Μακρά περίοδο ύφεσης και χρεοκοπιών φέρνει η αύξηση των επιτοκίων και ο ανένδοτος κατά του πληθωρισμού, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Προς όφελος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου η τιθάσευση του πληθωρισμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη

Απαθής και ασυγκίνητη παρακολουθεί η οικονομική και πολιτική ηγεσία το ντόμινο καταρρεύσεων που πυροδότησε η άνοδος των επιτοκίων! Στο ερώτημα δε που αυθόρμητα προκύπτει αν οι κεντρικές τράπεζες θα σταματήσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού, τώρα που έγιναν ορατές οι καταστρεπτικές, υφεσιακές επιπτώσεις τους η απάντηση είναι αρνητική. Η άνοδος των επιτοκίων θα συνεχιστεί!

Το πολύ – πολύ με ένα μικρότερο ρυθμό ή με χαμηλότερη ένταση όπως για παράδειγμα έκανε η αμερικανική κεντρική τράπεζα στις 2 Φεβρουαρίου και στις 22 Μαρτίου αυξάνοντας τα επιτόκια κάθε φορά μόνον κατά 0,25% για να φτάσουν στο 4,75%-5% που είναι το υψηλότερο σημείο τους από τον Οκτώβριο του 2007. Πριν δηλαδή ξεσπάσει η χρηματοπιστωτική κρίση στην αμερικανική αγορά ενυπόθηκων δανείων που στη συνέχεια γενικεύτηκε για να εξελιχθεί στην ευρωζώνη σε κρίση του ευρώ και στην Ελλάδα σε δημοσιονομική κρίση.

Είμαστε μόνο στην αρχή

Η αποφασιστικότητα των κεντρικών τραπεζών να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, αδιαφορώντας για το οικονομικό και πολιτικό κόστος, υπογραμμίστηκε από μια σειρά γεγονότων. Από κοινού επιβεβαιώνουν ότι είμαστε μάρτυρες μιας κρίσης που θα κρατήσει χρόνια. Εντελώς ενδεικτικά:

  • Την δήλωση του γερμανού κεντρικού τραπεζίτη Χοακίμ Νάγκελ στις 24 Μαρτίου (αφού δηλαδή η μετοχή της Ντόιτσε Μπανκ είχε πέσει κατά 14%) ότι όχι μόνο πρέπει να συνεχιστούν οι αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ, αλλά πρέπει επίσης να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Με άλλα λόγια, η άνοδος να διατηρηθεί κι όχι να ακολουθήσει μια ραγδαία πτώση.
  • Την κριτική του ισχυρού άνδρα της JPMorgan προς τον επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, Τζ. Πάουελ, κι ενώ μάλιστα σε 11 ημέρες είχαν καταρρεύσει 4 τράπεζες στις ΗΠΑ (Silicon Valley Bank, Signature Bank, Credit Suisse και First Republique), «με όλο τον σεβασμό, αλλά η κατάσταση με τον πληθωρισμό έχει ξεφύγει από τον έλεγχό του»…
  • Την προτροπή του ΟΟΣΑ προς τις κεντρικές τράπεζες, στις 17 Μαρτίου μια μέρα δηλαδή μετά την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά 0,5% στο 3,5%, να μην παρεκκλίνουν από την αύξηση των επιτοκίων που έχουν αποφασίσει, μέχρι να τιθασευθεί και ο δομικός πληθωρισμός.
  • Τέλος, τις προβλέψεις που διατυπώνονται και συντείνουν ότι η τρέχουσα αναστάτωση θα διαρκέσει τουλάχιστον 12 ως 18 μήνες. Ο ΟΟΣΑ για παράδειγμα εκτιμά ότι τα επιτόκια δεν θα μειωθούν πριν το 2024. Το ίδιο «ψήφισαν» κατά 53% και άνθρωποι της αγοράς στους οποίους απευθύνθηκε το πρακτορείο Bloomberg.

Ο λόγος για τον οποίο όλες οι κεντρικές τράπεζες επιστρέφουν σιγά – σιγά στα επιτόκια δανεισμού που υπήρχαν πριν την κρίση του 2008 είναι η τιθάσευση του πληθωρισμού ή η μονεταριστική ορθοδοξία, δεδομένου ότι στις ΗΠΑ, στην Ευρωζώνη και σε όλο σχεδόν τον δυτικό κόσμο τα επίπεδα του πληθωρισμού τα τελευταία δύο χρόνια είναι πρωτοφανή για τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι αυξήσεις μάλιστα των επιτοκίων, που ξεκίνησαν το 2022, όπως και τα συνοδευτικά μέτρα περιορισμού της ρευστότητας μέσω της σταδιακής αναίρεσης των μέτρων νομισματικής χαλάρωσης, έχουν μέχρι τώρα επιδράσει θετικά στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός δηλαδή οριακά μεν, αλλά μειώθηκε. Ως αποτέλεσμα η αργή, αλλά ορατή πορεία επανόδου του πληθωρισμού στα προγενέστερα επίπεδα λειτουργεί κι ως πράσινο φως για τους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής ώστε να συνεχίσουν την αύξηση των επιτοκίων, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις.

Μια πιο προσεκτική ματιά ωστόσο στις πηγές προέλευσης του πληθωρισμού δείχνει ότι κυρίως στη ευρωζώνη (στο αριστερό διάγραμμα) η άνοδος των τιμών προήλθε από την αύξηση στις τιμές της ενέργειας (κίτρινο χρώμα στα διαγράμματα), αρχής γενομένης από το 2021. Όταν συγκεκριμένα η ΕΕ εξήγγειλε ένα νέο πακέτο επιτάχυνσης της πράσινης μετάβασης, υπό τον γενικό τίτλο «προσαρμογή στο 55%» που περιλαμβάνει πλήθος νεοφιλελεύθερων και αντιλαϊκών μέτρων για την μείωση των εκπομπών επικίνδυνων αερίων του θερμοκηπίου κατά 55%. Στη συνέχεια οι κυρώσεις στη Ρωσία οδήγησαν σε περαιτέρω αύξηση των τιμών ενέργειας. Μιλώντας ωστόσο για την ευρωζώνη αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι το πρόβλημα του πληθωρισμού ξεκινάει από την ενέργεια, ενώ (προς επίρρωση του προηγούμενου συμπεράσματος) ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε δευτερογενώς ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών στην ενέργεια, όταν οι επιπτώσεις τους άρχισαν να διαχέονται σε όλη την οικονομία παράγοντας νέα κύματα ανατιμήσεων.

Κατά συνέπεια, αν κυβερνήσεις και οργανισμοί πράγματι ήθελαν να μειώσουν τον πληθωρισμό σε ευρωζώνη, ΗΠΑ, Αγγλία κ.λπ. θα έπρεπε να αναιρέσουν τις αιτίες που τον δημιούργησαν, δηλαδή να τιθασεύσουν τις τιμές στην ενέργεια αλλάζοντας τα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κι ανακαλώντας τις κυρώσεις στη Ρωσία.

