθεί για τη διάσωση μεμονωμένων χωρών. Η Άνγκελα Μέρκελ άφησε ανοιχτή την πόρτα των επιλεκτικών παρεμβάσεων όχι τόσο για τις ίδιες αυτές τις χώρες, όσο γιατί μια πιθανή χρεοκοπία τους απειλεί να παρασύρει ακόμη και ολόκληρες δυτικές χώρες στην οικονομική καταστροφή. Για παράδειγμα τα δάνεια που έχουν χορηγήσει τρεις Αυστριακές τράπεζες (Bank Austria, Erste Bank και Raiffesen) στην περιοχή αντιστοιχούν σχεδόν στο 100% του ΑΕΠ της Αυστρίας! Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε τι θα γίνει στη Δυτική Ευρώπη αν αφεθούν στην τύχη τους οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις επομένως προστατευτισμός ή οικονομικός εθνικισμός δεν υφίσταται. Ούτε και ευαισθησία για τους φορολογούμενους…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.