Η λιτότητα οδηγεί σε πτώση τη δημοτικότητα του Θαπατέρο (Επίκαιρα, 22-28/4/10)

Σε συνεχή συρρίκνωση βρίσκεται η επιρροή του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ισπανίας και του ίδιου του πρωθυπουργού Χοσέ Λουίς Θαπατέρο εδώ και μερικούς μήνες, απ’ όταν για την ακρίβεια αποφάσισε να εφαρμόσει και στην Ισπανία ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας και άγριων περικοπών. Γιατί, μέχρι και τα μέσα του προηγούμενου χρόνου οι σοσιαλιστές στην Ισπανία μπορεί να χρεωνόντουσαν την εκτίναξη της ανεργίας σε πρωτοφανή επίπεδα για όλη την Ευρώπη, κι ειδικότερα στο 20%, το πολιτικό τους στίγμα ωστόσο χαρακτηριζόταν από μια σειρά δημοκρατικών παρεμβάσεων σε ζητήματα προσωπικών ελευθεριών που εύκολα τοποθετούσαν το κόμμα τους στα αριστερά της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Τούτο άλλαξε άρδην από τις αρχές του 2010.

Συγκεκριμένα, δύο πρόσφατοι νόμοι έχουν εξοργίσει όλα τα εργατικά συνδικάτα, ακόμη κι αυτό που ελέγχεται από τους σοσιαλιστές. Ο πρώτος νόμος στόχευε στην μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος από 11,2% που ήταν το 2009 στο ποσοστό που ορίζει ως ανεκτό η ΕΕ, το 3% (χωρίς φυσικά ποτέ να έχει εξηγήσει γιατί 3% κι όχι 4% ή 6%) μέχρι το 2013. Σε αυτή την κατεύθυνση από τον Ιούλιο θα αυξηθεί ο κεντρικός συντελεστής ΦΠΑ κατά δύο μονάδες φθάνοντας από 16% στο 18%. Επίσης επιβλήθηκαν άγριες περικοπές στους πόρους των περιφερειακών κυβερνήσεων, που απορροφούν το ένα τρίτο των δημόσιων δαπανών και πάγωμα σχεδόν των προσλήψεων δημοσίων υπαλλήλων, καθώς στο εξής θα προσλαμβάνεται μόνος ένας ανά δέκα συνταξιοδοτήσεις.

Η δεύτερη κυβερνητική πρωτοβουλία που προκάλεσε την πτώση των ποσοστών δημοτικότητας των σοσιαλιστών σχετίζεται με την αγορά εργασίας κι αν τα προτεινόμενα μέτρα εφαρμοστούν τότε η ανεργία, που βρίσκεται ήδη σε επίπεδο διπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού, θα εκτιναχθεί σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα. Το σχέδιο που έδωσε η κυβέρνηση την προηγούμενη εβδομάδα σε συνδικάτα και βιομηχάνους προβλέπει την προώθηση και ενεργοποίηση μιας μορφής συλλογικής σύμβασης εργασίας που αν κι έχει καθιερωθεί από το 1997, εφαρμόζεται μόνο περιθωριακά. Το βασικό της χαρακτηριστικό είναι ότι μειώνει την αποζημίωση στην περίπτωση απόλυσης για τον κάθε χρόνο εργασίας από τις 45 μέρες που ισχύει με την κανονική σύμβαση στις 33! Πρακτικά δηλαδή η κυβέρνηση Θαπατέρο, φθηναίνει το κόστος απολύσεων καταργώντας την όποια προστασία έχαιρε ως τώρα η εργασία – τυπική επί της ουσίας, όπως δηλώνει κι η εκτίναξη της ανεργίας. Το αποτέλεσμα ωστόσο θα είναι πολύ γρήγορα ακόμη κι αυτό το ποσοστό ανεργίας να το θυμούνται με νοσταλγία οι ισπανοί εργαζόμενοι γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν περάσει ο νόμος τότε οι επιχειρήσεις θα αλλάξουν μονομερώς τις συμβάσεις εργασίας κι οι απολύσεις θα πέφτουν σαν βροχή!

Η ανεργία θα γνωρίσει νέα ρεκόρ αν επίσης εφαρμοστεί μια επιπλέον διάταξη που περιλαμβάνεται στις κυβερνητικές προτάσεις για την αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος. Ειδικότερα η κυβέρνηση για να διευκολύνει τον ιδιωτικό τομέα προτείνει να αναλάβει η ίδια μέρους του κόστους των αποζημιώσεων σε περίπτωση απολύσεων. Αν εφαρμοστούν αυτά τα δύο μέτρα (μείωση της θεσμοθετημένης αποζημίωσης και ανάληψη μέρους του κόστους της από το δημόσιο) είναι εμφανές ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν θα έχει τον παραμικρό ενδοιασμό να απολύει όσους και όποτε θέλει οδηγώντας τους μισούς εργαζόμενους στην ανεργία. Πρόκειται για μέτρα πλήρους απορύθμισης της αγοράς εργασίας, που μόνο κατ’ ευφημισμό μπορούν να χαρακτηρισθούν μέτρα απελευθέρωσης, όπως αυτά που ζητούν οι εμπειρογνώμονες του μισητού ΔΝΤ («τριτοκλασσάτοι φοιτητές πρωτοκλασάτων πανεπιστημίων» όπως τους χαρακτηρίζει ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκιλιτς) απ’ όσες χώρες έχουν την ατυχία να πέσουν στην ανάγκη του. Είναι μέτρα άλλωστε που πριν τα αγαπήσει η σοσιαλδημοκρατία, «για το καλό της πατρίδας» πάντα, επιβλήθηκαν από τον Ρέιγκαν και την Θάτσερ…

Δεν περνάει επίσης απαρατήρητη η διγλωσσία, σε βαθμό υποκρισίας της ισπανικής κυβέρνησης, καθώς από την μια μεριά ο πρωθυπουργός της δήλωνε στους Financial Times την προηγούμενη Δευτέρα 12 Απρίλη πως «αν χρειαστεί να κάνουμε περισσότερες περικοπές ή μας ζητηθεί αυστηρότερη λιτότητα θα το κάνουμε», ενώ από την άλλη αναλαμβάνει το κράτος να πληρώνει τις αποζημιώσεις σε περίπτωση απολύσεων. Μα αν πραγματικά ενδιαφερόταν για την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος θα επιδείκνυε και προς τον ιδιωτικό τομέα την ίδια πυγμή που επιδεικνύει και προς το κοινωνικό σύνολο περικόπτοντας τις κοινωνικές δαπάνες. Ο Θαπατέρο αντίθετα απαγορεύει τις προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων για να έχει λεφτά το δημόσιο να πληρώνει το κόστος των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, διευκολύνοντάς τις ακόμη περισσότερο, διευρύνοντας έτσι το έλλειμμα.

Στην πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τα εργασιακά περιλαμβάνεται ακόμη η νομιμοποίηση των ιδιωτικών γραφείων ευρέσεων εργασίας, η καθιέρωση της εργάσιμης εβδομάδας 4 ημερών κ.α. Οι προτάσεις έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τις εργοδοτικές οργανώσεις (CEOE), ενώ αντίθετα σε όλα τα συνδικάτα (CCOO, UGT) προκάλεσαν ψυχρολουσία, καθώς μόλις λίγους μήνες πριν είχε προηγηθεί κι άλλη, εξ ίσου αντιλαϊκή κυβερνητική παρέμβαση στα εργασιακά με στόχο την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και την αλλαγή προς το χειρότερο για τους εργαζομένους του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων.

Όπως αναμενόταν, ο ηγέτης του δεξιού Λαϊκού Κόμματος, Μαριάνο Ραχόϊ, αποστασιοποιήθηκε από τις κυβερνητικές προτάσεις για να μην αναλάβει μέρος του πολιτικού κόστους από τις τρομακτικές κοινωνικές συνέπειες που θα σημάνει η εφαρμογή τους, καθώς θα προσδώσει στην ανεργία ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ήδη όλες οι προβλέψεις για την αποκλιμάκωσή της έχουν διαψευστεί. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωνε δημόσια ότι στο τέλος του 2009 θα άρχιζε η μείωσή της. Τώρα την μεταθέτει για το τέλος του 2010 χωρίς και πάλι να είναι σίγουρο καθώς η ύφεση, που συνεχίζεται στην Ισπανία για επτά συνεχή τρίμηνα, αναμένεται να συνεχισθεί για όλο το τρέχον έτος. Ενώ, οι ρυθμοί ανάπτυξης το 2011 αναμένεται να κινηθούν μεταξύ 0% και 1%! Το «βάθος» που έχει η ανεργία στην Ισπανία φαίνεται επίσης από την τομεακή της κατανομή, καθώς δεν επικεντρώνεται στον κλάδο των κατασκευών απ’ όπου εισήλθε η ύφεση στην ισπανική οικονομία. Με βάση στοιχεία που δημοσίευσε η ισπανική εφημερίδα El Pais στις 7 Απρίλη, το 57% των ανέργων προέρχεται από τον τομέα των υπηρεσιών (2,4 εκ. άνεργοι στους 4,2 εκ. συνολικά), το 19% από τις κατασκευές (799.000 άνεργοι), το 12% από την βιομηχανία (523.000) και το 7% είναι νεοεισερχόμενοι στην αγορά, χωρίς προϋπηρεσία. Η ανεργία επομένως πλήττει όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες, αποτελώντας κριτήριο για τις πολιτικές επιλογές της κοινωνίας.

Η καταβαράθρωση της δημοτικότητας του Θαπατέρο και των σοσιαλιστών (όπως φάνηκε σε δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας στην El Pais όπου το 56% των Ισπανών πιστεύει ότι αν γίνονταν τώρα εκλογές θα τις κέρδιζε το Λαϊκό Κόμμα) δεν είναι τυχαία. Είναι το τίμημα που πληρώνουν για μια πολιτική που ακολουθούν η οποία είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του ΔΝΤ. Παρότι απομένουν δύο χρόνια μέχρι να στηθούν οι κάλπες στην Ισπανία, χωρίς κανένα κίνδυνο μπορούμε να εντάξουμε και τους ισπανούς σοσιαλιστές στην μεγάλη αλυσίδα των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης που καταβαραθρώθηκαν λόγω της απογοήτευσης που προκάλεσαν στους οπαδούς τους και της ακραία συντηρητικής, αντεργατικής πολιτικής που εφάρμοσαν. Ο πρώτος κρίκος αυτής της αλυσίδας ήταν η Γερμανία όπου ο Σρέντερ επέβαλε την Ατζέντα 2010 με την οποία κατακρεουργήθηκε το κράτος πρόνοιας κι ο πιο πρόσφατος η Ουγγαρία, όπου οι σοσιαλιστές οδήγησαν τη χώρα στο σφαγείο του ΔΝΤ. Κι έπονται πολλοί ακόμη…

Αν η Ελλάδα ήταν τράπεζα θα την είχαν σώσει (Πριν, 28 Μαρτίου 2010)

Προσπάθεια εξωραϊσμού των αποφάσεων από Γ. Παπανδρέου

«Υπάρχει η βούληση να πάρουμε όλα τα αναγκαία μέτρα» δήλωσε ο πρωθυπουργός προαναγγέλλοντας νέο κύμα λιτότητας

Την συγκάλυψη του τρομερού κοινωνικού κόστους που έχουν οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής και της ίδιας της κυβέρνησης επιχείρησε ο πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, προχθές με τη συνέντευξη Τύπου που έδωσε από τις Βρυξέλλες στο τέλος των εργασιών της διήμερης συνόδου. Με θριαμβολογίες και μεγαλοστομίες όπως «πρόκειται για μεγάλη επιτυχία της Ελλάδας, του ελληνικού λαού και όλης της Ευρώπης», «εμπλουτίστηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητά του» και «καθιερώσαμε μια πάρα πολύ ικανοποιητική συμφωνία» ο πρωθυπουργός προσπάθησε να διασκεδάσει την ανησυχία των εργαζομένων για την πρωτοφανή κατά τα μεταπολεμικά χρόνια κοινωνική οπισθοδρόμηση που θα επέλθει αν τυχόν κι εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα.

Ο ίδια άλλωστε άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επιβληθούν κι άλλα αντιλαϊκά μέτρα, τα οποία θα απαιτηθούν στο άμεσο μέλλον όπως υπονοείται από την απόφαση των ευρωπαίων ηγετών στο σημείο που αναφέρει: «καλωσορίζουμε τα πρόσθετα μέτρα που ανακοινώθηκαν στις 3 Μάρτη τα οποία επαρκούν… για το 2010». Και το 2011 ή το 2012; Τι θα γίνει τότε όταν η ύφεση και η φτώχεια θα έχουν οδηγήσει τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα στο ναδίρ; Προφανώς θα ανακοινωθούν νέα, ακόμη πιο αντιλαϊκά μέτρα!  Δεύτερο και τρίτο αντι-ασφαλιστικό νομοσχέδιο, μεγαλύτερο ψαλίδι στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, τις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές που έχουν ήδη οδηγήσει τα δημόσια νοσοκομεία σε τριτοκοσμική κατάσταση. Θα δικαιολογηθούν δε στο όνομα της απόκλισης από τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας. Αυτό εννοούσε ο πρωθυπουργός όταν είπε από τις Βρυξέλλες πως «υπάρχει η βούληση να πάρουμε όλα τα αναγκαία μέτρα», εμφανίζοντας ως δείγμα πολιτικής τόλμης και αποφασιστικότητας την έλλειψη δισταγμών για να αφαιρέσει επιπλέον κοινωνικές κατακτήσεις ωθώντας το επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και της νεολαίας στα επίπεδα της πρώτης μεταπολεμικής εποχής.

Ιδιαίτερη σημασία από τη συνέντευξη Τύπου του Γ. Παπανδρέου είχε ακόμη η απροθυμία του να δεσμευτεί για τη διασφάλιση της μονιμότητας στον δημόσιο τομέα. Με την απάντηση που έδωσε σε σχετική ερώτηση ουσιαστικά συνάρτησε την άρση της μονιμότητας με τις προωθούμενες αλλαγές στον δημόσιο τομέα: «Κάτι τέτοιο θα είχε νόημα αν είχε εμπεδωθεί η έννοια της αξιοκρατίας κι όχι εκείνης της πελατειακής διαχείρισης. Μόνο όταν φθάσουμε στο σημείο να εμπεδωθεί βαθιά μέσα μας η αξιοκρατία μπορεί κάτι τέτοιο να γίνει»(!) ήταν η απάντηση του πρωθυπουργού, ο οποίος με αυτό τον τρόπο προανήγγειλε την κατάργηση της μονιμότητας. Δεν ήταν επομένως τυχαίες οι πρόσφατες δηλώσεις του Θ. Πάγκαλου και του υπουργού Εσωτερικών Γ. Ραγκούση, που αμφισβήτησαν το καθεστώς μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων. (Ειρήσθω εν παρόδω: Ποιος θυμάται άραγε τις οργισμένες διαμαρτυρίες από τους ψεύτες και τα λαμόγια του ΠΑΣΟΚ το καλοκαίρι του 2005 όταν ο Γ. Αλογοσκούφης, με μια τροπολογία, κατήργησε τη μονιμότητα στις ΔΕΚΟ, για να ανοίξει ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ;)

Η επιχείρηση αντιστροφής της πραγματικότητας από τον Γ. Παπανδρέου και τον φιλικό του Τύπο δεν στοχεύει μόνο στους εργαζόμενους, οι οποίοι από κει που μαύρισαν τον Καραμανλή τιμωρώντας τον για τη λιτότητα που έταζε προεκλογικά βρέθηκαν να χάνουν τον 14ο μισθό, να πληρώνουν την βενζίνη 50% ακριβότερα μέσα σε ένα χρόνο και το ΦΠΑ δύο μονάδες υψηλότερα. Απευθύνονται και σε τμήματα της αστικής τάξης που ναι μεν γεύονται τα οφέλη από την εκθεμελίωση των κοινωνικών κατακτήσεων, αλλά δεν συγχωρούν και στον Γιωργάκη τ’ ότι μέσα σ’ έξι μήνες, παίζοντας κι αυτός με την απογραφή όπως είχε κάνει η ΝΔ το 2004, έφερε την Ελλάδα στα πρόθυρα της απόλυτης ταπείνωσης που σηματοδοτεί η προσφυγή στο ΔΝΤ.

Το ταξικό περιεχόμενο της απόφασης των ευρωπαίων ηγετών γίνεται περισσότερο εμφανές αν αντιπαραβάλλουμε τους δρακόντειους όρους που τέθηκαν για τη χρηματοδοτική διευκόλυνση της Ελλάδας απέναντι στην ευκολία με την οποία ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανακοίνωσε στο Ευρωκοινοβούλιο λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η Σύνοδος Κορυφής την παράταση και χαλάρωση των κριτηρίων δανεισμού προς τις εμπορικές τράπεζες. Ο Ζαν Κλοντ Τρισέ (που δεν δίστασε να δυσφορήσει δημόσια για την προσφυγή στο ΔΝΤ) ανακοίνωσε ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να δέχεται και μετά το τέλος του 2010 από τις εμπορικές τράπεζες ως ενέχυρο για να εξασφαλίσουν φθηνό δανεισμό με επιτόκιο ακόμη και 1%, κρατικά ομόλογα χαμηλής αξιολόγησης από τους διεθνείς οίκους. Με αυτό τον τρόπο φαίνεται πόσο διαφορετικά μέτρα και σταθμά εφαρμόζονται για τις εμπορικές τράπεζες από τη μια και τα κράτη από την άλλη, με τα κράτη να είναι στην μειονεκτική θέση, καθώς η απόφαση της ΕΚΤ σημαίνει ότι οι τράπεζες θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε φθηνό χρήμα το οποίο στη συνέχεια θα δανείζουν στο δημόσιο με πολλαπλάσιο επιτόκιο της τάξης του 5%, 6%, πολλές φορές και μεγαλύτερο, που φθάνει το 7%. Έτσι, ναι μεν το δημόσιο θα μπορεί να δανείζεται, αλλά ο δανεισμός του θα μεταφράζεται σε μυθικά κέρδη για τις ιδιωτικές τράπεζες (που ανακάλυψαν τον πιο ανέξοδο τρόπο δημιουργίας κερδών) και θηλιά στον λαιμό των φορολογουμένων που θα επωμίζονται τα βάρη του δανεισμού. Φαίνεται επίσης ότι η ΕΕ κι ιδιαίτερα η ΕΚΤ διέθετε (σε τεχνικό επίπεδο) τα μέσα για να σώσει την Ελλάδα και να της εξασφαλίσει ρευστότητα χωρίς να λάβει τα εξοντωτικά μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητας και χωρίς την προσφυγή στο μισητό ΔΝΤ. Για να εφαρμοστούν όμως έπρεπε η Ελλάδα να ήταν… τράπεζα. Αν ήταν τράπεζα θα την είχαν σώσει!

Αρέσει σε %d bloggers: