Η εκλογική νίκη της ΝΔ και η επερχόμενη πολιτική αστάθεια, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου 2023 ήταν αδιανόητο και απρόβλεπτο ακόμη και για το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Από νωρίς το απόγευμα όταν άρχισαν να φτάνουν στα κομματικά γραφεία τα αποτελέσματα των exit polls, κανείς δεν αναλάμβανε το ρίσκο να ανακοινώσει δημόσια ό,τι έδειχναν οι κοινές μετρήσεις όλων των δημοσκοπικών, λόγω του φόβου της διάψευσης.

Το αποτέλεσμα αποδείχθηκε τόσο σαρωτικό, υπέρ της ΝΔ, στα όρια του θριάμβου, όσο και εξευτελιστικό, για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά τα όρια της πανωλεθρίας.

Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας ερμηνεύεται πρώτα και κύρια λόγω της ενθουσιώδους υποστήριξης της ολιγαρχίας. Η ΝΔ σε μια περίοδο κρίσης έσπρωξε στους ολιγάρχες δισεκατομμύρια ζεστά ευρώ, επιστρατεύοντας κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, με τις απ’ ευθείας αναθέσεις να αποτελούν πταίσμα.

  • Ας θυμηθούμε τα δισεκατομμύρια που πήραν οι καναλάρχες από την λίστα Πέτσα, μεταξύ πολλών άλλων πηγών. Επιδοτήσεις ακόμη και σε λαθρόβια έντυπα και «μαϊμού» ιστοσελίδες ξεπέρασαν τις χρηματοδοτήσεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
  • Ας θυμηθούμε τα μυθικά κέρδη που αποκόμισαν οι ολιγάρχες της ενέργειας, είτε στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης είτε αξιοποιώντας τον πόλεμο στην Ουκρανία για να αυξήσουν τις τιμές. Μόνο η Μότορ Όιλ του Βαρδινογιάννη το 2022 τριπλασίασε τα κέρδη της σε σχέση με το 2021, εμφανίζοντας 1,7 δισ. ευρώ – παρότι μάλιστα μειώθηκαν οι πωλήσεις πετρελαιοειδών.
  • Ας θυμηθούμε τα κέρδη ρεκόρ που αποκόμισαν οι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, αξιοποιώντας στο έπακρο το πράσινο φως της κυβέρνησης Μητσοτάκη να αυξάνουν τις τιμές στα προϊόντα τους μετακυλίοντας τις αυξήσεις των πρώτων υλών στους καταναλωτές, με το ανάλογο «καπέλο».
  • Ας θυμηθούμε την κατάργηση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (δια της αναβάθμισής του), και τις άδειες εισαγωγής ξένων εργατών σε ξενοδοχειακές και αγροτικές επιχειρήσεις ώστε να συνεχίσουν να τους αμείβουν με ψίχουλα. Μόνο με την ΚΥΑ 3/4/2023 αναμένεται η εισαγωγή 167.925 εργαζομένων!
  • Ας θυμηθούμε τα δισεκατομμύρια που εισρέουν σε μια χούφτα ολιγάρχες μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης επιβαρύνοντας μάλιστα το δημόσιο χρέος (μιας και συνοδεύονται από δάνεια που αναλαμβάνει το ελληνικό δημόσιο) το οποίο εμείς θα κληθούμε να πληρώσουμε σε λίγα χρόνια.
  • Ας θυμηθούμε τα εκατομμύρια που κλέβουν καθημερινά οι χρεοκοπημένοι τραπεζίτες από τις προμήθειες κάθε διατραπεζικής πράξης που πραγματοποιούν αναγκαστικά νοικοκυριά κι επιχειρήσεις.
  • Τέλος, ας μην ξεχνούμε τον ιμπεριαλισμό. Το χρίσμα στη ΝΔ ήταν η επιβράβευση των Αμερικανών και της ΕΕ απέναντι στον Μητσοτάκη για τον οπλισμό που προσφέρει αφειδώς στην Ουκρανία αδειάζοντας τα ελληνικά νησιά και συνεχίζοντας έτσι τον πιο αιματηρό πόλεμο του 21ου αιώνα. Είναι η αμοιβή του Κ. Μητσοτάκη για τα δισεκατομμύρια που συνεχίζουμε να δίνουμε, υποτίθεται, για αμυντικούς εξοπλισμούς οι οποίοι αποδεικνύονται παλιοσίδερα όπως τα συστήματα Πάτριοτ στην Ουκρανία ή είναι εντελώς άσχετες με τις ανάγκες της Ελλάδας, όπως τα F35. Ο Μητσοτάκης μετέφερε δισεκατομμύρια στα ταμεία της αμερικανικής, γαλλικής και ισραηλινής βιομηχανίας πολέμου κι οι κυβερνήσεις τους τον αντάμειψαν αδρά!

Η στήριξη του κεφαλαίου, μαζί με τις παροχές της κυβέρνησης στους πιο φτωχούς, τις αθρόες υποσχέσεις και τον γυάλινο κόσμο της τηλεόρασης έριξαν σε δεύτερη μοίρα τους νεκρούς της πανδημίας, τα σκάνδαλο παιδεραστίας, τις μαζικές παρακολουθήσεις από το γραφείο του Μητσοτάκη, τις πυρκαγιές, το έγκλημα των Τεμπών με την επιχειρούμενη ατιμωρησία, τις αυξήσεις, κοκ. Παρότι μάλιστα αυτή η επιλογή, συνδέεται με μια πτώση της αντιδεξιάς ψήφου κατά παραπάνω από 5 ποσοστιαίες μονάδες, η άποψή μας είναι ότι συμπεράσματα για συντηρητική στροφή είναι αυθαίρετα και δεν συνάδουν με μια ευρύτερη πολιτική στάση – πλήρη αντιφάσεων προφανώς, όπως πχ αποτυπώνεται σε δημοσκοπήσεις όπου το 61% θεωρεί τον καπιταλισμό κάτι κακό, το 57% θεωρεί τις ιδιωτικοποιήσεις κάτι κακό, κ.α.

Η τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ

Η αναμενόμενη ανταμοιβή στη ΝΔ εξελίχθηκε σε θρίαμβο λόγω της τιμωρίας που επιφύλαξε ο λαός στον ΣΥΡΙΖΑ. Η καταβαράθρωση του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδοτούσε την απόρριψη της δεξιάς στροφής του εκ μέρους των ψηφοφόρων του. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε τα υψηλότερα ποσοστά του όσο επαγγελλόταν την ρήξη: όσο υποσχόταν διαγραφή δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, κρατικοποίηση των τραπεζών, κατάργηση των πλειστηριασμών, επανακρατικοποίηση δημόσιων οργανισμών και σύγκρουση με την ΕΕ και το ευρώ. Αν διεκδικώντας όλα αυτά τα αιτήματα έφθασε στο απόγειο της εκλογικής του επιρροής, δεν χρειάζεται κι η χρήση αλγορίθμων για να υποθέσουμε που θα έφθανε ο ΣΥΡΙΖΑ του τρίτου μνημονίου, των πλειστηριασμών, των ιδιωτικοποιήσεων, της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και της προδοσίας της λαϊκής ετυμηγορίας του δημοψηφίσματος, όταν το 62% του λαού είπε «όχι» στους δανειστές.

Την θέση του ΣΥΡΙΖΑ στην αριστερά επιδείνωσαν οι εγγυήσεις προς τους ολιγάρχες, την αμερικανική πρεσβεία και τις Βρυξέλλες, η συνεπακόλουθη άρνησή του να συμπεριλάβει λαϊκά αιτήματα, η διεύρυνση των ψηφοδελτίων του με αντιμητσοτακικούς δεξιούς, η προσωποποίηση της αντιπαράθεσης, σε βαθμό ο αντινεοφιλελευθερισμός να καταντήσει σε αντιδεξιές κορώνες κι αυτές να εκφυλιστούν σε αντιμητσοτακισμό – το άκρον άωτο του παλαιοκομματισμού. Κι όλα αυτά μάλιστα για χάρη των ολιγαρχών…

Το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ διαγράφεται ακόμη πιο μουντό από το βράδυ των εκλογών της 21ης Μαΐου λόγω των επιλογών που θα κάνει. Η αστική τάξη επιδιώκοντας την πλήρη ενσωμάτωσή του πιέζει στην κατεύθυνση μιας ακόμη πιο δεξιάς στροφής. Οι παραινέσεις των τηλε-αστέρων το βράδυ της Κυριακής από τα πάνελ ήταν πλήρως ενδεικτικές. Από την άλλη, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είτε υπό τον Αλέξη Τσίπρα, είτε υπό οποιονδήποτε άλλον επίδοξο αρχηγό, δεν έχει κανέναν πολιτικό ή ηθικό ενδοιασμό να στραφεί ακόμη πιο δεξιά, με την ελπίδα να σταθεί ξανά ο δικομματισμός στα πόδια του, με τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του αντι-δεξιού πόλου.

Μόνο που η αντιδεξιά ρητορική έχει πολύ καλύτερους και δοκιμασμένους εκφραστές στην Ελλάδα. Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δεν τροφοδότησε μόνο τη ΝΔ, με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να είναι υπόλογη για την απογοήτευση που προκάλεσε σε τόσες εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών, αλλά επανέφερε στην φυσική κοίτη κι άλλες χιλιάδες παραδοσιακούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Η άνοδος του ΚΙΝΑΛ (από 8,1% το 2019 σε 11,5% τώρα), μπορεί να ιδωθεί κι ως τροχιοδεικτική βολή για τις εκλογικές μετακινήσεις που θα προκαλέσει η συντηρητικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ. Όσο πιο υποταγμένος και θεσμικός θα γίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ τόσο περισσότερο θα διεκδικεί το ΠΑΣΟΚ την αντιστροφή της μετα-μνημονιακής ρευστοποίησης του, με την επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στα ποσοστά της δεκαετίας του ΄90 να γίνεται διαρκής απειλή για τα στελέχη του.