Στο απυρόβλητο οι αιτίες του πληθωρισμού

Αντίθετα, η ακολουθούμενη οδός, αύξηση του κόστους του χρήματος μέσω της αύξησης των επιτοκίων που επιλέγουν Fed, ΕΚΤ και λοιποί μπορεί να κριθεί στο τέλος, πχ το 2024, αποτελεσματική, στο ενδιάμεσο όμως θα έχει προκαλέσει αλλεπάλληλες δραματικές αλλαγές στην οικονομία. Η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των στεγαστικών και άλλων δανείων από  εκατομμύρια νοικοκυριά σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ είναι η πρώτη συνέπεια και ισοδυναμεί με φτωχοποίηση. Επίσης, ισοδυναμεί με μεταφορά πλούτου από εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους προς τους τραπεζίτες που θα επωφεληθούν με την είσπραξη επιπλέον τόκων για κεφάλαια τα οποία έχουν εδώ και καιρό καταβάλει.

Υπάρχουν ωστόσο και ζημιές για τους τραπεζίτες κι είναι αυτές ακριβώς οι ζημιές που οδήγησαν στις τραπεζικές καταρρεύσεις και τις απώλειες των τραπεζικών μετοχών την προτελευταία εβδομάδα του Μαρτίου. Η άνοδος των επιτοκίων προκαλεί απώλειες στα ομόλογα σταθερού επιτοκίου όσο εκδίδονται νέα ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις, που παίρνουν υπόψη τους το νέο επίπεδο των επιτοκίων. Για να μπορέσουν οι τράπεζες να ανταποκριθούν στις τρέχουσες υποχρεώσεις του, πχ αναλήψεις που μάλιστα θα είναι σημαντικά αυξημένες στο εξής επειδή ειδικά οι επιχειρήσεις όλο και περισσότερο θα χρησιμοποιούν τα αποθεματικά τους για επενδύσεις αντί του σχεδόν δωρεάν τραπεζικού χρήματος του παρελθόντος, είναι αναγκασμένες να ρευστοποιούν ομόλογα σταθερού εισοδήματος με ζημιά. Σε αυτό το πλαίσιο πίσω από τις ειδήσεις για αυξημένες αναλήψεις, όπως πχ συνέβη στις ΗΠΑ όπου οι καταθέσεις πραγματοποίησαν την μεγαλύτερη πτώση εδώ κι ένα χρόνο, κατά 98,4 δισ. ευρώ φτάνοντας στα 17,5 τρισ. δολ., σημασία έχουν οι ζημιές που αναλαμβάνουν οι τράπεζες πουλώντας ομόλογα για να καλύψουν τις αυξημένες αναλήψεις. Αυτή ακριβώς είναι η εστία των κλυδωνισμών που ταράσσουν τις τράπεζες, εδώ και λίγες εβδομάδες.

Κατά συνέπεια, οι εφησυχαστικές υποτίθεται διαβεβαιώσεις του γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς για τα κέρδη της Ντόιτσε Μπανκ ή ακόμη και των Ελλήνων πολιτικών για την ισχυρή κεφαλαιακή βάση των ελληνικών τραπεζών είναι από παντελώς άσχετες έως εντελώς παραπλανητικές. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι ριψοκίνδυνες τραπεζικές τοποθετήσεις, που παραπλανούσαν ρυθμιστές αρχές και πελάτες στο πλαίσιο ενός απορυθμισμένου χρηματοπιστωτικού τοπίου γενικευμένης ασυδοσίας, όπως συνέβαινε με τα δομημένα ομόλογα την πρώτη δεκαετία του 21ο αιώνα. Το πρόβλημα τον Μάρτιο του 2023 έγκειται στις πιο «καθαρές» και συνηθισμένες επενδύσεις, σε βαθμό κοινοτοπίας, που κάνουν οι τράπεζες: τις επενδύσεις σε ομόλογα.

Αυτές οι επενδύσεις είναι που επέφεραν απώλειες της τάξης του 14% όχι μόνο στην Ντόιτσε Μπανκ (υπόδειγμα διεφθαρμένης τράπεζας που έχει εμπλακεί στα κορυφαία σκάνδαλα των ημερών μας· από πορνεία και παιδοφιλία της παγκόσμιας ελίτ μέχρι μαζικό ξέπλυμα βρόμικου χρήματος) αλλά και σε όλες σχεδόν τις τράπεζες: από την γερμανική Commerzbank και την γαλλική Societe General που οι μετοχές τους έχασαν την Παρασκευή 24/3 αντίστοιχα 5,4% και 3,7%, μέχρι όλες τις ελληνικές συστημικές. Η διαφορά με τις ελληνικές τράπεζες είναι ότι λόγω των διαφημίσεων που αφειδώς μοιράζουν σε ιστοσελίδες και εφημερίδες ελάχιστα γίνονται γνωστές οι απώλειες τους. Μόνο λοιπόν την Παρασκευή 24 Μαρτίου οι ελληνικές τράπεζες – ζόμπι (που δεν έχουν χρεοκοπήσει επειδή πρώτο, δεν πληρώνουν φόρους εδώ και 10 χρόνια και δεύτερο τις έχουμε ανακεφαλαιοποιήσει 4 φορές) έχασαν: Alpha: -6%, Eurobank: -6%, Εθνική: -6% και Τράπεζα Πειραιώς: -5%.  

Πολιτικοί και οικονομικοί αξιωματούχοι επικαλούνται και μια δεύτερη γραμμή άμυνας για να καθησυχάσουν τους πολίτες, που αποδεικνύεται εξίσου πορώδη με την επίκληση στην ισχυρή κεφαλαιακή βάση ή τη ρευστότητα των τραπεζών: Το κεφάλαιο έκτακτης ανάγκης που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο της ΕΚΤ από εισφορές των ίδιων των ευρωπαϊκών τραπεζών για να λειτουργήσει σαν σωσίβιο στην περίπτωση νέων τραπεζικών χρεοκοπιών. Ξεχνούν ωστόσο να πουν ότι η αξία του ανέρχεται μόλις σε 66 δισ. ευρώ! Το ποσό είναι σταγόνα στον ωκεανό. Οι αργυρώνητοι Έλληνες τραπεζίτες, που έχουν στραγγίσει την ελληνική οικονομία το έχουν για …κολατσιό. Η άνοδος των επιτοκίων εγκυμονεί τον κίνδυνο να απαιτηθούν επομένως πολλές δεκάδες δισ. ευρώ σε όλη την ευρωζώνη για να σωθούν οι τράπεζες που θα εγγράφουν συνεχώς ζημιές από την ρευστοποίηση ομολόγων με ζημιά.

Ακόμη ωστόσο κι αυτό το κόστος ο καπιταλισμός προθυμοποιείται ανεπιφύλακτα και χωρίς δεύτερης σκέψη να το αναλάβει για να πετύχει κάτι πολύ πιο σημαντικό: Την διασφάλιση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ως σύνολο, συλλογικά. Σε αυτό το βωμό μπορεί να θυσιάσει όχι μόνο την Silicon Valley Bank αλλά ακόμη και την εμβληματική Credit Swiss που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας κι έχει μια ιστορία 167 ετών!

Μόνο τυχαία δεν ήταν η σύμπτωση της ανάδυσης του χρηματοπιστωτικού τομέα, την δεκαετία του ’80 ακόμη, με την μέχρι εσχάτων και νικηφόρα μάχη κατά του πληθωρισμού που έδωσε ο πρώιμος νεοφιλελευθερισμός, οδηγώντας στα ύψη τα επιτόκια και στα Τάρταρα τους μισθούς μαζί με κάθε έννοια σταθερότητας στην εργασία. Η διαφορά ωστόσο είναι ότι αν η μετεωρική άνοδος των επιτοκίων (ακόμη και στο επίπεδο του 20% το 1980) την περίοδο 1979 – 1982, που έμεινε γνωστή ως σοκ Βόλκερ από το όνομα του τότε επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, προκάλεσε κρίση χρέους και αλλεπάλληλες κρατικές χρεοκοπίες σε όλον τον κόσμο, σήμερα το κόστος το πληρώνει κυρίως η Δύση, μόνη της, «τρώγοντας» αποκλειστικά και μόνο τα παιδιά της.

Η σταθερότητα των τιμών, ακόμη κι αν σημαίνει ύφεση, αποτελεί την εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την επέλαση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που θα μπορεί να δίνει την μάχη για τις αποδόσεις στα εταιρικά και κρατικά ομόλογα σταθερού και μη εισοδήματος, τις μετοχές, τα νομίσματα, τα παράγωγα, κοκ, χωρίς να κατατρώγει τις αποδόσεις και τις προσδοκίες ο πληθωρισμός. Το πάγωμα των τιμών έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για το ευρώ, όπως δείχνει κι η φαινομενικά δογματική προσήλωση της ΕΚΤ στον στόχο του 2%, κι αυτό αποδείχτηκε με την άνοδο της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου από το Οκτώβριο μέχρι σήμερα, οπότε και κατάφερε να διαβεί το ψυχολογικό όριο της 1 προς 1 ισοτιμίας. Τα αυξημένα επιτόκια επομένως βοήθησαν το ευρώ να ανακτήσει το στάτους του ως επενδυτικό προϊόν. Κι όσο για τους δανειολήπτες που πρέπει να πληρώνουν 100 ευρώ κάθε μήνα επιπλέον ποιος τους λογαριάζει…

Η πολιτική απόφαση της ευρωπαϊκής ηγεσίας να επιδεινωθούν οι συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας προκαλώντας πτώση του ΑΕΠ, εταιρικές χρεοκοπίες και ανεργία, προκειμένου να διαφυλαχθούν τα κέρδη του χρηματοπιστωτικού τομέα ως σύνολο δεν θα ήταν τόσο οδυνηρή για τους λαούς αν ταυτόχρονα δεν επανέφεραν σε λειτουργία τις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» της λιτότητας. Η συμφωνία επιστροφής στο Σύμφωνο Σταθερότητας από 1/1/2024 με τα συμπαρομαρτούντα, όπως για παράδειγμα η δέσμευση μείωσης του δημόσιου χρέους που υπερβαίνει το 60% κατά 5% ετησίως, επιβάλλεται σε μια περίοδο ραγδαίας και πρωτοφανούς αύξησης του δημόσιου χρέους ως αποτέλεσμα των δαπανών που καταβλήθηκαν για την διαχείριση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε το 2020 στο 256% από 227% το 2019. Ούτε την χρονιά της πρώτης κρίσης του 21ου αιώνα, το 2008, δεν καταγράφηκε τέτοια αύξηση του δημόσιου χρέους παρότι ούτε και τότε δεν τσιγκουνεύτηκαν δημοσιονομικών δαπανών οι κυβερνήσεις για να διαχειριστούν την κρίση. Το 2021 και 2022, παρότι δεν υπάρχουν ακόμη επίσημα συγκεντρωτικά στοιχεία, η αύξηση ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Η δε, αύξηση του χρέους το 2020 αποκλειστικά και μόνο στις προηγμένες οικονομικά χώρες ήταν ακόμη μεγαλύτερη από την παγκόσμια αύξηση που αποτυπώνεται στο κάτωθι διάγραμμα κι έφτασε το 300% του ΑΕΠ!

Πηγή: Fiscal Monitor, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

Η επιστροφή στην δημοσιονομική πειθαρχία, όπως συμφωνήθηκε στο πρόσφατο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, με πρώτο θύμα τις κρατικές επιδοτήσεις στην ενέργεια, ισοδυναμεί με νέες μειώσεις δημοσίων δαπανών και επιπλέον φτώχεια για τους λαούς. Ή, με νέα Τέμπη και θυσία του δημόσιου συστήματος υγείας στο βωμό των κερδών…

Δεν υπάρχει ολίγη …ιδιωτικοποίηση, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Πηγή: Documento

Ο ίδιος ο τρόπος που τροχοδρομήθηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις της δημόσιας περιουσίας από την δεκαετία του ’90 και την κυβέρνηση του Κ. Σημίτη, έχοντας στα κρίσιμα πόστα υπουργούς όπως ο Ν. Χριστοδουλάκης και ο Γ. Παπαντωνίου, στηρίχθηκε σε έναν θεμελιώδη διαχωρισμό ανάμεσα στις υποδομές ή τα δίκτυα από την μια, και στο παρεχόμενο έργο από την άλλη. Αυτός ο διχασμός, όπως εφαρμόστηκε από την ενέργεια μέχρι τον σιδηρόδρομο ήταν αναγκαίος μεν για να απαλλαγούν οι ιδιώτες από το κόστος συντήρησης των υποδομών, αλλά δημιούργησε τους όρους για μια μεγάλη αυταπάτη: ότι οι υποδομές είναι δημόσιες ή κρατικές και το παρεχόμενο έργο ιδιωτικό.

Στο πλαίσιο του παραπάνω απλοϊκού σχήματος δεν μπορεί να ερμηνευθεί ούτε η ιδιωτικοποίηση των δικτύων μεταφοράς και διανομής του ηλεκτρικού ρεύματος, ούτε ακόμη και το έγκλημα στα Τέμπη, για έναν λόγο: επειδή εξαφανίζει από την οπτική μας την διαπλοκή του ιδιωτικού τομέα με τον δημόσιο. Δύο μόνο σταγόνες από την θάλασσα της διαπλοκής:

Πρώτο, οι επιδοτήσεις στην Hellenic Train ύψους 750 εκ. ευρώ για 15 χρόνια ή 50 εκατ. ετησίως με την δικαιολογία της κάλυψης «άγονων γραμμών». Το γεγονός ότι βαφτίστηκε άγονη ακόμη και η γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη, υποδηλώνει ότι οι ιδιώτες Ιταλοί επιβιώνουν χάρη στο κρατικό χρήμα. Μένει άγνωστο δε, αν το κρατικό χρήμα έπαιξε ρόλο λευκού ιππότη για να σώσει τους κερδοσκόπους της γείτονος από τις ζημιές λόγω του σπιράλ μείωσης επιβατικού έργου – συρρίκνωση εσόδων κι εξαφάνιση κερδών. Πίσω λοιπόν από τους ιδιώτες υπάρχει το κράτος που τους σιτίζει…

Δεύτερο, τα έργα και οι αναθέσεις του ΟΣΕ για να συντηρεί «το πιο θανατηφόρο σιδηροδρομικό σύστημα στην Ευρώπη», σύμφωνα με τους New York Times ζέχνουν διαπλοκή από χιλιόμετρα. Δεν είναι μόνο ότι εξαϋλώθηκε, στην πιο πρόσφατη σύμβαση με τους Ιταλούς, η υποχρέωση του δημοσίου να επενδύσει σε σύγχρονα συστήματα ασφαλούς κυκλοφορίας μαζί με την υποχρέωση των Ιταλών να επενδύσουν 582,5 εκ. ευρώ, βάσει του ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών. Είναι και η υποχρέωση που ανέλαβε το ελληνικό δημόσιο να αγοράσει τα νέα τρένα ύψους 215 εκατ. ευρώ, τα οποία στη συνέχεια θα μισθώσει στους Ιταλούς. Πίσω λοιπόν από το δημόσιο υπάρχουν οι ιδιώτες που το αφαιμάζουν…

Τα παραπάνω γεγονότα δείχνουν ότι ο υποτιθέμενος ρυθμιστικός και ανεξάρτητος ρόλος του κράτους, που συχνά παρομοιάζεται με νυχτοφύλακα, υπάρχει μόνο στα εγχειρίδια. Κάθε ιδιωτικοποίηση όσο αυστηρά κι αν έχει οριοθετεί, αργά ή γρήγορα παρασέρνει και τις υποδομές, οδηγώντας στην υποβάθμιση του συνόλου των παρεχόμενων υπηρεσιών, με δραματικά αποτελέσματα. Οδηγεί επίσης τα κόστη στα ύψη: Είτε μέσω του εισιτηρίου που καλούμαστε να πληρώσουμε ως επιβάτες είτε μέσω της συνολικής επιβάρυνσης που περιλαμβάνει και τις κρατικές δαπάνες για τις υποδομές.

Σε αυτό το πλαίσιο όσες εξαγγελίες κι αν κάνει ο κάθε υπουργός Μεταφορών για το δίκτυο και τις υποδομές δεν πρόκειται να ακυρώσει τα αρνητικά αποτελέσματα της ιδιωτικοποίησης. Πολώ δε μάλλον που δεν χρειάζεται να είμαστε και ειδικοί της θεωρίας συστημάτων για να αντιληφθούμε ότι είναι τόσο εντατική η συνεργασία των δύο μερών (υποδομών και εταιρειών διαχείρισης) ειδικά σε κρίσιμες στιγμές που ο διαχωρισμός τους, αν κάτι εξυπηρετεί είναι την δόλια απόσειση ευθυνών και την ανάληψη σκανδαλωδών κερδών.

Γι’ αυτό τίποτε λιγότερο από την ενοποίηση και πλήρη κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων!

Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό αντικείμενο προεκλογικής παροχολογίας από την κυβέρνηση, αντί για πεδίο διεκδικήσεων, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Υπάρχει κάτι ακόμη πιο αντιδραστικό, ακόμη περισσότερο οπισθοδρομικό από την αδυναμία των αυξήσεων στον βασικό μισθό να εξασφαλίσουν την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, από την μείωση δηλαδή του πραγματικού μισθού. Είναι η μετατροπή των ανακοινώσεων για την αύξηση του βασικού μισθού σε πολιτικό εργαλείο στα χέρια της κυβέρνησης.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας όσο περνάει ο καιρός είναι εμφανές ότι θα κριθεί από την διαχείριση της στο επίπεδο της οικονομίας. Κι ως τώρα οι επιδόσεις της είναι απογοητευτικές. Βάσει της πρόσφατης δημοσκόπησης της Alco στο ερώτημα «ποιο είναι το βασικό κριτήριο για να επιλέξετε κόμμα που θα ψηφίσετε στις εκλογές» η πλειοψηφία (28%) απαντάει η οικονομία. Και ακολουθεί η στήριξη της κοινωνίας (24%). Στο ερώτημα δε, αν «συνολικά τα μέτρα της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ακρίβειας έχουν βοηθήσει το νοικοκυριό σας» οι απαντήσεις ταλαντεύονται, με το 34% να απαντά λίγο και το 33% να απαντά καθόλου.

Σε αυτή την κατάσταση της λεπτής ισορροπίας η κυβέρνηση της ΝΔ χρησιμοποιεί την αύξηση του βασικού μισθού ως πολιτικό εργαλείο.

Ωστόσο, η αύξηση του βασικού μισθού αποσπάστηκε από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και περιήλθε στα χέρια της εκάστοτε κυβέρνησης, που αποφασίζει για το ύψος τους, με τον Μνημονιακό νόμο 4093/2012, βάσει του οποίου εγκρίθηκε το Μεσοπρόθσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016. Στον συγκεκριμένο νόμο, μνημείο κρατικού αυταρχισμού της περιόδου έκτακτης ανάγκης που εισήγαγαν τα Μνημόνια, προβλέπεται στο άρθρο ΙΑ.11: «Θεσπίζεται νέο σύστημα καθορισμού νόμιμου κατώτατου μισθού υπαλλήλων και ημερομισθίου εργατοτεχνιτών, το οποίο τίθεται σε ισχύ την 1.4.2013». Αποσαφηνίζει δε ότι «οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας». Έτσι τα μισθολογικά τέθηκαν εκτός διαπραγματεύσεων… Το πλαίσιο που αντικατέστησε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις καθορίσθηκε στη συνέχεια με το νόμο 4172/2013, προσφέροντας στις πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης δύο επιχρίσματα: ένα επιστημονικό κι ένα διαλόγου. Απέτυχαν ωστόσο από κοινού να κρύψουν τον κρατικό αυταρχισμό.

Το άρθρο απαγόρευσης των μισθολογικών διαπραγματεύσεων στις συλλογικές συμβάσεις, που τέθηκε ως όρος για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, αποδεικνύει ότι η διάσωση της Ελλάδας ισοδυναμούσε πρωτίστως με διάσωση της ελληνικής ολιγαρχίας. Η έξωση των μισθολογικών από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις που επέφερε το πάγωμα των κατώτατων μισθών ήταν εξυπηρέτηση προς τον ΣΕΒ που ήθελε να μετατρέψει την Ελλάδα σε χώρα φθηνού εργατικού δυναμικού, όπως και συνέβη… Το κύμα φυγής ειδικευμένου εργατικού δυναμικού που ακολούθησε σε πρώτη φάση και ανειδίκευτου σε δεύτερη φάση ήταν πιο προβλέψιμο κι από το κύμα ανατιμήσεων μετά την παύση της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο της πανδημίας.

Ενδιαφέρον δε, έχει πώς παρότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αναίρεσε, πλήρως ή μερικώς, πολλές από τις διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου, για παράδειγμα τις μισθολογικές μειώσεις στους πανεπιστημιακούς (καλώς) και στους παράγοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (κακώς), την συγκεκριμένη πρόβλεψη την άφησε ανέγγιχτη. Πιθανότατα για να μην συγκρουστεί με τον ΣΕΒ και την ΕΕ.

Με μια γενναία ωστόσο αύξηση που παραχώρησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019, ύψους 11%, που ήταν και η πρώτη με το νέο καθεστώς, και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, επιχείρησε να αμβλύνει τις εντυπώσεις από την διατήρηση του αυταρχικού, μνημονιακού πλαισίου καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου. Σημασία ωστόσο έχει πώς και ο ΣΥΡΙΖΑ υπέκυψε στην γοητεία ένταξης των μισθολογικών αυξήσεων στα προεκλογικά του χαρτιά, μετατρέποντας ένα κορυφαίο πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης σε μέσο διεύρυνσης της εκλογικής του δεξαμενής.

Καθόλου τυχαία στην Βουλή μιλώντας ο Γ. Ραγκούσης εκ μέρους της αντιπολίτευσης την Τρίτη 17 Ιανουαρίου ενώ επέκρινε την χρονική συγκυρία που επέλεξε η κυβέρνηση για να ανακοινώσει τις αυξήσεις, άφησε εκτός συζήτησης το πλέον ακανθώδες θέμα που είναι ποιος αποφασίζει για τις αυξήσεις: η κυβέρνηση ή οι εργαζόμενοι που θα μπορούν να κάνουν απεργίες ώστε να πιέσουν για υψηλότερες αυξήσεις;

Μείωση πραγματικού μισθού το 2022

Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν παραχώρησε αυξήσεις ούτε το 2020 ούτε το 2021, αποδεικνύοντας έτσι την αναντικατάστατη χρησιμότητα του νόμου για τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων. Οι διπλές αυξήσεις που έδωσε η κυβέρνηση το 2022 (2% την 1η Ιανουαρίου και 7,5% την 1η Μαΐου) οδηγώντας τον βασικό, μικτό μισθό από τα 650 ευρώ στα 713 δεν κατάφεραν να ακυρώσουν την διάβρωση που προκάλεσε  ο πληθωρισμός. Μάρτυρας η εκτίμηση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για απώλειες της τάξης του 19% στις κατώτατες αποδοχές και 9-14% στις αποδοχές έως 1.100 ευρώ.

Φτάνουμε έτσι στο 2023, με τον αρμόδιο υπουργό Κωστή Χατζηδάκη να καταθέτει άρον – άρον στην Βουλή την Τρίτη 17 Ιανουαρίου την τροπολογία για την εκκίνηση της συμβουλευτικής διαδικασίας προσδιορισμού του κατώτατου μισθού, εν πολλοίς διακοσμητική μιας και η απόφαση για το ύψος των αυξήσεων ανήκει αποκλειστικά και μόνο στην κυβέρνηση. Μάλιστα, η απόφαση επίσπευσης των χρονοδιαγραμμάτων ώστε οι αυξήσεις σε μισθούς και ημερομίσθια να χορηγηθούν την 1η Απριλίου, αντί της 1ης Μαΐου, επιβεβαιώνει ότι η κυβέρνηση οδηγεί τον μαυρογιαλουρισμό σε νέα ύψη, εμφανίζοντας ως μεγαλοψυχία και δείγμα γενναιοδωρίας και κοινωνικής της ευαισθησίας ένα μέτρο που όφειλε να αποτελεί υπόθεση των εργαζομένων! Επιδίδονται σε παροχές με τα απαγορευμένα δικαιώματά μας.

Η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη ωστόσο δεν αποδεικνύει μόνο πόσο βαθιά υποταγμένη είναι στον ΣΕΒ, που θεωρεί ζήτημα αρχής να μείνουν οι αυξήσεις εκτός διαπραγματεύσεων και στο έλεος των κυβερνήσεων. Αποδεικνύει επίσης και την υποκρισία της. Τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και ο αρμόδιος υπουργός Κ. Χατζηδάκης δεν χάνουν ευκαιρία να κατακεραυνώνουν το κράτος που ανακατεύεται «εκεί που δεν το σπέρνουν», ζητώντας εμμονικά λιγότερο κράτος, όταν θέλουν να παραχωρήσουν δημόσια αγαθά, όπως η ενέργεια, σε φίλους ολιγάρχες… Όταν όμως πρόκειται να απαγορεύσουν στους εργαζόμενους να διεκδικούν, εκεί οι «ασυμβίβαστοι» νεοφιλελεύθεροι μετατρέπονται στους πιο δογματικούς κρατικολάγνους, αναλαμβάνοντας δραστηριότητες, όπως η ανακοίνωση των μισθών, που μόνο δικτατορίες έχουν υπό την ευθύνη τους.

Σε κάθε περίπτωση δεν είναι μόνο το ύψος της αύξησης! Ο μνημονιακός νόμος για τον κατώτατο μισθό επέφερε συντριπτικό πλήγμα στους μισθούς και τα ημερομίσθια γιατί αφορώντας γύρω στους 650-700.000 εργαζόμενους μόνο, σε ένα σύνολο 4.138.000 εργαζομένων (γύρω δηλαδή στο 15%), δεν επιδρά ούτε στα υψηλότερα κλιμάκια (όσους δηλαδή αμείβονται με 800 ή 900 ευρώ), ούτε στις κλαδικές συμβάσεις.

Στην βάση των παραπάνω οι μεγαλοστομίες του Κ. Χατζηδάκη για έμπρακτη στήριξη των εργαζομένων είναι κενό γράμμα και προσπάθεια συγκάλυψης της επιδείνωσης της θέσης των εργαζομένων που φέρνει η κυβερνητική πολιτική. Αρκεί να σκεφτούμε ότι η πιθανολογούμενη αύξηση είτε κυμανθεί στο ελάχιστο 5,5% είτε στο μέγιστο 9,5% θα ωθήσει τον βασικό καθαρό μισθό στην καλύτερη περίπτωση στα 665 ευρώ (781 μικτά) και στη χειρότερη στα 643 ευρώ (752 μικτά). Με άλλα λόγια 100 ευρώ πιο κάτω από το επίπεδο των μσιθών πριν την ένταξη στα μνημόνια, όταν η δημόσια συζήτηση ζητούσε την κατάργηση του αίσχους της γενιάς των 750 ευρώ. Η Νέα Δημοκρατία σήμερα εμφανίζει τα 650 ευρώ ως δείγμα της φιλευσπλαχνίας της…

Επιζήμια για τον ελληνικό λαό κι επικίνδυνη για την ΔΕΗ η εξαγορά της Enel Ρουμανίας, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Νέο ελληνοϊταλικό ειδύλλιο μετά από τον γάμο της Εύας Καϊλή με τον Φραντζέσκο Τζιόρτζι είναι στα σκαριά, με πρωτοβουλία του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ, Γιώργου Στάσση· η εξαγορά της θυγατρικής της ιταλικής Enel στην Ρουμανία…

Πρόκειται για μια εξαγορά που θα αποδειχθεί ακραία επιβλαβής για τον ελληνικό λαό και επικίνδυνη για την ίδια την ΔΕΗ.

Ακόμη και τα ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκαν κατά παραγγελία της ΔΕΗ αναπαράγοντας τυφλά και άκριτα τις διθυραμβικές ανακοινώσεις της εταιρείας και non paper υπογραμμίζουν ότι η ιταλική πολυεθνική θέλει να ξεφορτωθεί την ρουμανική θυγατρική της επειδή σκοπεύει να εξυγιάνει το χαρτοφυλάκιο της. Η ρουμανική Enel εξελίχθηκε σε βάρος για την μητρική λόγω της επιβολής έκτακτων φόρων από την κυβέρνηση της Ρουμανίας κι επίσης εξ αιτίας της πτώσης της υδροηλεκτρικής παραγωγής λόγω ξηρασίας. Τούτων δοθέντων ο Αστραχάν μάλλον είναι …μουλάρι. Οι Ιταλοί μάλλον ψάχνουν κορόιδο για να ξεφορτωθούν την ζημιογόνα θυγατρική τους και το βρήκαν στην ελληνική ΔΕΗ!

Επιπλέον ερωτηματικά για την πρωτοβουλία της ΔΕΗ να αγοράσει τον «μουτζούρη» δημιουργούνται από την εργασιακή σχέση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ Γ. Στάσση με την θυγατρική της Enel. Όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, από το 2015 ως το 2019 διετέλεσε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ρουμανικής εταιρείας. Και τούτη η πληροφορία δεν έχει διαψευστεί όπως η δήλωσή του ότι κατέχει τίτλο ΜΒΑ την οποία ο ίδιος στη συνέχεια ανακάλεσε, αδυνατώντας να το αποδείξει. Έχοντας ωστόσο διατελέσει πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ρουμανικής Enel μπορεί κάποιος ή κάποια να υποστηρίξει ότι με λεφτά του ελληνικού λαού διευκολύνει την εργοδότρια του ιταλική Enel σε μια δύσκολη στιγμή που θέλει να ξεφορτωθεί ζημιογόνα περιουσιακά στοιχεία…

Η κίνηση του Γ. Στάσση ανοίγει ξανά το θέμα της διαπλοκής που δημιουργείται με τα στελέχη του ιδιωτικού τομέα τα οποία προσλαμβάνονται για να δουλέψουν στον δημόσιο, όπως συνέβη με τον Γ. Στάσση που τον κουβάλησε στην Ελλάδα ο αρμόδιος υπουργός τότε Κ. Χατζηδάκης, μετά βαΐων και κλάδων σαν χρυσή μετεγγραφή. Ο Στάσσης που υποτίθεται ότι θα έσωζε την ΔΕΗ, πρώτο την ξεπούλησε, δεύτερο την χρεοκόπησε, τρίτο οδήγησε τα τιμολόγια στα ύψη και τέταρτο έφερε μαζί του τα «κονέ» με τα πρώην αφεντικά του από την Ιταλία στα οποία θα δώσει το ζεστό χρήμα που πληρώνουμε κάθε μήνα για να έχουμε ρεύμα ως αντάλλαγμα για να αγοράσει η ΔΕΗ τη σαβούρα της Enel από την Ρουμανία.

Η επικείμενη εξαγορά αποτελεί σκάνδαλο επειδή θα επιδεινώσει την θέση της ΔΕΗ. Όταν η ΔΕΗ προχώρησε στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και πούλησε το 49% της ΔΕΔΔΗΕ το οικονομικό ρεπορτάζ και τα πρωτοσέλιδα ξεχείλιζαν άρθρα με τίτλους ότι ενισχύεται η κεφαλαιακή βάση της ΔΕΗ. Τώρα όμως πουθενά δεν είδαμε άρθρο για τις επιπτώσεις που θα έχει η εξαγορά των παλιοσίδερων από την Ρουμανία. Αν τα κεφάλαια από την Macquarie ενίσχυσαν την κεφαλαιακή της βάση της ΔΕΗ, η εξαγορά, μετά την ολοκλήρωση της αποτίμησης (due diligence) θα την αδυνατίσει.

Η επικείμενη εξαγορά αποτελεί επίσης σκάνδαλο λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης της ΔΕΗ. Τα payroll της ΔΕΗ στον ελληνικό Τύπο γράφουν μόνο αγιογραφίες, εξωραΐζοντας μια θλιβερή κατάσταση, που αποτυπώθηκε και στις οικονομικές καταστάσεις του ενιάμηνου.

Εν συντομία: Οι ζημιές προ φόρων από 42,2 εκ. ευρώ το πρώτο ενιάμηνο του 2021 σχεδόν τετραπλασιάστηκαν το ενιάμηνο του τρέχοντος έτους φτάνοντας τα 169,8 εκ. ευρώ! Το καθαρό χρέος στις 30/9/2022 αυξήθηκε κατά 50% σε σχέση με τις 31/12/2021, φτάνοντας από 1,89 δισ. σε 2,6 δισ. ευρώ.

Η δεινή οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή αν ήταν αποτέλεσμα των φθηνών τιμολογίων. Στην πραγματικότητα όμως συμβαίνει το αντίθετο. Η ΔΕΗ σταθερά τους τελευταίους μήνες ανακοινώνει μια από τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος. Για το  μήνα Δεκέμβριο ενδεικτικά ανακοίνωσε τιμή κιλοβατώρας 0,38 ευρώ (για κατανάλωση μέχρι 500 κιλοβατώρες τον μήνα) ενώ η πλειοψηφία των αμιγώς ιδιωτών παρόχων (Protergia, NRG, Elin Energy, Zeniθ, Volton, ΕΛΠΕdison) ανακοίνωσε φθηνότερη τιμή. Συνάγεται ότι η ΔΕΗ, αντί να τιθασεύσει τις τιμές πρωταγωνιστώντας στην μείωσή τους, σέρνει τον χορό της κερδοσκοπίας καλύπτοντας και προσφέροντας έτσι νέους πελάτες στους ιδιώτες, ενώ με το ρευστό μας διασώζει τους Ιταλούς…

Τα έργα και οι ημέρες του Γ. Στάσση προκαλούν οργή αν θυμηθούμε τον τρόπο με τον οποίο δικαιολόγησε η κυβέρνηση τον εξωφρενικό μισθό του, που ανέρχεται σε 360.000 ευρώ ετησίως, όταν ο βασικός μισθός ανέρχεται σε 600 ευρώ. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος λοιπόν είχε δηλώσει ότι δικαιολογείται αυτός ο προκλητικός μισθός επειδή ο Γ. Στάσσης έρχεται να σώσει μια κατεστραμμένη και χρεοκοπημένη εταιρεία. Ωστόσο η οριακή κατάσταση της ΔΕΗ τότε οφειλόταν μεταξύ άλλων και στα χαμηλά τιμολόγια. Σήμερα που θα αποδώσουν τις ζημιές των 170 εκ. ευρώ και το χρέος των 2,6 δισ. ευρώ;

Και τέλος πάντων αν η αμοιβή του Στάσση συμφωνήθηκε με όρους αγοράς κι όχι επειδή ήταν φίλος κάποιου υπουργού κι ήρθε να βγάλει την βρόμικη δουλειά, μήπως τώρα που κατέστρεψε τη ΔΕΗ πρέπει να επιστρέψει τους μισθούς του και τα μπόνους των εκατομμυρίων και να φύγει όπως ήρθε, πριν προχωρήσει την εξαγορά της ρουμανικής Enel φεσώνοντας παραπέρα την ΔΕΗ;

Και μετά φυσικά η ΔΕΗ να επιστρέψει στο δημόσιο!

Όργανο του χρηματιστηρίου φυσικού αερίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, του Λεωνίδα Βατικιώτη

«Ξεκάθαρα με τους κερδοσκόπους!», είναι η απάντηση που έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο ερώτημα «με τους πολίτες;», που θα ωφεληθούν από ένα πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, «ή με τις αγορές», και δη το ολλανδικό χρηματιστήριο φυσικού αερίου που όπως κάθε αγορά θέλει να δρα ανεξέλεγκτα και στο όνομα της κερδοσκοπίας!

Η πρόταση που κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κι ευτυχώς απορρίφθηκε από τους υπουργούς Ενέργειας της ΕΕ ήταν πρόκληση και κοροϊδία. Η Επιτροπή αν κάτι ήθελε να δείξει ήταν ότι πράγματι λαβαίνει υπόψη της την οργή για τις εξωφρενικές αυξήσεις στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου κι επιβάλει πλαφόν στην τιμή του. Η τιμή ωστόσο που επέβαλε ήταν τόσο υψηλή και οι όροι που θα συνόδευαν την παρέμβαση της Επιτροπής στην αγορά τόσο εξωπραγματικοί που δεν θα υλοποιούνταν ποτέ. Και νόμιζε έτσι η Επιτροπή ότι θα ήταν όλοι ικανοποιημένοι: Και οι πολίτες που θα έβλεπαν στα πρωτοσέλιδα την λέξη «πλαφόν» και οι αεριτζήδες που έχουν πλουτίσει από το χρηματιστήριο φυσικού αερίου.

Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την ενεργοποίηση του «κόφτη» αν η τιμή του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο ενέργειας υπερέβαινε τα 275 ευρώ ανά μεγαβατώρα επί 15 συνεχιζόμενες ημέρες. Για να εξασφαλίσει μάλιστα η Επιτροπή ότι δεν υπάρχει ούτε μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να ενεργοποιηθεί το «ταβάνι» πρόσθεσε έναν ακόμη όρο: Ότι η εφαρμογή του θα υλοποιούταν αν επίσης, ταυτόχρονα δηλαδή με τον προηγούμενο όρο, η διαφορά της τιμής spot (τρέχουσα τιμή) του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο TFF έναντι της τιμής spot του υγροποιημένου φυσικού αερίου επί 10 συνεχόμενες ημέρες υπερέβαινε τα 58 ευρώ! Η Επιτροπή επίσης, ήθελε να της αναγνωριστεί το δικαίωμα να μπορεί να αναστείλει τον μηχανισμό, αν και όποτε ενεργοποιούταν! Όπως ήταν αναμενόμενο η εσθονή Επίτροπος Ενέργειας, Κάντρι Σίμσον, που στο παρελθόν είχε εργαστεί ως ερευνήτρια στο ΝΑΤΟ, μετά την κατακραυγή απέσυρε την πρόταση…

Το θράσος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποδεικνύεται αν λάβουμε υπόψη μας ότι η τιμή του αερίου κυμαίνεται από 5 ως 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα την τελευταία 10ετία, με την πιο φυσιολογική τιμή να κινείται στη ζώνη των μονοψήφιων αριθμών, κάτω δηλαδή από 10 ευρώ. Τις τελευταίες ημέρες πωλείται πάνω από 120 ευρώ (που ισοδυναμεί με μια αύξηση της τάξης του 1.200%), ενώ η τιμή ρεκόρ παρατηρήθηκε στο τέλος του Αυγούστου. Την ίδια ώρα το φυσικό αέριο στις ΗΠΑ εξακολουθεί να πουλιέται στις τιμές που ανέκαθεν πωλούταν, αποδεικνύοντας ότι η ενεργειακή κρίση είναι μια αμιγώς ευρωπαϊκή υπόθεση, όπως και οι επιπτώσεις στην οικονομία…

Οι διαμαρτυρίες στην ΕΕ για την ακριβή τιμή του φυσικού αερίου αγκαλιάζουν πλέον και τμήματα της ευρωπαϊκής ελίτ καθώς μέρα με την ημέρα γίνεται ολοένα και πιο εμφανής η αμερικανική κερδοσκοπία. Μάρτυρας οι τετραπλάσιες τιμές (!) με τις οποίες εισάγεται σταθερά στην Ευρώπη το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο της Cheniere, που το 2022 έστειλε στην από δω μεριά του Ατλαντικού το 70% των εξαγωγών της. Απέναντι σε αυτή την μαυραγορίτικη πρακτική αντέδρασε ακόμη κι ο Γάλλος πρόεδρος που δήλωσε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι παραγωγός φθηνού αερίου που το πουλάνε σε μας σε υψηλή τιμή. Δεν νομίζω ότι είναι φιλική πρακτική»…

Η πληρωμένη απάντηση ωστόσο απέναντι στον Μακρόν ήταν ότι τα συμβόλαια της Cheniere με την Ευρώπη τα έχουν υπογράψει ευρωπαϊκές πολυεθνικές όπως η γαλλική Totalenergies και η ισπανική Naturgy. Όπως το τανγκό έτσι και η κερδοσκοπία θέλουν δύο, που στην περίπτωση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι από την μια οι Αμερικάνοι εξαγωγείς κι από την άλλη οι Ευρωπαίοι εισαγωγείς…

Για να γίνει ακόμη πιο εμφανής η μεταφορά πλούτου που συντελείται από τους ευρωπαίους πολίτες προς την διεθνή κερδοσκοπία του συμπλέγματος ενεργειακών – χρηματιστηριακών εταιρειών, να αναφέρουμε ότι το ολλανδικό χρηματιστήριο, όπου πλέον πραγματοποιείται το 80% περίπου του εμπορίου φυσικού αερίου στην ΕΕ, δεν έχει φυσική υπόσταση, αλλά πρόκειται για έναν εικονικό χώρο συναλλαγών. Επίσης την διαχείρισή του έχει μια αμερικανική εταιρεία, η Intercontinental Exchange (ICE), η οποία από κοινού με την ένωση των διαπραγματευτών ενέργειας κίνησε ουρανό και γη για να μην προχωρήσει η «οροφή» στην τιμή του φυσικού αερίου, απειλώντας με χρεοκοπίες, τεράστιες αυξήσεις τιμών, διακοπή των διαπραγματεύσεων, αυξημένες προκαταβολές ακόμη και εκτροπή του αερίου σε άλλες αγορές και «στέγνωμα» της Ευρώπης. Με άλλα λόγια οι χρηματιστές έστειλαν τελεσίγραφο στους Ευρωπαίους λέγοντας πώς αν βάλουν πλαφόν, τότε θα σταματήσει ακόμη κι αυτή η υποδεέστερη της αναγκαίας, ποσότητα αερίου που φτάνει στην Ευρώπη. Το αίτημά τους εισακούστηκε και τα συμφέροντα τους έγιναν σεβαστά από την Γερμανία και την Ολλανδία που τα προώθησαν προς υλοποίηση…

Παρότι η Επιτροπή δεσμεύτηκε να φέρει μια βελτιωμένη πρόταση, μετά την απόρριψη της από τουλάχιστον 15 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, είναι απολύτως σίγουρο ότι και η νέα πρόταση θα είναι εξ ίσου ανεφάρμοστη με την αρχική. Θα εξυπηρετεί δηλαδή και πάλι τους αεριτζήδες του χρηματιστηρίου και των ενεργειακών εταιρειών. Η ΕΕ, ακόμη κι αν ήθελε, πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με τους δαίμονες που απελευθέρωσε δημιουργώντας την φούσκα του χρηματιστηρίου φυσικού αερίου, μόνο και μόνο για να στήσει μια επιπλέον αγορά, ως μέσο περαιτέρω εμπορευματοποίησης της ενέργειας.

Υπέρ των ακριβών τιμών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Υπάρχουν ωστόσο τρεις ακόμη λόγοι που συνηγορούν στην απραξία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απέναντι στο ράλι των τιμών φυσικού αερίου:

Ο πρώτος λόγος είναι ότι το ακριβό φυσικό αέριο συμβάλει στην υλοποίηση του στόχου της ΕΕ για μείωση της κατανάλωσης κατά 15%, ώστε να αποφευχθούν διακοπές στην παροχή τις ώρες αιχμής. Φαίνεται έτσι πεντακάθαρα το τίμημα της συνέχισης της τροφοδοσίας της ευρωπαϊκής αγοράς με φυσικό αέριο: τιμές του φυσικού αερίου στα ύψη που γενικεύουν την ενεργειακή φτώχεια. Και αυτό μάλιστα δεν είναι προσωρινό, όσο κι αν απέτρεψαν τα χειρότερα ως τώρα το ήπιο φθινόπωρο και το γέμισμα των δεξαμενών (99% η Γερμανία στις 22/11 και 95% η ΕΕ) για τον φετινό χειμώνα. Το γέμισμα των δεξαμενών για τον επόμενο χειμώνα θεωρείται σίγουρο ότι θα προκαλέσει ένα νέο ράλι τιμών στην ευρωπαϊκή αγορά αερίου την άνοιξη του 2023. Μένει να δούμε μέχρι ποιου σημείου…

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η ΕΕ και οι κυβερνήσεις επιλέγουν τις υψηλές τιμές σχετίζεται με την Πράσινη Μετάβαση. Τα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών σε ένα περιβάλλον έκτακτης ανάγκης επιτρέπουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ελπίζει ότι οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου θα χρηματοδοτήσουν τα έργα δυσθεώρητης αξίας που απαιτούνται για να ολοκληρωθεί το κλείσιμο των ανθρακικών ή λιγνιτικών μονάδων. Υπάρχουν εκτιμήσεις που υπολογίζουν το κόστος της μετάβασης μέχρι το 2050 στα 5,3 τρισ. δολ!

Ως προς το παρόν πάντως οι ενεργειακές εταιρείες λυμαίνονται εκ τους ασφαλούς κρατικά κι ευρωπαϊκά κονδύλια όπως του Ταμείου Ανάκαμψης και Δίκαιης Μετάβασης, ενώ η ιστορία έχει αποδείξει ότι αν η απουσία κερδών εγγυούταν απουσία επενδύσεων, ποτέ η ύπαρξη κερδών δεν σήμαινε και επενδύσεις…

Ο τρίτος λόγος για τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βολεύεται με τις σημερινές τιμές φυσικού αερίου είναι επειδή έτσι οι πολίτες εθίζονται στις ακριβές τιμές και ξεχνούν τις τιμές της κιλοβατώρας προ «απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας». Ξεχνούν επίσης και τις τιμές προ της Πράσινης Μετάβασης, γιατί το ράλι των τιμών στο φυσικό αέριο και την κιλοβατώρα δεν ξεκίνησε με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2021 όταν ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το πακέτο «προσαρμογή στο 55%» που προβλέπει ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους για την μείωση των αερίων του θερμοκηπίου: από 40% σε 35% ως το 2030, σε σύγκριση με το 1990. Την επομένη των ανακοινώσεων τα δικαιώματα στο χρηματιστήριο ρύπων πήραν φωτιά από ρυπογόνες μονάδες που έσπευσαν να αγοράσουν και μαζί η τιμή της κιλοβατώρας, ενώ επιταχύνθηκε η στροφή στο φυσικό αέριο που πήρε κι η δική του τιμή φωτιά καθώς η ΕΕ δεν είχε φροντίσει να γεμίσει τις δεξαμενές ώστε να αποφευχθεί το σοκ στην τιμή… Τέτοια προνοητικότητα!

Για όλους λοιπόν τους παραπάνω λόγους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν πρόκειται να επιβάλει πλαφόν, θα συνεχίσει να λειτουργεί ως όργανο του χρηματιστηρίου και θα αφήσει την ενέργεια στην Ευρώπη να εξελίσσεται σε είδος πολυτελείας!

Αρέσει σε %d bloggers: