Ενώπιον κρίσιμων επιλογών βρίσκεται το Αριστερό Κόμμα στη Γερμανία που με την ορμητική είσοδό του στην πολιτική ζωή της χώρας την τελευταία τριετία επανακαθόρισε τους όρους της αντιπαράθεσης. Αιτία είναι η δήλωση του 66χρονου Όσκαρ Λαφοντέν ότι αποχωρεί από την ηγεσία του κόμματος. Η πρόσφατη ανακοίνωσή του αναμενόταν από τις 18 Νοέμβρη του 2009, όταν έκανε για πρώτη φορά γνωστό ότι πάσχει από καρκίνο του προστάτη. Ο ίδιος ο Λαφοντέν από τότε είχε προαναγγείλει πως θα ανακοινώσει στις αρχές του νέου έτους αν θα συνεχίσει να ηγείται του Αριστερού Κόμματος, σε συνάρτηση φυσικά με την πορεία της υγείας του…
Η αποχώρησή του ωστόσο αναμένεται να έχει καταλυτικές συνέπειες. Όπως άλλωστε είχε μέχρι τώρα κι η προσωπική του συμμετοχή στις εξελίξεις στην γερμανική σοσιαλδημοκρατία. Ο Όσκαρ Λαφοντέν κέρδισε την αναγνώριση και το σεβασμό της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, τουλάχιστον των πιο αριστερών της εκδοχών, το 1999, όταν στο απόγειο της πολιτικής του καριέρας, ως πρόεδρος του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και υπουργός Οικονομίας της νεοσύστατης κυβέρνησης του Γκέρχαρντ Σρέντερ, παραιτείται κι από τα δύο κορυφαία αξιώματα διαφωνώντας από τα αριστερά με την πολιτική του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου. Να θυμίσουμε πως ήταν η εποχή που η απομάκρυνση του χριστιανοδημοκράτη Χέλμουτ Κολ από την κυβέρνηση (όπως είχε συμβεί άλλωστε και στην Αγγλία με την άνοδο του Τόνι Μπλερ) ενθάρρυνε τις πιο υψιπετείς φιλοδοξίες για μια αριστερή στροφή και επαναφορά των εργατικών κατακτήσεων και των κοινωνικών παροχών στα αξιοζήλευτα επίπεδα της δεκαετίας του ’70. Φιλοδοξίες που γρήγορα αποδείχθηκαν μάταιες. Ο Λαφοντέν αντιλαμβανόμενος έγκαιρα την αμετάκλητη δεξιά στροφή της σοσιαλδημοκρατίας αποχώρησε από το κόμμα που τον ανέδειξε. Η επιλογή του δικαιώθηκε πολύ γρήγορα όταν η δυσφορία των γερμανών εργαζομένων έφθασε στο αποκορύφωμά της με την περίφημη «Ατζέντα 2010», ένα πρόγραμμα αντεργατικών μεταρρυθμίσεων του Σρέντερ, με το οποίο κατεδαφίστηκαν παροχές που συνιστούσαν ακρογωνιαίους λίθους του γερμανικού κράτους πρόνοιας και δεν είχε τολμήσει να θίξει ούτε ο Κολ.
Ο Λαφοντέν, «κόκκινος Όσκαρ» εν τω μεταξύ ή «ο πιο επικίνδυνος άνθρωπος στην Ευρώπη» κατά τον βρετανικό Economist, επανέρχεται στην πολιτική με την ίδρυση της Αριστεράς. Η σοβαρή εκλογική άνοδος της Αριστεράς (από 8,7% το 2005 στο 11,9% το 2009) εξελίσσεται ταυτόχρονα, σαν διελκυστίνδα, με την παρακμή και την κρίση της σοσιαλδημοκρατίας όπως εκφράζεται με την εκλογική της καταβαράθρωση (από 34,2% το 2005 στο 23% το 2009) και τις συνεχείς αλλαγές στην ηγεσία της, ως αποτέλεσμα πραξικοπημάτων της πιο δεξιάς της πτέρυγας με στόχο την αποτροπή μιας αριστερής στροφής. Η Αριστερά ωστόσο πέτυχε χάρη στο αριστερό της πρόγραμμα. Μόλις τον Μάιο του 2009 ο Όσκαρ Λαφοντέν δεν δίστασε να δηλώσει στο δημοσιογράφο του Der Spiegel ότι «θέλουμε να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό». Ταυτόχρονα κατέθεσε πέντε αιτήματα που αποτελούσαν προμετωπίδα του κόμματός του, τα οποία θεωρούσε κι αδιαπραγμάτευτο όρο για την συμμετοχή του σε οποιαδήποτε κυβέρνηση: Επαναφορά των 65 ετών ως ανώτατο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης (από τα 67 που το ανέβασε ο Σρέντερ), αποχώρηση του γερμανικού στρατού από το Αφγανιστάν, καθορισμός κατώτατου ωρομισθίου στο ύψος των 10 ευρώ, γενναίο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων ύψους 100 δισ. ευρώ ετησίως και άνοδος του φορολογικού συντελεστή για τους πλουσίους στο 80%! Το πρόγραμμα αυτό επιδοκιμάστηκε στη Γερμανία κι η Αριστερά βγήκε τέταρτο κόμμα προσπερνώντας τους Πράσινους και συγκεντρώνοντας τους μισούς ψήφους από τους σοσιαλδημοκράτες (SPD).
Αυτή η δυναμική ωστόσο τίθεται υπό αίρεση με την αποχώρηση του Λαφοντέν, που μεταξύ πολλών άλλων αποκαλούσε τον Μπους δημόσια, τρομοκράτη. Το Αριστερό Κόμμα από την πρώτη στιγμή που ιδρύθηκε με την συγχώνευση του Κόμματος Δημοκρατικού Σοσιαλισμού από την ανατολική Γερμανία (μετεξέλιξη του κυβερνώντος μέχρι το 1989 Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας) και του WASG από τη δυτική, ποτέ στην πραγματικότητα δεν έγινε ένα κόμμα. Ποτέ δεν επήλθε πλήρη και ουσιαστική ενοποίηση ανάμεσα στις δύο πτέρυγες που το συγκρότησαν. Ο καταμερισμός μεταξύ των δυτικών και ανατολικών είναι άνισος μεν, σαφής δε. Οι ανατολικοί βάζουν τις ψήφους κι οι δυτικοί βάζουν την αριστερή γραμμή!
«Το Αριστερό Κόμμα είναι δύο – ή καλύτερα δυόμισι – κόμματα. Υπάρχει το πραγματιστικό, κυρίαρχο κόμμα που είναι στην εξουσία στην ανατολή. Αυτό είναι το κόμμα νούμερο ένα. Έπειτα υπάρχει το κόμμα νούμερο δύο, που αποσχίστηκε και βρίθει διαφωνούντων από άλλα κόμματα, που συναντιέται περισσότερο στη Δύση. Κι έπειτα υπάρχει το κόμμα του Λαφοντέν, στο κρατίδιο του Σάαρλαντ», έγραφε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel στις 25 Σεπτέμβρη 2009. Και συνέχιζε περιγράφοντας τις αντιθέσεις εντός της Αριστεράς: «Τα κόμματα ένα και δύο καυγαδίζουν για το ποιο απ’ αυτά είναι στην πραγματικότητα το Αριστερό Κόμμα. Οι δυτικοί αριστεροί πιστεύουν ότι οι ανατολικοί είναι πολύ προσεχτικοί, φοβισμένοι και κακομαθημένοι από την συμμετοχή τους στις κυβερνήσεις των ανατολικών κρατιδίων ή από την επιθυμία τους για συμμετοχή. Οι ανατολικοί αριστεροί, από την άλλη πλευρά, πιστεύουν ότι οι δυτικοί έχουν εμμονή με την ιδεολογία κι ακόμη ότι είναι εχθροί του συντάγματος σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις». Στην ανατολική Γερμανία ωστόσο βρισκόταν η μεγαλύτερη δεξαμενή ψήφων της Αριστεράς, όπως φάνηκε κι από ορισμένα περυσινά αποτελέσματα: 20% στη Σαξονία, 30% στη Θουριγγία, κ.λπ. όταν στη δυτικογερμανική Χέσση η Αριστερά κέρδισε την ίδια περίοδο 5,4%.
Στο εξής με την απουσία του Όσκαρ Λαφοντέν που αποδεδειγμένα διέθετε το πολιτικό εκτόπισμα και την εκλογική επιρροή, όπως φάνηκε από το 21% που κέρδισε η Αριστερά στο κρατίδιο του, τη Σάαρλαντ, για να επιβάλλει την πιο αριστερή γραμμή, θα τεθεί υπό αίρεση αυτό το πετυχημένο, προωθητικό μίγμα. Ήδη στο SPD ανοίγουν σαμπάνιες. Με το βλέμμα στις γενικές εκλογές του 2013 ευελπιστούν ότι το κενό που αφήνει η απομάκρυνση του Λαφοντέν από την ηγεσία της Αριστεράς θα καλυφθεί από περισσότερο μετριοπαθή στελέχη της, που μπροστά στο δέλεαρ της εξουσίας δεν θα διστάσουν να βάλουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ακόμη και τις πιο αδιαπραγμάτευτες αρχές τους, όπως έκαναν κι οι Πράσινοι, πριν μια δεκαετία, ανοίγοντας οι ίδιοι το δρόμο για την εκλογική τους ήττα και τον πολιτικό τους παροπλισμό. Οι εξελίξεις στο ίδιο το κόμμα, που το 2010 θα αποφάσιζε το πρόγραμμά του, και οι εκλογές στα κρατίδια το επόμενο διάστημα θα δείξουν την πορεία που θα ακολουθήσει η γερμανική Αριστερά…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.