Αναμφισβήτητα το εκλογικό αποτέλεσμα προκάλεσε σοκ κι από την οπτική γωνία της μετακίνησης των ψηφοφόρων στη ΝΔ. Αυτή η στροφή ήταν αποτέλεσμα των ελπίδων που δημιούργησε η ρητορική του κόμματος και των αμέτρητων κουπονιών με τα οποία η ΝΔ εξαγόρασε ψήφους: Επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ενέργειας και στα καύσιμα, market pass υποτίθεται για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, φθηνά στεγαστικά δάνεια για νέους, κ.λπ., κ.λπ. Σε 2 το πολύ 3 μήνες όμως, ο χορός των επιδομάτων τελειώνει. Το αποφάσισαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μαζί με την επαναφορά στους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας, κι είναι θέμα χρόνου ο λογαριασμός του ρεύματος, δηλαδή οι επιδοτήσεις στους αεριτζήδες ολιγάρχες της ενέργειας, να ξεπερνούν σε ύψος ακόμη και τους μισθούς. Τότε θα φανεί η συνοχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη!

Μην ξεχνάμε ότι και τον Οκτώβριο 2009 ο έτερος γόνος, ο Γιώργος Παπανδρέου συγκέντρωσε 43,92% των ψήφων: ένα από τα υψηλότερα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ. Και τότε ο χάρτης της Ελλάδας είχε βαφτεί μονοχρωμία, με εξαίρεση 6 μόνο περιφέρειες που πέρασαν στην ΝΔ. Σε λιγότερο από ένα χρόνο ωστόσο μετατράπηκε στον πιο μισητό πρωθυπουργό της Ελλάδας και το ΠΑΣΟΚ διαλύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη.

Η κατάσταση, 13 χρόνια μετά, με την Ελλάδα να είναι στο στόχαστρο οίκων και οργανισμών, δεν απέχει σημαντικά από το 2009. Η οικονομία είναι χάλια, με αδιάψευστο μάρτυρα την απροθυμία των οίκων αξιολόγησης να δώσουν επί 4 χρόνια στην Ελλάδα την πολυαναμενόμενη επενδυτική βαθμίδα: Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ, στην ανεργία καταγράφουμε την δεύτερη χειρότερη επίδοση με 11%, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αποτελεί ρεκόρ μετά το 2008, οι επενδύσεις υπολείπονται σημαντικά των αναγκαίων, το ΑΕΠ παραμένει ακόμη κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα, κοκ. Η δε διαρκής επιδείνωση της θέσης της εργαζόμενης πλειοψηφίας είναι το μοναδικό αξιόπιστο μέτρο για την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου κι εργασίας, κι όχι οι αυξήσεις των εκλογικών ποσοστών των μεγάλων και μικρών κομμάτων της κομμουνιστικής Αριστεράς…

Η κρίση του 2009 μας δίδαξε ότι κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, χρόνιες ανισορροπίες στο παραγωγικό σύστημα εκρήγνυνται, προκαλώντας οικονομική κρίση και φτώχεια. Παρασέρνουν δε μαζί τους όχι μόνο μισθούς και συντάξεις, αλλά επίσης στέρεες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες κι εκλογικούς θριάμβους…

Η οικονομική φτώχεια που φέρνουν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ και η πολιτική φτώχεια της Αριστεράς, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Η ΕΕ ενώ απορρίπτει την πρόταση εξαίρεσης των επενδύσεων από τον υπολογισμό του ελλείμματος συζητάει σοβαρά την εξαίρεση των πολεμικών δαπανών. Προφανώς ο μιλιταρισμός δεν γνωρίζει δημοσιονομικά όρια…

Όταν φθάνουν ακόμη και Γαλλία, Ιταλία να δηλώνουν την αντίθεσή τους στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι δηλώσεις της Αθήνας περί ικανοποίησης, επειδή υποτίθεται ότι προβλέπει μία κάποια χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων, μόνο μειδιάματα προκαλούν. Είναι η παραδοσιακή ελληνική πρακτική της ανεπιφύλακτης αποδοχής των ευρωπαϊκών όρων που έχει καταδικάσει την Ελλάδα να είναι η μοναδική ακόμη χώρα στην ΕΕ η οποία δεν έχει συνέλθει από την δημοσιονομική κρίση και το ΑΕΠ της υπολείπεται κι όσων πέτυχε την δεκαετία του 2000 – που και τότε ουραγός ήταν.

Αυτή η πραγματικότητα ωστόσο ουδόλως ανησυχεί την κυβέρνηση ή το κεφάλαιο. Ούτε και ότι το 2022 το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ξεπέρασε τα 20 δισ. ευρώ, επιτυγχάνοντας αρνητικό ρεκόρ 12ετίας! Μόνο τη χρονιά που πέρασε η αύξηση του ελλείμματος ήταν της τάξης των 8 δισ. ευρώ, οφειλόμενη στην αρκετά μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών, τόσο σε αξία όσο και σε όγκο.

Από την άλλη, τη φωτεινή πλευρά του ελληνικού καπιταλισμού, τα κέρδη ρεκόρ ύψους 8,9 δισ. ευρώ που εξασφάλισαν οι 129 εισηγμένες εταιρείες το 2022, ισοδυναμούν με την δεύτερη καλύτερη επίδοση όλων των εποχών, μετά τα 11,3 δισ. ευρώ που κέρδισαν οι εισηγμένες του 2007. Το ρεκόρ της αφρόκρεμας των ελληνικών επιχειρήσεων είναι άξιο προσοχής για δυο κυρίως λόγους.

Κατ’ αρχάς επειδή η σύμπτωση της έκρηξης κερδών με την φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας δείχνει τον ένοχο των ανατιμήσεων. Πίσω από τα αυξημένα κέρδη κρύβονται οι αυξήσεις τιμών. Μάρτυρας τα κατορθώματα των δύο διυλιστηρίων, ΕΛΠΕ του Λάτση και Μότορ Όιλ του Βαρδινογιάννη, που εμφάνισαν καθαρή κερδοφορία 1 δισ. ευρώ έκαστο. Όσο κάθε εργατικό νοικοκυριό ερχόταν σε απόγνωση βλέποντας τον λογαριασμό του ηλεκτρικού, τόσο η αστική τάξη άνοιγε σαμπάνιες για τα μυθικά της κέρδη.

Κατά συνέπεια, η μείωση – ρεκόρ του πραγματικού μισθού στην Ελλάδα μεταξύ 2022 και 2021, κατά 7,4% (μόνο η Εσθονία μας ξεπέρασε!) όπως καταγράφηκε από τον ΟΟΣΑ δεν οφείλεται ούτε σε τυχαία ούτε σε φυσικά φαινόμενα…

Δεύτερο, επειδή το ρεκόρ κερδών δείχνει ότι ακόμη και σε ένα φθίνον μακροοικονομικό περιβάλλον, με ελάχιστες επενδύσεις που κι αυτές τοποθετούνται πρωτευόντως στον τουρισμό και την αγορά ακινήτων – τη χαρά της αρπαχτής δηλαδή – το κεφάλαιο μπορεί να θάλλει, μένοντας αδιάφορο για τους φθίνοντες μακροχρόνιους όρους αναπαραγωγής. Κι όσο θα απουσιάζουν οι όροι μιας σταθερά διευρυμένης αναπαραγωγής τόσο πιο αναγκαία γίνεται μια κυβέρνηση Μητσοτάκη με αποστολή να δίνει το πράσινο φως για υπερκέρδη από ανατιμήσεις.

Αυτό το μακροοικονομικό περιβάλλον θα γίνει ακόμη πιο δυσμενές και η φτώχεια ακόμη πιο μεγάλη αν υιοθετηθεί το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο που έθεσε προς συζήτηση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κι αναμένεται να τεθεί σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2024. Εντός του 2023 κι ενώ θα είναι ακόμη σε ισχύ η ρήτρα διαφυγής που τέθηκε σε εφαρμογή για να αντιμετωπιστεί η κρίση της πανδημίας, οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα οριστικοποιηθούν και θα αποφασιστούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και θα ψηφιστούν από το Ευρωκοινοβούλιο, στο οποίο αναλογεί ο ρόλος της …γλάστρας που ψηφίζει.

Το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο εισάγει μια νέα αρχή, που έχει προκαλέσει έναν μικρό εκνευρισμό στο Τέταρτο Ράιχ και τον παραδοσιακό του σύμμαχο, την Ολλανδία. Υποκαθιστά το άκαμπτο και κοινά αποδεκτό πολυμερές πλαίσιο των σιδερένιων και κοινά συμφωνημένων κανόνων του Μάαστριχτ, με διμερείς συμφωνίες που θα υπογράφει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με κάθε κράτος – μέλος. Στο νέο αυτό πλαίσιο το κέντρο βάρους μεταφέρεται στις γραπτές δεσμεύσεις των κυβερνήσεων προς την Κομισιόν.

Η αλλαγή αυτή είναι εν μέρει δικαιολογημένη και επιβεβλημένη. Τι στ’ αλήθεια νόημα έχουν οι συνεχείς έλεγχοι για τα «σιδερένια» υποτίθεται κριτήρια του Μάαστριχτ (όριο 3% στο δημοσιονομικό έλλειμμα και 60% στο δημόσιο χρέος) τα οποία ενσωματώθηκαν ατόφια στο Σύμφωνο Σταθερότητα και Ανάπτυξης, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών της ΕΕ παρανομεί εδώ και χρόνια και μια μικρή μειοψηφία – η ίδια κάθε χρόνο – συμμορφώνεται πλήρως ακόμη και σε περιόδους κρίσης;

Κυρίως όμως η συζητούμενη αλλαγή είναι ήσσονος σημασίας, επειδή αφορά τον τρόπο επίτευξης των στόχων, κι επ’ ουδενί την αναγκαιότητα επίτευξής τους ή όχι. Τα όρια του 3% και του 60% παραμένουν αμετακίνητα και γι’ αυτό στην Ελλάδα ο κρατικός προϋπολογισμός του τρέχοντος έτους προβλέπει, για πρώτη φορά μετά από 3 συναπτά έτη, την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 1,67 δισ. ευρώ ή 0,7% του ΑΕΠ, με έναν πολύ χαμηλό μάλιστα προβλεπόμενο ρυθμό μεγέθυνσης της τάξης του 1,8%. Γ’ αυτό επίσης το υπουργείο Οικονομικών επιδίδεται στην γνωστή του τέχνη της απόκρυψης της άσχημης πραγματικής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας όπως αποκάλυψε ο πρώην αρμόδιος υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος.

Το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο εισάγει επίσημα δύο πρωτοτυπίες, υπό το βάρος της αύξησης του δημόσιου χρέους μετά την πανδημία.

Η πρώτη αφορά τις συμφωνίες που θα συνάπτει κάθε «δημοσιονομικά παραβατικό» κράτος – μέλος της ΕΕ με την ίδια την Επιτροπή, στους όρους της οποίας θα προβλέπονται ο ρυθμός και τα μέσα επίτευξης της δημοσιονομικής ισορροπίας. Η συμφωνία θα έχει διάρκεια 4 ετών και θα μπορεί να επιμηκυνθεί για 3 έτη ακόμη. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι χρηματοδοτήσεις εξαρτώνται από την συμμόρφωση του κράτους – μέλους προς τους δημοσιονομικούς στόχους.

Έτσι, η Επιτροπή αποκτά το δικαίωμα σε περίπτωση απόκλισης να κόβει αδιακρίτως κονδύλια, κι ας χρηματοδοτούν την κοινωνική πολιτική…

Η δεύτερη αλλαγή αφορά το ύψος του δημόσιου χρέους που θα πρέπει να μειώνεται κάθε χρόνο σε όσα κράτη μέλη υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ. Μέχρι τώρα η δέσμευση ήταν για μείωση κατά 1/20 ετησίως σε εκείνο το μέρος που ξεπερνάει το ιερό κι απαραβίαστο όριο. Εν τω μεταξύ κανείς 30 χρόνια τώρα δεν μας έχει εξηγήσει γιατί η διαχωριστική γραμμή του «καλού» χρέους από το «κακό» έχει τεθεί σε αυτό το όριο κι όχι στο 50% ή στο 70% ή στο 80% του ΑΕΠ… Ο στόχος της ετήσιας μείωσης του χρέους κατά 1/20 ήταν πολύ φιλόδοξος για να είναι επιτεύξιμος για τους ιέρακες της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Κοινώς ανεφάρμοστος! Γι’ αυτό έπρεπε να αλλάξει.

Η πρόταση που κατέθεσαν οι ανεξέλεγκτοι κι αργυρώνητοι αργόσχολοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι το χρέος πρέπει να μειώνεται κατά 0,5% ετησίως (κι όχι 5%) σε εκείνο το κομμάτι που υπερβαίνει το 60% για όλες τις χώρες μάλιστα με χρέος άνω του 60% κι όχι μόνον για εκείνες που έχουν τεθεί στην επιτηρητική Διαδικασία του Υπερβολικού Ελλείμματος. Πιθανά αυτή η διεύρυνση να ενόχλησε την Γερμανία που πλέον έχει χρέος 67% του ΑΕΠ της, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί ραγδαία στο μέλλον τόσο λόγω της κρίσης και του μοιραίου υποβιβασμού της εξ αιτίας της διακοπής των σχέσεων της με την Ρωσία, όσο και λόγω των αυξανόμενων στο εξής πολεμικών δαπανών.

Η ΕΕ μάλιστα ενώ απορρίπτει την πρόταση εξαίρεσης των επενδύσεων από τον υπολογισμό του ελλείμματος συζητάει σοβαρά την εξαίρεση των πολεμικών δαπανών. Προφανώς ο μιλιταρισμός δεν γνωρίζει δημοσιονομικά όρια…

Σε κάθε περίπτωση η προαναφερθείσα μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού πλαισίου κρίθηκε υποδεέστερη της αναμενόμενης και απορρίφθηκε ακόμη κι από Γαλλία, Ιταλία. Το ενδιαφέρον τους εξηγείται επειδή μετά την πανδημία η αύξηση του χρέους ήταν μεγαλύτερης στις χώρες της περιφέρειας σε σχέση με τις χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου.

Η μεν πρώτη επειδή ο στόχος του ελλείμματος 3% παραμένει, δημιουργώντας ασφυξία στους κρατικούς προϋπολογισμούς, η δε Ιταλία επειδή το αίτημα της να εξαιρεθούν οι επενδύσεις από τον υπολογισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος ώστε να δοθεί μια γερή ώθηση στη συσσώρευση του κεφαλαίου έπεσε στο κενό.

Καμιά ωστόσο χώρα δεν έθεσε στο επίκεντρο τις τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις που θα σημάνει η παραμονή ακόμη και στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο των ορίων μείωσης του ελλείμματος και του χρέους 3% και 60% ακόμη κι αν οι τρόποι επίτευξης τους μεταβληθούν! Γιατί είναι σίγουρο πώς όσο παραμένουν τα παραπάνω όρια, τόσο οι χρηματοδοτήσεις στην υγεία, την παιδεία και τις δημόσιες υποδομές θα συρρικνώνονται. Η δε αλλαγή του πλαισίου συμφωνίας από πολυμερές σε διμερές, ανοήτως ανησυχεί την Γερμανία ότι θα δώσει χώρο σε αδιαφανείς πολιτικές συμφωνίες. Αρκεί μια ματιά στην Ελλάδα την περίοδο 2009 – 2018 για να πειστεί κι ο πιο καχύποπτος πώς η «ιδιοκτησία» των προγραμμάτων λιτότητας, κατά την ορολογία του ΔΝΤ που αντιγράφει ακέραια τώρα η ΕΕ, συνοδευόμενη από τη δυνατότητα εκβιασμού με τις χρηματοδοτήσεις, που μετατρέπονται άλλοτε σε μαστίγιο και άλλοτε σε καρότο, αποτελεί την πιο αποτελεσματική μέθοδο πειθαναγκασμού των κυβερνήσεων να πλειοδοτήσουν σε μέτρα λιτότητας και φτωχοποίησης της κοινωνίας.

Η Αριστερά απέναντι στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εξέδωσε καν μια ανακοίνωση να αποδοκιμάσει το νέο και υπό διαμόρφωση ακόμη πλαίσιο, δηλώνοντας έτσι την πρόθεσή του να προσαρμοστεί αναντίρρητα στις προδιαγραφές του, όποτε κερδίσει τις εκλογές. Η ανάγκη διαφοροποίησης του ΣΥΡΖΑ από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν επιβεβλημένη επειδή ισοδυναμεί με την ακύρωση ακόμη κι αυτών των ρηχών εξαγγελιών του, που δεν σηματοδοτούν καμιά βελτίωση στη θέση των εργαζομένων. Την περίοδο 2015 – 2019 άλλωστε έδειξε ότι δεν διστάζει να υλοποιήσει καμιά απαίτηση της ΕΕ αν πρόκειται να εξασφαλίσει το χρίσμα της. Γιατί να μην το επαναλάβει και τώρα;

Την έκπληξη πάντως εδώ την είδαμε από το νεοπαγές σχήμα «ΜΕΡΑ 25 Συμμαχία για τη Ρήξη». Κι ήταν έκπληξη αρνητική. Από την ίδρυση του ΜΕΡΑ 25 η ηγεσία του κατέβαλε μια επίμονη προσπάθεια να απαλλαγεί από τα βαρίδια του πρώτου εξαμήνου του 2015: Ευθύνη για συμφωνία 20ης Φεβρουαρίου, αποδοχή 70% των μνημονίων, κοκ. Αυτή η απομάκρυνση θα μπορούσε να γίνει δεκτή, αν συνοδευόταν από μια άλλη αντίληψη για τις υποκείμενες αιτίες. Είναι άλλο ένα να λες «δεν ήξερα το χαρακτήρα της ΕΕ, έσφαλα και τώρα αντιπαλεύω την ΕΕ γιατί θα μας στριμώξουν ξανά στα σχοινιά», κι άλλο «δεν μπορούσα να προβλέψω τις συνέπειες», όταν μάλιστα ένα αξιόλογο ποσοτικά και ποιοτικά δυναμικό προέβλεπε από το 2010 ακόμη ότι το ερώτημα ήταν «δραχμή ή μνημόνια». Εντός του ευρώ και της ΕΕ τα μνημόνια ήταν αναπόδραστα, όπως αποδείχτηκε. Το δε «σκίσιμο των Μνημονίων» ισοδυναμούσε με έξοδο από ευρώ και ΕΕ…

Και σήμερα μάλιστα οι μύδροι κατά των Μνημονίων όσο οι κινητήριες δυνάμεις τους παραμένουν στο απυρόβλητο αναπαράγει ψευδαισθήσεις και ήττες.

Εσχάτως, η διεύρυνση του ΜΕΡΑ 25 με δυνάμεις που έθεσαν έγκαιρα και με πειστικό τρόπο, αν και ολίγον δογματικά και μονοσήμαντα, το θέμα της εξόδου από το ευρώ, δημιούργησε τη δυναμική ώστε η αυτοκριτική του ΜΕΡΑ 25 να φτάσει στο φυσιολογικό της τέλος. Δηλαδή να ολοκληρωθεί υιοθετώντας και το αίτημα της διπλής εξόδου. Κι αντί γι’ αυτή την στροφή προς τα αριστερά είδαμε να εμπεδώνονται οι αμφιλεγόμενες διακηρύξεις που, στο τέλος της ημέρας, αφήνουν ανοιχτούς όλους τους δρόμους. Ο προ-κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα πρέπει να ομολογήσουμε πώς ήταν πιο θαρραλέος στην υιοθέτηση αριστερών αιτημάτων…

Η παραμονή στο πολυσήμαντο κενό του κέντρου επισημοποιήθηκε με το σχέδιο Δήμητρα, που παρουσιάστηκε μάλιστα δημόσια ενώ κορυφωνόταν η διαπάλη για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ. Το σχέδιο Δήμητρα δεν είναι σχέδιο σωτηρίας, ούτε καν ένα σχέδιο που προσπερνάει τις βασιλικές οδούς της λιτότητας. Είναι σχέδιο συσκότισης των πραγματικών αιτιών της λιτότητας, της φτωχοποίησης και της μετατροπής της Ελλάδας σε αποικία χρέους.

Επί της ουσίας, η προσπέραση των τραπεζών μέσω ενός δικτύου συμψηφισμών χρεώσεων και πιστώσεων από την μεριά του κράτους, των εργαζομένων και των ιδιωτών κανείς δεν θα διαφωνήσει ότι είναι όχι μόνο εφικτό αλλά κι αναγκαίο. Μόνο χρυσοπληρωμένα παπαγαλάκια της τραπεζικής μαφίας συνεχίζουν να εμφανίζουν τις χρεοκοπημένες τράπεζες – ζόμπι ως αιμοδότη ή νευρικό σύστημα της ελληνικής οικονομίας.

Ωστόσο ανάλογα σχέδια κατατέθηκαν ξανά και ξανά στο παρελθόν. Ας θυμηθούμε τα ευρω-ομόλογα και τα «αιώνια ομόλογα» βάσει των οποίων η Ελλάδα υποτίθεται θα μπορούσε να ξεπεράσει το πρόβλημα της πρόσβασης στις αγορές και να αναδιαρθρωθεί το ελληνικό δημόσιο χρέος – χωρίς διαγραφή, παραπέμποντας στο μέλλον την αποπληρωμή τους. Ενώ η ΕΕ τα χρησιμοποίησε για να χρηματοδοτήσει μερικώς το Ταμείο Ανάκαμψης, απέτυχαν να αποτελέσουν μια εναλλακτική φιλολαϊκή, αριστερή λύση επειδή το πρόβλημα του ελληνικού χρέους ποτέ δεν ήταν τεχνικό. Ήταν πολιτικό! Έτσι και τώρα, το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών, που υποτίθεται θα υπερβεί η Δήμητρα, δεν είναι τεχνικό, αλλά πολιτικό. Οι χρεοκοπημένες ελληνικές τράπεζες, που συνεχίζουν να λειτουργούν επειδή έχουν εξαιρεθεί από τη πληρωμή φόρων, θα εξελιχθούν σε σιδερένια γροθιά του κεφαλαίου, όπως συνέβη και το 2015 πριν και μετά το δημοψήφισμα, επειδή αποτελούν συμπύκνωση της σύγχρονης πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, βάσει των αρμοδιοτήτων που εκχωρεί στις τράπεζες η ΕΚΤ και η ίδια η ΕΕ. Αλλοίμονο σε όσους δεν το κατάλαβαν τότε κι εξακολουθούν να μην το καταλαβαίνουν ακόμη και σήμερα…

Έξω από την ΕΕ, αλλά όχι έξω από το ευρώ

Αντί παρένθεσης, η πρόταξη της δραχμής δεν ισοδυναμεί με καμιά επιστροφή σε κάποιο ειδυλλιακό παρελθόν που ουδέποτε υπήρξε, αλλά ακόμη κι αν υπήρξε κάθε επιστροφή στο παρελθόν είναι εξ ορισμού οπισθοδρομική κι αντιδραστική, πέρα από γραφική είτε στην ρετρό είτε στην vintage εκδοχή της. Η πρόταξη της δραχμής δεν ισοδυναμούσε ούτε με την καθαγίαση του καπιταλισμού της δραχμής όπως υποστήριζαν το 2012-2015 μαρξιστές διανοούμενοι του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΚΚΕ πολεμώντας το αίτημα για εθνικό νόμισμα. Οι μεν για να προσδώσουν μια μαρξιστική αχλή στο προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ και οι δε για να καταθέσουν πειστήρια υπευθυνότητας στο κεφάλαιο σε μια περίοδο τριγμών, που το «ευρωπαϊκό όραμα» δέχθηκε την μεγαλύτερη του αμφισβήτηση. Εκτός κι αν το αίτημα του ΚΚΕ για έξοδο από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και την απομάκρυνση των αμερικανικών βάσεων από την Ελλάδα – αιτήματα που με συνέπεια προτάσσει εδώ και χρόνια, ισοδυναμούν με μια Ελλάδα εκτός ΕΕ και ΝΑΤΟ μεν, καπιταλιστική δε. Με άλλα λόγια όπως το αίτημα για έξοδο από την ΕΟΚ παλιότερα και την ΕΕ σήμερα δεν ισοδυναμεί με την αναπόληση μιας καπιταλιστικής Ελλάδας εκτός ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων, ούτε επιβάλλεται από καπιταλιστές που έχουν συμφέρον από την έξοδο, έτσι και το αίτημα για έξοδο από το ευρώ δεν αποτελούσε αυτοσκοπό. Συμπύκνωνε τις αντιθέσεις της συγκυρίας, προκαλούσε ρήγματα στο αστικό στρατόπεδο, εξυπηρετούσε τα λαϊκά συμφέροντα γιατί αδρανοποιούσε τον έναν από τους δύο εχθρούς και μπορούσε να δημιουργήσει αυτοπεποίθηση αν υλοποιούνταν με αριστερούς όρους – κι όχι με όρους Σόιμπλε.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, από την άλλη, υποτιμώντας την αυτοτέλεια του αιτήματος της εξόδου από το ευρώ και ταυτίζοντας το με το αίτημα της εξόδου από την ΕΕ, απέτυχε να συμπορευτεί και να εκφράσει ευρύτερα τμήματα του λαού που συνειδητοποιούσαν για πρώτη φορά  τον πολιτικό ρόλο του κοινού νομίσματος κι δήλωναν διατεθειμένα να αντιπαλέψουν την πιο προωθημένη μορφή της ιμπεριαλιστικής ενοποίησης τη νομισματική. Κι έτσι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αντί να ενώνει, διασπούσε. Όπως και σήμερα με την πολιτική τακτική της.

Τούτων δοθέντων το αίτημα της ακύρωσης των νέων δημοσιονομικών κανόνων, έστω ως ευαίσθητος σεισμογράφος, δεν αποτελεί μόνο όρο εκ των ων ουκ άνευ για μια φιλολαϊκή πολιτική, αλλά και κριτήριο για την ψήφο των αριστερών. Κι οι δυνάμεις της Αριστεράς στη σημερινή συγκυρία αδυνατούν να το διαχειριστούν ενωτικά και με ελπίδες νίκης.

Ιστορικής σημασίας διαδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα ενάντια σε κυβέρνηση και ιδιωτικοποιήσεις, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και τις ιδιωτικοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα

Δεν έχουν προηγούμενο οι διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν σήμερα 8 Μαρτίου σε όλη την Ελλάδα. Τέτοιο πλήθος, τέτοιο πάθος, δεν παρατηρήθηκε ούτε τον Μάιο του 2010, ούτε τον Φεβρουάριο του 2012, όταν η Ελλάδα ξεσηκώθηκε κατά των Μνημονίων!

Στην Αθήνα, η Πανεπιστημίου, η Σταδίου, το Σύνταγμα από την Φιλελλήνων μάλιστα, ακόμη και η Πειραιώς μέχρι την Ιερά Οδό συγκέντρωσαν πολύ περισσότερους από 100.000 διαδηλωτές που φώναζαν συνθήματα για τους νεκρούς των Τεμπών κι ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Τον παλμό έδιναν οι μαθητές. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν άνθρωποι που δεν έχουν πάρει μέρος σε άλλη συγκέντρωση. Εκατοντάδες καρτόνια από κούτες και υλικά συσκευασίας μετατράπηκαν σε πανό που κατήγγειλαν τους εργολάβους, τα κόμματα εξουσίας και την αναζήτηση του κέρδους που έστειλε στον θάνατο περισσότερους από 57 επιβαίνοντες της αμαξοστοιχίας στα Τέμπη.

Η ίδια εικόνα παρατηρήθηκε σε όλη την Ελλάδα: από νησιά των λίγων εκατοντάδων κατοίκων μέχρι και την Πάτρα, όπου η συγκέντρωση ξεπέρασε κι εκείνη την ιστορική συγκέντρωση του 1981 του Α. Παπανδρέου.

Οι εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές όλης της Ελλάδας, βυθισμένοι σε μια ασυνήθιστη σιωπή κι ένα πρωτόγνωρα βαρύ κλίμα για συγκεντρώσεις λόγω του πένθους, εξέπεμψαν πολλά μηνύματα σε πλήθος αποδεκτών:

Το πρώτο μήνυμα είναι ότι η καταστολή, δεν περνάει! Μετά το όργιο της αστυνομικής βίας στην επίσης μαζική συγκέντρωση της Κυριακής, οι διαδηλώσεις και οι διαδηλωτές αυξήθηκαν. Στο κενό έπεσαν και οι νουθεσίες της τηλεοπτικής χούντας (Σκάι, Mega, Ant1, ΕΡΤ, κ.λπ) που έχει εξελιχθεί σε υπουργείο Προπαγάνδας της κυβέρνησης. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν φοβήθηκαν, δεν έσκυψαν το κεφάλι κι έμαθαν ότι το δίκιο κερδίζεται στους δρόμους του αγώνα, με αξιοπρέπεια.

Το δεύτερο μήνυμα είναι ότι οι συγγνώμες του πρωθυπουργού και τα επικοινωνιακά τεχνάσματα δεν πείθουν. Η οργή που ξεχείλιζε έδειξε ότι όλα τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για να εκτονώσει την κατάσταση και να γλιτώσει το πολιτικό κόστος αποδείχθηκαν άκαρπα, σταγόνα στον ωκεανό του θυμού και της οργής.

Το τρίτο μήνυμα είναι ακόμη κι αυτά τα μέτρα που εξήγγειλε το πρωί της Τετάρτης ο νέος υπουργός Μεταφορών Γεραπετρίτης δεν αρκούν, αφήνοντας κατά μέρος πόσα ψεύδη εκστόμισε. Δεν είναι επίσης μόνο ότι ο ίδιος ο νέος υπουργός ως γαμπρός του ισχυρού άνδρα της ΤΕΡΝΑ συμπυκνώνει τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος που οδήγησαν στο έγκλημα των Τεμπών. Το κυριότερο είναι ότι τα τρένα θα παραμείνουν και πάλι στους αποτυχημένους Ιταλούς…

Το τέταρτο μήνυμα είναι ότι είμαστε μάρτυρες ενός νέου ριζοσπαστισμού. Οι εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και νέες βγήκαν στους δρόμους, έτοιμοι ακόμη και να υποστούν την ωμή κρατική βία του παρακράτους της ΕΛΑΣ, για πάρα πολλούς λόγους που σχετίζονται με την συνεχή υποβάθμιση της ζωής τους:

  • επειδή κινδυνεύουν να πεθάνουν ταξιδεύοντας με τα ιδιωτικοποιημένα τρένα,
  • επειδή δεν έχουν λεφτά να πληρώσουν τον λογαριασμό του ρεύματος
  • επειδή δεν έχουν λεφτά να πληρώσουν ενοίκιο στα τουριστικοποημένα αστικά κέντρα,
  • επειδή τα ψώνια στα σούπερ μάρκετ στοιχίζουν 50% ακριβότερα από πέρυσι,
  • επειδή η αστυνομική αυθαιρεσία είναι πανταχού παρούσα θυμίζοντας μέρες χούντας,
  • επειδή ο μισθός δεν φτάνει μέχρι τέλος του μήνα και για πάρα πολλούς σοβαρούς, ακόμη λόγους.

Το έγκλημα στα Τέμπη σαν να άνοιξε τον ασκό του Αιόλου ενάντια σε μια κυβέρνηση που δεν διστάζει ακόμη και την ώρα που θάβουν τους νεκρούς των ιδιωτικοποιήσεων να ψηφίζει την ιδιωτικοποίηση των δημοτικών εταιρειών ύδρευσης που θα μετατρέψει σε αγαθό πολυτελείας το νερό ακόμη και στο τελευταίο χωριό της Ελλάδας. Να ψηφίζει ακόμη και την μετατροπή του Ογκολογικού Παίδων σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία Μαριάννα Βαρδινογιάννη…

Το πόσο αδιόρθωτη και υποτελής στα σκοτεινά ιδιωτικά συμφέροντα είναι η κυβέρνηση φάνηκε από την απόφασή της να μην αμφισβητήσει κατά κανέναν τρόπο τις ιδιωτικοποιήσεις που είναι η άμεση αιτία όχι μόνο για το έγκλημα στα Τέμπη, αλλά και για την ενεργειακή κρίση. Επίσης από το χρίσμα που έδωσε στον πρώην υπουργό Μεταφορών Κ. Καραμανλή να είναι ξανά υποψήφιος της ΝΔ, πιθανά για να διατηρήσει την βουλευτική ασυλία, δείχνοντας έτσι πόσο υποκριτική ήταν η παραίτησή του.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση γενικευμένης, λαϊκής αγανάκτησης πληθαίνουν τα σημάδια αμηχανίας εκ μέρους της κυβέρνησης. Κυρίως εξ αιτίας της πολύ πιθανής πλέον ήττας της ΝΔ στις προσεχείς εκλογές.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη πιο απειλητικό για την κυβέρνηση: Είναι η γενίκευση και η εμβάθυνση του κοινωνικού και πολιτικού ριζοσπαστισμού. Νεολαία κι εργαζόμενοι σαν να πιάνουν ξανά το νήμα που κόπηκε βίαια τον Αύγουστο του 2015.

Μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να επισπεύσει τις εκλογές μόνο και μόνο για να μηδενίσει το χρόνο ανακόπτοντας τον επιταχυνόμενο ρυθμό των διαδηλώσεων. Τουλάχιστον σε αυτή την κατεύθυνση πιέζουν κέντρα εντός της ΝΔ που ανησυχούν για τη μακροχρόνια σταθερότητα του συστήματος. Φοβούνται δηλαδή για ένα νέο Δεκέμβρη του 2008…

Υπάρχουν ωστόσο και προτάσεις να μετατεθούν οι εκλογές για τον Σεπτέμβριο, με την επίκληση των αυξημένων εσόδων που θα φέρει ο τουρισμός. Κι επί της ουσίας για να προχωρήσουν πολλές ακόμη συμβάσεις αξίας δεκάδων δισ. ευρώ με τις οποίες η κυβέρνηση θα κλείσει τα στόματα καναλαρχών, εργολάβων και ΑΠΕτζήδων που αποτελούν την ντριμ τιμ του ελληνικού καπιταλισμού. Θα πρόκειται για πραξικόπημα!

Σε κάθε περίπτωση η εποχή που άνοιξε το έγκλημα των Τεμπών είναι μια εποχή αλλαγών στις συνειδήσεις, απρόβλεπτων αναταράξεων και πολιτικών ανατροπών.

Τριγμούς στις ελληνοτουρκικές σχέσεις προκαλεί η επίσκεψη Μπλίνκεν, του Λεωνίδα Βατικιώτη

Σε ερείπια μετέτρεψε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν τις ελπίδες που δημιούργησε η «διπλωματία των σεισμών», όπως εκφράστηκαν με τις δηλώσεις των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, έπειτα από την επίσκεψη του Ν. Δένδια στην γειτονική χώρα.

Παρότι η περιβόητη διπλωματία των σεισμών κυρίως εκφράζει ευσεβείς πόθους ή έστω την ελπίδα μια προσωρινής ανάπαυλας, καθώς υποτιμάει τόσο τις μακροχρόνιες επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας όσο και τον εμπρηστικό ρόλο των Αμερικανών, οι ελπίδες αυτή τη φορά απέκτησαν βάθος λόγω της σημασίας του σεισμού της 6ης Φεβρουαρίου. Οι εκατόμβες των νεκρών και κυρίως οι τεράστιες οικονομικές καταστροφές που προκάλεσε ο Εγκέλαδος στην Ανατολία (κι οποίες εκτιμώνται σε 84 δισ. δολ. ή 10% του ΑΕΠ) αναγκάζουν τον τούρκο πρόεδρο να στρέψει την προσοχή του στο εσωτερικό. Είναι τέτοιο το βάθος των πληγών που άνοιξε ο σεισμός ώστε ο Ερντογάν αναπόφευκτα είναι αναγκασμένος να γυρίσει την πλάτη του στα διεθνή μέτωπα της Τουρκίας, με πιθανή εξαίρεση εκείνα που θέτουν υπαρξιακές απειλές για τη ακεραιότητα της χώρας του όπως οι Κούρδοι. Προς επίρρωση, η διακοπή του κρεσέντου παραβιάσεων και εικονικών αερομαχιών στο Αιγαίο. Έτσι, η «γαλάζια πατρίδα», ως σχέδιο επιθετικό – επεκτατικό, που δικαιολογείται όμως εντός της Τουρκίας υπό την επίκληση των απειλών που δέχεται η χώρα, στο νέο πλαίσιο που έθεσε ο σεισμός θα μπορούσε να περιμένει. Μέχρι που ήρθε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών…

Στην ατζέντα της επίσκεψης του Άντονι Μπλίνκεν στην Αθήνα περίοπτη θέση κατείχε η διασφάλιση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να αποτελεί «έναν από τους πλέον αξιόπιστους εταίρους των ΗΠΑ σε γεωστρατηγικό επίπεδο». Ουσιαστικά ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών αντάμειψε την κυβέρνηση Μητσοτάκη για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει διαδραματίσει στην αποστολή όπλων στην Ουκρανία, «χωρίς αστερίσκους και από την πρώτη στιγμή» με τα δικά του λόγια, ανανεώνοντας την εμπιστοσύνη της Ουάσιγκτον στην Αθήνα ως τον πιο πιστό της σύμμαχο στην ανατολική Μεσόγειο. Και φυσικά τον πιο καλό πελάτη. Περισσεύουν οι διθύραμβοι στο ανακοινωθέν για την αγορά των παντελώς άχρηστων για ελληνικές αμυντικές ανάγκες F35…

Μόνη της στον διαγωνισμό …ομορφιάς η Ελλάδα

Τον «διαγωνισμό ομορφιάς» στον οποίο επιδίδεται η Αθήνα για να ικανοποιήσει την Ουάσιγκτον τον αποκάλυψε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος όταν δήλωσε την Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου πώς «οι δικές μας σχέσεις με τις ΗΠΑ είναι πολλά κεφάλαια μπροστά από αυτά που προσπαθεί να κατοχυρώσει η Τουρκία, αν και όποτε τα κατοχυρώσει».

Μόνο που η Τουρκία δεν αφήνει ευκαιρία να πάει χαμένη που να μην δείξει ότι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ έχουν τεθεί σε δεύτερη μοίρα. Η συνάντηση του Ερντογάν με τον Μπλίνκεν στο αεροδρόμιο (πάλι καλά που δεν τον συνάντησε στην σκάλα του αεροπλάνου) έδειξε όχι μόνο την απόσταση των τούρκων νέο-ισλαμιστών από τους αμερικανικούς σχεδιασμούς στην περιοχή, αλλά και την αποδοχή που συναντά η γραμμή του Ερντογάν τόσο στην βάση του κόμματός του ΑΚΡ όσο και την τουρκική κοινωνία. Από την άλλη, τα 100 εκ. δολ. που ανακοίνωσε ο Μπλίνκεν ότι προσφέρουν οι ΗΠΑ για τους σεισμόπληκτους της Τουρκίας δεν θα στηρίξουν μόνο τους πληγέντες του Εγκέλαδου αλλά και την φιλοαμερικανική αντιπολίτευση ενόψει των εκλογών.  

Ο Μπλίνκεν επιβράβευσε επίσης την κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη επειδή έμπρακτα προασπίζει τα ενεργειακά συμφέροντα των ΗΠΑ, προωθώντας την αμερικανική ατζέντα της διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών. Στρατηγική που στην περίπτωση της Ελλάδας (και κατά ένα μέρος της Ευρώπης) ισοδυναμεί με ενεργειακή εξάρτηση από την Τουρκία ως χώρα διέλευσης και φυσικά με πανάκριβο κόστος καυσίμων. Ακρογωνιαίοι λίθοι της υποταγής των ελληνικών ενεργειακών συμφερόντων στην αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι η έναρξη λειτουργίας του διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδας – Βουλγαρίας κι ο σχεδιασμός για τον διασυνδετήριο αγωγό με την Βόρεια Μακεδονία, που συνδέονται με την Μονάδα Επαναεριοποίησης Πλωτής Αποθήκευσης (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη, η οποία θα τεθεί σε λειτουργία ως το τέλος του 2023. Τι κι αν η στροφή στο φυσικό αέριο (αντί του λιγνίτη) που εγκαινιάστηκε επί Γιώργου Παπανδρέου προ δεκαετίας αποδείχθηκε παταγώδη αποτυχία και αιτία της ενεργειακής κρίσης στην Ελλάδα, τόσο με κριτήριο την τιμή του όσο και με κριτήριο τις βαρύτατες (παρότι μέχρι πρόσφατα υποτιμημένες) επιπτώσεις του μεθανίου στην κλιματική αλλαγή; Από την στιγμή που οι ΗΠΑ παράγουν κι εξάγουν φυσικό αέριο η Ελλάδα όχι μόνο θα εισάγει και θα καταναλώνει φυσικό αέριο αλλά θα μετατραπεί επίσης και σε κόμβο μεταφοράς του στην Βαλκανική χερσόνησο και στη Νότια Ευρώπη…

Στο τελικό ανακοινωθέν του Τέταρτου Στρατηγικού Διαλόγου μάλιστα επιβεβαιώθηκε η «διπλή λειτουργία» της Αλεξανδρούπολης τόσο ως κόμβου εισόδου και διοχέτευσης στην Βαλκανική του υγροποιημένου αερίου, όσο και ως στρατιωτικής βάσης, με την εξής διατύπωση:  «Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπογράμμισαν την γεωστρατηγική σημασία του λιμένος της Αλεξανδρούπολης ο οποίος έχει μετατραπεί σε ζωτικό κόμβο εφοδιασμού για την αμυντική στάση του ΝΑΤΟ στην ανατολική του πτέρυγα και θα παρέχει κρίσιμη ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή».

Επί της ουσίας, η αμερικανική αναγνώριση των υπηρεσιών που προσφέρει η Ελλάδα μόνο ανακούφιση δεν προσφέρει στον ελληνικό λαό. Και η Ουκρανία μέχρι πέρυσι ως ο πιο πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ στην ανατολική Ευρώπη, ανέλαβε τον ρόλο του προκεχωρημένου φυλακίου του ΝΑΤΟ απέναντι στην Ρωσία. Το αμερικανικό δαχτυλίδι ωστόσο δεν την έσωσε από τον πόλεμο που μαίνεται επί έναν χρόνο. Μάλλον την οδήγησε στον πόλεμο…

Η Ελλάδα μπορεί άμεσα να μην κινδυνεύει να εμπλακεί σε πόλεμο για χάρη των ΗΠΑ, με βεβαιότητα όμως αυτές οι σχέσεις δυναμιτίζουν τις σχέσεις με την Τουρκία. Προς επίρρωση το ταξίδι του Μητσοτάκη στις ΗΠΑ τον Μάιο του 2022 που τίναξε στον αέρα όσα συμφωνήθηκαν με τον Ερντογάν στο ταξίδι του πρώτου στην Κωνσταντινούπολη, οδηγώντας στα άκρα τις σχέσεις των δύο χωρών. Έτσι και τώρα η ούτως ή άλλως αμφίβολη διπλωματία των σεισμών θα θαφτεί κάτω από τις ρωγμές που προκάλεσε η επίσκεψη Μπλίνκεν.

Ανατρεπτικά και ενωτικά προς τις εκλογές του 2023, της Κατερίνα Θανοπούλου και του Λεωνίδα Βατικιώτη

Από το «Όχι» του λαϊκού κινήματος στη σκληρή φτώχεια και τη μεταμοντέρνα αφήγηση. Τι ηττήθηκε; Ποια είναι η ατομική, συλλογική και κομματική εμπειρία που αποκομίσαμε; Μπορούμε να βγούμε από τα αδιέξοδα και πώς;

Υπάρχουσα κατάσταση

Το πολιτικό – κοινωνικό τοπίο επί του οποίου διεξάγονται οι ζυμώσεις και οι προβληματισμοί εν όψει των εκλογών του 2023 καθορίζεται από τη βιαιότητα της επίθεσης του κεφαλαίου σε αλληλεπίδραση με την στρατηγική ήττα της Αριστεράς και των εργατικών αγώνων.

Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο οικονομικό, εργασιακό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό επίπεδο, από την κρίση χρέους και τη μνημονιακή εξαρτησιακή διαχείρισή της από όλες τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο.

Σε αδρές γραμμές χαρακτηρίζεται από:

– την αυξανόμενη φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας μας, με πτώση του βιοτικού επιπέδου και της αγοραστικής δύναμης, αύξηση της ελαστικής εργασίας και επισφάλειας,

– τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, την εκποίηση δημόσιων δομών και περιουσίας, την ιδιωτικοποίηση παραγωγικού πλούτου, την ένταση στην ταξική διάσταση και την απαξίωση της δημόσιας Παιδείας και Υγείας,

– τις δομικές αλλαγές στο εργασιακό πλαίσιο (συλλογικές συμβάσεις, μισθοί, έλεγχος, λειτουργία σωματείων, κ.ά.), με ταυτόχρονες νομοθετικές ρυθμίσεις ελέγχου και καταστολής σε απεργίες και κινητοποιήσεις.

Οι παραπάνω αλλαγές που αναδεικνύουν τη βίαιη επίθεση του κεφαλαίου αλληλεπιδρούν με την ήττα της Αριστεράς και τις συνέπειες της σε όλα τα επίπεδα.

Πριν, όμως, καταλήξουμε στα διδάγματα της περιόδου, ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε, θα πρέπει να διανύσουμε αυτό που οι ψυχαναλυτές θεωρούν αναγκαία στάδια πένθους (Άρνηση, Θυμός, Διαπραγμάτευση, Κατάθλιψη, Αποδοχή) και οι μαρξιστές αυτοκριτική και κριτική, μελέτη και γνώση των υποκειμενικών παραγόντων και των αντικειμενικών συνθηκών, επίγνωση των μεταβολών σε παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις, με στόχους την υπεράσπιση της ζωής, της εργασίας και της αξιοπρέπειας των λαϊκών στρωμάτων και σκοπό την αλλαγή αυτού του συστήματος εκμετάλευσης.

Η παραμονή της Αριστεράς σε κάποιο από τα παραπάνω τέσσερα στάδια αλλά όχι στο απελευθερωτικό τελευταίο οδηγεί και στην αμηχανία της στην εκφορά ενός ολοκληρωμένου πολιτικού σχεδίου τόσο εδώ όσο και παγκόσμια. Αναδεικνύονται, και υπό αυτή την οπτική, οι ελλείψεις στην ιδεολογική, πολιτική συζήτηση και σύνθεση, οι ανοιχτές, ακόμα, πληγές από τις αλλεπάλληλες διασπάσεις, οι εύλογες φοβίες σε συνθετικές, συλλογικές, ενωτικές διαδικασίες, η δυστοκία στη διαχείριση του τώρα και της διαλεκτικής του σχέσης με το στρατηγικό σκοπό, οι αδυναμίες και τα λάθη στις κομματικές, συνδικαλιστικές και ευρύτερα κοινωνικές διαδικασίες και λειτουργίες που αντί να χειραφετούν προσπαθούν να χειραγωγήσουν.

Οι απαντήσεις, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι εύκολες και απαιτούν μία νέα αρχή και μία ειλικρινή επανεκκίνηση που θα θέτει ξανά την αναγκαιότητα μιας απελευθερωτικής, κομμουνιστικής κοινωνίας.

Σε όλα τα προηγούμενα πρέπει να προστεθούν:

– η δεξιά μετακίνηση όλου του πολιτικού φάσματος

– η άνοδος της ρατσιστικής, ξενοφοβικής και ακροδεξιάς ιδεολογίας, και

– η διαφοροποίηση στην ψυχολογία ατόμου και μάζας.

Η ατομική λύση κερδίζει έναντι του συλλογικού αγώνα, η Αριστερά φαντάζει συνολικά αναξιόπιστη σε μία κοινωνία μουδιασμένη και διαρκώς συντηρητικοποιούμενη.

Με βάση την εντροπία το κενό στη φύση καταλαμβάνεται. Το ίδιο συμβαίνει και στην πολιτική. Άρα η ιστορική στιγμή και ο ιστορικός χρόνος είναι καθοριστικής σημασίας για το μετά.

Σε αυτή, λοιπόν, τη συγκυρία, το ζητούμενο κάθε πιθανού σχεδίου εκ μέρους της Αριστεράς είναι η αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης.

Δηλαδή:

– της ανακοπής της αστικής επίθεσης, ή ακόμα και της ήττας της σε επιμέρους πεδία

– της ανάταξης και αντεπίθεσης του κινήματος.

Πολιτικές προτάσεις

Τα υπάρχοντα σχέδια στο χώρο της Αριστεράς (όπου προφανώς δεν ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ, ως πολιτικός φορέας και όχι ως κοινωνική βάση) απέχουν από τους παραπάνω στόχους σε διαφορετικό βαθμό και για διαφορετικούς λόγους:

Το ΚΚΕ παρά τα πρόσφατα ανοίγματα θέτει ως προϋπόθεση για την κοινή δράση την ένταξη στις γραμμές του. Όποιος διαφωνεί με το πρόγραμμά του (πχ για τον «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε») μένει κι εκτός της μαζικής πάλης, όπως την προωθεί το ΚΚΕ, προφανώς με μαχητικότητα, αυταπάρνηση, κ.λ.π. Η κοινωνική και ταξική του γείωση, όπως και η ιστορική εμπειρία του, ενώ θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση σ΄ ένα γενναίο κάλεσμα μετωπικής συμπόρευσης, συρρικνώνονται στο όνομα της διατήρησης δυνάμεων, της ιδεολογικής καθαρότητας και της εκ του αποτελέσματος δικαίωσης.

Η πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά την συρρίκνωσή της, δίνει μια εναγώνια μάχη διατήρησης του κομματικού της κεκτημένου με την αυτάρκεια ότι «μία είναι η αντικαπιταλιστική γραμμή». Ταυτόχρονα, απορρίπτει την μετωπική πολιτική, που την βαφτίζει υποχώρηση, ενώ καλεί -κι αυτή- σε ένταξη στο υπάρχον σχήμα, ψήφο εμπιστοσύνης δηλαδή στην υπάρχουσα γραμμή. Η πρωτοβουλία του ΣΕΚ καθώς και ανένταχτων μελών της να ανοίξουν το διάλογο για μία ευρύτερη συμπόρευση στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας για μια Ενωτική Κίνηση της Ριζοσπαστικής κι Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς θα έπρεπε να αναδειχθεί ως πολιτική διέξοδος και αφετηρία μεγαλύτερων και πιο ελπιδοφόρων αγώνων. Χαρακτηριστική και αναλυτική ήταν η ομιλία του Κώστα Παπαδάκη στον κινηματογράφο Στούντιο στις 19 Δεκεμβρίου 2022.

ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ επομένως καλούν σε ενότητα πίσω από τις γραμμές τους, μέσα από τις οργανώσεις τους και κάτω από τις σημαίες τους…

Εκ μέρους του ΜΕΡΑ 25, ακόμη και οι 7+1 προτάσεις που αποτελούν την πιο αριστερή εκδοχή του δημόσιου λόγου του, κινούνται πιο δεξιά ακόμη κι από τις θέσεις του προ-κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ. Η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται μεν, αλλά δεν τίθεται θέμα εξόδου, ούτε καν εξόδου από το ευρώ! Το ίδιο και για το ΝΑΤΟ· πουθενά δεν τίθεται πρόταση εξόδου. Η δυνατότητα τους δε να ερμηνευτούν ποικιλοτρόπως αφήνουν ανοικτό κάθε ενδεχόμενο για την υλοποίησή τους. Η μετατόπιση θέσεών του σε πιο αριστερές γραμμές (Η Προγραμματική Συστράτευση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και των Κινημάτων που οραματιζόμαστε), η ευφυής τακτική και επικοινωνία αρκετές φορές και η συμμετοχή του σε επιμέρους κινήματα κινούνται σε ένα ασαφές ιδεολογικό και πολιτικό πεδίο, τόσο ως προς το συνολικό πρόγραμμα ρήξης και τον στρατηγικό σκοπό όσο και ως προς την οργανωτική του λειτουργία. Η μεταμοντέρνα φρασεολογία δημιουργεί εν τέλει αναξιοπιστία ως προς την κοινωνική γείωση του ΜΕΡΑ 25 και την ταξική του αναφορά. H συμπόρευση στη βάση κοινών στόχων σε κινηματικά πεδία και κοινωνικές διεκδικήσεις είναι αναγκαία και δημιουργεί τις επικοινωνιακές λαϊκές και ταξικές γέφυρες στη βάση των προβλημάτων και της λύσης τους, όμως η εκλογική συνεργασία υπηρετεί τελικά ένα άλλο πολιτικό σχέδιο.

Η εμπειρία του παρελθόντος και η αξιοποίησή της ως εργαλείου επανασύνθεσης

Στην απόφαση για την πορεία κάθε πολιτικού – ιδεολογικού ρεύματος μέχρι τις εκλογές πρέπει να βαρύνει, πέραν της συγκυρίας και των προγραμμάτων και το πρόσφατο (πλούσιο σε πειραματισμούς και ήττες) παρελθόν. Τα μελανά του χρώματα δεν διαμορφώθηκαν τόσο από τον βερμπαλιστικό αναχωρητισμό όσο, κυρίως, από τις αυταπάτες (για τον ριζοσπαστισμό και την συγκρουσιακή δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ) και τις διαψεύσεις, που οδήγησαν τον κόσμο της Αριστεράς μέσω των κυβερνητικών λύσεων είτε στην θαλπωρή των θώκων είτε στον συντηρητισμό και στην απογοήτευση. Η διάψευση του οράματος μίας κυβέρνησης της Αριστεράς που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κοινωνικό μετασχηματισμό, λαϊκή χειραφέτηση και εξέγερση και η αδυναμία των υπόλοιπων τμήματων και ρευμάτων να κινηθούν ως εκφραστές της λαϊκής αγανάκτησης έχει οδηγήσει, μοιραία, σε υποχωρήσεις, επαναφορές σε μήτρες ή και οπορτουνισμούς.

                Η πρώτη αιτία της υποχώρησης ήταν ότι τα φιλόδοξα σχέδια βρίσκονταν σε πλήρη αναντιστοιχία με την κατάσταση του κινήματος, της εργατικής τάξης και τους ταξικούς συσχετισμούς. Παρότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς μπορεί, να ανοίξει τον δρόμο για την επαναστατική αλλαγή, υπό ορισμένους αυστηρούς όρους, η πορεία της δεν θα κριθεί από τις βουλευτικές έδρες όσων επαγγέλλονται την Αριστερά ή την ρήξη αλλά από την ταυτόχρονη και διαρκή κοινωνική, εργατική διεκδίκηση και έλεγχο, από τις πολύμορφες κοινωνικές και πολιτισμικές διεργασίες που θα προάγουν την αυτενέργεια στις γειτονιές και τους χώρους εργασίας, από την θεωρητική ανάταση της Αριστεράς, από την υπαγωγή κάθε θεσμικής αλλαγής στη βάσανο του συνολικού πλαισίου σύγκρουσης, ρήξης και επαναδημιουργίας. Αυτή η κοινωνική δυναμική μπορεί να αποτελέσει τη βάση στήριξης και να παρέχει την δύναμη ώθησης μιας μαχόμενης Αριστεράς που θέλει να φτάσει μέχρι το τέλος, υπηρετώντας τις δυνατότητες της εποχής μας για δίκαιη αναδιανομή του πλούτου, κοινωνικό και εργατικό του έλεγχο, αρμονική συνύπαρξη με το περιβάλλον, συνδιαμόρφωση και συμπερίληψη.

Το 2015 βιώσαμε αυτήν την αναντιστοιχία σε τέτοιο βαθμό ώστε ακόμα και η ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα της μετέπειτα ΛΑΕ δεν κατάφερε να βάλει φρένο στο χειρότερο Μνημόνιο από όσα ψηφίστηκαν από το 2010, παρότι η ίδια δεν το ψήφισε. Οι ταξικοί και πολιτικοί συσχετισμοί του 2023 (όπως ενδεικτικά μετριώνται με το ύψος του πραγματικού μισθού και τη δημοκρατία στους χώρους εργασίας) δεν θα ήταν τόσο δραματικοί αν δεν είχε προηγηθεί η ταπεινωτική υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ.

                Η δεύτερη (συνδεόμενη με την πρώτη) αιτία για την υποχώρηση ήταν η υποτίμηση της δύναμης του κεφαλαίου και των πολυπλόκαμων μηχανισμών άσκησης εξουσίας που διαθέτει ο καπιταλισμός. Η σύγκρουση προϋποθέτει τη μελέτη του αντίπαλου, προκειμένου να υπάρξει προετοιμασία οικονομική, κοινωνική, παραγωγική για κάθε ενδεχόμενο και ικανή κοινωνική βάση στήριξης. Αν υπήρχε στοιχειώδης επίγνωση γι’ αυτούς που βρίσκονται στην απέναντι όχθη, θα ήταν λιγότερο αβάσταχτη η ελαφρότητα των υποσχέσεων.

Η ίδια έλλειψη βάθους και προοπτικής χαρακτηρίζει και τα σημερινά σχέδια εκλογικής συνεργασίας με το ΜΕΡΑ25. Η εκλογική εκπροσώπηση δεν μπορεί να αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά των πολιτικών συνεργασιών και τον ιεραρχικά πρώτο στόχο, γιατί μετακινεί το πολιτικό επίδικο της συγκυρίας από την ενωτική ταξική, κοινωνική συμπόρευση και ανάταση στην τακτική και επιβιωτική ανάθεση και ενδεχομένως σε άλλη μία ήττα στις σωρρευμένες ήττες της Αριστεράς.

Απέναντι στην άνευ όρων ιεράρχηση του στόχου της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε ορισμένες εξόχως αρνητικές συγκυρίες, όπως η τρέχουσα, προέχει η συγκέντρωση δυνάμεων και η ανασυγκρότησή τους. O στόχος της συγκέντρωσης και μη έκθεσης δυνάμεων σε ναρκοθετημένες πολιτικές προτάσεις προέχει ακόμη και μιας επιλογής που θα προκρίνει για ψήφο το «μικρότερο κακό», μεταξύ μάλιστα δυνάμεων που αρνήθηκαν το πολιτικό μέτωπο…

Υπάρχει διέξοδος;

Απουσιάζει σήμερα, με άλλα λόγια, ένα μαχητικό ρεύμα διεκδικήσεων στην κοινωνία που να βρίσκεται σε διαλεκτική αλληλεπίδραση με τις πολιτικές ζυμώσεις.

Η ύφεση στη λαϊκή και κοινωνική συμμετοχή, στη συλλογική έκφραση και διεκδίκηση με την ταυτόχρονη κρίση εκπροσώπησης και την αποχή από τη σωματειακή λειτουργία, λειτουργούν ανασταλτικά σε θεωρητικούς σχεδιασμούς ρήξης και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον οποιοδήποτε πολιτικό σχεδιασμό. Οι μικρές νίκες της εργατικής τάξης (Cosco, e-food, κ.λπ.) δημιουργούν αισιοδοξία, δείχνουν τον δρόμο και την δυνατότητα νίκης ακόμη και σήμερα, δεν αλλάζουν αυτή την εικόνα.

Το συνολικό πολιτικό σκηνικό φαίνεται μετατοπισμένο στα δεξιά. Μια ακραία νεοφιλελεύθερη ΝΔ, με ακροδεξιούς σχηματισμούς να επανέρχονται στο προσκήνιο, υπηρετεί στο ακέραιο τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης και των ευρωπαϊκών και διεθνών προστατών μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να αντιπολιτευτεί, καθώς έχει απωλέσει τα αριστερά, ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του και να αυξήσει το ποσοστό του, καθώς είναι αναξιόπιστος σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, μετά την υποχώρηση και την επί της ουσίας συναίνεση στα κομβικά και μεγάλα επίδικα.

Η σοσιαλδημοκρατία ακροβατεί, στην πολιτική της εκπροσώπηση μεταξύ τριών κομματικών σχηματισμών, που δεν είναι ομοιογενείς εσωτερικά. Στον ΣΥΡΙΖΑ, που επαναφέρει το αίτημα της άλλης μια φοράς κυβέρνησης ή συγκυβέρνησης της Αριστεράς, κυρίως μέσω αντι-δεξιών αντανακλαστικών και συνεργασιών. Ο πόλος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που χωρίς να διακηρύττει κάτι ουσιαστικά διαφορετικό, αυξάνει τις δυνάμεις του, καρπώνοντας την υπεραξία της επί σειράς ετών κυβερνητικής και συνδικαλιστικής εξουσίας. Ο χώρος του ΜΕΡΑ25, που πια μη μπορώντας να εκφράσει πραγματικά ή θεωρητικά το λαϊκό και ταξικό αντι-μνημονιακό «Όχι», το οποίο είτε εξοστρακίστηκε, είτε ιδιώτευσε, είτε ενσωματώθηκε, είτε διοχετεύτηκε στην αριστερή πανσπερμία, προσπαθεί να διασωθεί εκλογικά. Ειδικά μετά την αποχώρηση του ενός τρίτου των βουλευτών του το ΜΕΡΑ25, απορροφά άτομα και στελέχη, μέσω μη ισότιμων, στην πράξη, και ανεξάρτητων συνεργασιών, υιοθετώντας πιο αριστερές θέσεις και ευαγγελιζόμενο την ενότητα ενός ευρύτερου μετώπου που θα οδηγούσε σε μία, ως αναφέρει, «πραγματικά προοδευτική κυβέρνηση».

Ωστόσο, ως επωφελή για την εργατική τάξη εμφανίζει την εκλογική του επιτυχία και το ΚΚΕ, το οποίο, όμως, διαθέτει εδραιωμένους δεσμούς με την τάξη και το συνδικαλιστικό της κίνημα.

Είναι φανερή, λοιπόν, η αναντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές ανάγκες και την πολιτική τους έκφραση.

Στην βάση των παραπάνω ισχυροποιείται η ανάγκη μιας προωθητικής συγκρότησης και συνεργασίας για την οικοδόμηση ενός πολιτικού μετώπου της αντικαπιταλιστικής, αντισυστημικής και ανεξάρτητης Αριστεράς, όπως συζητήθηκε στην επιτυχημένη εκδήλωση στον κινηματογράφο Στούντιο στις 19 Δεκεμβρίου 2022, με στόχους τόσο τους κοινούς αγώνες όσο και την κοινή εκλογική κάθοδο. Η ανταλλαγή απόψεων που ξετυλίχθηκε έθεσε εκ νέου και σε ανώτερο επίπεδο τους άξονες που είχαν τεθεί στην Αριστερή Πρωτοβουλία Διαλόγου και Δράσης, με τη συμμετοχή των οργανώσεων Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, ΛΑΕ, Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο και ΣΕΚ.

Το δημοσιευμένο κείμενο Τι μπορεί να κάνει η ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά στις εκλογές; των Χρίστου Τουλιάτου και Κώστα Μάρκου δίνει αρκετά αναλυτικά τις αδρές γραμμές και τα επίπεδα μιας μετωπικής συμπόρευσης που δεν θα αποκλείει κοινωνικά και κινηματικά αλλά θα θέτει όρους εκλογικά.

Μένει να δούμε αν η υπέρβαση και η εκφραζόμενη διάθεση τόσο σχημάτων όσο και ανένταχτων, με διαφορετικές διαδρομές και με διακριτή τη συμβολή τους στο κίνημα, τους αγώνες, την Αριστερά και την επαναστατική θεωρία, θα μπορέσουν να λειτουργήσουν καταλυτικά και ενοποιητικά, ώστε, άμεσα, να σαρκωθεί η κοινή μετωπική συνεργασία.

Ο ειλικρινής διάλογος όπως και η αγωνιστική συμπόρευση δεν σταματούν. Η Αριστερά οφείλει στο ρόλο της την ανάδειξη ενός επικαιροποιημένου, σύγχρονου σχεδίου ανασυγκρότησης, υπεράσπισης και αντεπίθεσης. Κάθε κρίκος, κάθε μονάδα, κάθε ιστορικό ρεύμα, κάθε συλλογικότητα ας επιλέξει τη διαδρομή που είτε θα λειτουργήσει προωθητικά, ως αφετηρία μια μακράς μάχης για την αντεπίθεση του κινήματος και την αντικαπιταλιστική ανατροπή είτε ανασχετικά, μέσα είτε από αναποτελεσματικούς κατακερματισμούς είτε από συγκυριακές ενοποιήσεις.

Το σύνθημα «Λαός ενωμένος ποτέ νικημένος» αντικαθιστώντας το Λαό με την Αριστερά που οραματιζόμαστε, στο πλαίσιο που περιγράψαμε, όπως και η δυναμική μιας τέτοιας μετωπικής έκφρασης και συγκρότησης είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για μια επιτυχημένη συμμετοχή στις εκλογές.

Αρέσει σε %d bloggers: